Ανδρέας Ιωάννου Κασσέτας

 

 

Ο ΑΕΡΑΣ και η ΦΥΣΙΚΗ.

Η ερώτηση : Μας λέτε ότι υπάρχει ΑΕΡΑΣ και πρέπει να το πιστέψουμε. Πώς είμαστε όμως βέβαιοι ότι ο αόρατος αέρας ΥΠΑΡΧΕΙ; Ειδικά όταν δεν φυσάει .

Η απάντηση : Η ιδέα ότι υπάρχει κάτι αόρατο με το όνομα αέρας, το οποίο σχετίζεται και με την ανθρώπινη πνοή, είναι πανάρχαια. Μαζί της  η «συνομίληκη ιδέα» ότι καθώς φυσάει αυτό που συμβαίνει είναι η ΚΙΝΗΣΗ του αόρατου κάτι.

Ο αόρατος αέρας στέλνει μηνύματα και ένα από αυτά, ιδιαίτερα σοβαρό, μολονότι οι άνθρωποι δυσκολεύτηκαν να το διακρίνουν, είναι το ότι «ΣΠΡΩΧΝΕΙ» ακόμα κι αν είναι ακίνητος. Σπρώχνει το τζάμι του παράθυρου προς τα έξω, το ταβάνι προς τα πάνω, το πάτωμα προς τα κάτω, σπρώχνει οτιδήποτε βρει μπροστά του ακόμα και το σώμα μας.

Στη γλώσσα των φυσικών το αόρατο αυτό «κάτι» - ακόμα κι αν είναι ακίνητο

- έχει ΠΙΕΣΗ. Το μήνυμα ήταν δυσανάγνωστο γιατί στην επιφάνεια του πλανήτη μας ο αόρατος αέρας υπάρχει παντού και κάθε τι όπως το τζάμι το σπρώχνει και από μέσα και απ’ έξω, έτσι που αποτέλεσμα δεν εκδηλώνεται.  Ένας τρόπος για να διαπιστώσουμε ότι πράγματι σπρώχνει  είναι να δημιουργήσουμε «χώρο δίχως αέρα’ και να φροντίσουμε ώστε από τη μια πλευρά ενός αντικειμένου να υπάρχει ακίνητος αέρας που να σπρώχνει και από την άλλη να υπάρχει κενό. Τότε θα εκδηλωθεί το αποτέλεσμα της ώθησης. 

Με άλλα λόγια, ένας τρόπος για να διαπιστώσουμε ότι κάποιο πράγμα όπως ο ακίνητος αόρατος αέρας «υπάρχει» είναι να  ερευνήσουμε το εάν υφίσταται  «χώρος δίχως αέρα»,  να  συναντηθούμε δηλαδή με την άρνησή της έννοιας ΑΕΡΑΣ, να φτιάξουμε, με άλλα λόγια, μια μηχανή που να δημιουργεί κενό αέρα.  Για πολλούς αιώνες αυτό ήταν ένα είδος αδιανόητου αλλά οι στοχαστές της εποχής μετά την Αναγέννηση, είχαν αρχίσει να υποθέτουν ότι « μπορεί να γίνει» .

 

Ο ΑΕΡΑΣ ΕΧΕΙ ΠΙΕΣΗ

Ο Γαλιλαίος μάλιστα είχε φανταστεί  ότι εάν κάποιος στο μέλλον κατάφερνε να  φτιάξει μια «αντλία κενού» και σε χώρο δίχως αέρα άφηνε το πιο βαρύ και το πιο ελαφρό πράγμα του κόσμου, τα δύο αντικείμενα  θα έπεφταν ταυτόχρονα και ότι αυτό θα ήταν μια σοβαρή ένδειξη πως η παρουσία του αέρα καθυστερεί το χαρτάκι σε σχέση με το βαρίδι στην πτώση του.  Το είχε φανταστεί αλλά κανένας άνθρωπος της εποχής του δεν είχε μπορέσει να φτιάξει κάτι τέτοιο.

Δύο χρόνια μετά τον θάνατό του,  ο μαθητής του Evangelista TORRICELLI  αποδεχόμενος την «ύποπτη» την εποχή εκείνη ΙΔΕΑ ότι «μπορεί να δημιουργηθεί  ΚΕΝΟ» αλλά και την αμφιλεγόμενη ΙΔΕΑ ότι ο « αέρας υπάρχει εφόσον έχει πίεση» συνεπώς «η πίεση του κενού είναι μηδέν».  Χρησιμοποιώντας ΥΔΡΑΡΓΥΡΟ και ΓΥΑΛΙ,  με το οποίο οι τεχνίτες της εποχής μπορούσαν να φτιάχνουν διαφανείς  σωλήνες σφραγισμένους στο ένα  άκρο,  έφτιαξε το πρώτο όργανο με το οποίο ο άνθρωπος κατάφερε να μετρήσει την πίεση του ακίνητου αέρα, ή ακριβέστερα να μετρήσει «πόσο μεγαλύτερη είναι η πίεση του αέρα από την πίεση του κενού την οποία θεώρησε μηδενική» .

Γέμισε έναν (κλειστό στο ένα άκρο) γυάλινο σωλήνα με υδράργυρο και -αναστρέφοντάς τον- τον βύθισε σε μια μικρή λεκάνη όπου προϋπήρχε υδράργυρος.

Ο  υδράργυρος μέσα στον κλειστό γυάλινο σωλήνα ΚΑΤΕΒΗΚΕ. Αυτό ήταν ένα ΓΕΓΟΝΟΣ και η πιο εύλογη ΑΝΑΓΝΩΣΗ ήταν ότι, μέσα στον γυάλινο σωλήνα,  στον χώρο πάνω από την υδραργυρική στήλη, είχε δημιουργηθεί ΚΕΝΟ ΑΕΡΟΣ.

Αυτό που κυρίως συνέβη ήταν ότι εκδηλώθηκε σύγκρουση ανάμεσα στους τότε μοντέρνους και στους «παλιούς».  Η θεώρηση ότι «είναι δυνατόν να υφίσταται ΚΕΝΟ» ήταν περίπου αιρετική διότι ΥΠΟΝΟΜΕΥΕ ΜΙΑ ΒΑΣΙΚΗ ΑΡΧΗ της επικρατέστερης τότε φιλοσοφίας σύμφωνα με την οποία «Η ΦΥΣΗ ΑΠΕΧΘΑΝΕΤΑΙ ΤΟ ΚΕΝΟ». Την άποψη αυτή την είχε υιοθετήσει και η καθολική εκκλησία. Οι Ιησουίτες αρνήθηκαν με πείσμα τη συγκεκριμένη «ανάγνωση» και υποστηρίζοντας το «ΑΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙ ΚΕΝΟ».

Και δεν ήταν μόνο οι καθολικοί. Την ίδια εποχή ο Καρτέσιος επέμενε στο «ότι η ατμόσφαιρα επεκτείνεται επ΄ άπειρον γεμίζοντας όλο το Διάστημα με ύλη».

Ήταν έτος  1644 και το ότι ο Torricelli είχε «ίσως» δημιουργήσει έναν χώρο δίχως αέρα ήταν μία «ανάγνωση»,  αλλά το ότι είχε ανακαλύψει το ΒΑΡΟΜΕΤΡΟ ήταν μια βεβαιότητα.  Οι ερευνητές διέθεταν πλέον έναν ασφαλή τρόπο να μετρούν την ατμοσφαιρική πίεση.  

Η πίεση του αέρα έγινε μια ποσοτική έννοια που έδειχνε την ύπαρξή του αλλά και μπορούσε να μετρήσει κάποιο σημαντικό στοιχείο της παρουσίας του .

Στους αιώνες που ακολούθησαν η έννοια ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΗ ΠΙΕΣΗ και το όργανο ΒΑΡΟΜΕΤΡΟ θα γινόταν οι πρωταγωνιστές στην αναζήτηση μιας θεωρίας για την κυκλοφορία των ΑΝΕΜΩΝ.

 

ΖΟΥΜΕ ΣΤΟΝ ΠΥΘΜΕΝΑ ΕΝΟΣ ΩΚΕΑΝΟΥ ΑΕΡΑ.

ΕΙΧΕ ΔΙΚΙΟ Ο  Pascal

Λίγο μετά την ανακάλυψη του Torricelli , ο Blaise Pascal, στο Clermont της Γαλλίας έφτιαξε ένα τέτοιο βαρόμετρο με υδράργυρο και απέδειξε ότι καθώς ανεβαίνουμε στην ατμόσφαιρα η πίεση του αέρα άρα και η ποσότητά του συνεχώς ελαττώνεται.  Μολονότι ο Descartes (Καρτέσιος)  δεν πείστηκε,  η  ΙΔΕΑ «ζούμε στον πυθμένα ενός ωκεανού αέρα » είχε αρχίσει να εδραιώνεται.

 

Σήμερα θεωρούμε ότι στη συγκεκριμένη διαμάχη των δύο μεγαλύτερων Γάλλων διανοητών του 17ου αιώνα – του Descartes και του Blaise Pascal – αυτός που είχε δίκιο ήταν ο δεύτερος. Ο σφαιρικός πλανήτης μας περιβάλλεται από 5.500 τρισεκατομμύρια τόνους αέρα, ένας ωκεανός που εκτείνεται πάνω μας σε ύψος 500 περίπου χιλιόμετρα, και στη συνέχεια βαθμιαία παύει να υφίσταται βρισκόμαστε στο κενό του Διαστήματος. Πάντως πάνω από τα 80 km είναι εξαιρετικά αραιός. Περισσότερο από το 99% της μάζας του αέρα βρίσκεται στα πρώτα 30 km από την επιφάνεια.

Ο καθένας μας υφίσταται πίεση ίση με αυτή που δημιουργεί σώμα ενός κιλού σε κάθε τετραγωνικό εκατοστό της επιδερμίδας μας. Είμαστε όμως τόσο εξοικειωμένοι με αυτή την τρομακτική – από μια άποψη - πίεση ώστε ουσιαστικά δεν την καταλαβαίνουμε. Η εσωτερική μας πίεση είναι τόση ώστε να την αντισταθμίζει σαν να είμαστε φουσκωμένα μπαλόνια.

Το σώμα μας είναι προσαρμοσμένο στο να ζούμε στον πυθμένα του ωκεανού αέρα.

 

Το ΚΕΝΟ

Οι καινούριες ιδέες για την ατμοσφαιρική πίεση και για το κενό άνοιξαν δρόμους απρόβλεπτους.

Το ΚΕΝΟ «είχε πια ξεπορτίσει»  και ήταν αδύνατο να συμμαζευτεί.

Την ίδια περίπου εποχή, έτος 1650,  οκτώ  δηλαδή χρόνια μετά τον θάνατό του Γαλιλαίου , ένας οξυδερκής μηχανικός στο Μαγδεμβούργο θα κατασκευάσει  την πρώτη αντλία κενού.  Ο ίδιος κατέδειξε ότι ο ακίνητος αέρας όχι μόνο σπρώχνει αλλά και σπρώχνει πάρα πολύ.

Το 1657 στην Αγγλία,  ο Robert BOYLE    μαθαίνει για τα πειράματα με την αντλία κενού και με τη βοήθεια του χαρισματικού  Robert Hooke , φτιάχνει μια βελτιωμένη αντλία κενού και ερευνά τη λειτουργία του ΚΕΝΟΥ. Αποδεικνύει  με πείραμα ότι «σε κενό αέρος όλα τα σώματα πέφτουν ταυτόχρονα». Αποδεικνύει  επίσης ότι «σε χώρο δίχως αέρα ο ήχος δεν διαδίδεται» και το εξίσου σημαντικό ότι «εκεί» δεν μπορεί να υπάρξει ΖΩΗ.

Λίγα χρόνια αργότερα ο νεαρός Άγγλος Ισαάκ Νεύτων θα παραγγείλει τον γυάλινο σωλήνα στον οποίο θα βγάλει τον αέρα και θα δείξει ότι ένα φτερό κι ένα μεταλλικό νόμισμα πέφτουν ταυτόχρονα. Ο Γαλιλαίος είχε δίκιο

 

Ο ΑΕΡΑΣ ΕΧΕΙ  ΒΑΡΟΣ . Στον αιώνα που ακολούθησε, τον 18ο ,  διερευνήθηκε το « εάν ο αέρας έχει βάρος όπως όλα τα σώματα».

Η απάντηση ήταν καταφατική αλλά και αφετηρία για να αρχίσουν οι χημικοί να ζυγίζουν τα πάντα ακόμα και τα διάφορα αέρια προϊόντα των χημικών αντιδράσεων και να οδηγηθούν στην οικοδόμηση της Χημείας.

Το βάρος του αέρα δεν είναι τόσο ασήμαντο όσο ίσως νομίζουμε . Ο αέρας που υπάρχει σε ένα δωμάτιο του σπιτιού 5mx4mx4m ζυγίζει πάνω από εκατό κιλά ή1000 νιούτον όπως λένε οι φυσικοί.

 

Ο ΑΕΡΑΣ ΕΧΕΙ ΠΑΝΤΑ ΠΙΕΣΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΑΡΟΣ ΤΟΥ. Το επόμενο σοβαρό ερώτημα ήταν το εάν « ο ΑΕΡΑΣ ΣΠΡΩΧΝΕΙ ΕΠΕΙΔΗ ΕΧΕΙ ΒΑΡΟΣ», όπως συμβαίνει με μια μαρμάρινη κολώνα στο έδαφος.

Η απάντηση δόθηκε μέσα από μια συνεργασία εργαστηριακής  αναζήτησης και λογικής. Ήδη από τον 17ο αιώνα, ο νόμος του Boyle – στον οποίο κατέληξε ανεξάρτητα και ο Γάλλος  Edmé MARIOTTE     έλεγε ότι «σε κάθε ισόθερμη εκτόνωση το γινόμενο της πίεσης επί τον όγκο είναι σταθερό», και μια κατάλληλη «ανάγνωση» οδηγούσε λογικά στο συμπέρασμα ότι όσο και να αυξάνουμε τον όγκο του αέρα

η πίεση, θα ελαττώνεται συνεχώς αλλά πάντα θα υπάρχει.  

Η πειραματική εμπειρία δεν κατάφερε να διαψεύσει το σχετικό συμπέρασμα ότι Ο ΑΕΡΑΣ ΕΧΕΙ ΠΑΝΤΑ ΠΙΕΣΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΑΡΟΣ ΤΟΥ, Με άλλα λόγια ο αέρας – αλλά και κάθε αέριο - σπρώχνει όχι γιατί έχει βάρος αλλά για κάποιο λόγο που έχει σχέση με τη σύστασή του.

 

Η ΙΔΕΑ για ένα Μικρόκοσμο . ΙΔΕΑ ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑΚΗ

Το 1738 σε μια εποχή δηλαδή που η ΙΔΕΑ για έναν Μικρόκοσμο με αόρατα κινούμενα σωματίδια είναι μια ιδέα περιθωριακή,  ο Daniel BERNOULLI   

θα τολμήσει μια ερμηνεία στο εμπειρικό δεδομένο  ότι

ένα ΑΕΡΙΟ, σε οσονδήποτε μεγάλο ή μικρό όγκο,

ΕΧΕΙ ΠΑΝΤΑ ΠΙΕΣΗ υποστηρίζοντας την πρωτοποριακή ιδέα ότι ΚΑΘΕ ΑΕΡΙΟ συγκροτείται από αόρατα και κινούμενα αδιάκοπα σωματίδια.

Με αυτή την ιδέα ο Bernoulli, άνοιξε τον δρόμο για τη γεφύρωση των γεγονότων του Μακρόκοσμου με εκείνα ενός «μαγικού» Μικρόκοσμου και για την Κινητική θεωρία των αερίων.

Στα εκατό χρόνια  που ακολούθησαν η ΙΔΕΑ για ένα Μικρόκοσμο κινουμένων σωματιδίων μολονότι υποστηρίχτηκε από περιθωριακούς ερευνητές αλλά δεν εδραιώθηκε. Έπρεπε να περάσουν εκατόν είκοσι χρόνια περίπου για να αναγνωριστεί και να αποτελέσει το θεμέλιο της Κινητικής θεωρίας των Αερίων. Στην αναγνώρισή της συνέβαλαν ανάμεσα σε άλλους και ο Rudolf CLAUSIUS, o James Clerk MAXWELL  και ο Ludwig  BOLTZMANN

Βέβαια στα 120 χρόνια που χωρίζουν το έργο του Μπερνούλι από τις εργασίες για την συγκρότηση της Θερμοδυναμικής του Μικρόκοσμου, η ΙΔΕΑ για ένα Μικρόκοσμο θα αρχίσει να εξαπλώνεται μεταξύ των Χημικών και τον 19ο αιώνα να συμβάλλει στην οικοδόμηση της Ατομικής Θεωρίας η οποία δεν αναφερόταν μόνο σε αέρια αλλά στις τρεις καταστάσεις της ύλης.

 

 

Ο ΑΕΡΑΣ και η ΧΗΜΕΙΑ

Τον 18ο αιώνα θα εκδηλωθεί η παρέμβαση των χημικών προκειμένου να δοθεί μια απάντηση στο ερώτημα

«από τι αποτελείται ο ΑΕΡΑΣ;»

 

Την εποχή που αρχίζει να εκδηλώνεται το σχετικό ενδιαφέρον ο βασικός αντίπαλος είναι η κυριαρχούσα πεποίθηση ότι «ο ΑΕΡΑΣ δεν συγκροτείται παρά μόνο από ένα στοιχείο, το ΑΗΡ».

Μια επίσης παλιά ιδέα η οποία όμως θα λειτουργήσει θετικά είναι ότι ο αέρας συμμετέχει στο να ανάψει μια ΦΩΤΙΑ.

 

Το 1770 ο Σουηδός Karl Vilhelm Scheele - Καρλ Βίλχελμ Σέελε- , τότε 28 ετών,  κατάφερε να δείξει εργαστηριακά ότι ο αέρας αποτελείται από δύο αέρια διαφορετικά μεταξύ τους, τον «εφθαρμένο αέρα» – αργότερα θα ονομαστεί ΑΖΩΤΟ- και τον «αέρα της φωτιάς» στον οποίο είκοσι περίπου χρόνια αργότερα θα δοθεί το όνομα ΟΞΥΓΟΝΟ.

Λίγο αργότερα θα πετύχει να απομονώσει τον «αέρα της φωτιάς» - ένα άχρωμο αέριο η παρουσία του οποίου έκανε τη φλόγα του κεριού εξαιρετικά ζωηρή- με πολλές και διαφορετικές μεθόδους μία από τις οποίες ήταν η θέρμανση οξειδίου του υδραργύρου, χημικά συμβολίζεται ως  HgO.

 

Chemische Ablandung

von der Luft und dem Feuer

Χημική πραγματεία

για τον αέρα και τη φωτιά

του Scheele, Λειψία, 1782

 

«Αυτό που ζωηρεύει τη φλόγα»

και η «πατρότητα» της ανακάλυψής του

Στην «ανακάλυψη» του οξυγόνου οδηγήθηκαν την ίδια περίπου εποχή και δύο ακόμα ερευνητές. Ο Άγγλος Joseph Priestly – θερμαίνοντας HgO με συγκλίνοντα φακό- ο οποίος μάλιστα δημοσίευσε   την εργασία πριν από τον Scheele

και ο Antoine Lavoisier – το καμάρι της γαλλικής Χημείας ο οποίος Fichier:Lavoisier-statue.jpgδημιουργώντας νέες λέξεις με υλικό της ελληνικής γλωσσικής δεξαμενής πρότεινε και τα τελική ονομασία τόσο για τον «αέρα της φωτιάς» - βαφτίζοντάς τον  Oxygène, σε νεοελληνική απόδοση ΟΞΥΓΟΝΟ – όσο και για τον  «εφθαρμένο αέρα» τον οποίο ονόμασε Azote, στη νεοελληνική Άζωτο. Ο Λαβουαζιέ ήταν μεν ο τρίτος στη σειρά αλλά ήταν και ο μόνος από τους τρεις που εξήγησε τον τρόπο δράσης του οξυγόνου.

 

Ακόμα και σήμερα εξακολουθεί να επικρατεί διαφωνία σε σχέση με το μερίδιο δόξας που αντιστοιχεί στον Άγγλο, στον Γάλλο και στον Σουηδό αλλά η συμβολή του Antoine Lavoisier στην οικοδόμηση της νεογέννητης Χημείας ήταν ιδιαίτερα σημαντική. Ήταν αυτός που προσδιόρισε τη φύση του φαινομένου «ΚΑΥΣΗ μιας ουσίας» προτείνοντας να θεωρείται ως «χημική αντίδραση της ουσίας με το οξυγόνο». Προσδιόρισε επίσης τον ρόλο του οξυγόνου κατά την αναπνοή τόσο των ζώων όσο και των φυτών. Ο ίδιος «ανακάλυψε» και το στοιχείο Υδρογόνο. 

 

 

 

 

 

 


Σήμερα η Χημεία μας βεβαιώνει ότι ο αόρατος αέρας συγκροτείται κυρίως από ΑΖΩΤΟ ( 78%) και ΟΞΥΓΟΝΟ (21%). Συμμετέχουν ωστόσο στη δομή το στοιχείο  Αργόν ( 0,9) ελάχιστές αλλά σταθερές ποσότητες από τα ΣΤΟΙΧΕΙΑ Υδρογόνο, Ήλιον, Νέον και Ξένον όπως και μη σταθερές ποσότητες από  ΧΗΜΙΚΕΣ ΕΝΩΣΕΙΣ όπως οι υδρατμοί, το διοξείδιο του άνθρακα, το μεθάνιο, το μονοξείδιο του αζώτου και το όζον καθώς και  σωματίδια σκόνης. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον σχετιζόμενο με τις σύγχρονες ανησυχίες για την επιβίωση στον πλανήτη Γη παρουσιάζουν  το ΔΙΟΞΕΙΔΙΟ ΤΟΥ ΑΝΘΡΑΚΑ και το ΟΖΟΝ.

 

 

 

 

Ο ΑΕΡΑΣ ΣΥΝΩΜΟΤΕΙ ΜΕ ΤΟ ΦΩΣ 
και ΒΑΦΟΥΝ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ ΓΑΛΑΖΙΟ

 

Το ερώτημα « ΓΙΑΤΙ Ο ΟΥΡΑΝΟΣ ΕΙΝΑΙ ΓΑΛΑΖΙΟΣ;» είναι κι αυτό πανάρχαιο. Μια πειστική απάντηση δόθηκε το 1870 για πρώτη φορά από τον Άγγλο φυσικό Τζον Στρατ,  τον μετέπειτα Λόρδο Ρέιλι Rayleigh. Το ηλιακό φως διαχέεται στον αέρα και δημιουργεί το γαλάζιο χρώμα. Χωρίς τον αέρα της ατμόσφαιρας ο ουρανός θα ήταν μαύρος όπως στην επιφάνεια του φεγγαριού .

Η πρότασή του, η οποία αργότερα θα υιοθετηθεί και θα αναφέρεται ως

ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ Rayleigh,  υποστηρίζει ότι «κατά την πρόσπτωση  ακτινοβολίας σε συγκεκριμένο μόριο  η ένταση της  σκεδαζόμενης ακτινοβολίας εξαρτάται από το μήκος κύματος της ακτινοβολίας και συγκεκριμένα είναι αντιστρόφως ανάλογη προς  την τέταρτη δύναμη του μήκους κύματος».   Ι = Ι0σ/λ4

Στο ηλιακό φως που διασχίζει την ατμόσφαιρα συμμετέχουν όλες οι ακτινοβολίες αλλά το γαλάζιο σκεδάζεται δυόμιση περίπου φορές περισσότερο από το πράσινο και τέσσερεις έως πέντε φορές περισσότερο από το κόκκινο.

Το  γαλάζιο χρώμα είναι η συνέπεια της πολύ εντονότερης διάχυσης την οποία υφίσταται - στα μόρια του αζώτου και του οξυγόνου - η γαλάζια «συνιστώσα» του ηλιακού φωτός σε σχέση με εκείνες ( ερυθρή, πορτοκαλί, κίτρινη, πράσινη ) που έχουν μεγαλύτερο μήκος κύματος.

Με τον ίδιο νόμο μπορεί κανείς να σώσει μια ερμηνεία και στο ερώτημα

« γιατί αυτό το χρώμα στο ηλιοβασίλεμα; » . Τόσο κατά την ανατολή του ηλίου όσο και κατά τη δύση η Figure 2aδιαδρομή του φωτός στην ατμόσφαιρα είναι πολύ μεγαλύτερη από την αντίστοιχη κατά το μεσημέρι. Τόσο μεγαλύτερη που οι γαλάζια συνιστώσες της ηλιακού φωτός με το συγκριτικά μικρότερο  μήκος κύματος ( ιώδης, γαλάζια, πράσινη) «ξοδεύονται» βάφουν τον ουρανό γαλάζιο οπότε αυτό που  φθάνει στα μάτια του παρατηρητή είναι το εξαιρετικό εκείνο πορτοκαλοκόκκινο. 

 

 

 

 

ΑΕΡΑΣ, ΑΕΡΟΣΤΑΤΟ, ΦΤΕΡΟΥΓΕΣ, ΑΕΡΟΠΛΑΝΟ