Καλλιτέχνες στην Ελλάδα τον 20ό αιώνα

 Θεόφιλος Χατζημιχαήλ - Κωνσταντίνος Παρθένης - Γεώργιος Γουναρόπουλος - Ν. Εγγονόπουλος -

 Φώτης Κόντογλου - Ράλλης Κοψίδης - Σπύρος Βασιλείου Α.Τάσσος - Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας -

 Γιάννης Τσαρούχης - Γιάννης Μόραλης - Γιαννούλης Χαλεπάς
 


Ένας αυτοδίδακτος λαϊκός ζωγράφος με σπουδαίο έργο δημιουργεί στις αρχές του 20ού αιώνα.

Θεόφιλος Χατζημιχαήλ

Γύρω στα 1907 έχουμε μαρτυρίες πολλές ότι ο Θεόφιλος από τη Μυτιλήνη κάνει για πρώτη φορά την εμφάνισή του στα μέρη της Παλαιάς Ελλάδας και συγκεκριμένα στο Βόλο και στο Πήλιο. 15 χρονών είχε φύγει για τη Σμύρνη, χωρίς να ξέρουν οι δικοί του, για δεκαπέντε χρόνια πού βρίσκεται. Εκεί δούλεψε ως θυροφύλακας στο Ελληνικό Προξενείο, θέση που θεωρούσε σπουδαιότατη. Μετά τη Σμύρνη βρίσκεται στο Βόλο. Εκεί ο Θεόφιλος, έδειξε τα πρώτα δείγματα της ζωγραφικής του ιδιοφυΐας και μερικοί θεωρούν την εξαιρετικά δημιουργική αυτή δραστηριότητά του ως την πιο χαρακτηριστική της τέχνης του, όπως μαρτυρούν τα καφενεία και τα σπίτια της Ανακασιάς και του Άνω Βόλου. Στο Βόλο βέβαια δεν έζησε καλά· λόγω μιας βραδυγλωσσίας του τον είχαν άξιο για πειράγματα, όπως και οι συμπατριώτες του Μυτιλινιοί.

 

              Το μάζεμα της ελιάς

Γλέντι στο χωριό       Το ψάρεμα 

Ο Θεόφιλος αντέγραφε καρτ-ποστάλ και λιθογραφίες που του άρεσαν. Πολλά θέματα τα αντέγραφε πολλές φορές με παραλλαγές. Αγαπημένα θέματά του οι ήρωες της μυθολογίας και της ιστορίας, αλλά και των λαϊκών αναγνωσμάτων. Δημιούργησε και πλήθος από πρωτότυπες δημιουργίες του.

  Μεγαλέξαντρος (ο αγαπημένος του ήρωας-ντυνόταν ως Μεγαλέξαντρος με περικεφαλαία τριγυρίζοντας και καμαρώνοντας, ενώ τα παιδιά τον ακολουθούσαν με φασαρία και πειράγματα στα σοκάκια του χωριού)

  Αθανάσιος Διάκος    Ο Παύλος Μελάς  

Ο Ρήγας τραγουδά τους πόθους των Ελλήνων       Ο Ρήγας και ο Κοραής σώζουν την Ελλάδα  

Ρομβέρτος και Ιουλία   Ερωτόκριτος και Αρετούσα    (Πολυαγαπημένοι ήρωες, σε πολλές παραλλαγές)

Η θεά της γεωργίας Δήμητρα   Χορεύτρια 

  Η ωραία Ανδριάνα των Αθηνών   Ο Κατσαντώνης στα Τζουμέρκα

Στην Ανακασιά του Βόλου εικονογραφεί με τοιχογραφίες το αρχοντικό του Γιάννη Κοντού   Ο Γ. Κοντός έφιππος

Εικονογράφησε ναούς σε χωριά του Πηλίου:

    Βημόθυρο σε ναό στις Μηλιές Πηλίου                   

Τη μεγάλη καλλιτεχνική αξία του Θεόφιλου ανακάλυψε ο συμπατριώτης του Στρατής Ελευθεριάδης (Teriade), φίλος του Ματίς, του Μπρακ, του Πικάσο κ.α., εγκατεστημένος από νέος στο Παρίσι. Το ταλέντο του ακόμα είχαν αναγνωρίσει ο Γουναρόπουλος, ο Κόντογλου κ.α. καλλιτέχνες.


Στις αρχές του 20ού αιώνα η ακαδημαϊκή ζωγραφική επηρεάζεται ακόμα από τη Σχολή του Μονάχου.

Σταδιακά εμφανίζονται νέα ρεύματα εισαγόμενα από την Ευρώπη. Ο Ιμπρεσιονισμός επηρεάζει πολλούς, χωρίς όμως να απορρίπτουν την ελληνική παράδοση, την οποία συνδυάζουν με τα νέα ρεύματα.


Κωνσταντίνος Παρθένης

    Η Ανάστασις

H "Ανάσταση" του Παρθένη είναι αποκαλυπτική της μοναδικής ικανότητας που είχε ο ζωγράφος να αποδίδει στους πίνακές του το πνευματικό και γενικά το αιθέριο. Το σώμα του Χριστού -που εικονίζεται λίγο δεξιότερα από το μέσο τυλιγμένος με το σάβανο- είναι εξαιρετικά σχηματοποιημένο, και συνδυάζει θερμά και ψυχρά χρώματα, που ανταποκρίνονται και στα χρώματα των άλλων μορφών και του χώρου (κυπαρίσσια, λόφοι). Αξιοσημείωτο είναι ότι το πρόσωπο του Χριστού συνδέεται με τη Βυζαντινή παράδοση.

Ελάφι σε δάσος  Πόρος  Κήπος ελαιών  Καισαριανή                Τοπίο σε παραλία

Ο Παρθένης στα τοπία του εφαρμόζει στοιχεία από τον εμπρεσιονισμό, εισάγοντάς τον αυτός στην Ελλάδα. Σε πολλά έργα του αναγνωρίζεται ένας υψηλός βαθμός εσωτερικότητας. Σε συνθέσεις του, όπως οι παρακάτω, με έντονους συμβολισμούς, μέσα σε μια χρωματική αρμονία δημιουργείται ένας κόσμος ζωγραφικής πραγματικότητας που έχει ολοένα και μικρότερη σχέση με το φυσικό κόσμο. Έτσι περνά στο χώρο του εξπρεσιονισμού, ενώ άλλοτε φθάνει σε υπερρεαλιστικά αποτελέσματα.

  Η αποθέωση του Αθανάσιου Διάκου   Ορφέας   Άγγελος με άρπα     Νίκη   Αλληγορία    Ευαγγελισμός

Τα αγαθά της Συγκοινωνίας

Η ζωγραφική του Παρθένη είναι έργο ιδιαίτερης καλλιτεχνικής ευαισθησίας. Οι πίνακές του έχουν τη σφραγίδα της ιδιοτυπίας του ελληνικού και ειδικότερα του αττικού φωτός.


Γεώργιος Γουναρόπουλος

    Αγιορείτικο μοναστήρι       Γυναίκες σε ονειρικό τοπίο  

  Γυναικεία μορφή με δύο πρόσωπα στη θάλασσα

Σε ηλικία 16 ετών σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας και στη συνέχεια σε Ακαδημίες του Παρισιού.

Το 1938 διακόσμησε με τοιχογραφίες την αίθουσα συνεδριάσεων του Δημαρχείου Αθηνών με θέματα από τη μυθολογία και την ιστορία της πόλης.

Εμπνευσμένος από τη διακόσμηση των αρχαίων αγγείων, των λυκήθων, δημιούργησε ονειρικές-ποιητικές συνθέσεις, όπου πρωταγωνιστικό ρόλο παίζουν ο φωτισμός και η σκίαση.

Σε ποιο καλλιτεχνικό ρεύμα κινείται ο Γουναρόπουλος με τους παραπάνω πίνακές του; (κάνετε "κλικ" εδώ)

 

 

 

 

 

 

 

Ζευγάρι (σχέδιο)

 

 


Ν. Εγγονόπουλος

Ο Νίκος Εγγονόπουλος, της γενιάς του '30, καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών, αποτελεί τον κυριότερο εκπρόσωπο του υπερρεαλισμού στην ελληνική ζωγραφική.

   

Σε μια εποχή μεγάλων αισθητικών ζυμώσεων, όπως ήταν η δεκαετία του '30, που ευνοούνταν και από τις γενικότερες εξελίξεις στο κοινωνικο-πολιτικό πεδίο, ο Εγγονόπουλος πρωτοστάτης στο καθολικό αίτημα για ανανέωση - κι όχι μόνο στις πλαστικές τέχνες ­καλλιεργεί πρώτος αυτός τα διδάγματα του υπερρεαλισμού που έκτοτε θα μείνει και ο μόνος ορθόδοξος εκφραστής τους. «Δεν προσεχώρησα ποτέ στον υπερρεαλισμό. Τον υπερ­ρεαλισμό τον είχα μέσα μου», θα ακούσουμε να αποκαλύπτει συχνά ο καλλιτέχνης, πράγμα που νιώθει κανείς έντονα παρακολουθώντας την πορεία του έργου του, από τα πρώτα «βυζαντινά» της μαθητείας του στον Παρθένη και τον Κόντογλου, ως τα τελευταία έργα της απομόνωσης του, παντα με το ίδιο πάθος και συγκινησιακή δύναμη. Δύσκολο να ξεχωρίσουμε τον ποιητή Εγγονόπουλο από τον ζωγράφο, τόσο αξεδιάλυτα κι οι δυό αυτές τέχνες υπηρετούν το υπερρεαλιστικό του όραμα, τον Έρωτα και το Όνειρο.

Αυτοπροσωπογραφία   Παπαδιαμάντης   Μιαούλης

  Αντρούτσος   Καβάφης  

 

Ανιχνευτής του χαμένου παράδεισου μορφών από το Μύθο και την αρχαιότητα, εμπνέεται από την αλήθεια τους και τις παρουσιάζει όλες μαζί σε μια ιστορική ανακολουθία και με παράδοξες συζεύξεις. Ήρωες από την αρχαιότητα, το Βυζάντιο, τη νεότερη Ελλάδα, τη Δύση τοποθετούνται μαζί και συνυπάρχουν σε μεγαλειώδεις συνθέσεις. Συνύπαρξη του παλιού και του νέου, του μύθου και της πραγματικότητας.

Από οποιοδήποτε χώρο και χρονική στιγμή κι αν προέρχονται οι μορφές των ηρώων του διαπνέονται από αυθορμησία, απλότητα και πάθος στην έκφραση. "Η ανθρωπιά που υπάρχει στο Ρωμιό, από τους αρχαίους χρόνους μέχρι το εικοσιένα, μ' έχει γοητέψει. Χωρίς σωβινισμό, θέλησα ν' ακολουθήσω τον ρωμέικο τρόπο ζωής και αυτή τη φλόγα του πάσκισα να εξάρω. Ίσως γιατί, η ελληνική φυσιογνωμία, εκλεπτύνει τον άνθρωπο - που δεν παύει να είναι σκληρός και βλαπτικός - και τον δίνει ανθρωπινότερο και εξαγνισμένο", είπε ο Εγγονόπουλος σε συνέντευξή του.

     Ερμής εν αναμονή   Όρκος των Φιλικών   Η ανάπαυση του ναύτη           α. Ποιητής και Μούσα β.       Ποιητής στον Πειραιά   Βενετία

Μ. Αλέξανδρος και Παύλος Μελάς   Πηλέας και Θέτις    Η επιστροφή του Οδυσσέα

Στιλπνά, εξαίσια σώματα, συνήθως χωρίς πρόσωπο. "Ο καθένας", λέει ο Εγγονόπουλος, "μπορεί να τοποθετήσει το δικό του πρόσωπο."

Η γυναίκα που κατεξοχήν εμπνέει τον καλλιτέχνη είναι πανταχού παρούσα στο έργο του, όμορφη και ελκυστική, πηγή ενός μεγάλου αριθμού έργων με θέμα ο «ποιητής και η μούσα» ή ο «καλλιτέχνης και το μοντέλο» του. Άλλοτε παθητική και απόμακρη μέσα στην ομορφιά και την επιβλητική παρουσία της κι άλλοτε ενεργητική και επιθετική με όψη τρομακτική, όλες μεταμορφώσεις της γυναίκας-μητέρας, αυτού του μυθικού πλάσματος που τόσο ύμνησε ο υπερρεαλισμός. "Αγαπώ τα σώματα των γυναικών" θα πει ο ζωγράφος και στο ποίημά του:

 

Ύμνος δοξαστικός για τις γυναίκες που αγαπούμε      (Ένα ποίημα του Νίκου Εγγονόπουλου)
 

Είν' οι γυναίκες π' αγαπούμε σαν τα ρόδια

έρχονται και μας βρίσκουνε

τις νύχτες

όταν βρέχει

με τους μαστούς τους καταργούν τη μοναξιά μας

μέσ' τα μαλλιά μας εισχωρούν βαθιά

και τα κοσμούνε

σα δάκρυα

σαν ακρογιάλια φωτεινά

σα ρόδια.

 

Το πνεύμα της μοναξιάς               

  Ένα ποίημα του Νίκου Εγγονόπουλου:

ΤΡΑΜ ΚΑΙ ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ

le soleil me et brûle et me rend lumineux

µέσ' στη µονότονη εποχή

 τις λάσπες

την τεφρήν ατµόσφαιρα

τα τραµ περνούνε

και µέσ' από την έρηµη αγορά

- που νέκρωσε η βροχή ­

πηγαίνουν προς

τα

τέρµατα

η σκέψη µου

γιοµάτη συγκίνηση

τ' ακολουθεί στοργικά ώσπου

να φθάσουν

εκει π' αρχίζουν τα χωράφια

που πνίγει η βροχή

στα τέρµατα

τι θλίψη θα ήτανε - Θε µου ­

τι θλίψη

αν δε µε παρηγορούσε την καρδιά

η ελπίδα των µαρµάρων

κι η προσδοκία µιας λαµπρής αχτίδας

που θα δώσει νέα ζωή

στα υπέροχα ερείπια

απαράλλαχτα όπως

ένα κόκκινο λουλούδι

µέσ' σε πράσινα φύλλα                         

  


Φώτης Κόντογλου

Η πολυσήμαντη προσφορά του μικρασιάτη Φώτη Κόντογλου στη Νεοελληνική Ζωγραφική θα μπορούσε να συνοψιστεί στο δημιουργικό ζωγραφικό του έργο, που βασιζότανε στη βυζαντινή τεχνική και στο αγιογραφικό του έργο, που ξαναέφερνε την ορθόδοξη ζωγραφική στις εκκλησίες μας.

Όταν ο Φώτης Κόντογλου έκαμε με το συγγραφικό και το ζωγραφικό έργο του τη θυελλώδη είσοδό του στην καλλιτεχνική ζωή της Ελλάδος, η κατάσταση της Νεοελληνικής Ζωγραφικής είχε αλλάξει. Η Σχολή του Μονάχου υποχωρούσε χωρίς να έχει τελείως εκλείψει. Οι μοντέρνες ζωγραφικές αντιλήψεις έκαμαν την εμφάνισή τους με τον Παρθένη, το Μαλέα κ.ά., που άνοιγαν καινούργιους δρόμους, οδηγημένοι από την επαναστατική λάμψη του Παρισιού, όπου τώρα έστρεφαν τα βλέμματά τους για να σπουδάσουν οι νεότεροι καλλιτέχνες.
Η τραγωδία της Ελληνικής Μικρασίας λειτουργεί συγκλονιστικά εντός του, διαφορίζοντάς τον ριζικά αφ’ενός από τη Δύση, αφ’ετέρου δίνοντάς του το αίσθημα της ευθύνης για τη συνέχιση, έστω σε άλλον χώρο μιας μακραίωνης παράδοσης. Μετά την καταστροφή πηγαίνει στο Άγιον Όρος.  Στο Άγιον Όρος μελετάει και αντιγράφει φορητές εικόνες και τοιχογραφίες κυρίως του 16ου αι.

Στο Δημαρχιακό Μέγαρο των Αθηνών ζωγράφισε τέσσερις συνθέσεις στις δύο αίθουσες του ισογείου, ζωφόρους, μέσα στην λευκή ορθομαρμάρωση, με θέματα κυρίως από την ιστορία της Αθήνας και ιστόρησε τους τέσσερις τοίχους του Γραφείου του Προέδρου του Δημοτικού Συμβουλίου. Το κήρυγμα του Κόντογλου ήταν επιστροφή στη Βυζαντινή Ζωγραφική, όπως άλλωστε το εφάρμοσε ο ίδιος στις τοιχογραφίες του Δημαρχείου. Και στον τομέα αυτόν τον ακολούθησαν μερικοί ζωγράφοι της γενιάς του ’30 σύμφωνα πάντα με την καλλιτεχνική προσωπικότητά του ο καθένας, για ορισμένη φάση του έργου τους τουλάχιστον.

                         


Ράλλης Κοψίδης

                           

"Μαθητής του Φώτη Κόντογλου, ο Ράλλης Κοψίδης βίωσε την βυζαντινή και βυζαντινολαϊκή παράδοση, χωρίς να µιµηθεί τους τρόπους ή να ακολουθήσει πιστά τα πρότυπα του δασκάλου του, από τα οποία εµπνεύστηκε... Ο Ράλλης Κοψίδης, µέσα από το πνεύµα της ορθοδοξίας δεν ερµήνευσε το γράµµα, αλλά το πνεύµα της...  Με την μέθοδο που ακολουθούν οι ανυφάντρες ή οι κεντίστρες, χτίζει ο κοψίδης τις ιστορίες του. Ιστορίες που μοιάζουν με τα κοχύλια της θάλασσας, στα οποία όταν ακουμπά κανείς το αφτί του αφουγκράζεται το βουϊτό του πυθμένα και τους ψιθύρους ενός τόπου εγκαρτέρησης των αφανών. Γιατί ο Ράλλης Κοψίδης την αίσθηση της αφής και της ακοής την μετατρέπει σε εικόνα. Αφηγείται ό,τι έψαυσε και άγγιξε, ότι άκουσε και γνώρισε, ό,τι παρατήρησε και με την μνήμη του το ανακαλεί... Ο Ράλλης Κοψίδης με ένα μοναδικό ύφος αφηγείται, συνταιριάζει, συναιρεί και διαστέλλει στον χρόνο, τους ρυθμούς και τους τρόπους μιας συμβίωσης παραδοξοτήτων κι αντιθέσεων. Οι εικόνες του λειτουργούν ως μία μεταφορική γλώσσα εννοιών, που εμπεριέχει συμβολισμούς, αλληγορίες, ένα άρωμα λεπτής ειρωνίας και μια κριτική διάσταση..."

Αθηνά Σχινά Κριτικός και Ιστορικός Τέχνης

Αγάλματα του δειλινού      Το πατρικό μου σπίτι

 


Σπύρος Βασιλείου

Ζωγράφος και σκηνογράφος. Στα χρόνια της κατοχής, ασχολήθηκε με τη χαρακτική και στα έργα του αποτύπωσε τον πόνο και τη δυστυχία των ελλήνων, την εποχή του πολέμου. Είναι ένας από τους σημαντικότερους εικαστικούς καλλιτέχνες του 20ού αιώνα, που σημάδεψε με το έργο του την πολιτική ζωή του τόπου για τουλάχιστον 60 χρόνια, υπηρετώντας με αφοσίωση τη ζωγραφική, τη χαρακτική και την αγιογραφία. Υπήρξε σκηνογράφος και δάσκαλος, γλαφυρός κριτικός αρθρογράφος, εικονογράφος και διακοσμητής.

Ο ζωγράφος χρησιμοποιεί την τέχνη του ως ένα είδος προσωπικού ημερολογίου, όπου καταγράφονται οικεία και αγαπημένα πρόσωπα, τοπία και αντικείμενα.

Η Ροδούλα                                   

      Η Αθήνα με το Λυκαβητό   Εξάρχεια 1930

Συχνά θα τον απασχολήσει η Αθήνα και οι παλιές ομορφιές της που χάνονταν όσο περνούσαν τα χρόνια και εκσυγχρονιζόταν η πρωτεύουσα.

  Η Αθήνα τη νύχτα   

     Η Αθήνα τη νύχτα

      Αθήνα, καφενείο     Από την αγιογράφηση του Ναού Αγ. Διονυσίου στηνΑθήνα 

  σχέδιο για σκηνικό      

Δείγματα από τα χαρακτικά του:    Διγενής    Θάνατος του Καραϊσκάκη           


 Α.Τάσσος

            Κορίτσι και μικρά δέντρα      Μεσημέρι      Ελιές   "Ο Α.Τάσσος είναι από τους μεγαλύτερους Έλληνες χαράκτες. Η καλλιτεχνική του δημιουργία ξεκινάει ανάμεσα από δυο πολέμους και μια δικτατορία, συνεχίζεται μέσα από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Εμφύλιο, ξαναδοκιμάζεται από μια δεύτερη δικτατορία και φτάνει μέχρι σήμερα, καταγράφοντας τα πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα, τα πάθη, τις βιαιότητες, τις χαρές και τις λύπες μιας ρευστής κοινωνίας, που εύκολα φτάνει στις ακρότητες, που κανένας δεν αναγνωρίζει κανέναν, που αξίες ποδοπατούνται αλόγιστα... Τα θέματά του, παρμένα αρχικά από βιώματα της αγροτιάς -τοπία και άνθρωποι, δεμένοι με τη γη-, χρωματίζονται με γήινα χρώματα, ώχρες, χοντροκόκκινα, γκριζοπράσινα και όλα μαζί δένονται με το μαύρο, όπου το φως και η σκιά λειτουργούν συνθετικά και αποπνέουν ένα φως, μερικές φορές απόκοσμο, που δεν βγαίνει από την παρατήρηση του φυσικού, αλλά υπαγορεύεται από καθαρές πλαστικές και συνθετικές αναζητήσεις του καλλιτέχνη."

(Τάκης Κατσουλίδης, στο  Ο χαράκτης Α. Τάσσος, Επτά Ημέρες, Η Καθημερινή, Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 1998)
 

Μεταγενέστερα θέματα από τα πολιτικοκοινωνικά γεγονότα. Στα έργα αυτά χρησιμοποιεί το μαύρο χρώμα σε λευκό φόντο. Οι ανθρώπινες φιγούρες δεν εντάσσονται στο φυσικό χώρο, αλλά λειτουργούν αυτόνομα στο έργο. Στα έργα του, κυρίως της δικτατορικής περιόδου, μελετά τη βυζαντινή τεχνοτροπία στην απόδοση των μορφών.

  Τρεις σκλάβοι  Σύνθεση για το Πολυτεχνείο (απόσπασμα)     Κραυγή

  Κορίτσια με περιστέρια      Μάνα     Οργισμένες μάνες

  Επιτύμβιο για τη Μαρία Κ.  

Μνήμη Παναγιώτη Ελή    Κορίτσι με κλουβί    Στο Μίκη Θεοδωράκη

Επιτάφιος (για το βιβλίο Επιτάφιος του Γιάννη Ρίτσου)  Επιτάφιος   

Οι Τυρανοκτόνοι (Σκέψη-Πράξη-Απόφαση-Δικαίωση) 

     Λόρκα     Νίκος Καζαντζάκης   Περιστέρι   Ερωτικό (για το Άσμα Ασμάτων του Γ. Σεφέρη)           


Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας

Λογοτέχνης και ζωγράφος ο Γκίκας δέχεται στη ζωγραφική ευρωπαϊκές επιρροές ως προς την τεχνοτροπία, αλλά διακρίνεται για την έντονη ελληνικότητα των θεμάτων του.

Η μεταξική δικτατορία, η κατοχή και ο εμφύλιος πόλεμος είναι καταστάσεις που βιώνει ο ζωγράφος και τον επηρεάζουν και ανάλογα αντιδρά στη δημιουργία του. Η Ελλάδα που παρατηρεί ο Γκίκας είναι πληγωμένη, γεμάτη αντιφάσεις, κοινωνικές ανισότητες, συντηρητική ιδεολογία και βίαιο εκσυγχρονισμό. Με αδρά χρωματικά και σχεδιαστικά στοιχεία ο ζωγράφος αναπαράγει τον κατακερματισμό της κοινωνίας. Μορφολογικά τον εξυπηρετεί στο σκοπό αυτό ο κυβισμός με τη διάσπαση της μορφής σε πολλαπλά επίπεδα και την ανασύνθεσή της. 

Κήπος στην Ύδρα  Δάσος    Πράσινο και ασημί      Πανσέληνος

Με οξύτητα παρατηρεί αποσπάσματα της νεοελληνικής πραγματικότητας, τα αναλύει και τα σχηματοποιεί σαν στοιχεία ενός μωσαϊκού.

   Νυχτερινή ιεροτελεστία   "Σ' αυτήν την «νυχτερινή ιεροτελεστία, όλα διαδραματίζονται στον υπαίθριο χώρο μιας ταβέρνας... Στο άκρο δεξιά του πίνακα μια μεγάλη ανδρική φιγούρα χωρίς χαρακτηριστικά κρατάει ένα μεγάλο μαχαίρι. Είναι ο χασάπης-ταβερνιάρης. Σ' αυτήν την ταβέρνα-θέατρο της ζωής ανάµεσα σε τόσα ετερόκλητα στοιχεία βρίσκεται και η ζυγαριά του χασάπη για να "ζυγίζονται τα κρέατα των ζώων ...και οι ψυχές των ανθρώπων». ΄Ολο αυτό το συνονθύλευµα του πραγµατικού κόσµου, που σχεδόν καταλαµβάνει όλο τον ελεύθερο χώρο του πίνακα, περιορίζει τη φιγούρα του χασάπη, που στριµωγµένος στην άκρη έχει αρκεστεί ή έχει υποχρεωθεί να διαλέξει τον ρόλο του αµέτοχου µάρτυρα. ΄Ενας αυτόπτης µάρτυρας που παρατηρεί. Οχυρωµένος πίσω από τον πάγκο του, κρατώντας σφιχτά το µαχαίρι, ο χασάπης είναι ανήµπορος για δράση. Ο πλαστικός χώρος του πίνακα έχει οργανωθεί σαν ένα φυσικό εµπόδιο ανάµεσα στη φιγούρα του χασάπη και στο περιβάλλον του, σαν ένας περίπλοκος λαβύρινθος αδιαπέραστος και απαγορευτικός. Χρώµα και σχέδιο τονίζουν την ατµόσφαιρα µιας οργανωµένης αυθαιρεσίας. Πίσω από την κενή µάσκα του προσώπου ο χασάπης αποκαλύπτεται σαν τον ίδιο τον καλλιτέχνη. Είναι ο καλλιτέχνης ο ίδιος που αναπαριστά τον εαυτό του ως άλλον και ταυτόχρονα είναι ο ίδιος που βάζει τα εµπόδια - αισθητικά σύµβολα στην επικοινωνία του µε την κοινωνία. Είναι αυτός που παρατηρεί και αυτο-παρατηρείται. Είναι αυτός που υφίσταται τα αδιέξοδα και τα ζωγραφίζει για να τα οριοθετήσει. Τέχνη και κοινωνία είναι πράγµατα που σαφώς διαχωρίζονται αλλά και συναρτώνται - ο διάλογός τους είναι µια ανοιχτή δυνατότητα, τουλάχιστον στον πίνακα του Γκίκα..."

(Γιάννης Ψυχοπαίδης, στο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Επτά Ημέρες, Η Καθημερινή, Κυριακή 15 Ιανουαρίου 1995)

Το ατελιέ στην Ύδρα     Τραπέζι και βάζο με πινέλα


Γιάννης Τσαρούχης

Ζωγράφος. (Πειραιάς 1910 - Αθήνα 1989). Φοίτησε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1929 - 1935). Παράλληλα μαθήτευσε κοντά στον Φ. Κόντογλου (1931 - 1934), ο οποίος τον μύησε στη βυζαντινή ζωγραφική, ενώ μελέτησε την λαϊκή αρχιτεκτονική και ενδυμασία. Σημαντική υπήρξε και η ενασχόληση του Τσαρούχη με την σκηνογραφία. Το ΄34 με τη δουλειά του στην Ερωφίλη του Χορτάτζη σηματοδοτείται η έναρξη συνεργασίας με τον Κάρολο Κουν.

Ερωφίλη (σχέδιο για θεατρικό κοστούμι)

Ο Γιάννης Τσαρούχης υπήρξε ίσως ο πλέον διακεκριμένος εκπρόσωπος της εικαστικής γενιάς του ΄30, που προσπάθησε ιδιαίτερα να συγκεράσει τις επιταγές της "ελληνικότητας" με το ιδίωμα του "μοντερνισμού". Υλικά της δουλειάς του ήταν η λιτή χρωματική κλίμακα του αρχαίου ζωγράφου Πολύγνωτου και η αυστηρά κομψή γραμμή της βυζαντινής εικόνας. Αποτέλεσμα αυτών ήταν να αναβιώσει μέσα από τα έργα του χαρίεσσα η παράδοση, αλλά και να εκφράζεται ένα ισχυρό πλαστικό ένστικτο. Διαμόρφωσε με το ευρύ φάσμα των καλλιτεχνικών του δραστηριοτήτων την αισθητική των Νεοελλήνων μεταπολεμικά περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον.

  Νέος με λευκά λινά      Νέες με εθνική ενδυμασία    Ερωτόκριτος και Αρετούσα

  Μαζί με τους Πικιώνη, Κόντογλου και Αγγ. Χατζημιχάλη πρωτοστάτησε στο αίτημα της εποχής για την ελληνικότητα της τέχνης.

Στα 1935-1936, αφού πρώτα επισκέφτηκε τη Κωνσταντινούπολη μετά ταξίδεψε στο Παρίσι και στην Ιταλία, ήρθε σε επαφή με δημιουργίες της Αναγέννησης & του Εμπρεσιονισμού. Ανακάλυψε το έργο του Θεόφιλου και γνώρισε καλλιτέχνες όπως ο Ματίς και ο Τζακομέτι κ.ά.

 

Οι τέσσερις Εποχές


  Ναύτης  Νέος

Το καφενείο ΝΕΟΝ


Γιάννης Μόραλης

Ένας σύγχρονος καλλιτέχνης.

                   

 Λιτή απόδοση της ανθρώπινης μορφής.                                       


Γιαννούλης Χαλεπάς

Ευαγγελισμός 

Τραγική μορφή της ελληνικής γλυπτικής, από την Τήνο. Αφού σπούδασε στο Μόναχο και βραβεύτηκε σε διαγωνισμό με χρυσό μετάλλιο, σύντομα παρουσίασε σημεία ψυχικής διαταραχής. Από τότε μέχρι το θάνατό του και σε φωτεινά διαλείμματα φιλοτέχνησε γλυπτά έργα αξίας, ενώ η περίπτωσή του συγκίνησε διαπρεπείς ανθρώπους της εποχής του. ΄Εργα του βρίσκονται στην Εθνική Πινακοθήκη, στο Α' Νεκροταφείο της Αθήνας ("Η Κοιμωμένη"), στο Μουσείο Καλλιτεχνών Τήνου, στο Νεκροταφείο Βουκουρεστίου κ.λπ.

Ο Χαλεπάς με το δυναμικό ταλέντο του ξεπέρασε την ψυχρότητα του κλασικιστικού ακαδημαϊσμού και εμψύχωσε το μάρμαρο απέδωσε στα γλυπτά του μορφή που προσεγγίζει τα κλασικά πρότυπα.

 

Άγγελος   Η Κοιμωμένη   Αναπαυομένη

Φιλοστοργία    Σάτυρος   Σάτυρος παίζει με Έρωτα

Σε μεγάλη ηλικία και παρά την ασθένειά του δημιούργησε αριστουργήματα, δουλεύοντας στην Τήνο, αλλά και στην Αθήνα, όπου κοντά σε συγγενείς στοργικούς ηρέμησε και δημιούργησε πιο πρωτότυπες μοντέρνες φόρμες.

 


πηγές:

Στέλιος Λυδάκης–Τάκης Βογιατζής, Σύντομο λεξικό όρων της ζωγραφικής, Μέλισσα, Αθήνα 1977

Νίκος Εγγονόπουλος, Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου, Αθήνα 1983

Νίκος Εγγονόπουλος-Ο ζωγράφος και ο ποιητής, Επτά Ημέρες, Η Καθημερινή, Κυριακή 25 Μαΐου 1997

Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Επτά Ημέρες, Η Καθημερινή, Κυριακή 15 Ιανουαρίου 1995

Ο χαράκτης Α. Τάσσος, Επτά Ημέρες, Η Καθημερινή, Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 1998

Φώτης Κόντογλου, ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΖΩΓΡΑΦΟΙ, ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ, ΤΑ ΝΕΑ, 2006

Θεόφιλος, εκδ. Εμπορικής Τραπέζης της Ελλάδος, Αθήναι 1967

http://www.abcgallery.com/


επιστροφή:  Μαθήματα Ιστορίας


Χαλούλος Παναγιώτης

Αύγουστος, 2023