Στίχοι για τραγούδι - Παναγιώτης Χαλούλος

 

Ξέρω πως έχεις το κλειδί

 Ξέρω πως έχεις το κλειδί, στίχοι: Παναγ. Χαλούλος, μουσική και τραγούδι: Χρήστος Κεχαγιάς
https://www.youtube.com/watch?v=PVx9CuBrwpM

Ξέρω πως έχεις το κλειδί

Στον κόρφο σου κρυμμένο

Κι εγώ με μυστική γραφή

Μηνύματα σου στέλνω.

 

Διάβασε τα μηνύματα

Και λύσε τις σφραγίδες

Άστρα που κρύβονται στο φως

Στα χέρια να κρατήσω.

 

Αχ, μυστικό μου όνειρο,

Λευκό μου περιστέρι,

Ανάσα δώσ’ μου για να ζω

Στην άβυσσο του κόσμου.


Φως καλοκαιριού

 

Απ’ του ρολογιού τους κύκλους,

απ’ τη λάβα του κορμιού

κι απ’ του ηφαίστειου της Θήρας,

τον κρατήρα τ’ ουρανού

Ώριμες Ωραίες Ώρες

Ζω μαζί σου σαν δροσιά.

 

Θάλασσα το μεσημέρι

παραθύρι πρωινό

Στάζει απ’ τα δάχτυλά σου

μες στα μάτια μου το φως.

Αναπνέοντας τις αύρες

του ζεφύρου τις πνοές.

 

Όμορφό μου θαλασσάκι,

Φως μου καλοκαιρινό,

κάνω με τον έρωτά σου

το Αιγαίο Ωκεανό!...


Κρυστάλλινη φιάλη αγιασμού

   

Κρυστάλλινη φιάλη αγιασμού

για μένα το κορμί σου.

Να με κερνούν νάμα γλυκό

τα χείλη της ψυχής σου.

 

Φεγγάρια και αστερισμοί

φωτίζουνε το δρόμο.

Στο πλάι σου γεννήθηκα

και στο δικό σου πόνο.

 

Άρωμα λεμονόδασους

γιατρεύει την πληγή μου.

Στρώνω σεντόνι τ’ όνειρο

να κοιμηθείς μαζί μου.

 

Γεράνια και κληματαριές

γεμίζουν τα μπαλκόνια.

κι ανθίζει μέσα μου η καρδιά

απ’ τα δικά σου λόγια.


Μέσα στο ρίγος της αυγής

Μέσα στο ρίγος της αυγής

μένω και περιμένω,

αν θα φανείς, αγάπη μου,

πικρή χαρά μου.

 

Είσαι γλυκό του κουταλιού

σε γυάλινο βαζάκι,

μια πιπεριά γλυκιά που καις,

μια πικροδάφνη.

 

Σκληρό καλοκαιράκι μου,

βραχώδες μου τοπίο,

σε ανθισμένη ρεματιά

μαζί σου πέφτω.

 

Μα, το φιλί σου αναζητώ

κι ας είσαι βάσανό μου,

τα γκρίζα να γεμίσουν φως,

του φθινοπώρου.


Πόθος αναρριχώμενος
 

Πόθος αναρριχώμενος
στην άχαρη ζωή μου
το βλέμμα μου 

γεμίζεις το θολό

Και όλα γύρω

να σ' αναιρέσουν προσπαθούν.

Στολίδι στο βράχο

τον απόκρημνο
τον απολιθωμένο
που θες να ζωντανέψεις
κι όλοι σε ρίχνουν στο γκρεμό
και μένα με ρημάζουν.

Δεν ζήτησα το ακριβό κρασί
στις μυστικές τους κάβες.
Η μέθη του πόθου σου

μου φτάνει.

Κι αν μας φτωχαίνουν τη ζωή
μικρές πλειοψηφίες,
εγώ το φως σου χαίρομαι
που άσβηστο κρατάς.


Νύχτα βαθιά της αγκαλιάς

   

Νύχτα βαθιά της αγκαλιάς

Των πλούσιων ονείρων

Κι αυγή γλυκιά των στοχασμών

Αυγή των αρωμάτων.

 

Στου δειλινού το σκίρτημα

Τα χρώματα γιορτάζουν

Γραμμένο το κορμάκι σου

Στο φιλμ των οριζόντων.

 

Φωτιές καίνε τα μάτια σου

Φωνάζει η σιωπή τους

Δονείται μέσα μου ένα φως

Να πιει τη μουσική σου.


Άγριο αεράκι

 

Διαμαντένιος πυρετός

δαχτυλίδι στο σώμα σου,

το λικέρ που με καίει

τυλιγμένο σαν αιμάτινο

κύμα.

 

Άγριο αεράκι

θα περάσω στην πόρτα σου.

Με βέλη θα καρφώσω

της καρδιάς σου το ρόδινο

κοχύλι.

 

Νόστιμος καρπός

Μέλι γλυκόλογο

Σε γεύομαι.

 

Πρωινό φως

στάζουν τα χείλη σου

που μόλις αγγίζω.


Θέλω φτερά…

 

Οι νύχτες, νόμιζα παλιά,

Ήταν για τα όνειρά μας

Ήταν για τα γλυκά φιλιά

Και για τον έρωτά μας.

 

Οι νύχτες σβήσανε το φως

Εδώ και τρία χρόνια.

Την ύπαρξή μας κάλυψαν

Σαν τα βουνά τα χιόνια.

 

Μας έχουν κλέψει τη χαρά,

Μας δέσαν στο κατάρτι

Και μας χτυπούν οι άνεμοι,

Βουλιάζει το καράβι.

 

Θέλω φτερά να σηκωθώ

Ν’ ανέβω στα ουράνια…


Σαν αγέρι φθινοπώρου

 

Να χαθώ μέσ’ στα μαλλιά σου

που ανεμίζουνε

μουσικές κι αρώματα.

 

Να σε δω ουράνιο τόξο

να εκτείνεσαι

στης αυγής τα χρώματα.

 

Θα σε βρω, θα σε κρατήσω

στην αγκάλη μου…

 

Μα, εσύ πάντα μού φεύγεις

κι όλο χάνεσαι

 

σα νερό στα δάχτυλα μου

και δεν πιάνεσαι

 

σαν αγέρι φθινοπώρου

και σαν άνεμος


 Μη χάνεις τον καιρό σου!

 

Σταυρώνω τα χεράκια μου

τη μέση σου αγκαλιάζω·

ανοίγω το λιμάνι μου

ν’ αράξεις σε απάγκιο.

 

Σου δίνω δυνατό φιλί

κι αγάπη σού προτείνω.

Μα, σαν αδύναμο πουλί

μ’ αφήνεις να ξεμείνω.

 

Καρφώνεις τα χεράκια μου

επάνω στο σταυρό σου·

φωνάζεις στην καρδούλα μου:

Μη χάνεις τον καιρό σου!


Απόψε που μου λείπεις

 

Δικά σου αποτυπώματα

βρίσκω σε κάθε βήμα.

Η απουσία σου είν’ εδώ

απόψε που μου λείπεις.

Κι η δύναμη της τέχνης σου

να είσ’ εδώ παρούσα!

 

Σαν θαύμα τ’ ουρανού,

σαν θύμα κυνηγιού

θα σε γιορτάσω το πρωί.

 

Σ’ έχω σκοτώσει

μέσα μου πια.

 

Σπασμένα κοχύλια,

κομμάτια χίλια.


Τρελός θεός ο έρωτας

 

Καλπάζοντας ο έρωτας

το σώμα μας τρελαίνει.

Είν’ ο ναός του μέσα μας

τρελός θεός που μένει.

 

Σταγόνες μέλι τρέχουνε

τα δάκρυα στα μάτια.

Θαμπώθηκε το δειλινό

κι ανθούν τα μονοπάτια.

 

Τ’ αρώματα μάς μέθυσαν

γλυκά ξεφεύγει ο νους μας

και στη φωτιά χορεύει εμπρός

σπάζοντας τους σταυρούς μας.


Στης μαύρης θάλασσάς σου τα νερά

 

Στης μαύρης θάλασσάς σου τα νερά

ανάβει το φεγγάρι.

Τη βάρκα σου την κυβερνά

αρχαίος λαμνοκόπος.

 

Απ’ τα παρθένα δάση σου περνώ,

λειώνουν οι παγετώνες.

Τους στίχους μου αναζητώ

στις δέλτους σου γραμμένους.

 

Τα διαβασμένα γράμματα ζητάς

ν’ αποκρυπτογραφήσεις

και σου μιλώ σαν με κοιτάς

μ αστραποβόλα μάτια.

 

Παλίμψηστο του έρωτα κρατώ

του Ολύμπου αμβροσία

κρασί παλιό για να σε πιω

σε κρύσταλλο ποτήρι.


Δεν θα ’ναι νύχτα πάντα

 

Τιμώντας έναν άγιο

ο διάβολος του νου μου

ζητάει την ανάσταση

στο θάνατο της νύχτας.

 

Υφαίνει αράχνες η ζωή

και στον ιστό μάς πιάνει.

Μα οι στοιχειωμένες μας ψυχές

πετάνε στον αγέρα.

 

Μας λειώνει όξινη βροχή

σε πόλη που βουλιάζει.

Δίνουμε μια και βγαίνουμε

με το φεγγάρι ανάσα.

 

Δεν σου μιλώ, μα σ’ αγαπώ,

μαζί σου ταξιδεύω.

Καιγόμαστε σε μια φωτιά

στο ηφαίστειο του κόσμου.

 

Κοίτα τη γέρικη ελιά

στο χρόνο πώς αντέχει!

Άνοιξ’ τα μάτια σου στο φως.

Δεν θα ’ναι νύχτα πάντα.


Ένα πυρφόρο βλέμμα σου

 

Τα δακρυγόνα μάτια σου

φέρανε τις βροχές

γεμίσανε με χρώματα

και ρόδα οι αγκαλιές

 

Ένα πυρφόρο βλέμμα σου

άναψε πυρκαγιές.

Δυο χελιδόνια πέταξαν

στις πάνω γειτονιές

 

Ανοίγουν μέσα μου βαθιά

του ήλιου οι σελίδες.

Διάβασε την αγάπη μου

γραμμένη στις ακτίνες


 Αν οι αξίες ξέπεσαν

 

Όλα χρεοκοπήσανε

επιχειρήσεις κλείνουν.

Μα, τη δική μας άνοιξη

κανείς δεν την πειράζει.

 

Από το περιβόλι σου

δροσάτα κόβω φρούτα

κι από τον κήπο του κορμιού

στεφάνια φτιάχνω μ’ άνθη.

 

Αν οι αξίες ξέπεσαν,

αξίζεις συ για μένα. 


Επί πτερύγων η ζωή

 

Κοιμήθηκες στα ρούχα σου

και ξύπνησες γυμνή...

Τα χείλη σου τα νότισε

της νύχτας το φιλί.

 

Ανίχνευσα τα ίχνη σου

σε κάθε αγκαλιά.

Στο αίμα σου μια θύελλα

στη σκέψη μια φωτιά.

 

Πικρό κρασί που σε κερνούν

σφουγγάρι στο σταυρό

τη δίψα σου ξεγέλασαν,

σου καίει το λαιμό.

 

Από το δάκρυ σου θα πιω

ποτήρι στεναγμού.

Στο καθαρό το βλέμμα σου

ο πόνος του καημού.

 

Επί πτερύγων η ζωή

είδωλο στο νερό.

Εν στεναγμοίς το γέλιο μας

παγώνει στον καιρό.


Τα άγραφα τα γράμματα

 

Τα άγραφα τα γράμματα

τα γράφεις στο κορμί μου

με των χεριών σου την αφή

και των χειλιών τα ρόδα.

 

Φαντάζεσαι μια θάλασσα

χωρίς νερό κι αλάτι;

Πώς να ξεχάσω να μεθώ

με τ' ακριβό ποτό σου;

 

Λευκή, καθάρια και γυμνή

είσαι σαν την αλήθεια,

τα όνειρα στο σώμα σου

χτίζουν ναούς λιακάδας.

 

Παίζω παιχνίδια του φιλιού

με του νερού τους ήχους

και δένει ο κόσμος μέσα μου

σαν στάχυ μεστωμένο.


Έλα, να δούμε 

 

Έλα, να δούμε την αυγή

να δούμε τις εικόνες

που μας γιατρεύουν τη ματιά
γιατί το χρώμα έχουν
άσπρο, γαλάζιο, πορφυρό
το χρώμα της αλήθειας
κι άλλοτε μαύρο και βαρύ
σαν σκοτωμένο αίμα.

Γιατί κι αυτά τα λόγια μας
ποιήματα σαν γίνουν
πρέπει να καίνε, να πονούν
να προκαλούν εκρήξεις.

Πρέπει ν’ ανοίγουν τα βαθειά
τα μνήματα της μνήμης,
να σπέρνουν λάβα σαν βροχή
να καίνε τον αγέρα.

Μες στα σκοτάδια της ζωής
ροή φωτός να γίνονται, 
φωτιά
ν’ ανοίγουν μονοπάτια.


  Επιστροφή στην αρχική σελίδα


Χαλούλος Παναγιώτης