Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΗΓΕΣΙΑΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ

ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΣΤΗ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ

                                ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΟΠΟΝΤΙΩΝ

(1Ο Επιστημονικό Συνέδριο Συλλόγου Καυκασίων Καλαμαριάς 11-13/5/2007)

 

Το κακούργημα της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού από τους νεότουρκους και τους κεμαλικούς  και η εμπλοκή της Ελλάδας στον πόλεμο της Μικράς Ασίας υπήρξε το αποτέλεσμα της θηριώδους αρπακτικότητας των ηγεσιών των καπιταλιστικών στρατοπέδων. Οι οποίες, μόλις είδαν να ολοκληρώνεται η σήψη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, έπεσαν, ως ύαινες, πάνω της να την διαμελίσουν, διαγκωνιζόμενες ποια θα αρπάξει τη μεγαλύτερη μερίδα από το πτώμα της.  

   Προθυμότατος να συμμετάσχει στη διανομή της λείας έσπευσε και ο ελλαδικός νάνος του ιμπεριαλισμού, υπό την καθοδήγηση του Ελευθερίου Βενιζέλου, να στείλει τον ελληνικό στρατό να καταλάβει την περιοχή από το νησί Κύζικος της Προποντίδας ως το βιλαέτι του Αΐδινίου στο νότο. Ο Βενιζέλος αδιαφόρησε για την εναντίωση του λαού μας στον πόλεμο με τη συμμετοχή του στη Μικρασία. Αψήφησε και τη σκληρή πολεμική εναντίον του από την πλευρά του φιλοβασιλικού στρατοπέδου, που ήταν με το μέρος του γερμανοαυστριακού μπλοκ, και δημαγωγώντας, τον κατηγορούσε ως φιλοπόλεμο.      

   Όμως ο Βενιζέλος έμεινε ανένδοτος στη φιλοπολεμική ανταντόφιλη πολιτική του. Και όταν επικράτησε και έδιωξε τον Κωνσταντίνο, προσπάθησε να πείσει τους Άγγλους, και κυρίως τον Λόιδ Τζωρτζ, ότι η Αγγλία έχει συμφέρον να απλωθούν τα σύνορα της Ελλάδας στην Ανατολική Θράκη ως την Πόλη και τη Μικρά Ασία.  

   Τότε πια οι Άγγλοι έμειναν σύμφωνοι, γιατί είχαν πεισθεί ότι ο Βενιζέλος ήταν πιστό όργανο τους και ότι ο ελληνικός στρατός θα έπαιζε καλά το ρόλο του χωροφύλακα στη Μικρά Ασία. Και, παρά τις βαθειές αντιθέσεις με τους συμμάχους τους, συνέταξαν το κείμενο της Συνθήκης Ειρήνης με την Οθωμανική Τουρκία, διαμελίζοντάς την, σα να μοίραζαν τράπουλα, ανάλογα με τις ορέξεις τους : οι Άγγλοι να πάρουν την Παλαιστίνη, τη Μεσοποταμία, την Αραβία και το δικαίωμα να περνούν τα πλοία τους από τα Δαρδανέλια. Η Γαλλία να πάρει τη Συρία και η Ιταλία την Τριπολίτιδα και την Κυρηναΐκή.

   Στο ξέσπασμα όμως της απληστίας τους “ξέχασαν” την Ελλάδα. Θύμωσε ο Βενιζέλος. Ενώ οι Ιταλοί και ο Πρόεδρος των Η.Π.Α., Ουίλσον, ενδιαφέρονταν για τα σύνορα της Βουλγαρίας. Και πρότεινε να της δοθούν η βόρεια Θράκη με την Αδριανούπολη και τις Σαράντα Εκκλησιές. Ενώ η Αγγλία πρότεινε να δοθεί στη Βουλγαρία και η Καβάλα.

   Όσο για τις προθέσεις, τη στρατηγική της νεαρής Σοβιετικής εξουσίας και τη βοήθεια της προς τον Κεμάλ, στο πρώτο στάδιο της δράσης του, και τη μομφή μερικών ότι αυτή ενήργησε υστερόβουλα και προς ίδιον όφελος, ελάχιστα περιστατικά που επιλέξαμε καταδεικνύουν το εντελώς αντίθετο. Μια μαρτυρία που καταχώρησε στο μνημειώδες έργο του ο Γιάννης Κορδάτος, αναφέρει : «Οι Έλληνες βρήκαν μεγάλη αντίσταση, όταν εισέβαλαν στην Ουκρανία μαζί με 13 άλλα ιμπεριαλιστικά κράτη, για να πνίξουν τη σοσιαλιστική επανάσταση. Ο μπολσεβίκος αταμάνος Γκριγκόριεφ στις προκηρύξεις του, πριν την επίθεσή του έγραφε, ανάμεσα στα άλλα :

                 «Έλληνες αξιωματικοί και οπλίτες!

                  Δεν γνωρίζομεν να εγένετο καμία εχθρική πράξις εκ μέρους του ρωσικού λαού εναντίον της χώρας σας. Γνωρίζομεν όμως ότι η Ελλάδα είναι η κοιτίς της δημοκρατίας. Λυπούμεθα, διότι σας βλέπομεν παρά το πλευρόν των Γάλλων κεφαλαιοκρατών και ιμπεριαλιστών. Λυπούμεθα, διότι έχετε λησμονήσει τας δημοκρατικάς παραδόσεις της χώρας σας. Λυπούμεθα, διότι έρχεσθε εις την χώραν μας ως σύμμαχοι του τσαρισμού.

                  Σας καλούμε να μην προδώσετε τας παραδόσεις σας και σας προειδοποιούμε ότι, εάν πολεμήσετε εναντίον μας, θα είναι σκληρή η τιμωρία σας.»

 

                                                                     ΑΤΑΜΑΝΟΣ ΓΚΡΙΓΚΟΡΙΕΦ

 

    Αναντίρρητη επιβεβαίωση της πολιτισμένης, ανθρωπιστικής συμπεριφοράς των μπολσεβίκων απέναντι ειδικά των Ελλήνων του Πόντου είναι και η μαρτυρία του Μητροπολίτη Τραπεζούντος Χρύσανθου. Ο οποίος, όπως αναφέρει ο κύριος Χρ.Σαμουηλίδης στο βιβλίο του “Ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού”, σελίδες 749-750, κατέγραψε το σχετικό γεγονός ως εξής : «Την 11ην Αυγούστου 1917, ο μπολσεβικικός ρωσσικός στόλος, απάρας εκ Τραπεζούντος, έπλευσεν εις την υπό των Τούρκων κατεχομένην πόλιν Κοτύωρα(Ορντού) ίνα βομβαρδίσει αυτήν. Κατά τον βομβαρδισμόν, ο ελληνικός λαός των Κοτυώρων, φεύγων την αφόρητον τουρκικήν τυραννίαν, ώρμησεν εις την θάλασσαν προς τα πολεμικά πλοία των Ρώσσων, ζητών να επιβιβασθεί αυτών και να απολυτρωθεί. Και τότε οι «άθεοι» μπολσεβίκοι, εν αντιθέσει προς ό,τι δεν έπραξαν αι «χριστιανικαί» δυνάμεις της Δύσεως δια του κολοσσιαίου αυτών στόλου, κατά την εν μηνί Αυγούστου 1922 πυρπόλησιν και σφαγήν της Σμύρνης, εμνήσθησαν των παραδόσεων του ευσεβούς Ρωσσικού λαού και, καταβιβάσαντες λέμβους, περισυνέλεξαν όλον τον χριστιανικόν εκείνον κόσμον ανερχόμενον εις 3000 ψυχάς και επιβιβάσαντες αυτούς επί των συνοδευόντων τον στόλον μεταγωγικών πλοίων, απεβίβασαν εις Τραπεζούντα, ένθα και τους περιέθαλψαν οι Έλληνες της πόλεως».

   Μια άλλη περίπτωση :

                                       Αποστολή χιλίων περίπου ατόμων με γυναικόπαιδα, από το Καρς, στο Πότι Γεωργίας, επιβιβάστηκε σ’ένα μεγάλο πλοίο, με προορισμό την Ελλάδα. Σε ενδιάμεσο σταθμό, όταν αποβιβαζόμασταν στο Νοβοροσίισκ, κάποια στιγμή ακούμε τον πατέρα μας να μονολογεί φωναχτά : «Μο την πίστης, ατίν θα σκοτώνε μας». Στα υψώματα της πόλης φάνηκε στρατός που έστηνε τα κανόνια του. Έξαλλος ρωτά τη ρωσίδα μάνα μας πού έχει τα σεντόνια. Βρίσκει ένα κάτασπρο και λαχανιαστά το απλώνει σ’ένα ορατό από παντού χώρο, κρεμαστό. Σε καμιά δεκαριά λεπτά παρουσιάζονται τρεις ευσταλείς και ευθυτενείς αξιωματικοί πάνω στα άλογά τους. Ο επικεφαλής τους ρωτά :  - Παρακαλώ, ποιος σήκωσε αυτό το άσπρο πανί;

-         Εγώ, απάντησε ο πατέρας μου.

-         Από πού ξέρατε ότι μ’αυτή τη χειρονομία θα σώζατε τους συμπατριώτες σας;

-         Εφτά χρόνια υπηρέτησα στον ρωσικό στρατό.

Ο μπολσεβίκος αξιωματικός : « Μαλαντέτς, μαλαντέτς – λεβέντης, λεβέντης. Σας ευχαριστούμε πολύ και σας συγχαίρουμε. Σώσατε όχι μόνο τη ζωή των δικών σας αλλά και μας από ενδεχόμενη καταισχύνη. Γιατί ήμαστε έτοιμοι για επίθεση, νομίζοντας ότι πρόκειται για αποβίβαση των επεμβασιών ιμπεριαλιστών που γέμισαν τα παράλια της Μαύρης θάλασσας στα εδάφη μας». Δεχθείτε τώρα, λέει στον πατέρα μου, αυτό το σεμνό δώρο μας -  ήταν μια ασημένια ταμπακιέρα. Και, στρεφόμενος προς τους ακολούθους του διατάζει : «τα παιδιά και τα βρέφη με τις μάνες τους βολέψτε τα σ’εκείνη τη βίλα, τους αρρώστους και ανάπηρους στην άλλη, τους γέρους και τις γριούλες στην τρίτη και να ετοιμασθεί φαγητό για όλους. Σε σας, πρόσφυγες, κάθε καλό στο ταξίδι για την ένδοξη πατρίδα σας!»

   Μετά την αποχώρηση των μπολσεβίκων αξιωματικών, ο πατέρας μου, στρεφόμενος προς το συγχωριανό του από το Γιαγμπασάν, κουμπάρο του Θανάση Αναστασιάδη, του λέει : «Έκσες ντο είπανε; Κι ατίν οι Έλληνες υπάλληλοι του υπουργείου α σιν Αθήναν, ελέγανε μας πως οι μπολσεβίκ κλέφνε, αρπάζνε, σκοτώνε, σφάζνε, λαγκέβνε σα παιδία. Μόσε πώς λένε αείκα ψέματα;»

   Στο σημείο αυτό ας μεταφερθούμε στο μεγάλο ιστορικό έργο του καθηγητή Κωνσταντίνου Φωτιάδη, ο οποίος στη σελίδα 558 του 2ου τόμου, αναφερόμενος στη βενιζελική πολιτική στην παρευξείνια χώρα, ανάμεσα στα άλλα, παρατηρεί : «Η εμμονή της κυβερνήσεως Βενιζέλου στη στείρα γαλλική πολιτική της μη προσέγγισης με τη νέα κατάσταση που διαμορφώθηκε στη Ρωσία, επηρέασε αρνητικά την ψυχολογία των εν Ρωσία Ελλήνων και των καταφυγόντων εις αυτήν λόγω της πολεμικής αναταραχής με την Τουρκία. Οι ντόπιοι ελληνικοί πληθυσμοί βρέθηκαν μπροστά σε τραγικά διλήμματα, μη γνωρίζοντας ποια στάση να κρατήσουν, ποια πολιτική να ακολουθήσουν. Έμπαιναν αναγκαστικά στη φωτιά του πολέμου με τη μία ή την άλλη πλευρά, χωρίς να έχουν εναλλακτική λύση». Στη σελίδα 578, ωστόσο, ο ίδιος συγγραφέας της Γενοκτονίας, σε αντίθεση με την παραπάνω εκτίμησή του, διατυπώνει τη σκέψη ότι : «Ο Λένιν βοήθησε τον Κεμάλ, όχι για να πολεμήσει τους ιμπεριαλιστές, όπως υποκριτικά δήλωνε ο ίδιος και οι συνεργάτες του, αλλά για να εξασφαλίσει τα δικά του συμφέροντα στην μεγάλης στρατηγικής, οικονομικής και γεωπολιτικής σημασίας περιοχή». Γνωστού όντος ότι οι λαοί της Ρωσίας απειλούνταν με ολοκαύτωμα από τους εξαγριωμένους εισβολείς ιμπεριαλιστές των 14 αστικών κρατών, αν τύχαινε να νικήσουν τους μπολσεβίκους. Το παραπάνω σκεπτικό είναι κατά την ηπιότερη έκφραση, τρομερά άδικο. Θα ήταν έγκλημα ο Λένιν και η κυβέρνησή του να μην επιδιώξουν τη συνεργασία με το κεμαλικό κίνημα που στρεφόταν στην αρχή ενάντια στους εισβολείς που έκαναν το ίδιο και στη Ρωσία.

   Ο ίδιος συγγραφέας, εν τούτοις, παραθέτει στη συνέχεια πολύ αντικειμενικά πολλά γεγονότα. Λόγου χάρη, η αναφερθείσα υποκειμενική θεώρησή του περί υποκρισίας του Λένιν, ακυρώνεται εκ θεμελίων από την παρακάτω αναφορά του στη σελίδα 558 του 2ου τόμου. Γράφει : «Στις 21/4, επιτροπή μπολσεβίκων επισκέφτηκε τον Έλληνα ναύαρχο Κακουλίδη πάνω στο πολεμικό “Κιλκίς”. Οι μπολσεβίκοι δέχτηκαν να σεβαστούν όλα τα πολιτικά δικαιώματα των Ελλήνων καθώς επίσης την περιουσία των ελληνικών κοινοτήτων υπό τον όρο να μη στείλει η Ελλάδα άλλο στρατό εναντίον τους. Δέχτηκαν επίσης την απαλλαγή των Ελλήνων από κάθε στρατιωτική υποχρέωση. Διακανονίστηκαν και τα της διοικήσεως των ελληνικών συλλόγων, κοινοτήτων, σωματείων κ.τ.λ. υπό τον όρο να μη γίνονται ταύτα εστίαι αντιδραστικής προπαγάνδας».

   Παρόλο όμως που ο ελληνοποντιακός πληθυσμός, σύμφωνα με καταγραφές αρκετών ιστορικών, στην πλειοψηφία του τάχθηκε στο πλευρό των μπολσεβίκων, ένα ευάριθμο μέρος τους πήγε με τους εισβολείς από την Ευρώπη και την Ελλάδα. Ιδού πώς εξηγεί το γεγονός αυτό ο Γιάννης Κορδάτος. «Πρέπει – γράφει – να προσθέσω ακόμα πως η ελληνική κυβέρνηση είχε στείλει στη Γεωργία, που ήταν ακόμα ανεξάρτητη Σοσιαλιστική Πολιτεία, πράκτορες, για να υπονομεύσουν το νέο καθεστώς»… Ο Βενιζέλος το 1919-1920 έστειλε τον λογοτέχνη Νίκο Καζαντζάκη, μαζί με το συνταγματάρχη Ηρακλή Πολεμαρχάκη και άλλους κρητικούς του στενού περιβάλλοντος του, με την εντολή να τραβήξουν τους Έλληνες της Γεωργίας από τον σοσιαλισμό και κομμμουνισμό. Ο Καζαντζάκης ήταν εφοδιασμένος και με μεγάλο χρηματικό ποσό, που το ξόδεψε όλο στην αντισοσιαλιστική και αντικομμουνιστική προπαγάνδα. Επίσης ο Βενιζέλος έστειλε τον Ιούλη του 1919 και άλλους ανώτερους υπαλλήλους εφοδιασμένους με μεγάλα χρηματικά ποσά στην περιοχή της Ρωσίας που κατείχε ο Ρώσος τσαρικός στρατηγός Ντενίκιν. Ο Βενιζέλος εκτελώντας τυφλά τις εντολές του Κλεμανσό και του Λόιδ Τζωρτζ, έστειλε στον Πόντο συμμορίες από Κρητικούς και Μικρασιάτες πρόσφυγες να συνεργασθούν με τους Αρμένηδες που ήταν όργανα των Γάλλων και Άγγλων ιμπεριαλιστών. Οι Έλληνες απεσταλμένοι που πήγαν «να οργανώσουν» τη νέα «Ελληνοαρμενική Δημοκρατία του Πόντου» βγήκαν στο Νοβοροσίισκ στις 2/7/1919, αλλά δεν έμειναν πολύ καιρό, γιατί τα σχέδια του Βενιζέλου δεν πέτυχαν. Ο ρωσικός λαός νίκησε τους αντεπαναστάτες και έδιωξε τους επιδρομείς.

   Το κυριότερο όμως περιστατικό, σχετικό με το θέμα της στάσης της Σοβιετικής ηγεσίας απέναντι στον Κεμάλ και στην Ελλάδα, μας το φωτίζει και πάλι ο Γιάννης Κορδάτος στις σελίδες 566-567 του 13ου τόμου του : «Στις κρίσιμες αυτές μέρες – γράφει – που περνούσε η Ελλάδα, ήρθε από τη Μόσχα ένας απεσταλμένος της Τρίτης Διεθνούς και των υπουργείων Εξωτερικών και Στρατιωτικών. Με διαβατήριο σουηδικό. Είχε κατηγορηματική εντολή να συναντήσει τον Γραμματέα του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (Κομμουνιστικού) και μόνον αυτόν. Γραμματέας τότε ήταν ο συγγραφέας τούτης της ιστορίας.

   Συναντηθήκαμε τρεις φορές. Ο σοβιετικός απεσταλμένος, αφού μου έδειξε τα διαπιστευτήριά του, που είχαν την υπογραφή του Ζηνόβιεφ καθώς και των Τρότσκι και Τσιτσέριν, μου ανακοίνωσε τα εξής : «Η ΕΣΣΔ είναι πρόθυμη να βοηθήσει την Ελλάδα να βγει από το αδιέξοδο της μικρασιατικής εκστρατείας. Πρώτα θα παύσει να ενισχύει τον Κεμάλ και δεύτερο θα ασκήσει όλη την επιρροή της να αυτονομηθεί μια παραλιακή ζώνη της Μικρασίας, όπου κατοικούν πολλοί χριστιανοί. Για να εξασφαλιστεί η αυτονομία της περιοχής αυτής, θα σταλεί διεθνής στρατός από Ελβετούς, Σουηδούς και Νορβηγούς, από χώρες, δηλαδή, που δεν πήραν μέρος στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο. Για να υποστηρίξει την άποψη αυτή, η ΕΣΣΔ ζητεί σαν αντάλλαγμα την αναγνώρισή της, έστω και ντε φάκτο». (Στο σημείο αυτό ο Κορδάτος σε υποσημείωση αναφέρει : «Σημειώνω πως η Αγγλία είχε ήδη αναγνωρίσει τη Σοβιετική Σοσιαλιστική Ένωση (Ρωσία) ντε φάκτο και ο πρώτος διπλωματικός εκπρόσωπος της ΕΣΣΔ, Κράσιν, είχε πάει στο Λονδίνο»)

   «Το κίνημα του Κεμάλ, είπε ο σοβιετικός εκπρόσωπος, είναι απελευθερωτικό και σαν τέτοιο το υποστηρίξαμε όσο μπορούσαμε. Δεν έχουμε όμως καμιά εγγύηση, αν ύστερα από την ολοκληρωτική επικράτησή του, οι παλιές αντιδραστικές δυνάμεις στην Τουρκία (μπέηδες και πασάδες) δεν πάρουν αυτοί τα ηνία της εξουσίας. Έχουμε το παράδειγμα της νεοτουρκικής επανάστασης του 1908. Αλλιώτικα ξεκίνησαν οι Νεότουρκοι και αλλιώτικα πολιτεύτηκαν. Κατάντησαν λακέδες του γερμανικού ιμπεριαλισμού και μιλιταρισμού. Ήδη έχουμε όχι ενδείξεις, αλλά αποδείξεις ότι οι στρατηγοί και πολιτικοί, που τον υποστηρίζουν, έχουν μυστικές επαφές με τους Γάλλους κεφαλαιοκράτες και ιμπεριαλιστές, και αύριο – μεθαύριο, αν νικήσουν και διώξουν τους Έλληνες από τη Μικρασία και τη Θράκη, η Τουρκία με τον Κεμάλ ή χωρίς τον Κεμάλ, θα προσανατολιστεί προς τη Δύση. Η αστική τάξη της Τουρκίας είναι αδύναμη να συνεχίσει μόνη της την αναδιοργάνωση της χώρας της. Δε θα μπορεί να σταθεί στα πόδια της, αν δεν πάρει δάνεια από την Γαλλία ή την Αγγλία,και, όπως ξέρετε, τα δάνεια υποδουλώνουν τις χώρες που τα παίρνουν. Γι’αυτό θέλουμε να μείνουν οι Έλληνες στη Μικρασία, όχι από κούφιο συναισθηματισμό, αλλά από ρεαλιστική αντίληψη για το αύριο και το μεθαύριο. Οι μειονότητες στην Τουρκία στάθηκαν από τη μια μεριά η τροχοπέδη στον ολοκληρωτικό εξισλαμισμό της Βαλκανικής και της Ανατολής και από την άλλη έγιναν η πηγή που τροφοδότησε τα εθνικά απελευθερωτικά κινήματα των λαών της Βαλκανικής από το 1770 ως τα χθες.»

   Ο Κορδάτος γράφει, σε συνέχεια, ότι εξήγησε στο σοβιετικό απεσταλμένο ότι το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδας (Κομμουνιστικό) είναι μικρό και δεν έχει υπολογίσιμο ρόλο στην πολιτική της χώρας. Όμως ο επισκέπτης επέμενε και δέχτηκε να αρχίσει η επαφή με τον αρχηγό ιδίου κόμματος της αντιπολίτευσης, τον Στράτο.

   (Εκτίμησή μας είναι ότι καλύτερη και επιτυχέστερη, πληρέστερη, τόσο εμβριθής, εμπεριστατωμένη και ζυγισμένη εκφορά των ιδεολογικών, πολιτικών και διεθνιστικών θέσεων και ως δείγμα άριστου χειρισμού της διπλωματικής τέχνης και προς το συμφέρον της Ελλάδας, για σίγουρη διέξοδό της από κείνες τις τόσο τραγικές στιγμές που ζούσε, δεν μπορούσε να είχε διατυπωθεί.)  

   «Ο Στράτος, συνεχίζει ο Κορδάτος, με άκουσε με προσοχή μεγάλη. Συμφώνησε με την επισήμανση ότι, εν αναμονή κυβερνητικής μεταβολής και ενδεχόμενης ανάληψης της πρωθυπουργίας από τον ίδιο και αφού μελετήσει τους φακέλους του υπουργείου εξωτερικών και δεν προβληθούν εμπόδια από τους Άγγλους και Γάλλους, θα ειδοποιήσει τον Κορδάτο να τον φέρει σε επαφή με τον Σοβιετικό απεσταλμένο.» Τον συμβούλεψε όμως να συναντηθεί με τον Αντώνη Καρτάλη, υπουργό του Γούναρη : «ίσως εκμαιεύσει τας διαθέσεις της κυβερνήσεως». «Την άλλη μέρα επισκέφτηκα τον Καρτάλη, γράφει ο Κορδάτος. Αλλά, όταν έκανα νύξη για μεσολάβηση της Σοβιετικής Ρωσίας, με έβρισε και με έδιωξε». Και όταν μαθεύτηκε ότι το θέμα μπήκε σαν ενημέρωση στην κυβέρνηση, προφανώς από τον Καρτάλη, όλοι οι υπουργοί, με χυδαίες αποδοκιμασίες απέρριψαν τη σκέψη. Φαίνεται πως τα αφεντικά τους στο Λονδίνο δεν τους συμβούλευσαν να κάνουν το ίδιο που έκαναν οι ίδιοι λίγο νωρίτερα.

   Ο Κορδάτος που δοκίμασε κατάπληξη από την επίσκεψη και πιο έντονα από την πρόταση του σοβιετικού απεσταλμένου, έμελλε, λίγο ύστερα, να δοκιμάσει άλλη έκπληξη με την αναγνώριση του «μικρού και μη υπολογίσιμου στην πολιτική ΚΚΕ», όπως νόμιζε, από τον πιο φανατικό πολέμιό του, τον Μεταξά.

   Και να πως ο Κορδάτος αποκάλυψε πολύ αργότερα στο πανελλήνιο το τρανταχτό ιστορικό περιστατικό : «Στις 13 Σεπτέμβρη (1922), γράφει, το πρωί ήρθε στη φυλακή ο διευθυντής της εφημερίδας «Αθηναϊκή», Όμηρος Ευελπίδης, και με ζήτησε. Μου εξιστόρησε τη δραματική και απελπιστική κατάσταση στο μέτωπο και ότι ο Κωνσταντίνος κάλεσε στο παλάτι του το Μεταξά να σχηματίσει κυβέρνηση. Ο Μεταξάς δέχτηκε με τον όρο να πάρουν μέρος στη νέα κυβέρνηση και οι κομμουνιστές! Γιατί, όπως του δήλωσε, μόνον αυτοί μπορούν να αντιμετωπίσουν τον Πλαστήρα, επειδή μόνο σ’αυτούς θα υπακούσουν οι στρατιώτες!»

   «Απάντησα αμέσως, προσθέτει ο Κορδάτος, ότι δε δέχομαι λόγω αρχών». Ο Ευελπίδης έφυγε τονίζοντας : «Συνεννοήσου και με τους άλλους συντρόφους επάνω και το μεσημέρι θα’ρθώ να πάρω την απάντηση». «Όταν ανέβηκα στο κελί, όλοι συμφώνησαν πως εγκρίνουν την απάντησή μου». Σημειώνουμε ότι οι άλλοι εφτά κρατούμενοι ήταν μέλη της καθοδήγησης του ΚΚΕ.

   «Το μεσημέρι, συνεχίζει ο Κορδάτος, ήρθε πάλι ο Ευελπίδης, αλλά μαζί με τον Μεταξά. Συνοφρυωμένος και περίλυπος ο στρατηγός μου είπε : «Κύριε, εις την Μικράν Ασίαν έχει συντελεσθεί καταστροφή πρωτοφανής εις τα χρονικά της ελληνικής ιστορίας. Επικαλούμαι τον πατριωτισμόν σας και σας προτείνω να λάβετε μέρος εις την κυβέρνησιν που ενδεχομένως θα σχηματίσω. Αντιλαμβάνεστε ότι, αν επικρατήσουν οι πλαστηρικοί, δε θα μείνει τίποτε όρθιον εις τον τόπον αυτόν. Πρώτοι, που θα πλήξουν και θα εξοντώσουν οι βενιζελικοί, θα είσθε εσείς. Μη λησμονείτε ότι ο Βενιζέλος έστειλε σώμα στρατού εις την Ουκρανίαν δια να ενισχύσει τους τσαρικούς και να εξοντώσει τους ομοϊδεάτες σας. Βλέπω ότι είσθε νέος. Σας περιτριγυρίζει η τύχη. Αρπάξατέ την και μην αφήσετε να φύγει…».

   Απάντησα στον Μεταξά με τα εξής περίπου : «Στρατηγέ μου, ευχαριστώ πολύ δια την τιμήν που μου εκάνατε. Αναγνωρίζω ότι αι στιγμαί που διέρχεται η χώρα μας είναι κρίσιμες. Αλλά και ως άτομο και ως Γραμματέας του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος πιστεύω ότι ο ρόλος μας δεν είναι να σώσουμε τον θρόνον και το αστικόν καθεστώς. Ασφαλώς θα επακολουθήσουν διώξεις κατά του Κόμματός μας. Εξάλλου εδηλώσαμε εις τον Ευελπίδην ότι δε δυνάμεθα να λάβωμεν μέρος εις την κυβέρνησίν σας,  διότι μας το απαγορεύουν αι αρχαί μας. Η απόφασίς μας είναι οριστική.» (Βλέπε και Δαφνή «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων» σελ.156)

   Ο Μεταξάς στενοχωρημένος με αποχαιρέτησε ψυχρά λέγοντας : «Λυπούμαι πολύ». Ύστερα από λίγο, γυρνώντας προς εμένα πρόσθεσε : «Σας παρακαλώ πολύ να μην κοινολογηθεί η συνάντησίς μας αυτή. Έχω τον λόγον της τιμής σας ότι θα κρατηθεί μυστική;» «Μάλιστα, στρατηγέ μου», απάντησα. Και πάλι ο Μεταξάς : «Ήτο άκρως εμπιστευτικής φύσεως και εμπιστεύομαι εις τον λόγον της τιμής σας ότι θα μείνει μυστική.» «Στρατηγέ μου, του είπα, να είσθε απολύτως ήσυχος». «Χαίρετε», ήταν η τελευταία του λέξη. Ύστερα από την άρνησή μας ο Μεταξάς «κατέθεσε την εντολή» μη μπορώντας να σχηματίσει κυβέρνηση.

   Εκείνη η συνάντηση με το περιεχόμενό της, σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο με τον δυναμικότερο παράγοντα της τοτινής βασιλόφρονης αντίδρασης, ως εκπροσώπου συμπαγούς μερίδας του κεφαλαίου και με τον εκπρόσωπο του μόλις νεοσύστατου Κομμουνιστικού Κόμματος, αν μαθαινόταν, θα είχε επικίνδυνες για το σύστημα επιπτώσεις. Γιατί θα ασκούσε σαρωτική επίδραση κυρίως στους εργάτες και στους στρατιώτες του μετώπου, όπου βρισκόταν ο κύριος όγκος του στρατεύματος εκείνο τον καιρό. Εξού και η αγχώδης αγωνία του Μεταξά, μη τυχόν και αποκαλυφθεί.

   Αλλά ο Μεταξάς δεν ενήργησε στα τυφλά. Η επιδίωξη του ήταν να προσδώσει στη βασιλική κυβέρνηση λαΐκό χαρακτήρα προσβλέποντας σε δύο σκοπούς : να εξιλεωθεί όσο το δυνατόν η συντηρητική παράταξη από την ενοχή της για τη συνέχιση του πολέμου, να παγιδέψει την Αριστερά και να τη φορτώσει με ανάλογες ευθύνες. Που, αν το πετύχαινε, θα ήταν μοιραία η τύχη του ΚΚΕ και όλης της Αριστεράς. Το πρόβλημα το έλυσε με την απάντησή του ο Γ.Γ. του ΚΚΕ Γιάννης Κορδάτος.

   Έτσι, το ΣΕΚ(Κ) υπήρξε το μόνο κόμμα που από το Ιδρυτικό του Συνέδριο το 1918 πρότεινε την έναρξη διαπραγματεύσεων για την επίτευξη ειρήνης, χωρίς προσαρτήσεις και αποζημιώσεις και την εφαρμογή της αρχής της αυτοδιάθεσης των λαών. Αυτό το πρόγραμμα όμως ερχόταν σε κατευθείαν αντίθεση προς την πραγμάτωση της  «Μεγάλης Ιδέας» που τη χαρακτήρισε καταστροφική και την εκστρατεία τυχοδιωκτική. Καταδίκασε ανοιχτά τον πόλεμο στη Μικρασία και απαίτησε να σταματήσει αμέσως.

   Το ΚΚΕ, διασπώντας και καταργώντας το μονοπώλιο των αστικών κομμάτων στην άσκηση της πολιτικής, πρόσφερε, όπως υπογράμμιζε σε ντοκουμέντο του «ιστορικήν υπηρεσίαν εις το ελληνικόν προοδευτικόν κίνημα. Κατόρθωσε να απαλλάξει μεγάλη μερίδα των εργαζομένων από την επίδραση της κυρίαρχης τότε αστικής ιδεολογίας».

   Κατερρίφθη και ο μύθος για τον διπλασιασμό της Ελλάδας χάρη στις ικανότητες και μόνο του Βενιζέλου. Στον μύθο βρίσκεται ένα ελάχιστο ποσοστό της αλήθειας. Όπως σημείωνε το ΚΚΕ σε προκήρυξή του, «είναι οι μεγάλες δυνάμεις που εμεγάλωσαν την Ελλάδα δια να την χρησιμοποιήσουν στρατιωτικώς όπου τα συμφέροντα τους κινδυνεύουν.»

 

   Κυρίες και κύριοι,

                   Σαν συμπέρασμα : Από τη ροή των ιστορικών εξελίξεων, με τα απάνθρωπα καθεστώτα της δουλοκτησίας, της δουλοπαροικίας και του συνεχιστή τους, πολεμόχαρου ιμπεριαλιστικού καπιταλισμού, αποδείχθηκε : ότι από τη διαιώνια αιμάσουσα οδύνη της, η ανθρωπότητα έχει ανυπέρθετη ανάγκη να παραμερισθεί και αυτός, ως συνέπεια ενός φυσικού νόμου όπως δίδαξε και το απέδειξε η διάνοια του Μαρξ. Ήδη, μπροστά στα μάτια μας ο αμερικανοευρωπαΐκός ολετήρας του ΝΑΤΟ ετοιμάζει την ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ. Και μόνο ο οργανωμένος αγώνας των δούλων του κεφαλαίου, αλλά και δημιουργών του πλούτου και του πολιτισμού, είναι σε θέση να τον αναχαιτίσει και να τον εξαφανίσει. Και θα το κάνει.

 

                                                                                    ΠΑΡΙΣΗΣ ΑΓΓΕΛΙΔΗΣ

ΠΟΝΤΟΣ