ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΚΡΥΦΟΥ.
Με τις πνοές των παραισθήσεων μαζί σου
Και με μιαν αγάπη στα σπαράγματα να ψάξεις
Ήρτες στην Πόλι ˙ έφυγες πάλι ˙ και κοντά σου
Πήρες τρισάγιο φως τις μνήμες σου να κάψης.
Σταύρος Κρυφός, Ήρτες
Βαθιά λυρικός και συναισθηματικός, ο Σταύρος Κρυφός, προσεγγίζει τόσο το απτό όσο και το αθέατο με την ίδια ακριβώς στάση, πως ως κύριο χαρακτηριστικό της έχει την αγάπη. Αν και τείνει η γραφή του προς τον έμμετρο στίχο, η ισχυρή παρουσία του καβαφικού πνεύματος τον μεταφέρει σε άλλο επίπεδο. Και πάλι, όμως, δεν περιορίζεται στην απλή αντιγραφή αυτού του ήδη καθιερωμένου στυλ, άλλωστε οι ύμνοι και οι ακολουθίες ψάλλονται –υπόκωφα ή και φανερά άλλες φορές- αρκετά συχνά μέσα στο έργο του. Και στα δύο μέρη του βιβλίου, ο Κρυφός, μοιάζει να παίρνει την κυανή μορφή του ξένου ( όπως αυτή η μορφή παρουσιάζεται στην ποίηση του Georg Trakl), όπου περνώντας τα σοκάκια της ποίησης ψάχνει να βρει το λυκόφως της ευτυχίας.
Η ευτυχία που αναζητά ο ποιητής δεν είναι μιαν αφηρημένη ιδέα κι άπιαστη. Κομμάτια της καταφέρνει να ανακαλύψει εκεί όπου ο σηπόμενος άνθρωπος βρίσκει μονάχα λιγοστά αποκαΐδια. Τα απλά πράγματα όπως ένα τριαντάφυλλο, η ώρα της προσευχής, η θοριά της βροχής, το πρόσωπο του Γέροντα του… όλα αυτά είναι θραύσματα αυτής της ολότητας που ονομάζεται ε υ τ υ χ ί α . Παρόλα αυτά- όπως και σε κάθε ποιητή- διαγράφεται και η παρουσία ενός επίμονου υπόφαιου συννέφου θλίψης.
Κυρίως, όμως, η ποίηση του Κρυφού είναι ένα βάδισμα σε τεντωμένο σκοινί ˙ ανάμεσα στην αλλοτρίωση του ανθρώπου και στο σταθερό, άσπιλο, αμόλυντο και θερμό περιβάλλον της πίστης του.
Όσο για τα ποιήματα που είναι εμπνευσμένα από την Πόλη ˙ η νοσταλγία του ποιητή γι’ αυτή είναι ίδια με την νοσταλγία των ξεριζωμένων. Η Πόλη είναι η καβαφικά χρωματισμένη Αλεξάνδρεια της ψυχής του. Εκεί ανήκει.
Η Πόλη… ο βωμός της καρδιάς του με το τρισάγιο φως…
Καραγιαννόπουλος Κωνσταντίνος