Σταύρος Αμπελάς Ποίηση

 

Αναβάλλοντας 2001

 

 

 

 

 

 

Κάθε λεπτό

 

Κάθε λεπτό

ψάχνω να βρω

το λάθος δρόμο

που μ' έφερε εδώ

 

σε μια πολιτεία

που οι άνθρωποι μιλούν

μια ξένη γλώσσα

κι όλο βραδιάζει

 

και πάντα

στην τρύπια τσέπη βρίσκω

το απόκομμα ενός ποιήματος.

 

 

 

 

 

 

Προσμένω το καλοκαίρι

 

Προσμένω το καλοκαίρι

που η θάλασσα

είναι καλή με τους νεκρούς

και δεν πληγώνει

την ευαίσθητή τους σάρκα

 

γιατί θέλω να 'μαι ωραίος

όταν με βρούν

κι όσοι δε μ' αγάπησαν πριν

να μ' αγαπήσουν τότε.

 

 

 

 

 

 

Πεθαίνουμε μόνοι

 

Πεθαίνουμε μόνοι

όπως ζήσαμε.

Όλοι αυτοί γύρω μας

δεν είναι

παρά απλοί θεατές

του θανάτου μας.

 

Αργότερα

σε πολυτελή εστιατόρια

διασκεδάζοντας

θα συζητούν

για την ερμηνεία

του τέλους μας.

 

 

 

 

 

 

Η πύλη

 

Έξω απ' την πύλη του θανάτου

συνωστίζονται πολλοί

με δέος και θαυμασμό κοιτώντας

κείνον π' αγέρωχος κι υψιτενής

τολμά και τη διαβαίνει.

 

 

 

 

 

 

Αντίστροφη μέτρηση

 

Ο χρόνος

δε λειτουργούσε ποτέ

προς τα μπρος

πάντα προς τα πίσω.

 

Εμείς

ξεγελάμε τον εαυτό μας

βάζοντας τα ρολόγια

να λειτουργούν αντίστροφα

για να μη δούμε το τέλος

που πλησιάζει.

 

 

 

 

 

 

Χρόνο με το χρόνο

 

Χρόνο με το χρόνο

μένουμε όλο και πιο μόνοι.

Χάνουμε τις ημερομηνίες

τους τόπους, τις ώρες

των προκαθορισμένων συναντήσεων

και βρισκόμαστε

σε άδειες πλατείες

με γερασμένα αγάλματα.

 

 

 

 

 

 

Μποέμ

 

Με βλέπεις να γυρνώ

σαν τον τρελό

μέσα στο κρύο

με δυο τρεις λέξεις φθαρμένες

ριγμένες πάνω μου

 

κι είναι αυτές

το μόνο ρούχο

για τις καθημερνές

και για τις σχόλες

για τις γιορτές

και για τα πένθη.

 

 

 

 

 

 

Αν ανάμεσα

 

Αν ανάμεσα

σε αυτοκίνητα που κορνάρουν

σε μηχανές που βουίζουν

σε πληγωμένους που ουρλιάζουν

 

κάποιος ψιθυρίσει

δυο τρεις στίχους

η ψυχή μου θα τους νιώσει

 

και θα κλάψω

για την τόση ομορφιά.

 

 

 

 

 

 

Μεταλλάξεις

 

Πέφτουν τα χέρια

πέφτουν τα πόδια

πονούν τα νέα.

 

Άλλοι γίνονται τέρατα σωστά

άλλοι όμορφοι σαν Θεοί

και στην όχθη μιας λίμνης

υψώνουν

το μαγευτικό

αλλά μάταιο

τραγούδι τους

για έναν μελλοθάνατο κύκνο.

 

 

 

 

 

 

Μες στις τόσες χιλιάδες

 

Μες στις τόσες χιλιάδες

δυο τρείς είναι

που παλεύουν με τα κύματα

κι αυτοί όχι για να σωθούν

μα για να φέρουν στην ακτή

το μήνυμα

πως το καράβι μας

βουλιάζει.

 

 

 

 

 

 

Το πεπρωμένο

 

Άρχισε ο λύκος

μες στο δάσος να ουρλιάζει

 

και τα πρόβατα

κλεισμένα στο μαντρί.

 

Μα ένα

την περίφραξη πηδά

και στο σκοτάδι χάνεται

στο κάλεσμα

της άγριας

και πρωτόγονης φύσης του

με θάρρος να δοθεί.

 

 

 

 

 

 

Ναυάγιο το ναυάγιο

 

Ναυάγιο το ναυάγιο

έφτασα σε σένα.

 

Σώμα από μάρμαρο λευκό

δέρμα στιλπνό

βλέμμα σπινθηροβόλο

 

κι από τότε

μένω μαζί σου στο βυθό

κάτω από ένα στρώμα κοραλλιών

και θαλάσσιων ανεμώνων.

 

 

 

 

 

 

Εξαπάτηση

 

Μου 'παν

πως ήμουν καράβι

που στα ήσυχα νερά

μιας γαλανής θάλασσας

έριξε άγκυρα.

 

Μα εγώ ανακάλυψα

πως ήμουν κατάδικος

και σ' ένα λασπώδη βάλτο

έσουρνα απ' το πόδι

της σκληρής φυλακής μου

τη σιδερένια μπάλα.

 

 

 

 

 

 

Νικητής

 

Ας βγάλει κάποιος

απ' το λαιμό του τη θηλειά

κι ας του φορέσει στα μαλλιά

δάφνης στεφάνι.

 

Κέρδισε επάξια

στο στίβο της ζωής

το θάνατό του.

 

 

 

 

 

 

Ατονάλ

 

Στη μέση της παράστασης

θα σηκωθώ

θα βγάλω τα γυαλιά μου

το καπέλο, το παλτό

θα δείξω σε όλους

το λευκό μου σκελετό

προκαλώντας στην ορχήστρα

μια τέτοια παραφωνία

που το κοινό

θα ξεσπάσει

σ' ένα χειροκρότημα

θερμό.

 

 

 

 

 

 

Θα πετάξω

 

Κάποια μέρα θα πετάξω.

 

Δεν ξέρω που θα βρω τα φτερά

αν θα είναι

λευκά ή μαύρα

μέρα ή νύχτα

άνοιξη ή φθινόπωρο

 

μα θα πετάξω.

 

Θα σας αφήσω για ενθύμιο

ένα πούπουλο

κι ένα κομμάτι ουρανό.

 

Θα πετώ ανάμεσά σας

μα εσείς θα πιστεύετε

πως είμαι μίλια μακριά

έτσι που δε σηκώνετε

τα μάτια από το χώμα.

 

 

 

 

 

 

Το δάκρυ

 

Το δάκρυ

των ανθρώπων.

 

Πάνω εκεί

μπορείς να διαβάσεις

με της ψυχής

τη μικροσκοπική γραφή

των περασμένων ημερών

τα πετρωμένα γεγονότα.

 

 

 

 

 

 

Δίπλα μου περνούν

 

Δίπλα μου περνούν

επικίνδυνοι, τρομαχτικοί

με τη δηλητηριώδη τους γλώσσα

τα φλογοβόλα τους μάτια

άνθρωποι σαν και σένα

σαν και μένα

κουβαλώντας πάνω τους

το θάνατό μου.

 

 

 

 

 

 

Κάποιος παίζει

 

Κάποιος παίζει

μια μονότονη

φριχτή μουσική

χτυπώντας

με το κοφτερό του νύχι

της εύθραστης ζωής μου

το τεντωμένο νήμα.

 

 

 

 

 

 

Καλοκαιρινό επεισόδιο

 

-Συγνώμη να σας ρωτήσω κάτι.

-Παρακαλώ.

-Η κυρία που κάθονταν δίπλα σας τι σας είναι;

-Γυναίκα μου.

-Τότε γιατί κοιτάζετε τόσο επίμονα την κόρη μου;

-Γιατί η κόρη σας κυρία μου είναι υπέροχα όμορφη κι ελκυστική κι εγώ είμαι ζωγράφος και ψάχνω για μοντέλο.

-Α! ωραία τότε, να συναντηθούμε στο ατελιέ σας για να τη ζωγραφίσετε.

-Λυπάμαι πολύ μα εγώ δε ζωγραφίζω με χρώματα αλλά με λέξεις και το ατελιέ μου βρίσκεται εδώ μέσα στο κεφάλι μου και η κόρη σας έχει ήδη πάρει τη θέση της σε αυτό και θα μου ποζάρει για όλες τις επόμενες ημέρες.

 

 

 

 

 

 

Οι ωδίνες της ποίησης

 

Είναι ωραίο

να κρατάς στα χέρια

το νεογέννητο ποίημα

καθώς το ροζ του προσωπάκι

σου χαμογελά.

 

Οι ωδίνες όμως πριν

έχουν σπαράξει την καρδιά

 

κι εμείς τίκτουμε

σε άθλια σκοτεινά δωμάτια

σαν τις παλιές γυναίκες του χωριού

μακριά απ' τα βλοσυρά μάτια των ανθρώπων

τον καρπό

της παράνομης σχέσης μας

με το όνειρο.

 

 

 

 

 

Αρχική σελίδα