Η γεωργία στη μινωική εποχή

Γεωργία
Εποχή του Χαλκού
Κρήτη

Στο πλούσιο νησί της Κρήτης με τις εύφορες κοιλάδες η γεωργία ασκήθηκε από τους παλαιότερους ήδη κατοίκους του νησιού. Οι έρευνες που έγιναν σε στρώματα της Προκεραμεικής Κνωσού (6100 - 5700 π.Χ.) έφεραν στο φως μεγάλες ποσότητες από καμένους σπόρους διαφόρων ποικιλιών σιταριού, κριθαριού και φακής, που μας παρέχουν πληροφορίες για τα είδη των πρώτων καλλιεργειών. Οι έρευνες πάλι σε οικισμούς της Πρωτομινωικής Περιόδου (2800 - 2100 π.Χ.) απέδειξαν ότι οι Μινωίτες των χρόνων αυτών ακολουθούσαν ένα σύστημα μικτής γεωργοκτηνοτροφικής οικονομίας. Καλλιεργούσαν με βεβαιότητα το σιτάρι, το κριθάρι, το αμπέλι και υπάρχουν ενδείξεις για εντατική καλλιέργεια της ελιάς. Μάζευαν επίσης διάφορους καρπούς (καρύδια), χόρτα και βότανα.

Οι πληροφορίες που έχουμε για την εξάσκηση της γεωργίας σε μεταγενέστερες περιόδους, κατά τους Μεσομινωικούς και Υστερομινωικούς χρόνους, δεν προέρχονται μόνον από τη μελέτη των υπολειμμάτων σπόρων και απανθρακωμένων καρπών. Πολύτιμες γνώσεις παρέχουν επίσης τα ευρισκόμενα χάλκινα γεωργικά εργαλεία και οι εγκαταστάσεις παραγωγής κρασιού και λαδιού (σταφυλοπιεστήρια και ελαιοπιεστήρια ή απλά τριβεία), οι σχετικές εικονογραφικές παραστάσεις σε αγγεία, τοιχογραφίες και άλλα αντικείμενα τέχνης και βέβαια οι ιερογλυφικές απεικονίσεις φυτών στις πινακίδες της μινωικής ιερογλυφικής (σιτάρι, κριθάρι, ελιά, κρόκος, σίλφιο) και οι σχετικές αναφορές στα μεταγενέστερα κείμενα των πινακίδων της Γραμμικής Α΄ και Β΄ γραφής.

Γνωρίζουμε λοιπόν ότι κατά τη Μεσομινωική και Υστερομινωική Περίοδο αυξάνεται σημαντικά η γεωργική παραγωγή. Κατά τους Μεσομινωικούς χρόνους πραγματοποιούνται τα πρώτα αρδευτικά έργα στην κοιλάδα της Μεσσαράς και την επόμενη, Υστερομινωική Περίοδο, στο οροπέδιο του Λασιθίου. Τότε κατασκευάζονται τάφροι και κανάλια, τεχνική που ίσως γνώρισαν οι Μινωίτες από τις επαφές τους με τη Μεσοποταμία. Τα βασικά προϊόντα που καλλιεργήθηκαν ήταν η ελιά, το αμπέλι, τα σιτηρά και τα όσπρια και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό ώστε να εξασφαλίζεται η αυτάρκεια του πληθυσμού του νησιού και σημαντικό μέρος να προορίζεται για εξαγωγές. Σημαντικό ρόλο στη γεωργική οικονομία έπαιξαν επίσης διάφορα φυτά και βότανα, που χρησιμοποιούνταν όχι μόνον στη διατροφή αλλά εξάγονταν στην Αίγυπτο, όπως γνωρίζουμε από αιγυπτιακές πηγές, χάρις στις φαρμακευτικές και θεραπευτικές τους ιδιότητες.

Τα αγροτικά προϊόντα συγκεντρώνονταν από τις διάφορες περιοχές στα ανάκτορα, απ’ όπου και διοχετεύονταν στην αγορά, εσωτερική και εξωτερική. Για τη φύλαξη των προϊόντων αυτών κατασκευάστηκαν στα ανάκτορα τεράστιοι αποθηκευτικοί χώροι που περιείχαν δεκάδες πίθους. Η ίδρυση πάντως, κατά τους Υστερομινωικούς χρόνους, μεγάλου αριθμού επαύλεων και μεγάρων και η εύρεση όχι μόνον σε αυτά αλλά ακόμα και σε απλές ιδιωτικές κατοικίες πήλινων σταφυλοπιεστηρίων, ελαιοπιεστηρίων και απλών τριβείων, καθώς και αποθηκευτικών πίθων, υποδηλώνουν ότι η τελική επεξεργασία των αγροτικών προϊόντων, ιδίως του κρασιού και του λαδιού, γινόταν στις περιοχές παραγωγής τους στις περιφερειακές μονάδες. Τα προϊόντα αυτά συγκεντρώνονταν και αποθηκεύονταν προσωρινά στις κατά τόπους επαύλεις και μέγαρα και από εκεί διοχετεύονταν στα μεγάλα ανακτορικά κέντρα.

Σχετικό είναι και το λήμμα Το λίθινο «αγγείο των θεριστών» από την αγία Τριάδα που υπάρχει στον κατάλογο.


Λίθινο αγγείο με παράσταση θεριστών από την Αγία Τριάδα, 1500-1450 π.Χ. Μουσείο Ηρακλείου


Λίθινο αγγείο με παράσταση θεριστών από την Αγία Τριάδα, 1500-1450 π.Χ. Μουσείο Ηρακλείου


Μία από τις δυτικές αποθήκες του ανακτόρου της Κνωσού, με τους τεράστιους αποθηκευτικούς πίθους και τις υπόγειες κρύπτες


Οι ανακτορικές σιταποθήκες στο συγκρότημα των Μαλίων


Το σταφυλοπιεστήριο στη μινωική αγροικία του Βαθυπέτρου