Η επιθετική συμπεριφορά και η εκδήλωσή της στο σχολικό χώρο- Αικατερίνη Σουσαμίδου-Σχολική Σύμβουλος ΠΕ

Η επιθετική συμπεριφορά και η εκδήλωσή της στο σχολικό χώρο

 

Το φαινόμενο της επιθετικότητας αν και παλιό αποτέλεσε αντικείμενο  συστηματικής μελέτης από τη δεκαετία του 1970. Έκτοτε, έρευνες έχουν πραγματοποιηθεί σε όλο τον κόσμο, όπως στις Σκανδιναβικές χώρες, την Αμερική, Βρετανία, Καναδά, Αυστραλία και Ιαπωνία. Ιδιαίτερα, τις τελευταίες δύο δεκαετίες σε Ευρώπη και τις Η.Π.Α. σημειώνεται έξαρση βίαιων φαινόμενων όπως εκφοβισμός μαθητών και εκπαιδευτικών στους σχολικούς χώρους, σοβαροί τραυματισμοί, απόπειρες δολοφονίας ή ακόμη και δολοφονίες, με σοβαρές επιπτώσεις στην ψυχική και σωματική υγεία των εμπλεκομένων αλλά και της εκπαιδευτικής διαδικασίας γενικότερα. Στην Ελλάδα μόλις την τελευταία δεκαετία άρχισε να απασχολεί συστηματικά το θέμα του εκφοβισμού τους ερευνητές και τους αρμόδιους φορείς. Το φαινόμενο αυτό βέβαια στη χώρα μας δεν παρουσιάζεται σε ακραίες μορφές, όπως στις Η.Π.Α. ή στις άλλες δυτικές χώρες, ωστόσο η μελέτη και η έγκαιρη πρόληψή του μπορεί να συμβάλλει στον περιορισμό του.

Οι παράγοντες που πυροδοτούν τις επιθετικές συμπεριφορές είναι πολλοί. Τόσο εσωτερικοί, που σχετίζονται με τις βιο-γνωστικο-συναισθηματικές αλλαγές στο παιδί και στον έφηβο, όσο και εξωτερικοί περιβαλλοντικοί και κοινωνικοί παράγοντες, όπως η οικογένεια, το σχολείο, τα Μ.Μ.Ε. και η ομάδα των συνομηλίκων, ενισχύουν τη σχολική βία και επιθετικότητα. Μάλιστα, η εκδήλωση της επιθετικής συμπεριφοράς διαφέρει ανάλογα με το φύλο και τη σχολική επίδοση των μαθητών.

Τα περιστατικά επιθετικότητας ασφαλώς υπονομεύουν τη μαθησιακή διαδικασία, αλλά και τη διαδικασία εκμάθησης κοινωνικών δεξιοτήτων, η οποία διαδραματίζει ιδιαίτερο ρόλο στη δόμηση μιας σωστής και ολοκληρωμένης προσωπικότητας. Μια βαθύτερη κατανόηση του προβλήματος θα επέτρεπε αναμφίβολα στους εκπαιδευτικούς, τους σχολικούς ψυχολόγους και ερευνητές να εφαρμόσουν προγράμματα παρέμβασης και στρατηγικές που να μειώνουν και να εξαλείφουν το φαινόμενο της θυματοποίησης, τουλάχιστον στο σχολικό περιβάλλον.

Οι εκπαιδευτικοί ιδιαίτερα θα πρέπει να είναι ικανοί να παρέχουν ασφάλεια στο σχολείο, να μάθουν να συνδιαλέγονται με τους επιθετικούς και θυματοποιημένους μαθητές, να εντοπίζουν έγκαιρα αυτά τα περιστατικά, να δημιουργούν κλίμα συμφιλίωσης μεταξύ των μαθητών και να χρησιμοποιούν τις κατάλληλες στρατηγικές, ώστε να επιτυγχάνουν ειρηνική κα ικανοποιητική λύση σε κάθε διένεξη.

Ήδη σε πολλά κράτη πραγματοποιούνται συντονισμένες ενέργειες πανεπιστημίων, σε συνεργασία με αρμόδια υπουργεία και άλλους κρατικούς φορείς, προκειμένου να επιτευχθεί η αντιμετώπιση της βίας στα σχολεία. Η επιτυχία τέτοιων ερευνητικών προγραμμάτων θα ωφελήσει τους ίδιους τους μαθητές, τις οικογένειές τους, αλλά και όλη την εκπαιδευτική κοινότητα ώστε να μπορεί να ασκεί απρόσκοπτα το παιδαγωγικό της έργο χωρίς τις ανεπιθύμητες εκδηλώσεις βίας και θυματοποίησης μέσα στο σχολείο.

Το πρόβλημα λοιπόν είναι σοβαρό λόγω της έκτασης που έχει πάρει τα τελευταία χρόνια και στη χώρα μας, με τη συνεχή προβολή του στα ΜΜΕ και την έκφραση αγωνίας γονέων και εκπαιδευτικών που αισθάνονται ανέτοιμοι να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά περιστατικά βίας. Επειδή η επιθετικότητα έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις ιδιαίτερα σοβαρές, δηλητηριάζει τη σχολική ζωή πολλών παιδιών και αποτελεί κοινωνικό πρόβλημα των σύγχρονων κοινωνιών, χρήζει άμεσης αντιμετώπισης και φροντίδας. Αν μάλιστα σκεφτεί κανείς ότι η επιθετικότητα μετατρέπεται σε σταθερό χαρακτηριστικό της προσωπικότητας και μάλιστα σημαντικά πιο σταθερό για τ? αγόρια απ? ότι για τα κορίτσια, γίνεται κατανοητή η σοβαρότητα του θέματος. Η επισταμένη μελέτη του φαινόμενου και η διερεύνησή του στο χώρο του ελληνικού σχολείου θα συμβάλει στην δημιουργία και εφαρμογή προγραμμάτων τόσο για την πρόληψη όσο και για την καταστολή του. Μια τέτοια προσπάθεια επιχειρείται και στην παρούσα μελέτη ώστε να γίνουν κατανοητές σημαντικές πτυχές της επιθετικότητας, όπως οι μορφές, τα αίτια και οι παράγοντες που συμβάλουν καθοριστικά στην εμφάνιση και εξάπλωσή της. Η παρουσίαση των φορέων που ασχολούνται με αυτό το κοινωνικό πρόβλημα, οι τρόποι πρόληψης και αντιμετώπισής του στο σχολικό περιβάλλον θα δώσουν πληροφορίες σε εκπαιδευτικούς και γονείς για το πού μπορούν να αποταθούν για να ζητήσουν βοήθεια και ποια μέτρα να λάβουν για την όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση  της επιθετικής συμπεριφοράς  των παιδιών τους (Αικατερίνη Σουσαμίδου-Σοφία Βαβέτση (2012): Γονείς και Εκπαιδευτικοί αντιμέτωποι με τη βία και επιθετικότητα των παιδιών και εφήβων. Θεσσαλονίκη:UniversityStudioPress).

 

Ενδεικτική Βιβλιογραφία

 

Αγάθωνος-Γεωργοπούλου, Ε. (2004). Κακοποίηση-παραμέληση του παιδιού και παραβατικότητα.: Συγκοινωνούντα δοχεία; Ψυχολογία, 11(2), 141-161.

Aρνιτοπούλου, Β.Κ. (1993). Ψυχοπαιδαγωγική της εφηβικής ηλικίας. Ο τρόπος της αγωγής της σήμερα στο σχολείο και στην οικογένεια. Αθήνα.

Βουϊδάσκης, Β.Κ. (1999). Κοινωνικά αίτια της κυκλικής, κάθετης και οριζόντιας αμφίδρομης επιθετικής συμπεριφοράς στις πρωτογενείς ομάδες κοινωνικοποίησης. Στο Νέστορος Ι.Ν. (επιμ), Η επιθετικότητα στην οικογένεια, στο σχολείο και στην κοινωνία. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

Boulton, M., καρέλλου, Ι. Λανίτη, Ι., Μανούσου, Β., & Λεμονή, Ο. (2001). Επιθετικότητα και θυματοποίηση ανάμεσα στους μαθητές των ελληνικών δημοτικών σχολείων. Ψυχολογία, 8(1), 12-29.

Γεώργας, Δ. (1995). ΚοινωνικήΨυχολογία, τ. Α. Αθήνα.

Γιαβρίμης, Π., (2000). Επιθετικότητα. Παιδαγωγικό βήμα Αιγαίου, τ 37, σ. 103 ? 122.

Γκότοβος, Α.(1996). Νεολαία και Κοινωνική Μεταβολή. Αξίες, Εμπειρίες και Προοπτικές. Αθήνα: Gutenberg.

Collet, C., (1994). Το παιδί, η οικογένεια, το σχολείο, Αθήνα: Πατάκη.

Καλαντζή-Αζίζι, Α. & Ζαφειροπούλου, Μ. (2004). Προσαρμογή στο σχολείο: Πρόληψη και αντιμετώπιση δυσκολιών. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

Καλογρίδη, Σ. (1995). Σχολική αποτυχία – χαμηλή αυτοεκτίμηση- νεανική παραβατικότητα. Σύγχρονη Εκπαίδευση, 157-161.

Κολιάδης, Ε. (1997). Θεωρίες Μάθησης και Εκπαιδευτική Πράξη: Γνωστικές θεωρίες (τ. Β). Αθήνα.

Κρητικός Ε.(2007). Παιδική και εφηβική επιθετικότητα – βία. Αγωγή στο εκπαιδευτικό περιβάλλον. Παιδαγωγικό Βήμα Αιγαίου, 63, 84-113.

Ματσαγγούρας, Η. (1999). Θεωρία και πράξη της διδασκαλίας. Αθήνα: Γρηγόρης.

Μόττη-Στεφανίδη, Φ. (1998). H εξέλιξη της προσωπικότητας στην εφηβεία. Στο Ι. Τσιάντης (επιμ.), Βασική Παιδοψυχιατρική: Εφηβεία (τ. 2ος, τεύχος 1ο). Αθήνα: Καστανιώτης.

Μόττη-Στεφανίδη, Φ. & Τσέργας, Ν.(2000). Όταν τα πράγματα στο σχολείο αγριεύουν. Αθήνα: ΥΠΕΠΘ & Π.Ι.

Μόττη-Στεφανίδη, Φ. & Τσιάντης, Ι. (2000). Σχολική και ψυχική υγεία: Εισαγωγικά σχόλια. Παιδί και έφηβος. Ψυχική και Ψυχοπαθολογία, 2(1), 11-20.

Μπεζέ Λ.(1990). Πρόληψη και αντιμετώπιση της εγκληματικότητας των ανηλίκων (Επανεκπαίδευση -Ένταξη). Αθήνα: Α. Ν. Σάκκουλας.

Pervin, L.A., & John, O.P. (1999). Θεωρίες προσωπικότητας: Έρευνα και εφαρμογές. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

Παπαδημητρίου, Ε., (1995). Η έννοια της βίας και η ιδεολογική χρήση της, για τη σταθεροποίηση κοινωνικών σχέσεων εξουσίας. Σύγχρονη Εκπαίδευση, τχ 80, 6 ? 14.

Παπάνης, Ε., (2004). Η αυτοεκτίμηση και η μέτρησή της (εμπειρική έρευνα και ψυχοκοινωνικές προσεγγίσεις), Αθήνα: Ατραπός.

Πετρόπουλος, Ν., & Παπαστυλιανού, Α. (2001). Μορφές επιθετικότητας, βίας και διαμαρτυρίας στο σχολείο. Αθήνα: Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, ΕΠΕΑΕΚ.

Πετρουλάκης, Ν. Β. (1993). Ψυχολογία της προσαρμογής. Αθήνα: Γρηγόρη.

ΣουσαμίδουΑικ.-Βαβέτση Σοφία (2011).Γονείς και Εκπαιδευτικοί αντιμέτωποι με την επιθετικότητα Παιδιών και Εφήβων. Θεσσαλονίκη: UniversityStudioPress.

Χαντζή, Χ., Χουντουμάδη, Α., & Πατεράκη, Λ. (2000). Άσκηση βίας από τους μαθητές στο χώρο του δημοτικού σχολείου. Παιδί και Έφηβος: Ψυχική Υγεία και Ψυχοπαθολογία, 2(1), 97-111.

Χατζηχρήστου, Χ. (1999). Προβληματικά παιδιά. Λήμμα στο: Παιδαγωγική Ψυχολογική Εγκυκλοπαίδεια-Λεξικό,7ος,σ.3989.Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

 

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://aparaske.sites.sch.gr/?p=353