Let It Be… Naked

Καταρχήν, πριν μπούμε σε οποιαδήποτε ανάλυση δεν πρέπει να ξεχάσουμε να αναφερθούμε στην εντύπωση που μας κάνει όλο το ψηφιακό ή μη μελάνι που χύνεται ακόμα μία φορά για αυτό το μουσικό φαινόμενο του προηγούμενου – και όπως το πάνε και του τρέχοντος- αιώνα. Οι Beatles ακόμα προκαλούν, έστω και με τα πεπραγμένα τους πριν 33-34 χρόνια. Ακόμα κερδίζουν πρωτοσέλιδα σαν π.χ η μπάντα με το καλύτερο garage album όλων των εποχών –πάντα υπερβολικοί οι συνάδελφοι του NME- και ακόμα βγάζουν την εταιρεία τους από δύσκολες καταστάσεις, όπως αυτή των τελευταίων χρόνων (γιατί δεν γίνεται μέτοχος ο McCartney και η Ono στην Emi; - ίσως και είναι, who knows?).

Και όχι άδικα όλα αυτά εδώ που τα λέμε, όταν αποφασίζουν να ξανακυκλοφορήσουν ένα άλμπουμ που (εν μέρει αδίκως) θεωρήθηκε από πολλούς σαν το πιο αδύναμο άλμπουμ της 7χρονης δισκογραφικής καριέρας τους. Όταν το 1970 ο -τότε ακόμα στις δόξες του- Phil Spector κλήθηκε να ρετουσάρει το εγκαταλελλειμμένο από την προηγούμενη χρονιά Let It Be, σίγουρα δεν περίμενε ότι ο McCartney θα έβγαινε αργότερα να τον κράξει και να ανακυρήξει το μοναδικό άλμπουμ στο οποίο συνεργάστηκε με την πιο διάσημη μπάντα του κόσμου σαν μία μεγάλη αποτυχία.

Τώρα, αποφάσισαν (δεν μπορώ να δεχτώ ότι ο Macca δεν είχε σημαντικό ρόλο σε όλη αυτή την απόφαση) να ξανακυκλοφορήσουν το κύκνειο άσμα τους έπειτα από 33 χρόνια, -ας πούμε- με την παραγωγή που ήθελαν τότε. Και το εννοώ το «ας πούμε». Γιατί πώς μπορεί έπειτα από 33 χρόνια ένας –σίγουρα- προικισμένος ηχολήπτης/παραγωγός πολύ μικρότερος από τους Beatles και απών από τις ηxογραφήσεις να πετύχει να βγάλει ακριβώς το κλίμα που ήθελαν τότε και οι 4 fab four; Ακόμα κι αν είχε τη βοήθεια των McCartney/Starr η ομάδα παραγωγής (αν και σε ένα τέτοιο γεγονός δεν έγινε καμία αναφορά σε συνεντεύξεις τους σε ξένα περιοδικά), πώς μπορεί να βγει ένα «καινούριο» άλμπουμ των Beatles χωρίς την παρουσία των Lennon/Harrison; Αλλά και πώς μπορεί έπειτα από τόσα χρόνια να αποτυπωθεί με τις τότε τεχνικές το κλίμα του δίσκου, όπως θα μπορούσε να αποτυπωθεί τότε στα αυλάκια των βινυλίων; Προφανώς μιλάμε για την κυκλοφορία μίας συλλογής ηχογραφήσεων των Beatles, στις οποίες έχει γίνει ένα –πολύ καλό αλήθεια- remastering.

Όπως και να έχει, πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις τέτοιες αντιρρήσεις δεν μπορεί να μην υπάρχουν. Το θέμα είναι τι διαφορετικό έρχεται να μας προσφέρει η εν λόγω επανέκδοση και τέλος πάντων πώς ακούγεται ένας τέτοιος δίσκος σήμερα, έπειτα από τόσα χρόνια. Και εδώ τα πράγματα είναι λίγο πολύπλοκα...

Πριν αναλύσουμε τα παραπάνω ερωτήματα, ας κάνουμε μία ιστορική σημείωση, την οποία δείχνει να ξεχνάει αρκετός κόσμος. Το project του οποίου τελικό αποτέλεσμα ήταν η κυκλοφορία της ταινίας και του άλμπουμ Let It Be, επρόκειτο να ονομαστεί Get Back. Ο γράφων τυχαίνει να έχει εκείνο το άλμπουμ – να ναι καλά τα bootlegs - με τον τίτλο Get Back και με πάνω κάτω τα ίδια τραγούδια με το original Let It Be, αλλά με πιο raw ήχο και την προσθήκη ολόκληρου του Dig It (αν θυμάστε ξεκινάει με fade in στην original έκδοση του Let It Be άλμπουμ), μα και μίας διασκευής του Save the last dance from me. Ο ήχος φανέρωνε πως τα τραγούδια προέκυψαν από τζαμάρισμα και πετύχαινε να βγάλει μία αμεσότητα που δεν είχε ξαναπαρουσιαστεί σε άλμπουμ των Beatles μέχρι τότε. Φανταστείτε το κάτι σαν ένα Anthology, παρουσιασμένο σαν επίσημη κυκλοφορία. Ίσως να υπήρχαν ακόμα 1-2 προσθήκες τις οποίες δεν θυμάμαι απέξω.

Αυτό το αποτέλεσμα που έχει φτάσει στα χέρια μου και κάποιων άλλων εκατοντάδων ή χιλιάδων ανά των κόσμο που ακόμα ασχολούνται με πειρατικές κυκλοφορίες είναι απόρροια της δουλειάς που έκανε ο Glyn Johns, ηχολήπτης των Beatles, στον οποίο οι -απηυδισμένοι από τους τόνους ηχογραφημένου υλικού- Beatles και George Martin ανέθεσαν να ξεσκαρτάρει και να συγκεντρώσει σε ένα άλμπουμ τις καλύτερες στιγμές των ηχογραφήσεων αυτών.

Τελικά, το Get Back δεν βγήκε ποτέ, καθυστέρησε βλέπετε και η ομώνυμη ταινία και ενώ είχε ήδη ηχογραφηθεί και κυκλοφορήσει το Abbey Road (το τελευταίο άλμπουμ που ηχογράφησαν ποτέ οι Beatles), κλήθηκε ο -τότε συνεργάτης του Lennon- Phil Spector να συμμαζέψει το υλικό και να φτιάξει έναν «αξιοπρεπές» δίσκο. Προέκυψε λοιπόν ένα πιο επαγγελματικό υλικό, με τρία κυρίως τραγούδια να δέχονται σημαντικές επεμβάσεις. Αυτά ήταν το Let It Be, το Long and Winding Road και το I Me Mine.

Το Get Back θα είχε πράγματι ενδιαφέρον να δούμε να κυκλοφορεί επίσημα, μιξαρισμένο σωστά και με όλους τους διαλόγους και τα σατηρικά τραγούδια που σκαρφίζονταν εκείνη την ώρα οι Beatles. Το Let It Be… naked είναι μία Τρίτη, διαφορετική έκδοση των –περίπου- ίδιων τραγουδιών. Είναι η πιο επαγγελματική μορφή των ηχογραφήσεων, ένα άλμπουμ απαλλαγμένο μεν από τα στολίδια του Spector, αλλά ταυτόχρονα και από την οικεία αίσθηση του Get Back άλμπουμ.

Βρίσκουμε λοιπόν καταρχήν εδώ μία διαφορετική σειρά στο tracklisting. Μία διαφορά που προσωπικά δεν με ενοχλεί, αλλά δεν βλέπω κιόλας κάποιο σημαντικό λόγο να υπάρχει. Λεπτομέρειες... Επίσης, το Get Back το ακούμε σε ένα διαφορετικό take, χωρίς ωστόσο εμφανείς διαφορές από την εκτέλεση του original άλμπουμ, ενώ απαρατήρητες είναι οι διαφορές και του For You Blue. Ακόμη, εδώ βρίσκουμε για πρώτη φορά σε (κανονικό;) άλμπουμ το Don’t Let Me Down, που δεν υπήρχε στο original άλμπουμ και είχε κυκλοφορήσει μόνο σε single. Η εκτέλεση που ακούμε εδώ είναι ολίγον τι πιο uptempo, με τον Preston κι εδώ να παίζει στα πλήκτρα, και είναι από την εμφάνισή τους στην ταράτσα του κτιρίου της Emi, όπως και το One After 909 και το I’ve Got A Feeling.

Οι πρώτες αξιοσημείωτες διαφορές έρχονται ακούγοντας το Long And Winding Road, όπου όχι μόνο λείπουν τα έγχορδα που είχε προσθέσει ο Spector, κάνοντας τότε τον McCartney να θυμώσει, αλλά και η ίδια η εκτέλεση είναι ολίγον τι διαφορετική, κάτι που φαίνεται κυρίως στα φωνητικά. Τώρα, για το ποια εκτέλεση είναι καλύτερη, επιτρέψτε μου να διαφωνήσω με όλους όσους συμφωνούν με τον sir Paul, αφού όσο να είναι έχουμε συνηθίσει τα έγχορδα να συμπληρώνουν τα κοψίματα των μπάσο-ντραμς γραμμών και ακούγεται περίεργη η έλλειψή τους εδώ. Μου άρεσε η φορτωμένη αίσθηση της παραγωγής και έβγαζε μία επικότητα που ταίριαζε απόλυτα σε αυτή την – μία από τις τελευταίες πραγματικά σπουδαίες που έγραψε ποτέ ο Paul - μελωδία. Κατά τα άλλα, ξεχωρίζει σαν ένα από τα καλύτερα τραγούδια του άλμπουμ ακόμα και έτσι. Και με σπουδαίο ήχο, όπως όλο το “... Naked”.

Μετά η προσοχή στρέφεται στο I Me Mine, όπου κι εδώ η παρέμβαση του Spector έχει αφαιρεθεί και έχουμε σαν αποτέλεσμα μία πιο λιτή εκδοχή ενός πολύ γλυκού τραγουδιού ενός πολύ ώριμου πια συνθέτη, του George Harrison. Τα ίδια συμβαίνουν και στο Across The Universe, όπου λείπουν τα ορχηστρικά μέρη του Spector και ακούμε τον Lennon να ερμηνεύει σε ολίγον τι πιο αργές ταχύτητες ένα από τα καλύτερα τραγούδια που έγραψε ποτέ του. Αυτή είναι και η τρίτη επίσημη εκδοχή του εν λόγω κομματιού, αν θυμηθούμε και την εκτέλεση του single, με την προσθήκη ήχων από πουλιά και παιδιά. Μην περιμένετε να σας πω ποια είναι καλύτερη, μιας και καθεμιά έχει την ιδιαίτερη ομορφιά της. Το σίγουρο είναι πως σε αυτή εδώ την εκτέλεση μπορεί κανείς να διαπιστώσει την γυμνή μαγεία της πρωτότυπης μελωδίας του Lennon.

Αν πρέπει να καταλήξουμε κάπου και επειδή λογικά οι περισσότεροι που διαβάζετε αυτές τις γραμμές θα έχετε και άλλα πράγματα να κάνετε – ας πούμε να πάτε να αγοράσετε το cd- από το να διαβάζετε για ώρες ακόμα τι σκέφτομαι για την καινούρια έκδοση του Let It Be, το "… Naked" θα το βάζαμε σε μία θέση ακριβώς μετά τις κυκλοφορίες των τριών Anthology series και λίγο πριν την επανακυκλοφορία του σε remastered έκδοση του Yellow Submarine. Ελπίζω η κυκλοφορία του να μην σημάνει την απόσυρση του αυθεντικού Let It Be και το αψεγάδιαστο ηχητικό του αποτέλεσμα να αποτελέσουν απαρχή για την επανακυκλοφορία σε remastered εκδόσεις ολόκληρου του καταλόγου της πιο αγαπημένης ever τετράδας μουσικών.

Η συγκεκριμένη έκδοση έρχεται να προσθέσει μάλλον λίγα πράγματα σε μία πολυσυζητημένη -και ακόμα μη συμπληρωμένη πλήρως- σελίδα της ιστορίας των Beatles. Το "as it meant to be in the first place" Get Back θα ήταν η απόλυτη λύση στην περιέργεια των φανατικών. Η μέση και κυριλέ λύση που δόθηκε και που σίγουρα εξυπηρετεί καλύτερα τις προθέσεις και τον τρόπο σκέψης ενός άριστου businessman-γραφειοκράτη, όπως ο McCartney ήταν το "Let It be.. Naked". Ίσως όμως το "Naked" να έπρεπε να αντικατασταθεί με το "polished". Όπως και να έχει, παραμένουν 11 πολύ ωραία τραγούδια γραμμένα από τους Beatles (και κάποια από αυτά αποτελούν μερικές από τις κορυφαίες στιγμές τους), με πολύ πιο καθαρό ήχο, που αναδεικνύει το κάθε όργανο. Αυτό είναι το κυριότερο που έχει να μας προσφέρει η εν λόγω έκδοση.

Όσο για το άλλο ερώτημα; Πώς ακούγεται σήμερα ένας δίσκος σαν το Let It Be; Επιτρέψτε μου να καγχάσω μεγαλοφώνως και να απορήσω που πιστέψατε ότι χρειάζεται απάντηση. Οι Beatles ακόμα ζούνε και μεγαλουργούν μέσα στις καρδιές και τα μυαλά της πλειοψηφίας των νέων συγκροτημάτων, είτε αυτοί το παραδέχονται είτε όχι. Είναι ακόμα το κέντρο αναφοράς σε πολλά πράγματα που γίνονται στον μουσικό μας κόσμο ακόμα και σήμερα, με ποικίλους μάλιστα τρόπους. Για αυτό και θα αργήσει να έρθει η στιγμή που θα πάψουν να ενδιαφέρονται οι μουσικόφιλοι για ανάλογες κυκλοφορίες.

Δώστε μας κι άλλους Beatles, κι άλλα Anthology. Απλά μην μας πρήζετε με τα απωθημένα και τα καπρίτσια του καθενός που παραμένει στη ζωή...

Σημ.: Υπάρχει και ένα Bonus-cd, διάρκειας 21 λεπτών όπου μπορεί κανείς να δει ενδιαφέρον υλικό από τις πρόβες των Beatles. Όμως, όσο ενδιαφέρουσα και να είναι π.χ μία πρώιμη εκδοχή του Imagine ή του All Things Must Pass, δεν μπορείς να μην γκρινιάξεις για την μικρή διάρκεια αυτού του υλικού. Κάνετε τον κόπο να μας δωρίσετε και ένα ακόμα cd, κάντε και τον κόπο να το γεμίσετε λίγο παραπάνω!

Κείμενο: Παναγιώτης Κονδύλης



Let It Be... Naked

Αν και με την κυκλοφορία του το 1970 ανέβηκε στην κορυφή των τσαρτ, και μάλιστα απέδωσε τρία σινγκλ που έγιναν No 1 στην Αμερική, το πρότζεκτ του "Let It Be" διατήρησε όλα αυτά τα χρόνια μια αύρα ανολοκλήρωτου έργου. Οι μνήμες από τη δημιουργία του δεν ήταν οι καλύτερες δυνατές, με τα επαγγελματικά προβλήματα και τις προσωπικές διαφωνίες να έχουν αφήσει μια άσχημη επίγευση. Ωστόσο, οι Beatles, όταν έφτανε η ώρα να δημιουργήσουν μαζί μουσική, γίνονταν αυτόματα η σφιχτοδεμένη και ομόψυχη ομάδα που θαυμάζουμε σε όλους τους δίσκους τους. Το Φεβρουάριο του 2002 ο McCartney συναντήθηκε τυχαία σε ένα αεροπλάνο με τον Michael Lindsay Hogg, το σκηνοθέτη του "Let It Be". Ύστερα από μια συζήτηση που έκαναν σχετικά με το άλμπουμ, δόθηκε στην Apple η εντολή να ζητήσει από τα στούντιο της Abbey Road να χρησιμοποιήσουν τις 33 αυθεντικές μαγνητοταινίες των αρχικών σέσιον για ένα ριμίξ που θα απέδιδε το "γυμνό" ήχο του γκρουπ, σύμφωνα με την αρχική πρόθεση των Beatles.

Το δύσκολο έργο ανέλαβε να φέρει εις πέρας η ίδια ομάδα μηχανικών που έκανε τα ριμίξ για το "Yellow Submarine" και το "Anthology DVD". Αφαιρέθηκαν οι πολύπλοκες ενορχηστρώσεις, οι χορωδίες και τα ηχητικά εφέ και, με την αρωγή της ψηφιακής τεχνολογίας, ο ήχος απέκτησε διαύγεια. Το "φύσημα" των μαγνητοταινιών εξαφανίστηκε, αλλά η ζεστασιά της αναλογικής ηχογράφησης έμεινε ανέγγιχτη. Το άλμπουμ διαφοροποιήθηκε από το αντίστοιχο "σάουντρακ", με αφαίρεση από το υπόβαθρο των διαλόγων. Δυο τραγούδια, το "Dig It" και το παραδοσιακό "Maggie May", παραλήφθηκαν στη νέα έκδοση. Τη θέση τους πήραν τα "Don't Let Me Down" (είχε κυκλοφορήσει στο παρελθόν μόνο ως δεύτερη πλευρά του σινγκλ "Get Back" του 1969 —στο "...Naked" ακούγεται η βερσιόν "της ταράτσας") και το "For You Blue" (επίσης ηχογράφηση του Ιανουαρίου 1969 από τα στούντιο της Apple). Τέλος, τον Αύγουστο του 2003 ολοκληρώθηκε από την Apple η παραγωγή ενός δευτέρου δίσκου διάρκειας 20 λεπτών, που συνοδεύει ως μπόνους το "Let It Be... Naked" με υλικό ανθολογημένο από τις ίδιες μαγνητοταινίες. Περιλαμβάνει διάλογους και αποσπάσματα από τις πρόβες του Ιανουαρίου 1969, με σκοπό την αναδημιουργία της ατμόσφαιρας μέσα στην οποία προέκυψε η έμπνευση και έγινε η αρχική επεξεργασία του ιστορικού άλμπουμ.



Πηγή: Περιοδικό Μ3 Review