|
|
I read the news today, oh
boy About a lucky man who
made the grade And though
the news was rather sad
Well I just had to laugh
I saw the photograph He
blew his mind out in a car
He didn't notice that the
lights had changed A
crowd of people stood and
stared They'd seen his
face before Nobody was
really sure if he was from
the house of lords
I
saw a film today, oh boy
The English army had just
won the war A crowd of
people turned away But I
just had to look Having
read the book I'd love to
turn you on
Woke up,
fell out of bed Dragged a
comb across my head Found
my way downstairs and drank
a cup And looking up I
noticed I was late Found
my coat and grabbed my hat
Made the bus in seconds flat
Found my way upstairs and
had a smoke Somebody
spoke and I went into a
dream
I read the
news today, oh boy 4,000
holes in Blackburn,
Lancashire Although the
holes were rather small
They had to count them all
Now they know how many holes
it takes to fill the Albert
Hall I'd love to turn you
on
Το «A Day In The
Life» κυκλοφόρησε το 1967
και περιλαμβάνεται στον
κοσμοϊστορικό και
επαναστατικό δίσκο
Sgt.Pepper’s Lonely Hearts
Club Band.
Το
τραγούδι στην πραγματικότητα
είναι μία συγχώνευση δύο
διαφορετικών, ανεξάρτητων
αλλά και
αλληλοσυμπληρούμενων
κομματιών που γράφτηκαν
ξεχωριστά από τους John
Lennon και Paul McCartney.
Περιλαμβάνοντας
ιμπρεσιονιστικούς στίχους,
καινοτόμες τεχνικές
παραγωγής και μια πολύπλοκη
ενορχήστρωση,
συμπεριλαμβανομένου ενός
μερικώς - αυτοσχεδιασμένου
ορχηστρικού crescendo, το
τραγούδι αυτό θεωρείται το
ανώτατο επίτευγμα του δίσκου
και μία από τις πιο
εμπνευσμένες δουλειές στην
ιστορία της pop.
Οι στίχοι
Ήταν 7 Ιανουαρίου του 1967
και ο John Lennon έπαιζε στο
πιάνο μία μελωδία. Πάνω στο
πιάνο βρισκόταν ανοιχτή η
εφημερίδα Daily Mail και η
ματιά του John Lennon πέφτει
πάνω στη σελίδα με τα
«Σύντομα Νέα». Δύο ειδήσεις
τράβηξαν την προσοχή του και
έγιναν η αφορμή να γραφτεί
το «A Day In The Life».
Η μία είδηση αφορούσε
την είδηση του θανάτου του
Tara Browne, γιο του Λόρδου
Dominique Browne και
κληρονόμο της οικογένειας
Guiness (της διάσημης μάρκας
μπίρας), που σκοτώθηκε σε
τροχαίο ατύχημα τις πρώτες
πρωινές ώρες της 18ης
Δεκεμβρίου 1966.
Ο
21χρονος εκατομμυριούχος
Tara Browne με το αυτοκίνητό
του, μάρκας Lotus Elan, και
έχοντας δίπλα του τη φίλη
του, Suki Poitier, έτρεχε με
υπερβολική ταχύτητα (περίπου
170 χλμ/ώρα) στο South
Kensington του Λονδίνου και
παραβίασε το κόκκινο φανάρι
του Redcliffe Square με
αποτέλεσμα να συγκρουστεί με
ένα διερχόμενο «σκαραβαίο»
της Volkswagen και να πέσει
πάνω σε ένα σταθμευμένο
φορτηγό.
Η Suki
Poitier επέζησε του
ατυχήματος όχι όμως και ο
Tara Browne που πέθανε
ακαριαία. Επί τη ευκαιρία,
να πούμε εδώ ότι η Suki
Poitier ήταν μοντέλο και
έβγαινε κατά καιρούς με
διάφορους rock stars,
συμπεριλαμβανομένου του Jimi
Hendrix, του Brian Jones και
του Keith Richards των
Rolling Stones. Ο
τελευταίος, μάλιστα, ονόμασε
το δεύτερο γιο του Tara, από
τον Tara Browne, μόνο που ο
γιος του ήταν πρόωρος και
πέθανε λίγο μετά τη γέννα.
Ο John Lennon γνώριζε
προσωπικά τον Tara Browne
και είχαν βγει μερικές φορές
μαζί. Η είδηση, λοιπόν, του
θανάτου του δεν μπορούσε να
περάσει απαρατήρητη…
Στην επόμενη σελίδα της
Daily Mail υπήρχε ένα άρθρο
με τίτλο «The holes in our
roads» (Οι τρύπες στους
δρόμους μας), σύμφωνα με το
οποίο ο επιθεωρητής των
δρόμων του Blackburn είχε
μετρήσει 4.000 τρύπες στους
δρόμους της πόλης.
Ο
John Lennon αφομοίωνε συχνά
πληροφορίες από βιβλία,
εφημερίδες ή και από την
τηλεόραση, μετατρέποντας
ακόμα και τις πιο μικρές
ειδήσεις σε ιδέες για
τραγούδια. Έτσι, πήρε την
εφημερίδα μαζί του και
συνάντησε τον Paul McCartney
στην Cavendish Avenue. Του
διάβασε τις ειδήσεις και
κατόπιν πήγαν στο σπίτι του
Paul, ανέβηκαν πάνω στο
δωμάτιο μουσικής και
ξεκίνησαν να δουλεύουν πάνω
στο «A Day In The Life».
Ο John Lennon είχε ήδη
τον πρώτο στίχο «I read the
news today», καθώς και
κάποιους της δεύτερης
στροφής ενώ άλλαξε και λίγο
την ιστορία του Tara Browne,
γράφοντας ότι «τίναξε τα
μυαλά του στο αυτοκίνητο»
(«He blew his mind out in
the car»).
Αργότερα,
όταν υπήρχε μία φήμη ότι ο
Paul McCartney σκοτώθηκε σε
τροχαίο, οπαδοί του
συγκροτήματος που
προσπαθούσαν να εντοπίσουν
ενδείξεις για το θάνατο του
Paul McCartney,
εκμεταλλεύτηκαν αυτόν το
στίχο του τραγουδιού
θεωρώντας ότι αποτελεί
απεικόνιση του –ανύπαρκτου-
ατυχήματός του.
Ο
στίχος «I saw a film today,
oh boy..» αποτελεί ευθεία
αναφορά στην πολεμική ταινία
του Richard Lester «How I
Won The War» που αναφέρεται
στη νίκη του αγγλικού
στρατού στο Β’ Παγκόσμιο
Πόλεμο. Στην ταινία, η οποία
γυρίστηκε στην Ισπανία το
1966, συμμετείχε και ο ίδιος
ο John Lennon, όπου μάλιστα
φόρεσε για πρώτη φορά τα
χαρακτηριστικά γυαλιά που
έγιναν το σήμα κατατεθέν
του.
Από το «I'd
love to turn you on» μέχρι
το «Somebody spoke and I
went into a dream» είναι το
όμορφο και γλυκό μικρό
κομμάτι που έγραψε ο Paul
McCartney, ως νοσταλγική
ανάμνηση των μαθητικών του
χρόνων, και που προοριζόταν
για άλλο τραγούδι. Τελικά
προστέθηκε στη μέση του
κομματιού του Lennon.
Αυτοί οι στίχοι, όμως,
δημιούργησαν πρόβλημα με τη
λογοκρισία αφού την 1η
Ιουνίου του 1967, και μόλις
δύο μέρες πριν την
κυκλοφορία του δίσκου «Sgt.
Pepper’s Lonely Hearts Club
Band» το BBC ανήγγειλε την
απαγόρευση της μετάδοσης του
τραγουδιού εξαιτίας του
στίχου «I’d love to turn you
on» που κρίθηκε ότι
υποστηρίζει τη χρήση
ναρκωτικών ουσιών αν και
στην πραγματικότητα ήταν
περισσότερο ως προτροπή
στους ακροατές να διευρύνουν
τη σκέψη τους.
Επίσης
λογοκρίθηκε ο στίχος «Found
my way upstairs and had a
smoke / Somebody spoke and I
went into a dream» με το
σκεπτικό ότι το να καπνίζει
κάποιος και να αρχίζει να
ονειρεύεται σήμαινε ότι
έκανε χρήση μαριχουάνας.
Είναι πιθανό, όμως, ο στίχος
να αναφέρεται στον ίδιο τον
McCartney που για να μπορεί
να καπνίσει συνήθιζε να
ανεβαίνει στο πάνω πάτωμα
των λεωφορείων, το οποίο
ήταν ξεσκέπαστο.
Σε
ένα γεύμα που διοργάνωσε ο
μάνατζερ των Beatles, Brian
Epstein, με αφορμή τη
κυκλοφορία του νέου τους
δίσκου, o John Lennon και ο
Paul McCartney
διαμαρτυρήθηκαν δημόσια γι’
αυτή την απαγόρευση.
John Lennon: «Το
αστείο είναι ότι εγώ κι ο
Paul γράψαμε αυτό το
τραγούδι από τον τίτλο μιας
εφημερίδας. Μιλάει για ένα
τροχαίο και για το θύμα του.
Δεν μπορώ να φανταστώ πως
μπορεί κάποιος να διαβάσει
για ναρκωτικά μέσα σ’ αυτό.
Φαίνεται ότι μερικοί
ενθουσιάζονται όταν βλέπουν
τη λέξη «ναρκωτικά» στις πιο
αθώες φράσεις».
Paul McCartney: «Το BBC
έχει παρερμηνεύσει το
τραγούδι. Δεν έχει καμία
σχέση με τη χρήση
ναρκωτικών. Μιλάει μόνο για
ένα όνειρο». Αργότερα, ο
McCartney θα αρνηθεί
κατηγορηματικά τους
ισχυρισμούς του λέγοντας ότι
το τραγούδι αυτό γράφτηκε ως
σκόπιμη πρόκληση. Μάλιστα το
2004 σε μία συνέντευξή του
σε εφημερίδα, ο Paul
McCartney παραδέχτηκε ότι
την εποχή που έγραφε αυτό το
κομμάτι ήταν υπό την επήρεια
κοκαΐνης και μαριχουάνας.
Για το ίδιο θέμα ο
George Martin, παραγωγός των
Beatles, είπε: «Τότε
υποψιαζόμουνα ότι οι στίχοι
αυτοί αναφέρονταν στα
ναρκωτικά γιατί οι Beatles,
αν και δεν κάπνιζαν μπροστά
μου, πάντα εξαφανίζονταν για
να κάνουν καμιά τζούρα».
Η φαινομενικά τυχαία ροή
των στίχων τελειώνει με την
τελευταία αινιγματική στροφή
η οποία ανήκει στον John
Lennon. Ο στίχος «Now
they know how many holes it
takes to … the Albert Hall»
δυσκόλεψε τον Lennon αφού
για κάποιο μυστήριο λόγο δεν
μπορούσε να σκεφτεί το ρήμα
που θα ταίριαζε στο στίχο.
Τι έκαναν οι τρύπες στο
Albert Hall;
Τη λύση
έδωσε ο Terry Doran, ένας
φίλος του Lennon, που
πρότεινε το ρήμα «fill». Κι
ήταν ακριβώς το ρήμα που
έψαχνε ο Lennon αλλά δεν
μπορούσε να το βρει. Μ’
αυτόν τον τρόπο ο Lennon
σχολίαζε ότι ο όγκος του
υλικού που απαιτούνταν για
να γεμίσουν οι τρύπες
(δηλαδή οι λακκούβες των
δρόμων) ήταν αρκετός για να
γεμίσει το Albert Hall.
Οι αυθεντικοί, γραμμένοι
στο χέρι, στίχοι του John
Lennon δημοπρατήθηκαν στις
27 Αυγούστου του 1992 και
πουλήθηκαν σε άγνωστο
Αμερικάνο συλλέκτη για
100.000$.
Οι στίχοι
του τραγουδιού είναι μία
παραβολή πάνω στη σύγχρονη
αποξένωση και στο στείρο
παραλογισμό των «καθώς
πρέπει» αξιών. Το φωτεινό
του ρεφρέν υπόσχεται μία
αίσθηση διαπροσωπικής
σωτηρίας σε καθολική κλίμακα
αλλά οι στίχοι, με την
απόχρωση της παραίτησης και
της μη αναγνωρισμένης
ενοχής, υποδηλώνουν ότι μια
τέτοια μορφή συναισθηματικής
απελευθέρωσης θα παραμείνει
πάντα ένα απραγματοποίητο
όνειρο.
Η
μουσική
Οι
Beatles ξεκίνησαν να
ηχογραφούν το τραγούδι στα
στούντιο του Abbey Road στις
19 Ιανουαρίου του 1967
έχοντας ως αρχικό τίτλο το
«In The Life Of…». Το
τραγούδι χωρίζεται σε δύο
μέρη. Το βασικό τμήμα κάθε
μέρους αποτελείται από μία
απλή επαναλαμβανόμενη
συγχορδία πιάνου, αλλά
ακούγονται, επίσης, διάφοροι
περίεργοι ήχοι.
Στο
1.43 του τραγουδιού ξεκινάει
η ορχήστρα, οι μουσικοί της
οποίας παίζουν όλες τις
νότες των οργάνων τους
ξεκινώντας από την πιο
χαμηλή και φτάνοντας στην
πιο ψηλή νότα μέσα σε 24
μουσικά μέτρα. Πίσω από την
ορχήστρα, ακούγεται στο
βάθος η φωνή του βοηθού Mal
Evans, που αρχίζει να
μετράει από το 1 έως το 24
αν και το μέτρημα δεν είναι
ευδιάκριτο ακουστικά παρά σε
ορισμένα μόνο σημεία.
Στο 2.16 τελειώνει το
πρώτο ορχηστρικό crescendo
του τραγουδιού και στο 2.17
ακούγεται από το δεξιό ηχείο
μία αναπνοή.
Στο
επόμενο δευτερόλεπτο (2.18)
ακούγεται ο ήχος από ένα
ξυπνητήρι που σημαίνει το
τέλος του μετρήματος του Mal
Evans. Ταυτόχρονα κάποιος
λέει «One» και πιο σιγά,
αλλά ευδιάκριτα, συνεχίζει
«two, three, four» (στο
δεξιό ηχείο). Η αρχική
πρόθεση ήταν να μην
ηχογραφηθεί το ξυπνητήρι
αφού το κενό του τραγουδιού
καλύφθηκε από το κομμάτι που
έγραψε ο Paul McCartney.
Επειδή, όμως, εντελώς
συμπτωματικά ο ήχος από το
ξυπνητήρι συνέπεπτε με το
στίχο «Woke up, fell out of
bed», αποφάσισαν οι Beatles
να το κρατήσουν.
Ακριβώς πριν και μετά από το
στίχο «had a smoke»
(2.42-2.48) ακούγεται, πολύ
αμυδρά, η φωνή του Lennon
και κάτω από τη λέξη «smoke»
κάνει ένα «hooo» από το
δεξιό ηχείο.
Στο 2.58
του τραγουδιού ακούγεται,
από το αριστερό ηχείο, ένας
ήχος σαν βήχας. Στο 3.50
ξαναμπαίνει η ορχήστρα και ο
Mal Evans ξαναρχίζει να
μετράει από το 1 έως το 24.
Το ορχηστρικό μέρος
με το αποκαλυπτικό crescendo
των εγχόρδων ήταν ιδέα του
Paul McCartney, ο οποίος
ήταν επηρεασμένος από τους
avant garde συνθέτες, όπως ο
Stockhausen. Κατά μία άλλη
εκδοχή, είναι εμπνευσμένο
από το «Θρήνο στη μνήμη των
θυμάτων της Χιροσίμα» (1960)
του Krzysztof Penderecki και
τη «Μετάσταση» (1955) του
Iannis Xenakis.
Το
ορχηστρικό αυτό μέρος, που
χρησιμοποιήθηκε για να
καλύψει τα κενά που είχε το
τραγούδι, ηχογραφήθηκε στις
10 Φεβρουαρίου του 1967, με
τον Paul McCartney και τον
παραγωγό των Beatles, George
Martin, να διευθύνουν εκ
περιτροπής μία 40μελή
ορχήστρα (ο McCartney ήθελε
αρχικά μια 90μελή ορχήστρα
αλλά αυτό αποδείχθηκε
ανέφικτο) και τον μηχανικό
ήχου Geoff Emerick να
επανδρώνει το control room
για να «συλλάβει» το κλασικό
crescendo.
Οι
μουσικοί της ορχήστρας, οι
οποίοι ήταν συνηθισμένοι
στον τυπικό και συμβατικό
τρόπο παιξίματος, δεν ήταν
μαθημένοι σε αυτοσχεδιασμούς
και γι’ αυτό ο George Martin
χρειάστηκε να σημειώσει πάνω
στην παρτιτούρα κάθε
μουσικού τη χαμηλότερη νότα
από την οποία θα ξεκίναγε να
παίζει το μουσικό του
όργανο, καθώς και την
υψηλότερη στην οποία θα
έπρεπε να φτάσει ο μουσικός
μετά από 24 μουσικά μέτρα.
Επιπλέον έβαλε
σημεία αναφοράς που να τους
δείχνουν σε ποια νότα θα
έπρεπε να φτάσουν σε κάθε
μουσικό μέτρο και τους
εξήγησε ότι αναζητούσε ένα
μνημειώδες
glissando/crescendo που θα
ήταν το ακουστικό αντίστοιχο
της Αποκάλυψης.
Το
ημι-αυτοσχεδιασμένο τμήμα
ηχογραφήθηκε πολλές φορές
και τελικά τέσσερις
διαφορετικές ηχογραφήσεις
ενώθηκαν σε μία,
δημιουργώντας ένα ενιαίο
ογκώδες crescendo που
αντιστοιχούσε, στην ουσία,
σε 160 μουσικούς και ηχούσε
σαν «το τέλος του κόσμου».
Οι Beatles,
αντανακλώντας την προτίμησή
τους στον πειραματισμό και
τη καινοτομία, ζητήσανε από
τους μουσικούς της
ορχήστρας, που ήταν
μεσήλικες επαγγελματίες
μουσικοί, να φορέσουν
επίσημη βραδινή ενδυμασία
αλλά σε συνδυασμό με… αστεία
καπέλα, κόκκινες μύτες και
ψεύτικα στήθη, ενώ άλλοι
έβαλαν μπαλόνια πάνω στο
όργανο που έπαιζαν.
Όλο αυτό το σκηνικό
κινηματογραφήθηκε με σκοπό
να χρησιμοποιηθεί αργότερα
σε κάποια πιθανή τηλεοπτική
εκπομπή για το δίσκο «Sgt.
Pepper’s Lonely Hearts Club
Band», σχέδιο που τελικά
εγκαταλείφθηκε. Εκείνη η
βραδιά έγινε αργότερα γνωστή
ως «A Day In The Life Party»
καθώς επισκέφτηκαν το
στούντιο ο Mick Jagger, η
Marianne Faithfull, ο Keith
Richards και πολλοί άλλοι.
Με το ορχηστρικό μέρος
του τραγουδιού να έχει
ολοκληρωθεί, οι Beatles
σκέφτηκαν αρχικά να
«κλείσουν» το κομμάτι με ένα
μακρόσυρτο «hummmmm». Όμως
στις 22 Φεβρουαρίου του 1967
σκαρφίστηκαν ένα από τα
διασημότερα φινάλε στην
ιστορία της μουσικής: δέκα
χέρια (των John Lennon, Paul
McCartney, Ringo Starr,
George Martin και του
γενικών καθηκόντων Mal
Evans) χτυπάνε ταυτόχρονα σε
τρία διαφορετικά πιάνα την
ίδια νότα, ένα Μι ματζόρε
(E-major).
Στο τέλος
του τραγουδιού καθώς
εξασθενούσε η δόνηση της
τελευταίας νότας, ο
μηχανικός ήχου αύξησε την
ένταση του ήχου
χρησιμοποιώντας τα faders
(χειριστήρια ρύθμισης
αυξομείωσης της έντασης του
ήχου) με αποτέλεσμα η
τελευταία νότα να διαρκεί
σχεδόν ένα λεπτό (!) και η
ογκώδης συγχορδία να αντηχεί
μέσα στην ατρόμητη
μελαγχολική ατμόσφαιρα του
τραγουδιού.
Τα
επίπεδα εγγραφής έφτασαν
τόσο ψηλά που στο 4.50 του
τραγουδιού ακούγεται μια
καρέκλα να τρίζει και
κάποιος να κάνει «Σσσς» σαν
να υποδεικνύει στα μέλη του
συγκροτήματος ή στο
προσωπικό που ήταν παρόν, να
κάνει ησυχία καθώς τα πάντα
μπορούσαν να ακουστούν.
Λέγεται, μάλιστα, ότι μπορεί
να ακούσει κανείς το θόρυβο
που κάνουν τα κλιματιστικά
μηχανήματα του στούντιο
καθώς τα faders έφτασαν στα
όριά τους για να
ηχογραφήσουν την τελευταία
νότα.
Μετά από αυτή
την τελευταία νότα, κατά
παράκληση του John Lennon
έμεινε ένας τόνος 15
χιλιοκύκλων ο οποίος είναι
τόσο υψηλός που οι
περισσότεροι άνθρωποι δεν
μπορούν να τον ακούσουν,
αλλά είναι αντιληπτός από
πολλά ζώα και μπορεί να
ενοχλήσει ακόμα και ένα
σκυλί!
Το άλμπουμ
τελειώνει με ακόμα έναν
αληθινά καινοτόμο και
αξιοπρόσεκτο τρόπο: μετά το
«A Day In The Life», που
είναι το τελευταίο τραγούδι
του δίσκου «Sgt. Pepper’s
Lonely Hearts Club Band»,
υπάρχει ένας περίεργος ήχος
ο οποίος τοποθετήθηκε στο
σπειροειδές αυλάκι πριν την
ετικέτα! Αυτός ο ήχος
συνοδεύεται από κάποιες
ακατανόητες συνομιλίες των
Beatles οι οποίες, αφού
ηχογραφήθηκαν, κόπηκαν σε
διάφορα κομμάτια και μετά
συνδέθηκαν με τυχαία σειρά
και κατά τέτοιο τρόπο ώστε
να μπορούν να ακούγονται
είτε προς τα εμπρός είτε
προς τα πίσω.
Εάν το
πικάπ του ακροατή έχει
μηχανισμό αυτόματης
επιστροφής, πριν σηκωθεί η
βελόνα και μετακινηθεί πίσω
στη θέση της, ακούγεται ένας
σύντομος βόμβος σαν έκρηξη.
Αν η βελόνα δεν επαναφέρεται
αυτόματα, το πικάπ θα παίζει
συνέχεια τον ήχο κάνοντας
τον ακροατή να αναρωτηθεί αν
κάτι πάει στραβά με το δίσκο
ή με το πικάπ. Αυτός ο
περίεργος θόρυβος υπάρχει
μόνο στις βρετανικές κόπιες
και όχι στις αμερικάνικες.
Στην έκδοση της
επανακυκλοφορίας του δίσκου
σε CD, το 1987, αυτό το εφέ
αναπαράγεται, με τις
συνομιλίες των Beatles να
επαναλαμβάνονται 8-9 φορές
όταν τελειώνει το τραγούδι.
Λόγω των πολλαπλών
ηχητικών λήψεων που
απαιτήθηκαν για να
τελειοποιηθεί η ορχηστρική
συγχορδία, καθώς και της
ιδιαίτερης αναβλητικότητας
που υπέδειξαν οι Beatles στη
σύνθεση του τραγουδιού, η
συνολική διάρκεια
ηχογράφησης του «A Day In
The Life» έφθασε τις 34
ώρες, χρόνος αρκετά μεγάλος
για την παραγωγή ενός
τραγουδιού των Beatles, αν
σκεφτεί κανείς ότι έκαναν
μόλις 10 ώρες για να
ηχογραφήσουν ολόκληρο το
πρώτο τους album («Please
Please Me»).
Η
ηχογράφηση ολοκληρώθηκε με
συνολικό κόστος για κάθε
μουσικό 367 λίρες, ποσό που
εκείνη την εποχή θεωρήθηκε
υπερβολικό. Λέγεται πως όταν
οι μουσικοί άκουσαν το
τελικό αποτέλεσμα ξέσπασαν
σε ένα αυθόρμητο
χειροκρότημα.
Το
τραγούδι αποδεικνύει τις
υψηλού επιπέδου κλασικές
επιρροές των Beatles οι
οποίες, όμως, διαψεύδονται
ειρωνικά από την αποφυγή της
τέλειας συμμετρίας.
Η
αλά avant-garde χρήση της
ορχήστρας καθιστά εντελώς
αδύνατη την ταξινόμηση αυτού
του τραγουδιού σε κάποιο
«ύφος» (κάτι που θα ήταν
πολύ πιο εύκολο αν δεν
υπήρχε η ορχήστρα) και
ταυτόχρονα το κάνει
πρακτικώς αδύνατον να
εκτελεστεί ζωντανά.
Με το κομμάτι αυτό οι
Beatles κέρδισαν το 1967 μία
υποψηφιότητα για το βραβείο
Grammy στην κατηγορία Best
Arrangement Accompanying
Vocalist(s) Or
Instrumentalist(s).
Μετά την τρομοκρατική
επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου
2001 μερικοί ραδιοφωνικοί
σταθμοί των Η.Π.Α. έβαλαν το
τραγούδι των Beatles στη
«μαύρη λίστα» θεωρώντας ότι
οι στίχοι του ήταν
ακατάλληλοι.
Το «A
Day In The Life» αποδεικνύει
πως ανόμοια μεταξύ τους
στοιχεία μπορούν να
εναρμονιστούν μαζί σε ένα
συνεκτικό και ισχυρό σύνολο.
Ο σχεδόν κυνικός τόνος των
παρατηρήσεων του Lennon πάνω
στα νέα της εφημερίδας
έρχεται σ’ αντίθεση με το
αισιόδοξο μέρος του
τραγουδιού όταν ο McCartney
«σηκώνεται απ’ το κρεβάτι».
Το τραγούδι, λοιπόν,
προβάλλει τη σιωπηρή
απελπισία μιας αυξανόμενης
–αλλά περιστασιακής-
υστερίας που καταστέλλεται
γρήγορα. Οι λεπτές εντάσεις
μεταξύ της απάθειας, της
δυστυχίας και της
ονειροπόλησης, η αναζήτηση
του νοήματος της ζωής και το
πολύ σημαντικό -αλλά αμυδρό-
φως της ελπίδας που μας
κρατά ζωντανούς σ’ αυτή την
αναζήτηση, είναι τα μέσα με
τα οποία αυτό το τραγούδι
μας ταξιδεύει στις σφαίρες
της υψηλής τέχνης.
Το
αποκορύφωμα αυτών αποτελεί η
στομφώδης συμφωνική ορχήστρα
που κατευθύνει ο Martin
καθορίζοντας έτσι το πρότυπο
για κάθε τραγούδι συμφωνικού
rock που έχει γραφτεί από
τότε. Δεν θα ήταν υπερβολικό
να πούμε ότι αυτό το
μνημειώδες τραγούδι αποτελεί
το μέγιστο επίτευγμα των
Beatles και την κορυφή της
μουσικής τους πυραμίδας.
Είναι ένα επαναστατικό
αριστούργημα χωρίς κανένα
ισάξιό του σε όλη τη μουσική
παραγωγή του 20ου αιώνα.
Κλείνει με τον πλέον ιδανικό
τρόπο έναν από τους
σημαντικότερους δίσκους όλων
των εποχών και δηλώνοντας
ότι η ζωή είναι βίαιη και
άχαρη προφητεύει ψυχρά το
τέλος της αισιοδοξίας της
δεκαετίας του 1960.
Επιπλέον, χαρακτηρίζει μία
από τις τελευταίες δουλειές
των John Lennon και Paul
McCartney που έγιναν με καλό
πνεύμα συνεργασίας. Εφεξής
θα έγραφε ο καθένας μόνος
του…
Κείμενο -
Έρευνα: Κωνσταντίνος
Παυλικιάνης
|
|
|
|