Ο Τζορτζ Χάρισον τελικά είναι ζωντανός. Οι μαχαιριές του παρανοϊκού φαν που εισέβαλε στα τέλη Δεκεμβρίου στο σπίτι του δεν κατάφεραν να τον στείλουν στα επουράνια λημέρια του Λένον. Ο τρόμος όμως ότι θα έχει κάποτε την ίδια μοίρα με τον αδικοχαμένο Τζον δεν έχει πάψει να τον κατατρύχε.

«Ακουσα την είδηση αλλά δεν την πίστεψα. Επεσα να κοιμηθώ, την επομένη όμως η είδηση μεταδιδόταν πάλι από όλα τα ραδιόφωνα». Αυτή ήταν η δήλωση του Τζορτζ Χάρισον την επομένη του τραγικού θανάτου του Τζον Λένον. Ηταν 9 Δεκεμβρίου του 1980 όταν ο Λένον έπεφτε νεκρός στο διαμέρισμά του στη Νέα Υόρκη από τις σφαίρες του Μαρκ Τσάπμαν, ενός «φρενοβλαβούς» θαυμαστή των Μπιτλς.

Δεκαεννέα χρόνια αργότερα η ιστορία έμελλε να επαναληφθεί, πάλι μια ημέρα του Δεκεμβρίου, με θύμα αυτή τη φορά τον Χάρισον. Μία ημέρα προτού τελειώσει ο Δεκέμβριος του 1999 ένας «σχιζοφρενής» θαυμαστής των Μπιτλς και πάλι - έχουν περάσει ήδη 30 χρόνια από τη διάλυση του συγκροτήματος - εισέβαλε στην έπαυλη του Χάρισον σε ένα προάστιο του Λονδίνου μαχαιρώνοντας αυτόν και τη σύζυγό του.

Το ζευγάρι μεταφέρθηκε αμέσως σε κλινική του Λονδίνου όπου του παρεσχέθησαν οι πρώτες βοήθειες. Υστερα από τρεις ημέρες ο Χάρισον και η δεύτερη σύζυγός του Ολίβια επέστρεψαν στο σπίτι τους.

Οπως αναφέρει ο Φίλιπ Νόρμαν, συγγραφέας του βιβλίου Η πραγματική ιστορία των Μπιτλς (Shout! The True Story of the Beatles), σε πρόσφατο δημοσίευμά του στην εφημερίδα «Sunday Times»: «Το τραγικό στοιχείο σε αυτή την υπόθεση είναι ότι ο Τζορτζ Χάρισον ζούσε όλα αυτά τα χρόνια με τον φόβο ότι θα έχει την ίδια απρόβλεπτη μοίρα με τον Λένον, αν και ποτέ δεν το είχε εκφράσει δημοσίως. Είναι βέβαια δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι ένας από τους πιο δημοφιλείς άνδρες της Βρετανίας, αλλά και του κόσμου όλου, έπασχε από ένα είδος καταδίωξης και μελαγχολίας».

Εν αντιθέσει με τα υπόλοιπα τρία Σκαθάρια, ο Τζορτζ Χάρισον ήταν πάντα ο πιο εσωστρεφής και ο πιο δύσπιστος ως χαρακτήρας. Ακόμη και σε παλαιότερες φωτογραφίες της μπάντας, της οποίας η επίδραση στη μουσική ποπ του 20ού αιώνα ήταν καταλυτική, ο Τζορτζ είναι ο μόνος του οποίου το βλέμμα «εκφράζει» κάποια δυστυχία ενώ οι υπόλοιποι τρεις χαμογελούν εγκάρδια στον φακό. Οι ειδήμονες επί μουσικών θεμάτων λένε για τον Χάρισον ότι δεν υπήρξε από τους λαμπρότερους κιθαρίστες, το ίδιο λένε όμως και για τον ντραμίστα Ρίνγκο Σταρ. Ο Χάρισον όμως είχε πάντοτε την αίσθηση ότι ζούσε υπό τη σκιά του Λένον και του Μακάρτνεϊ, οι οποίοι ήταν άλλωστε οι αγαπημένοι των θαυμαστριών αλλά και των μέσων ενημέρωσης.

Ο Χάρισον ήταν πάντα ο ήσυχος της παρέας. Μετά τη διάλυση των Μπιτλς ασχολήθηκε με την παραγωγή κινηματογραφικών ταινιών, με τον ινδουισμό και με τα 136 στρέμματα γης που περιβάλλουν το Φράιαρ Παρκ, την έπαυλή του. Το Φράιαρ Παρκ είχε αγορασθεί το 1970, μετά τη διάλυση του συγκροτήματος, και ήταν, όπως λένε οι φίλοι του, ως το 1980 ένα σπίτι ανοιχτό. Μετά τον θάνατο του Λένον όμως οι πόρτες έκλεισαν για πάντα, προστατεύοντας την ιδιωτική ζωή του Χάρισον. Κανείς άλλωστε ως σήμερα δεν έχει δει τον Ντένι, 21 ετών, τον γιο του Χάρισον από τον δεύτερο γάμο του.

Μετά την έξοδό του από το νοσοκομείο, ο Τζορτζ Χάρισον δήλωσε ότι «συγχωρεί» τον δράστη. Οπως λένε οι φίλοι του, «έτσι είναι ο Τζορτζ• μπορεί να μην αποδέχεται ο ίδιος ότι είναι ένας ζωντανός μύθος, αλλά είναι ένας πολύ καλός άνθρωπος».


09/01/2000

Το ΒΗΜΑ
 
Λίστα όλων των άρθρων