ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ-ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ

ΣΤΙΣ ΑΛΗΣΜΟΝΗΤΕΣ ΠΑΤΡΙΔΕΣ

ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΘΡΑΚΗΣ

(11 – 13 ΜΑΡΤΙΟΥ 2000)

 

Μία επίσκεψη στην πατρίδα του Ορφέα, του Δημόκριτου, του Βιζυηνού και ειδικότερα στις αλησμόνητες και αδικοχαμένες πατρίδες των παππούδων  μας και των γονιών μας, είναι χρέος τιμής.

Έτσι η ΘΡΑΚΙΚΗ ΕΣΤΙΑ Ν.ΣΕΡΡΩΝ το τριήμερο της Καθαράς Δευτέρας πραγματοποίησε μία προσκυνηματική εκδρομή. Μια εκδρομή που είχε σαν αποτέλεσμα να μας φέρει σε επαφή με το παρελθόν, να γνωρίσουμε από κοντά την Κεσσάνη, την μακρά Γέφυρα, την Αδριανούπολη, τις Σαράντα Εκκλησιές με τα γύρω χωριά της, Σκόπελο, Πέτρα, Σκοπό που σήμερα έχουν άλλο όνομα, Κεσάν, Ουζούν Κιοπρού, Εντιρνέ, Κιρκλαρελί, Καγιαλίκ κ.λ.π.

Η εκδρομή ήταν μια συνάντηση με το παρελθόν, Μία συνάντηση με τον τόπο,  και την ζωή που ζούσαν οι πρόγονοί μας, αλλά και με το έργο της φθοράς που προκλήθηκε, όχι από τα φυσικά φαινόμενα αλλά από την νοοτροπία και την τακτική των ανθρώπων που μας αντικατέστησαν.

Είναι γεγονός ότι η γνώση της ιστορίας χρησιμεύει πολλαπλά, αλλά και η ενασχόληση με το παρελθόν κρατά άσβεστη τη φλόγα του κεριού και δεν την αφήνει να χαμηλώσει ή να σβήσει ποτέ.

Περάσαμε το τελωνείο των Κήπων. Πάνοπλοι στρατιώτες στην Τουρκική πλευρά, με το άγαλμα του Κεμάλ Ατατούρκ να βλέπει προς την Θεσσαλονίκη, όπως και σε κάθε άλλη πόλη που επισκεφθήκαμε. Ενώ ο ανδριάντας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, όταν στήθηκε στην παραλία της Θεσσαλονίκης  με κατεύθυνση την Ανατολή έγινε διεθνές επεισόδιο. Βλέπετε τα δικά μας είναι καρύδια και των άλλων σύκα.

Το λεωφορείο προχωράει. Οι γροθιές σφίγγουν, τα δόντια δαγκώνουν τα χείλη, η καρδιά κτυπάει τρελά μπροστά στην εγκατάλειψη και στην  Τουρκική αδιαφορία για κάθε τι Ελληνικό. Μπήκαμε στην Κεσσάνη. Φθάσαμε στην πλατεία της. Φύγαμε αμέσως. Δεν σταματήσαμε καθόλου, συνεχίσαμε για την μακρά Γέφυρα, την άλλοτε ανθούσα Ελληνική πόλη με την μεγάλη περιφέρεια της, Ουζούν Κιοπρού την λένε σήμερα. Σταματήσαμε στην αρχή της γέφυρας, στο σταθμό των λεωφορείων. Σαν τα μελίσσια  έπεσαν από γύρω μας κάθε λογής και ηλικίας άνθρωποι. Άρχισαν να μας ρωτούν ποιοι ήμαστε, που πάμε. Μόλις άκουσαν ότι ήμαστε Έλληνες, άλλοι κουμπώθηκαν, άλλοι απομακρύνθηκαν και άλλοι έμειναν ιδίως τα μικρά παιδιά, τα οποία ζητούσαν να μας βάψουν τα παπούτσια. Ήταν τόσο ανέμελα που το μόνο που τα ενδιέφερε ήταν να βγάλουν το μεροκάματό τους. Βγάλαμε αναμνηστικές φωτογραφίες και αναχωρήσαμε.

Συνεχίζουμε τον δρόμο μας ανάμεσα σε εγκαταλειμμένους, θα τολμήσω να πω, αγρούς και φθάνουμε στο σταυροδρόμι με τις πράσινες πινακίδες ISTANBUL (εις την πόλη) – BULGARISTAN – EDIRNE. Στρίβουμε αριστερά. Στο βάθος ξεχωρίζουν οι μιναρέδες του Σελιμεγέ τζαμί. Διασχίζουμε την νεοαναγειρόμενη Αδριανούπολη. Φθάνουμε στο κέντρο της. Οι Θράκες την ονόμαζαν  Ουσκουμάδα, οι αρχαίοι Έλληνες  Ορεστιάδα, από τον Ορέστη, γιο του Ευκρίονος  Αγαμέμνωνος. Τέλος, επί αυτοκράτωρος Ρώμης Πόπλιου Αίλιου Αδριανού, δόθηκε το όνομα Αδριανούπολις. Σήμερα  Εντιρνέ.

 

Μας επιφυλάχθηκε ωραία υποδοχή στο ξενοδοχείο. Μία ανθοστήλη έγραφε ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ στα Ελληνικά, προίον της "Ελληνοτουρκικής φιλίας" και μας προσέφεραν μικρά κουτιά με λουκούμια. Ένα ζεστό ντούζ και αμέσως στο δρόμο. Να ψάξουμε, να ρωτήσουμε, να μάθουμε, να δούμε. Ο Σουλειμάν, ο ξεναγός  και ο υπομονετικός Μεμέτ από την Κομοτηνή, έδιναν πληροφορίες σε όλους μας. Επισκεφθήκαμε το Σελιμεγιέ τζαμί, πού λέγεται ότι είναι κτισμένο επάνω στις βάσεις της Εκκλησίας της Παναγίας. Στην κεντρική πλατεία το άγαλμα των πεχλιβάνηδων, καθώς και διάφορα άλλα αντικείμενα, ένα παλιό παιτόνι, ένα κάρο, ένα ξύλινο μονόυνο άροτρο, όλα με κατεύθυνση και φορά προς την Ελλάδα. Περιπλανηθήκαμε στην αγορά και στους δρόμους της Αδριανούπολης. Οτιδήποτε Ελληνικό ξεχωρίζει αμέσως από το σύνολο. Η αρχιτεκτονική και ο οικονομικός πλούτος της εποχής εκείνης, είναι τα στοιχεία που προκύπτουν από ο,τι απέμεινε. Σε κάποια στιγμή ξεμονάχιασα τον ξεναγό, τον Σουλειμάν και τον παρακάλεσα αν είναι δυνατόν να έλθει  την επομένη στις 7 η ώρα για να κάνουμε μία οικογενειακή ξενάγηση. Να επισκεφθούμε τον Κιρισχανέ, το Κιίκ και το Ιλντιρίμ, συνοικίες Ελληνικότατες και η κάθε μία με την δική της ιστορία.

Έτσι και έγινε. Πήραμε ταξί. Ο ταξιτζής ο Ισμαήλ έπιασε κουβέντα. Δύο τρεις λέξεις εμείς τουρκικές και με την βοήθεια του Σουλεϊμάν συνεννοηθήκαμε. Ο Ισμαήλ με πόνο στην καρδιά είπε ότι η καταγωγή του είναι από την Ελλάδα και συγκεκριμένα από την Αριδαία. Όταν του είπα Καρατζόβα, απήντησε αφερίμ εφέντη. Κατάλαβα ότι κι αυτός μιλούσε για αλησμόνητες πατρίδες με καημό και πόνο. Έκανε μια κίνηση σαν να έλεγε. Τι φταίμε εμείς οι απλοί άνθρωποι και συμπλήρωσε. Ο παππούς μου έλεγε ότι ήταν ωραία  στην Ελλάδα και ότι περνούσανε πολύ καλά. Τι να του πεις όμως και τι να του εξηγήσεις. Κι αυτός έχει το δίκιο του να μιλάει για αλησμόνητες πατρίδες. Υπάρχει όμως μια μεγάλη διαφορά. Η πατρίδα που επικαλείται δεν ήταν ποτέ δικιά του σε αντίθεση με μας Προτιμήσαμε να βράζουμε όλοι στο ζουμί μας.

 

Φθάσαμε στο Κιρισχανέ. Εγκατάλειψη πλήρης. Η εκκλησία της Παναγίας εγκαταλελειμμένη, ρημαγμένη χώρος αφόδευσης. Μία φωτογραφία είναι καλύτερη από χίλιες λέξεις όπως λέει μια Κινέζικη παροιμία. Όταν όμως πρόκειται για φωτογραφίες που απεικονίζουν αλησμόνητες Ελληνικές πατρογονικές εστίες, τότε οι λέξεις αυτές γίνονται εκατομμύρια και μετατρέπονται σε πραγματικότητα και αληθινή πηγή ιστορικών γεγονότων. Πίκρα, δάκρυα στα μάτια και αναφιλητά. Σύμφωνα με πληροφορίες μας το σπίτι του κυρ Βασίλη Μαλακού, προπάππου της γυναίκας μου βρέθηκε σε ελεεινή κατάσταση, εγκαταλελειμμένο και ρημαγμένο. Υπάρχει όμως ακόμη εκεί για να θυμίζει την ρημαγμένη ζωή των Θρακιωτών. Δεν αντέξαμε. Φύγαμε αφού βγάλαμε αρκετές φωτογραφίες. Να σημειωθεί ότι ο ταξιτζής ο Ισμαήλ μας κατάλαβε και μελαγχόλησε  ενθυμούμενος κι αυτός ίσως τα δικά του για μια ακόμη φορά.

Αναχωρήσαμε για το Κιίκ, ίδια εικόνα ίδια κατάσταση. Εγκαταλελειμμένα αρχοντικά σ’ όλη την διαδρομή. Μας είπαν ότι όλα αυτά τα σπίτια κατοικούνται, από εποίκους Τούρκους, αλλά επειδή δεν έχουν λεφτά αυτοί που κάθονται μέσα, δεν μπορούν να τα επιδιορθώσουν, γι’ αυτό και κατάντησαν έτσι. Η πολιτεία δεν χρηματοδοτεί τις αναστηλώσεις αυτού του είδους.

Αγέρωχη παραμένει η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Μας είπαν ότι λειτουργεί σ’ αυτήν ένας Βούλγαρος ιερέας, γιατί η επιγραφή που έχει είναι στα Βουλγάρικα! Ας όψεται η συνθήκη του Αγίου Στεφάνου. Ο πόνος ήταν μεγάλος. Δεν θελήσαμε να πάμε στο Ιλντιρίμ, την πιο πλούσια συνοικία. Όπως είπαν ο Σουλεϊμάν και ο Ισμαήλ, δεν διαφέρει σε τίποτε από ότι   είδαμε μέχρι στιγμής. Γυρίσαμε στο ξενοδοχείο. Μια ζεστή χειραψία με τον Ισμαήλ, σίγουρα έλεγε πολλά. ‘Ενας ζεστός καφές στο εστιατόριο του ξενοδοχείου ήταν ότι έπρεπε για κείνη τη στιγμή.

Σε λόγο αναχωρήσαμε με κατεύθυνση προς τα ανατολικά της Αδριανούπολης και με προορισμό την Καρποδαίμων, ή Ταρπόδιζο, ή Ηράκλεια, ή Τζόϊδα. Σαράντα Εκκλησιές την ξέρουμε όλοι μας που είναι κτισμένη σε δύο υψώματα που χωρίζονται από ένα χείμαρρο, τον Μπουκλατζά ντερέ. Έχουν ειπωθεί και γραφεί πολλά αλλά δεν έχει αποσαφηνιστεί με βεβαιότητα πως πήρε τελικά την ονομασία «Σαράντα Εκκλησιές». Βέβαιο είναι ότι ήταν αδύνατο στην περιοχή να υπήρχαν ποτέ τόσες εκκλησιές. Επικρατέστερο είναι ότι η ονομασία προήλθε από το Κιρκάρ Τακεσί που θα πει Τεκές-Μοναστήρι – ασκητήριο των σαράντα.

Άλλη άποψη είναι το Κιρκ-Κινισέ, που θα πει 40 ή μεγάλος. Στην καθημερινότητα την έλεγαν Κασαμπά και τους κατοίκους της Κασαμπαλιώτες. Κασαμπάς θα πει πολιτεία. Οι βούλγαροι την λένε Λοζεγκράντ, αμπελούπολη και οι τούρκοι ΚΙΡΚΛΑΡΕΛΙ.

Φτάσαμε στην πλατεία. Σαν τα μελίσσια μας περικύκλωσαν  ρωτώντας μας ποιοι είμαστε, τι θέλουμε. Ίδιο σκηνικό με αυτό της Μακράς Γέφυρας. Είμαστε Έλληνες, ήρθαμε να δούμε τις πατρίδες μας, να μας πληροφορήσετε πως μπορούμε να φθάσουμε στην Πέτρα (Κάγιαλικ), στον Σκοπό, στη Σκόπελο. Ο Σουλεϊμάν και ο Μεμέτ συγκέντρωσαν τις πληροφορίες που θέλαμε. Άλλοι χρησιμοποίησαν ταξί για τον Σκοπό και Λελέ Μπουργκάζ και οι υπόλοιποι με το λεωφορείο ξεκινήσαμε για την Πέτρα.

Σκόπελος-Πέτρα-Μεγαλοχώρι. Ένα τρίγωνο από τρία χωριά στην περιοχή των Σαράντα Εκκλησιών. Ίδια μοίρα τα περίμενε κι’ αυτά. Σήμερα οι κάτοικοί τους είναι σκορπισμένοι στην Θράκη, στον Υφαντά, στη Αμβροσία, στις Σάππαις, στο Χαμηλό, στην Εργίνη. Στη Μακεδονία στα χωριά των Σερρών Νέα Πέτρα, Μονοκκλησιά, Άνω Καμήλα, ‘Ιβηρα, Μαυροθάλασσα, Αναγέννηση και στην Θεσσαλονίκη, στον ‘Αγιο Αθανάσιο (Καβακλί) και Νέα Μάλγαρα.

 

Περίεργα συναισθήματα δοκιμάζει ο ψυχικός μας κόσμος. Βλέπω τον κ. Γιώργο Μπιτζίδη, που γεννήθηκε στην Πέτρα, τον αδελφό του τον Αλέκο να αλληλοκοιτάζονται με μάτια βουρκωμένα. Πλησιάζει η ώρα του προσκυνήματος στην γενέτειρα. Στην Πέτρα τη Βυζαντινή με τα κάστρα γύρω της, τους θρύλους, τις παραδόσεις, την εκκλησία της που την γκρέμισαν και με τα υλικά της έκτισαν το τζαμί στο κέντρο του χωριού! Το παλιό σχολείο γκρεμίστηκε και στη θέση του κτίσανε καινούργιο πιο μεγάλο. Συμφωνούμε, έτσι έπρεπε να γίνει, αλλά όχι και για την εκκλησία που έγινε υλικά οικοδομών.

Να ο ποταμός Τεκές-Ντερέ, προχωρώντας κι αριστερά ένα αβαθή πηγαδάκι, έργο φτωχού πηγαδά για τη ψυχή των γονιών του. Ειλικρινά θα ήθελα να ήμουν ζωγράφος να αποθανατίσω το τοπίο. ‘Αφησα τη δουλειά αυτή να την κάνει η φωτογραφική μου μηχανή. Φτάσαμε στην πλατεία. Το πρώτο συναίσθημα κι εδώ ήταν η απογοήτευση. Ελάχιστα απόμειναν από τότε. Το μαγαζί του κ.Κατσαούνη Χρήστου, κρεοπωλείο, ήταν τότε με το σπιτικό πίσω. Σώζεται μόνο το μαγαζί. Σίγουρα υπάρχουν και άλλα εναπομείναντα, αλλά κανείς δεν ήταν σε θέση να αναγνωρίσει. Λίγο χώμα, μία πέτρα και ένα κλαδί από πεύκο ήταν αυτά που πήραμε φεύγοντας από την Πέτρα.

Μας φιλοξένησαν στο καφενείο, ήπιαμε τσάι και μάθαμε ότι κι αυτοί είναι πρόσφυγες από τη Δράμα, το Κιλκίς, τη Δοϊράνη τα Γιαννιτσά. Ευχηθήκαμε να είμαστε όλοι καλά και πήραμε τον δρόμο της επιστροφής. Σε λίγο πάλι στην πλατεία των Σαράντα Εκκλησιών. Αμέσως κατεύθυνση Βορειοδυτική για να φθάσουμε στη συνοικία του Μεγάλου Μπαγιρίου. Εκεί όπου δεσπόζουν τα αρχοντικά της οικογένειας Κεραμέως, του Τζελέπογλου, η Αστική Σχολή απέναντι από την Μητρόπολη. Σήμερα εκκλησιαστική σχολή για χοτζάδες, η άλλοτε καλημάρμαρη πλατεία, σήμερα είναι σκέτο χώμα. Κτυπήσαμε την πόρτα της κατοικίας του ιατρού Κεραμέως. Δεν πήραμε απάντηση. Μια πινακίδα στα τουρκικά γράφει :«Στο σπίτι αυτό κοιμήθηκε ο Κεμάλ Ατατούρκ»!  Το ίδιο κάναμε και στο αρχοντικό του ιατρού Τζελέπογλου. Και εδώ καμία απάντηση! Και να σκεφθεί κανείς ότι αυτά τα δύο σπίτια έσφιζαν από ζωή. Και τα δύο αυτά σπίτια έχουν νεοκλασική αρχιτεκτονική.

 

Περίλυποι και κατηφείς αφήσαμε την άλλοτε ανθούσα συνοικία του Μπαγιρίου,αφού πρώτα από την αυλή του αρχοντικού του Κεραμέως πήραμε χώμα από την αυλή και ένα κλαδί μερσίνης. του και κατηφορίσαμε για την πλατεία, όπου μας περίμενε το λεωφορείο. Φεύγοντας πήραμε μαζί μας και λίγο χώμα από την αυλή της κατοικίας Κεραμέως και ένα κλαδί μερσίνης. Σε λίγο έφθασαν και οι υπόλοιποι που πήγανε στον Σκοπό και στο Λουλέ Μπουργάζ και αναχωρήσαμε για την Αδριανούπολη. Τις υπόλοιπες ώρες τις περάσαμε στην αγορά και το βράδυ μας περίμενε ένα αποκριάτικο γλέντι σ’ ένα πολύ ωραίο κατάστημα, δίπλα στον Έβρο, την Μαρίτσα, όπως αλλιώς τον λένε. Περάσαμε την γνωστή γέφυρα όπου άλλοτε έριχναν τον Σταυρό την ημέρα των Θεοφανίων.

Την Καθαρά Δευτέρα το πρωί ξεκινήσαμε για τα σύνορα μέσω του τελωνείου των Καστανιών, 5 χιλιόμετρα από την Αδριανούπολη, αφού περάσαμε από το Καραγάτς, εκεί όπου κατέφυγαν στην αρχή οι ‘Ελληνες της Αδριανούπολης πιστεύοντας ότι η απομάκρυνσή τους θα είναι προσωρινή και ότι σύντομα θα επέστρεφαν στις εστίες τους. Πέρασαν όμως από τότε 78 χρόνια και ακόμη καρτερούν…

Περάσαμε στο Ελληνικό έδαφος, επίσκεψη στην Νέα Ορεστιάδα και το μεσημέρι φαγητό στη γραφική λίμνη του Τυχερού. Το απομεσήμερο επισκεφθήκαμε την πόλη των Φερρών και προσκυνήσαμε στην εκκλησία της Παναγίας της Κοσμοσώτειρας, την εικόνα της, που είναι Προστάτιδα των απανταχού Θρακών. Ο φιλόλογος καθηγητής κ. Γεώργιος Δεληγεώργης μας έκανε μία ιστορική αναφορά τόσο για την πόλη των Φερρών, όσο και για την εκκλησία της Παναγίας.

Το βραδάκι φθάσαμε στις Σέρρες και υποσχεθήκαμε   οι εκδρομείς να μη χαθούμε. Ήταν μία εκδρομή κατά γενική ομολογία, απόλυτα επιτυχημένη. Μία εκδρομή που περιείχε τα πάντα!

Θα κλείσω την αφήγηση αυτή με ένα δημοτικό Θρακιώτικο Τραγουδάκι που ακουγόταν την εποχή του τρύγου:

Μάγος και ο χορατατζής, ο χρυσομάλης γκαιτατζής τραγουδάει:

                          Τρώτε Μπόλικο σταφύλι

                           Νάχετε δροσάτα χείλη

                           Ρουφάτε και τ’ αγνό κρασί

                           Ζωή να ζήσετε χρυσή

                           Δίχως της έγνοιας το σαράκι

                           Μα μη ξεχνάτε ποτέ τη ΘΡΑΚΗ.

 

Σέρρες 4 Απριλίου 2000

Ελευθέριος Θ.Χατζόπουλος

Πρόεδρος

ΘΡΑΚΙΚΗΣ ΕΣΤΙΑΣ Ν.ΣΕΡΡΩΝ

& Αντιπρόεδρος της

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ

ΘΡΑΚΙΚΩΝ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ