ΜΟΥΣΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ
ΚΑΝΟΝΑΚΙ (ΚΑΝΟΝΙ Η
ΨΑΛΤΗΡΙΟ)
Χορδόφωνο λαϊκό μουσικό
όργανο της ελληνικής βυζαντινής παραδοσιακής μουσικής. Σε πρωτόγονη μορφή
συναντάται στην Αρχαία Αίγυπτο. Υπάρχει σε διάφορα μεγέθη, κατασκευάζεται από
ξύλο και έχει σχήμα τραπεζίου και σπανιότερα, τριγώνου. Έχει εντέρινες χορδές,
παίζεται με δαχτυλήθρες και η έκταση του είναι τρεις οκτάβες και τρεις νότες.
|
ΜΑΣΑ
(ΜΑΣΙΑ)
Ρυθμικό κρουστό όργανο της
Θράκης. Είναι όργανο της δημοτικής μουσικής και αποτελείται από μια μασιά του
τζακιού τα δύο σκέλη της οποίας καταλήγουν σε κώνους με ένα ζίλι στην άκρη τους.
ΟΥΤΙ
Έγχορδο
λαϊκό μουσικό όργανο δημοφιλές στους ανατολικούς λαούς, και ιδιαίτερα στους
Άραβες και τους Τούρκους. Η ονομασία του προέρχεται από το αραβικό al oud=
ξύλο. Έχει πέντε διπλές εντέρινες χορδές και ηχείο σε σχήμα αχλαδιού. Χορδίζεται
σε διάστημα τόνου. Παράγει ήχο με κνησμό των χορδών με ειδικό φτερό. |
ΖΟΥΡΝΑΣ
Ξύλινο πνευστό μουσικό
όργανο της ελληνικής δημοτικής μουσικής που μοιάζει με το κλαρίνο ή τον αυλό.
Είναι όργανο τύπου όμποε όμποε με διπλό γλωσσίδι. Αποτελείται από τρία μέρη και
έχει έκταση μία οκτάβα και δύο φθόγγους. Υπάρχει σε διάφορα μεγέθη και
κατασκευάζεται από διάφορα είδη ξύλου. Λέγεται και καραμούζα ή πίπιζα.
ΝΤΑΟΥΛΙ
Μεμβρανόφωνο κρουστό
δημοτικό όργανο της Ελλάδας. Λέγεται και ταβούλι ή νταβούλι.
ΓΚΑΊΝΤΑ
Συναντάται κυρίως στη
Μακεδονία και τη Θράκη. Αερόφωνο πνευστό όργανο. Αποτελείται από έναν ή
περισσοτέρους αυλούς με μονό ή διπλό γλωσσίδι, οι οποίοι παραλαμβάνουν τον αέρα
από έναν αεροθάλαμο με τον οποίο είναι συνδεδεμένοι. |
ΚΛΑΡΙΝΟ
Πνευστό μουσικό όργανο που
εισήχθη στην Ελλάδα από τη Δυτική Ευρώπη και εξελίχθηκε σε βασικό όργανο της
ελληνικής δημοτικής μουσικής, αντικαθιστώντας σε μεγάλο βαθμό το ζουρνά.
ΤΟΥΜΠΕΛΕΚΙ
Μεμβρανόφωνο λαϊκό κρουστό
όργανο. Αποτελείται από πήλινο ηχείο του οποίου το στόμιο κλείνεται με δέρμα
κατσίκας ή γαϊδάρου. Παίζεται με τα δάχτυλα.
ΛΑΟΥΤΟ ΚΑΙ ΛΑΓΟΥΤΟ
Ένα από τα παλαιότερα
έγχορδα όργανα, με ηλικία περίπου 4.000 ετών, πρόδρομος της κιθάρας και του
βιολιού. Στην πρώτη του μορφή αποτελούνταν από ένα κλαδί λυγισμένο σαν τόξο πάνω
στο οποίο τεντώνονταν πολλές εντέρινες χορδές. Στην Ευρώπη διαδόθηκε από τους
Μαυριτανούς κατακτητές της Ισπανίας, που το είχαν πάρει από τους Άραβες, ενώ τον
11ο αι. το φέρνουν και οι σταυροφόροι από τους Αγίους Τόπους. Μέχρι
τα τέλη του 13ου αι. υφίσταται σημαντικές αλλαγές και ο αριθμός των
χορδών του ποικίλλει από 4 ζεύγη έως 13 ζεύγη. |
Οι χορδές του ήταν αρχικά εντέρινες, αργότερα όμως πλαστικές και μεταλλικές. Το σημερινό λαούτο έχει 6
ζεύγη χορδών που χορδίζονται στις νότες σολ-ρε-λα-φα-ντο-σολ και η έκταση του
είναι ίδια με της κιθάρας.
ΤΖΑΜΑΡΑ
Ξύλινο
ρυθμικό κρόταλο της Θράκης. Αποτελείται από δύο μακρόστενα σκέλη ενωμένα στη
στενή τους πλευρά με ένα πετσάκι. Σε κάθε σκέλος υπάρχουν δύο οπές από τις
οποίες περνάει ένα σχοινί δεμένο κόμπο στις άκρες. Τραβώντας το σχοινί χτυπούν
τα ξύλα μεταξύ τους και παράγεται ήχος.
ΛΥΡΑ
1) Έγχορδο μουσικό όργανο
της Αρχαίας Ελλάδας. Έμοιαζε με την κιθάρα, ήταν όμως μεγαλύτερη, και συνήθως
είχε επτά χορδές. Από το ηχείο της ξεκινούσαν δύο παράλληλοι βραχίονες που
ενώνονταν στην άκρη του από μια επιμήκη ράβδο. Παίζονταν με πλήκτρο ή με τα
δάχτυλα
2) Έγχορδο μουσικό όργανο
σε σχήμα αχλαδιού, με τρεις χορδές. Παίζεται με δοξάρι και ο ήχος του είναι
συριστικός και ακαθόριστης τονικότητας.
|
ΔΟΞΑΡΙ
|
εξάρτημα έγχορδων οργάνων με το οποίο κρούονται οι χορδές |
Βιβλιογραφία
Λεξικό μουσικών όρων -
Βάσω Κιούση
Ιστορία της Μουσικής -
Karl Nef
Επιμέλεια:
Στέλλα
Βλαχοπούλου - Μουσικός
|