ΓΡΑΦΕΙ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΣΑΜΟΥΡΗ.

ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ - ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΟΣ

   

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΜΕΓΑΡΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ


"Η ΜΕΓΑΡΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ "

Ο 5ος και ο 4ος π.Χ. αιώνας υπήρξαν ιδιαίτερα γόνιμοι όσον αφορά την καλλιέργεια του πνεύματος. Οι άνθρωποι της εποχής διακατέχονταν από πνευματικές ανησυχίες και αναζητήσεις και εξέταζαν με κριτική διάθεση τις παραδοσιακές αντιλήψεις και τους μύθους. Η αναζήτηση της αλήθειας και η αμφισβήτηση της παράδοσης εκφράστηκε κυρίως με τη φιλοσοφία, η οποία από τον 6ο π.Χ. αιώνα και εξής γνώρισε ιδιαίτερη διάδοση. Τα προβλήματα που απασχόλησαν τους φιλόσοφους ήταν η προέλευση και η λειτουργία εννοιών όπως το Όν, η Γνώση, η Αλήθεια, ο Νόμος, η Φύση, η Μεταφυσική, η Πολιτεία, η Ηθική, η Τέχνη, το Υπερβατικό, το Απόλυτο. Γενικότερα, οτιδήποτε αφορούσε ή σχετιζόταν με τη ζωή και τον Άνθρωπο ήταν δυνατό να αποτελέσει φιλοσοφικό πρόβλημα.

Απαραίτητη προϋπόθεση του φιλοσοφικού στοχασμού είναι η απορία, να αναρωτηθούμε δηλαδή για την ίδια μας την ύπαρξη και για τον κόσμο που μας περιβάλλει και με οδηγό τον διάλογο με τον εαυτό μας, να φτάσουμε πρώτα στην αυτογνωσία κι έπειτα στη γνώση του κόσμου. Οι μέθοδοι προσέγγισης κι ανάλυσης των εννοιών που επινόησαν οι φιλόσοφοι της αρχαιότητας ποικίλουν. Ορισμένες από αυτές είναι η επαγωγική, η. παραγωγική, η αναλογική, η διαιρετική, η απορητική, η διαλεκτική, η ιστορική γενετική κ.α. Ποικίλα είναι επίσης και τα φιλοσοφικά ρεύματα και οι Φιλοσοφικές σχολές που διαμορφώθηκαν στον αρχαίο κόσμο κι ανάμεσα σ' αυτές αξιόλογη θέση κατέχει και η Μεγαρική Σχολή.


Ιδρυτής της Μεγαρικής Σχολής Φιλοσοφίας υπήρξε ο Ευκλείδης, ο οποίος υπολογίζεται ότι έζησε το 450 - 380 π.Χ. Ο Ευκλείδης ήταν μαθητής του Σωκράτη και, όπως πληροφορούμαστε από τον "Φαίδωνα" του Πλάτωνα, ήταν παρών κατά την εκτέλεση της θανατικής ποινής του μεγάλου φιλοσόφου. Μάλιστα, μετά το θάνατο του Σωκράτη, πολλοί μαθητές του μαζί με τον Πλάτωνα κατέφυγαν από την Αθήνα στα Μέγαρα, όπου φιλοξενήθηκαν από τον Ευκλείδη. Ως απόδειξη της μαθητείας του δίπλα στον Σωκράτη παρουσιάζονται κι ορισμένοι σωκρατικοί διάλογοι, που συνέγραψε ο Μεγαρέας φιλόσοφος.


Ως φιλόσοφος ο Ευκλείδης θέλησε να συνδυάσει τη διαλεκτική με την ηθική, συνδέοντας έτσι συχνά την Σωκρατική με την Ελεατική φιλοσοφία. Όμως που εστιάζονταν οι αναζητήσεις του και ποια ακριβώς ήταν τα διδάγματά του; Για τον Ευκλείδη το Όν είναι Ένα και ταυτίζεται με το "Αγαθόν". Το ''Αγαθόν'' αποτελεί το ανώτατο αντικείμενο της φιλοσοφίας του, και το οποίο ταύτισε με το "Εν" των Ελεατών και δίδαξε ότι αυτό αποτελεί τη μόνη πραγματικότητα. Το ανώτατο αυτό "Αγαθόν" ο Ευκλείδης το ονόμασε Φρόνηση, Θεόν, Νούν, Δίκαιον. Επιπλέον, αρνήθηκε την ύπαρξη του αντιθέτου προς αυτό, δηλαδή του Κακού, άποψη που διακρίνεται και στην Πλατωνική φιλοσοφία. Από τον Διογένη τον Λαέρτιο (Π, 9) μαθαίνουμε ότι τα γνωρίσματα που απέδιδε ο Ευκλείδης στο "Αγαθόν" ταυτίζονται με εκείνα που αναγνώρισαν οι Ελεάτες στο Όν. Ειδικότερα, τα γνωρίσματα του "αγαθού" είναι: η αιωνιότητα, το αμετάβλητο, το αγέννητο και το ανόλεθρο.


Αυτή η θεώρηση κατεύθυνε τον Ευκλείδη στο συμπέρασμα ότι, οτιδήποτε κινείται, μεταβάλλεται και γενικά υπόκειται σε γένεση και φθορά, στην πραγματικότητα δεν είναι υπαρκτό. Ο Γ. Κωσταράς (2000) αναφέρει ότι αυτή ακριβώς η τάση του Ευκλείδη να αποδείξει ότι η αισθητή εικόνα του κόσμου είναι απάτη τον έφερε πιο κοντά στη Διαλεκτική και Εριστική Φιλοσοφία. Όσον αφορά τις αποδείξεις των φιλοσοφικών στοχασμών του ο Μεγαρέας φιλόσοφος δεν αμφισβητούσε τις προϋποθέσεις ("λήμματα"), αλλά τα συμπεράσματα ("επιφοράν"). Πραγματοποιώντας μία επισκόπηση της Μεγαρικής Σχολής, ο W. Guthrie (1969) αναφέρει ότι οι προθέσεις των Μεγαρικών φιλοσόφων υπό τον Ευκλείδη δεν εκτείνονταν σε θέματα εκτός της παιδείας και της ηθικής. Ήταν άνθρωποι της θεωρίας και χρησιμοποιούσαν κυρίως τη διαλεκτική και τη σωκρατική μέθοδο των ερωταποκρίσεων.


Μετά τον θάνατο του Ευκλείδη το 380 π.Χ. η Μεγαρική Σχολή συνέχισε την πορεία της στον κόσμο του Φιλοσοφικού στοχασμού αποκλίνοντας, όμως, σημαντικά από τα διδάγματα του ιδρυτή της. Αυτή την εποχή οι Μεγαρείς φιλόσοφοι παύουν να ενδιαφέρονται για πρακτικά θέματα, ακολουθούν περισσότερο την Εριστική, μελετούν διάφορα παράδοξα και προσεγγίζουν με πρωτότυπο τρόπο προβλήματα της λογικής. Βασικά στοιχεία σύνδεσης της Μεγαρικής Σχολής με την Εριστική αποτελούν οι ευφυείς επινοήσεις και τα γνωστά της σοφίσματα. Η νέα αυτή τάση στη Φιλοσοφική σκέψη της Μεγαρικής Σχολής εκπροσωπείται από νέους φιλοσόφους, οι οποίοι διαδέχτηκαν τον Ευκλείδη, όπως ο Ευβουλίδης, ο Διόδωρος ο Κρόνος κι ο Στίλπων. Ο Ευβουλίδης. ο οποίος συγκαταλέγεται στους διαδόχους του Ευκλείδη, καταγόταν από την Μίλητο. Αυτός άσκησε έντονη κριτική κατά της θεωρίας περί κατηγοριών του Αριστοτέλη, καθώς επίσης και κατά του αριστοτελικού ορισμού της κίνησης.


Μάλιστα είναι πιθανόν ορισμένα χωρία των πραγματειών του Αριστοτέλη, όπως παρατηρούμε ''Μετά τα φυσικά" (1046 b 29),να αποτελούν ανταπάντηση του μεγάλου σοφού στις επικρίσεις των Μεγαρικών. Ειδικότερα, όπως πληροφορούμαστε από τον G. Ryle (1970), οι Μεγαρικοί υπό τον Ευβουλίδη όριζαν ως πραγματικό αυτό , που πραγματοποιείται κάποια στιγμή μέσα στο παρόν. Ως δυνατό όριζαν αυτό που παρουσιάζεται ως υπαρκτό μέσα στο παρόν ή το μέλλον. Το αναγκαίο το ταύτιζαν με αυτό που ισχύει κάθε στιγμή και επομένως δεν θα είναι ποτέ ψεύτικο, ενώ το μη αναγκαίο είναι αυτό που είναι ήδη ή θα γίνει κάποια στιγμή ψευδές.
Επιπλέον, ο Ευβουλίδης ήταν δεινός "τεχνουργός" σοφισμάτων. Ένα από τα σοφίσματα που του αποδίδονται είναι ο "ψευδόμενος" με το οποίο ο φιλόσοφος διερωτάται: αν κάποιος παραδεχτεί ότι αυτή τη στιγμή ψεύδεται, αυτό που λέει είναι αλήθεια ή ψέμα; Άλλο σόφισμα του Ευβουλίδη ήταν ο "εγκεκαλυμμένος". Πρόκειται για ένα εριστικό παίγνιο με βάση το ρήμα "γνωρίζω" και τις σημασίες του: "Λες ότι γνωρίζεις τον αδερφό σου. Τον άνθρωπο που ήλθε αυτή ακριβώς τη στιγμή έχοντας το κεφάλι καλυμμένο δεν τον γνώρισες. Κι όμως είναι ο αδερφός σου". Άλλο σόφισμα: Θεωρείται φαλακρός ένας άνθρωπος όταν έχει μόνο μία τρίχα; ή δύο; ή τρεις; ή μέχρι πόσες;


Από τους γνωστούς εκπροσώπους της Μεγαρικής Σχολής θεωρείται κι ο Διόδωρος ο Κρόνος από την Καρία. Αυτός έγινε διάσημος για τη θεωρία του για το αδύνατο της κινήσεως και της φθοράς και για την απόδειξη του περί δυνατού, η οποία φέρει το όνομα "κυριεύων". Η επιχειρηματολογία αυτής της απόδειξης μάς διασώθηκε, κυρίως, από τις Διατριβές του Επίκτητου και αποτελείται, κατά κύριο λόγο, από το συνδυασμό των εξής προτάσεων: '' καθετί πραγματοποιημένο είναι οπωσδήποτε αληθινό το αδύνατο δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να είναι συνέπεια του δυνατού. Δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ως πραγματικό ο,τιδήποτε δεν είναι αληθές στο παρόν ούτε και θα είναι στο μέλλον. Γενικά, τίποτα δεν θεωρείται δυνατό, αν ούτε είναι ούτε πρόκειται να είναι αληθινό.'' Έτσι, σύμφωνα με τον Ο. Gigon (1974), οι Μεγαρικοί, ερμηνεύοντας το πραγματικό ως δυνατό, κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι πραγματοποιείται εκείνο, που είναι δυνατό να υπάρξει. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι πληροφορίες, που αναφέρονται στο θάνατο του Διόδωρου του Κρόνου.


Συγκεκριμένα, ο Διογένης ο Λαέρτιος (ΙΙ 9, 96) αναφέρει ότι το 306 π.Χ. ο Διόδωρος δεν κατάφερε να δώσει απάντηση στα διαλεκτικά προβλήματα που του υπέβαλε ο Στίλπων, ενώ παρακολουθούσε τη συζήτηση ο βασιλιάς Πτολεμαίος. Τότε ο βασιλιάς ειρωνεύτηκε τον Διόδωρο για την άγνοιά του. Ο Διόδωρος έφυγε προσβεβλημένος και συνέγραψε ολόκληρο σύγγραμμα για να απαντήσει στον Στίλπωνα. Όμως στη συνέχεια έπεσε σε βαριά κατάθλιψη κι έτσι πέθανε.


Τον Διόδωρο τον Κρόνο διαδέχτηκε στη διεύθυνση της Μεγαρικής Σχολής ο Στίλπων, ο οποίος υπολογίζεται ότι έζησε περίπου το 380-310 π.Χ. Ο Στίλπων, πιστός καθώς ήταν στη μεταφυσική αρχή της ενότητας, πολέμησε τη θεωρία των ιδεών του Πλάτωνα, η οποία εισήγαγε την πολλαπλότητα του ΕΙΝΑΙ. Για να αναιρέσει τις ιδέες του Πλάτωνα χρησιμοποίησε τον εξής συλλογισμό: Αν ο άνθρωπος υπάρχει ως ιδέα, δεν είναι δυνατό να υπάρχει κι ως άνθρωπος μέσα σε συγκεκριμένες συνθήκες, π.χ. ως άνθρωπος που τρέχει η μιλά. Σταδιακά ο Στίλπων στράφηκε στην ηθική φιλοσοφία και πλησίασε τους Κυνικούς. Δίδασκε ότι το ανώτατο αγαθό είναι η απάθεια. Ο σοφός, έλεγε ο Στίλπων, είναι τόσο αυτάρκης, ώστε δεν έχει ανάγκη από φίλους για να είναι ευτυχισμένος. Μάλιστα, όταν ο Δημήτριος ο Πολιορκητής κατέστρεψε και λεηλάτησε τα Μέγαρα, ρώτησε τον Στίλπωνα τι έχασε. Ο Στίλπων απάντησε: "Δεν είδα κανένα να αποκομίζει την επιστήμη".
Η Μεγαρική Σχολή Φιλοσοφίας έσβησε στις αρχές του 3ου π.Χ. αιώνα. Οι Μεγαρικοί φιλόσοφοι διαφύλαξαν ακριβέστερα από τις άλλες φιλοσοφικές σχολές την σωκρατική φιλοσοφική κληρονομιά. Με τους αξιόλογους φιλοσόφους της Σχολής τους, τα Μέγαρα άφησαν τη δική τους σφραγίδα στον κόσμο του πνεύματος.