ΓΡΑΦΕΙ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΣΑΜΟΥΡΗ. ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ - ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΟΣ |
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΜΕΓΑΡΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
ΤΑ
ΜΕΓΑΡΑ ΩΣ ΑΣΤΥ
Η
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΩΝ ΜΕΓΑΡΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ
Αν επιχειρήσει κανείς να ερευνήσει την ιστορία μιας ελληνικής πόλης κατά την αρχαιότητα πρέπει, προκειμένου να την κατανοήσει σε βάθος, να αναζητήσει την κοινωνική της πραγματικότητα και τους ρυθμούς της οικονομικής της ζωής.
Αν ο ερευνητής κατορθώσει να συγκεντρώσει τα κατάλληλα στοιχεία , τότε θα μπορέσει να αναπαραστήσει το ιστορικό παρελθόν, τον πολιτισμό ,ακόμα και την καθημερινότητα των κατοίκων της πόλης αυτής. Πως όμως μπορούμε να επιτύχουμε την αναπαράσταση του παρελθόντος ; Η απάντηση είναι μέσα από τα κείμενα αρχαίων συγγραφέων, από μνημεία που έχουν έρθει στο φως , αλλά και από συγκρίσιμα κοινά στοιχεία με άλλες πόλεις της αρχαιότητας.
Ο Αριστοτέλης στα 'Πολιτικά' του [ 1252 b 28-31 ] χαρακτηρίζει την 'πόλιν' ως σύνθετη από κώμες κοινωνία , την οποία οι άνθρωποι συγκρότησαν αρχικά από την ανάγκη τους να επιβιώσουν και στη συνέχεια για να αποκτήσουν ποιότητα ζωής . Η ανάγκη αυτή υπήρξε ο δυναμογόνος εκείνος παράγοντας, που προκάλεσε τη δημιουργία του κοινωνικού εκείνου μορφώματος που αποκαλούμε πόλη - κράτος.
Η πόλη -κράτος διακρίνεται όχι μόνο για την πολιτική και κοινωνική, αλλά και για την οικονομική, πολιτιστική της υπόσταση. Οι κάτοικοι των πόλεων αυτών έχουν ομοιογένεια, κοινή νοοτροπία, κοινές αντιλήψεις, κι αυτό είναι ένα στοιχείο διαχρονικό για την πόλη των Μεγάρων.
Η πόλη - κράτος αποτελείται από τον οικισμό που
θεωρείται ως το επίκεντρο, ενώ περιφερειακά εντοπίζουμε τις κώμες.
Αυτές αναπτύσσονται παράλληλα με τον οικισμό και εξαρτώνται άμεσα από αυτόν.
Ο οικισμός διαχωρίζεται από την ύπαιθρο και τις κώμες με
τείχη, τα οποία εξασφαλίζουν την αυτονομία της πόλης και την προστατεύουν.
Σε περίοπτη θέση του οικισμού βρίσκεται η ακρόπολη
, το κέντρο της άμυνας και της πολιτικής ζωής.
Το μεγάλο ζητούμενο της πόλης - κράτους είναι η αυτάρκεια. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη μια πόλη για να είναι αυτάρκης πρέπει να διαθέτει στον κοινωνικό της κορμό: γεωργούς[ πρωτογενή οικονομία], τεχνίτες[ βιοτεχνία ] , οπλίτες[για να εγγυώνται την αυτονομία ] και ιερείς [ για να διατηρούνται τα τοπικά ήθη και έθιμα]. Όσον αφορά την πόλη των Μεγάρων , η οικονομική και κοινωνική τους πραγματικότητα υπήρξε πολυδιάστατη. Ασχολίες όπως το εμπόριο , η γεωργία, η αλιεία , η υφαντουργία , η κεραμική , η βιοτεχνία γενικότερα δημιουργούν ένα πολυσύνθετο πολιτιστικό μωσαϊκό. Από το βιβλίο της Α. Ραμού - Χαψιάδη , 'Από τη φυλετική κοινωνία στην πολιτική' πληροφορούμαστε ότι οι κάτοικοι των Μεγάρων ασχολούνταν σε μεγάλο βαθμό με το εμπόριο και τη Ναυτιλία . Προς αυτή την κατεύθυνση τους ώθησαν η σχετικά άγονη γη τους σε συνδυασμό με την καίρια θέση που βρίσκονταν τα Μέγαρα. Από την πόλη αυτή περνούσαν όλοι οι δρόμοι από τη βόρειο Ελλάδα προς την Πελοπόννησο , ενώ τα δύο λιμάνια , η Νίσαια στο Σαρωνικό και οι Παγές στον Κορινθιακό διευκόλυναν το εμπόριο με την Ανατολή και τη Δύση.
Το εμπόριο για την οικονομία εκείνης της εποχής ,όπως και κάθε εποχής , υπήρξε παράγοντας ζωτικής σημασίας. Το πλεόνασμα της τοπικής παραγωγής διοχετευόταν με τα πλοία αρχικά στα ελληνικά λιμάνια και αργότερα και στις μεγαρικές αποικίες . Όμως τα Μέγαρα είχαν να αντιμετωπίσουν ισχυρό ανταγωνισμό. Στον Σαρωνικό κυριαρχούσε το μεγάλο και πλούσιο λιμάνι του Πειραιά και στον Κορινθιακό η Κόρινθος είχε αναδειχθεί σε μεγάλο εμπορικό σταθμό και άκμαζε στο εξαγωγικό και διαμετακομιστικό εμπόριο.
Από την άλλη πλευρά, η κοινωνική ιεραρχία στα Μέγαρα δεν αποκλίνει σημαντικά από αυτή των άλλων ελληνικών πόλεων - κρατών. Ανακαλύπτουμε και εδώ τις ίδιες διακρίσεις . Στην ανώτερη βαθμίδα τοποθετούνται οι ελεύθεροι πολίτες με τα πολιτικά τους δικαιώματα. Αν τα δικαιώματα αυτά ήταν περιορισμένα ή σημαντικά , αυτό εξαρτιόταν από την εκάστοτε επιλογή και εφαρμογή του ανάλογου πολιτεύματος . Στη συνέχεια, ακολουθούν οι περίοικοι . Αυτοί ήταν ελεύθεροι , αλλά χωρίς πολιτικά δικαιώματα, οι οποίοι εργάζονταν είτε ως τεχνίτες είτε ως γεωργοί σε κτήματα των πολιτών.
Μελανόμορφο
αγγείο με θέμα τη συγκομιδή ελαιοκάρπου
|
Συνήθως κατοικούσαν γύρω από την πόλη. Στο χαμηλότερο κοινωνικό κλιμάκιο συναντάμε τους δούλους. Αυτοί δεν κατέχουν απολύτως κανένα δικαίωμα , απλά αποτελούν εμπορεύσιμο είδος ή χαρακτηρίζονται ως κινητή περιουσία που ανά πάσα στιγμή μπορούσε να εκποιηθεί ανάλογα με τις οικονομικές ανάγκες του ιδιοκτήτη.
Αναφορικά τώρα με τον πληθυσμό των Μεγάρων κατά την αρχαιότητα, πάλι θα συμβουλευτούμε ως πηγή τον πανεπιστήμονα Αριστοτέλη . Αυτός διατείνεται ότι μια 'πόλις ' πρέπει να έχει τόσο πλήθος , όσο χρειάζεται για να διατηρεί την αυτάρκειά της . Σε ένα χωρίο των Πολιτικών [ 1267 b 23-30] αναφέρει ενδεικτικά ορισμένες πόλεις και συγχρόνως τον πληθυσμό τους . Ανάμεσα σε αυτές περιλαμβάνονται και τα Μέγαρα με πληθυσμό 5,000-10,000 κατοίκους , αριθμός ιδανικός για την επίτευξη της αυτάρκειας . Εξάλλου , ας μη λησμονούμε ότι ο αποικισμός ξεκίνησε μόλις η 'χρυσή' αλλά εύκολα ανατρέψιμη ισορροπία της αυτάρκειας είχε αρχίσει να απειλείται είτε από την αύξηση του πληθυσμού είτε από κακιές εσοδείες είτε από ισχυρές πολεμικές αναμετρήσεις . Τη μέθοδο του αποικισμού ακολούθησαν και τα Μέγαρα , με πιο χαρακτηριστική την αποικία του Βυζαντίου.
Ένας ακόμη παράγοντας που ορίζει την πόλη - κράτος είναι η αυτονομία της ,την οποία φροντίζει να καθιστά διακριτή με ποικίλα μέσα. Αρχικά, τα τείχη που περιβάλλουν τον οικισμό της πόλης αποτελούν παραδοσιακό, άμεσο και ορατό στοιχείο αυτονομίας. Το γκρέμισμα των τειχών μιας ηττημένης πόλης εκλαμβανόταν ως ένδειξη απώλειας της αυτονομίας της . Μέρος των τειχών των Μεγάρων, που έχει έρθει στο φως με ανασκαφές αποδεικνύει ότι και αυτή η πόλη υπακούει στον κανόνα των περιτειχισμένων πόλεων-κρατών.
ΝΟΜΙΣΜΑΤΑ
Ένδειξη αυτονομίας θεωρείται και το γεγονός ότι κάθε πόλη κράτος έκοβε και κυκλοφορούσε το δικό της νόμισμα, που συχνά έφερε εγχάρακτα το τοπωνύμιο και κάποια σύμβολα της πόλης ή άλλοτε τη μορφή κάποιου σημαίνοντος προσώπου . Ούτε σε αυτή την περίπτωση τα Μέγαρα εξαιρούνται. Μάλιστα, από τα νομίσματα που έχουν βρεθεί αντλούμε πληροφορίες για την ιστορία και την οικονομική και κοινωνική ταυτότητα της πόλης . Για παράδειγμα οι Μεγαρείς για να τιμήσουν τον οικιστή Βύζαντα, τον ιδρυτή του Βυζαντίου, αποτύπωσαν τη μορφή του σε αργυρό νόμισμα του 7ου π.Χ αιώνα. Σε άλλο πάλι νόμισμα απεικονίζεται ο Ευκλείδης , ο γνωστός Μεγαρέας φιλόσοφος του 5ου π.Χ αιώνα.
Αργυρό
νόμισμα 7ου π.Χ αιώνα
|
Άλλα νομίσματα φέρουν τη μορφή της Δήμητρας , του Απόλλωνα, του Διός σε ένδειξη αναγνώρισης των θεοτήτων αυτών ως πολιούχων των Μεγάρων. Άλλοτε πάλι, χαράζονται άλλα σύμβολα θρησκευτικής λατρείας , που αντικαθιστούν τη θεϊκή μορφή, όπως η απολλώνια λύρα ή ο τρίποδας.
|
Όλα αυτά όμως μας πληροφορούν σαφώς για ένα σημαντικό χαρακτηριστικό της αρχαίας μεγαρικής κοινωνίας , την ευσέβεια και την προσήλωση στην θρησκευτική λατρεία. Έπειτα, τα νομίσματα μεταφέρουν πληροφορίες για την οικονομία της πόλης . Όταν για παράδειγμα οι Μεγαρείς χαράζουν στα νομίσματα τους πλοία ή άλλα σύμβολα σχετικά με τη θάλασσα, δεν μπορούμε παρά να συνάγουμε το συμπέρασμα ότι ασχολούνταν σε μεγάλο βαθμό με την ναυτιλία και το εμπόριο, ενώ άλλοτε η μορφή της θεάς Δήμητρας πληροφορεί ότι στις βασικές τους ασχολίες περιλαμβανόταν και η γεωργία.
Τα νομίσματα κάθε πόλης -κράτους και κατά συνέπεια και τα μεγαρικά, δεν διακινούνταν μόνο μέσα στα στενά πλαίσια της εσωτερικής αγοράς , αλλά και στο εμπόριο με άλλες πόλεις . Το κριτήριο, που διέκρινε το νόμισμα κάθε πόλης και καθόριζε την ανταλλακτική του αξία ήταν η ποιότητα του και η περιεκτικότητα του.
Σε γενικές
γραμμές η αυτονομία της πόλης αποτελεί βασικό συστατικό της ύπαρξης και της
οργάνωσης της . Την αυτονομία της πόλης - κράτους πιστοποιούν
εκτός από τα τείχη και τα τοπικά νομίσματα , οι πολιούχοι θεοί της, οι ιδιαίτεροι
θεσμοί της , η στρατιωτική της δύναμη και το ιδίωμα στη γλώσσα ή την γραφή της
[π.χ το μεγαρικό - δωρικό ιδίωμα]. Όλα αυτά τα ξεχωριστά και συχνά σπάνια
στοιχεία συνδυάζονται διαφορετικά σε κάθε πόλη και αναδεικνύουν τη μοναδικότητα
της . Αυτή η μοναδικότητα ενυπάρχει και ανιχνεύεται και στη Μεγαρική ιστορία.