Επεξήγηση εννοιών και όρων:

 

Γενετική: Ο κλάδος της Βιολογίας που ασχολείται με τα φαινόμενα της κληρονομικότητας και τη μελέτη των νόμων.

 

Κληρονομικότητα: Η μεταβίβαση από γονείς σε παιδιά ορισμένων χαρακτηριστικών

 

Κληρονομικοί χαρακτήρες: τα χαρακτηριστικά που μεταφέρονται με το γενετικό υλικό στους απογόνους από τους γονείς.

 

Αναπαραγωγή: η διαδικασία με την οποία δημιουργούνται νέα άτομα

 

Αμφιγονία: Τρόπος αναπαραγωγής που απαιτεί τη συνεργασία περισσοτέρων του ενός ατόμων ή κυττάρων για τη δημιουργία νέου ατόμου και προϋποθέτει τη διαφοροποίηση φύλων ή ειδικών οργάνων και κυττάρων  

 

Γονιμοποίηση: Η ένωση των γαμετών για το σχηματισμό ζυγωτού

 

Ζυγωτό : Σχηματίζεται από την ένωση των γαμετών και είναι το πρώτο κύτταρο από το οποίο θα προέλθει ο νέος οργανισμός

 

Απλοειδή: τα κύτταρα στα οποία το γονιδίωμα υπάρχει σε ένα αντίγραφο

 

Διπλοειδή: τα κύτταρα στα οποία το γονιδίωμα υπάρχει σε δύο αντίγραφα

 

Χρωμόσωμα: ο ευδιάκριτος στο οπτικό μικροσκόπιο, υψηλός βαθμός συσπείρωσης του γενετικού υλικού στο στάδιο της μετάφασης

 

Ομόλογα χρωμοσώματα:ζευγάρι χρωμοσωμάτων που έχουν το ίδιο σχήμα και μέγεθος, περιέχουν την ίδια σειρά γονιδίων που ελέγχουν την ίδια ιδιότητα με διαφορετικό ενδεχομένως τρόπο. Το ένα είναι πατρικής και το άλλο μητρικής προέλευσης

 

Φυλετικά χρωμοσώματα: ζευγάρι χρωμοσωμάτων που στους περισσότερους οργανισμούς συμπεριλαμβανομένου και του ανθρώπου καθορίζουν το φύλο. Στον άνθρωπο η παρουσία του Υ χρωμοσώματος καθορίζει το αρσενικό άτομο, η απουσία του το θηλυκό. Στα θηλυκά άτομα έχουμε ΧΧ χρωμοσώματα ενώ στα αρσενικά ΧΥ.

 

Αυτοσωμικά χρωμοσώματα: τα χρωμοσώματα που είναι μορφολογικά ίδια στο αρσενικό και στο θηλυκό άτομο. Στον άνθρωπο υπάρχουν 22 ζεύγη αυτοσωμικών χρωμοσωμάτων.

 

Αμιγή (καθαρά) στελέχη: στελέχη που μετά από αυτογονιμοποίηση παρουσιάζουν για πολλές γενιές την ίδια ιδιότητα

 

Γονίδιο: τμήμα DNA στο οποίο περιέχονται οι πληροφορίες που καθορίζουν τη σύνθεση ενός πολυπεπτιδίου ή ενός μορίου RNA

 

Αλληλόμορφα: γονίδια που βρίσκονται στην ίδια γονιδιακή θέση στα ομόλογα χρωμοσώματα, και ελέγχουν με διαφορετικό τρόπο την ίδια ιδιότητα Οι εναλλακτικές μορφές του ίδιου γονιδίου

 

Ομόζυγο άτομο: ένας διπλοειδείς οργανισμός που έχει δύο πανομοιότυπα  αλληλόμορφα γονίδια για ένα ή περισσότερα γονίδια.

 

Ετερόζυγο άτομο: ένας διπλοειδείς οργανισμός που έχει δύο διαφορετικά  αλληλόμορφα γονίδια για ένα ή περισσότερα γονίδια :

 

Γονότυπος : η γενετική σύσταση ενός ατόμου. Ο όρος χρησιμοποιείται και για να περιγράψει τα αλληλόμορφα για ένα ή περισσότερα γονίδια

 

Φαινότυπος: τα παρατηρούμενα βιοχημικά φυσιολογικά ή μορφολογικά χαρακτηριστικά ενός οργανισμού που καθορίζονται από την αλληλεπίδραση του γονότυπου με το περιβάλλον.  

 

Αυτοσωμικά γονίδια:γονίδια που βρίσκονται πάνω στα αυτοσωμικά χρωμοσώματα.

 

Επικρατές γονίδιο: ένα γονίδιο που εκφράζεται στα άτομα διπλοειδών οργανισμών ακόμα και όταν βρίσκεται σε ένα αντίγραφο

 

Υπολειπόμενο γονίδιο: ένα γονίδιο που εκφράζεται μόνο στα άτομα διπλοειδών οργανισμών που είναι ομόζυγα για το συγκεκριμένο αλληλόμορφο όχι όμως και σε εκείνα που είναι ετερόζυγα:

 

Ατελώς επικρατή:τα γονίδια που προσδίδουν στα ετερόζυγα άτομα φαινότυπο ενδιάμεσο μεταξύ των δύο ομόζυγων.

 

Συνεπικρατή:τα γονίδια που εκφράζονται μαζί στο φαινότυπο των ετερόζυγων ατόμων

 

Θνησιγόνο: ένα γονίδιο ή συνδυασμός γονιδίων που προκαλούν θάνατο στα άτομα που τα φέρουν ακόμα και πριν από την γέννηση.

 

Φυλοσύνδετα γονίδια: τα γονίδια που βρίσκονται στη φυλοσύνδετη περιοχή του Χ χρωμοσώματος και τα οποία δεν έχουν αλληλόμορφα στο Υ

 

Πολλαπλά αλληλόμορφα:τα διαφορετικά αλληλόμορφα γονίδια που μπορεί να υπάρχουν στα άτομα ενός πληθυσμού και ο αριθμός τους κυμαίνεται από τρία και πάνω για μία γενετική θέση. Στον άνθρωπο για παράδειγμα, πολλαπλά αλληλόμορφα είναι τα γονίδια που ελέγχουν τις ομάδες αίματος.

 

Μονοϋβριδισμός: διασταύρωση ατόμων που διαφέρουν κατά μία ιδιότητα

 

Διϋβριδισμός: διασταύρωση ατόμων που διαφέρουν κατά δύο ιδιότητες

 

Διασταύρωση ελέγχου:η διασταύρωση που πραγματοποιείται με σκοπό τον έλεγχο του γονότυπου ενός οργανισμού.

 

Μονογονιδιακοί χαρακτήρες:οι χαρακτήρες που καθορίζονται από αλληλόμορφα ενός μόνο γονιδίου

 

Πολυγονιδιακή κληρονομικότητα : κληρονομικότητα που εξαρτάται από τη συνδυασμένη λειτουργία πολυάριθμων γονιδίων.

 

Φυλοσύνδετη κληρονομικότητα: ο τρόπος κληρονόμησης ιδιοτήτων που καθορίζεται από γονίδια που βρίσκονται σε συγκεκριμένη περιοχή του Χ χρωμοσώματος

 

Ανευπλοειδία:Η ύπαρξη αριθμού χρωμοσωμάτων που δεν είναι πολλαπλάσιος του απλοειδούς αριθμού. Η πιο συνηθισμένη μορφή ανευπλοειδίας στον άνθρωπο είναι η τρισωμία

 

Γενεαλογικό δένδρο:η διαγραμματική απεικόνιση των μελών μιας οικογένειας για

πολλές γενιές στην οποία φαίνονται οι γάμοι, η σειρά των γεννήσεων, το φύλλο των μελών της οικογένειας και ο φαινότυπος τους σε κάποιο κληρονομικό χαρακτήρα