ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

 

ΣΚΗΝΗ Α΄

(Η σκηνή διαδραματίζεται σε μια αίθουσα ενός σχολείου όπου τα παιδιά, μετά τον αγιασμό, πηγαίνουν στην τάξη με αγωνία για τον καινούριο δάσκαλο. Τα παιδιά είναι λίγο ατίθασα και θυμούνται προηγούμενους εκπαιδευτικούς και κωμικοτραγικές καταστάσεις μέχρι που μπαίνει στην τάξη ο δάσκαλος).

ΔΕΣΠΟΙΝΑ: Μήπως ακούσατε ποιο δάσκαλο θα έχουμε φέτος;

ΣΟΦΙΑ:       Τι σε νοιάζει ποιον θα έχουμε; Θα φύγει κι αυτός του χρόνου έτσι όπως φεύγουν όλοι τους εδώ και χρόνια.

ΚΩΝ/ΝΑ:     Γιατί το λες αυτό; Ο διευθυντής είναι πολλά χρόνια στο σχολείο μας.

ΔΕΣΠΟΙΝΑ:  Είναι γιατί δεν έρχεται μέσα στις τάξεις. Αν ερχόταν τότε θα σου έλεγα!

ΣΟΦΙΑ:       Δεν μπορώ να καταλάβω τι τους πιάνει και δε ριζώνει κανείς τους.

ΚΩΝ/ΝΑ:     Θυμάστε τον περσινό μας δάσκαλο; Συνεχώς με ένα μήλο στο χέρι και μασουλούσε. Σαν το άλογό μας τον Ντορή. Χρατς, χρουτς, χρατς, χρουτς

ΔΕΣΠΟΙΝΑ:  Και βέβαια τον θυμάμαι. Ήταν καλός στην αρχή, αλλά μετά έκανε το λάθος να τα βάλει με την κυρα-Φιλίτσα που έχει το γυράδικο απέναντι από το σχολείο.

ΣΟΦΙΑ:        Την καημένη! Το μόνο που ήθελε ήταν να μας ταΐζει στα διαλείμματα και γι’ αυτή της την καλοσύνη βρήκε τον μπελά της με το δάσκαλο γιατί λέει μια μέρα, που ο γιος του κρυφά απ’ αυτόν πήρε ένα σάντουιτς στο διάλειμμα, βρήκε μέσα μια τρίχα!

ΚΩΝ/ΝΑ:       Ε! Σιγά τ’ αυγά! Τι ήθελε να βρει κι αυτός κανέναν κροκόδειλο;

ΔΕΣΠΟΙΝΑ:  (Ειρωνικά) Αμάν βρε φιλενάδα, με τρόμαξες με τα ερπετά!

ΚΩΝ/ΝΑ:       Εδώ ο άνθρωπος δεν παραδειγματίστηκε όταν η τηλεόραση έδειξε πατατάκια με νόστιμο κρέας από ουρά ποντικού! Εδώ που τα λέμε κορίτσια ο άνθρωπος δεν είχε ούτε γούστο, ούτε φαντασία.

ΔΕΣΠΟΙΝΑ:  Και σιγά το θέμα βρε παιδιά! Ολόκληρος καβγάς για μια τόση δα τριχούλα! (Γελούν).

ΣΟΦΙΑ:        Το άλλο, κορίτσια, το θυμάστε που τα έβαλε με την ιδιοκτήτρια της πιτσαρίας, την κυρα-Ελένη, γιατί του έδωσε μια πίτσα  με αλλαντικά  γεμάτα λίπος.

ΔΕΣΠΟΙΝΑ:  Εκεί είναι όλη η νοστιμιά!

ΣΟΦΙΑ:       Μήπως γνώριζε τι θα πει νοστιμιά και γεύση; Δεν τον θυμάστε πώς ήταν; Ξερακιανός, αδύνατος και στα διαλείμματα αντί για μπουγάτσα έτρωγε όλο κουλούρι. Δεν το βαριόταν ήθελα να ‘ξερα;

ΚΩΝ/ΝΑ:       Μας ζήλευε όταν μας έβλεπε να τρώμε τυρόπιτες, πεϊνιρλί και σάντουιτς. Του έτρεχαν τα σάλια! (Γελούν).

ΔΕΣΠΟΙΝΑ:  Κάλεσε και τις μάνες μας για να τις συμβουλέψει για το φαγητό που θα πρέπει να μας δίνουν.

ΣΟΦΙΑ:        Ποιος είδε το Θεό και δεν Τον φοβήθηκε. Τον έκαναν με τα κρεμμυδάκια. Καλά βρε κύριε «δεν ήξερες, δε ρώταγες;»

ΚΩΝ/ΝΑ:      Πάντως εγώ, κορίτσια, μια αγωνία την έχω. Είμαστε στην τελευταία τάξη και δε θα ήθελα περιπέτειες.

ΔΕΣΠΟΙΝΑ:  Κι εγώ δεν είδα καλό όνειρο χθες βράδυ.

ΣΟΦΙΑ:        Εμένα δε μου άρεσε καθόλου εκείνος με τη γραβάτα. Ψηλομύτης και στραβόξυλο μου φάνηκε. Όλο παρατηρήσεις και διαταγές ήταν στη γραμμή το πρωί. Στάσου βρε κύριε, πώς μας μαλώνεις; Μας ήξερες κι από χθες;

ΚΩΝ/ΝΑ:     Νομίζω ότι η κυρα-Φιλίτσα και η κυρα-Ελένη θα έχουν πολλή δουλειά φέτος. Θα συγυρίσουν κάποιες γραβάτες κάποιων. (Γελούν).

                        (Ένας ξερός βήχας ακούγεται και ο καινούριος δάσκαλος με την γραβάτα και το αυστηρό ύφος μπαίνει στην αίθουσα).

ΔΑΣΚΑΛΟΣ: Καλημέρα, παιδιά.

ΠΑΙΔΙΑ:        Καλημέρα, κύριε.

ΔΕΣΠΟΙΝΑ:  Και το ’δα τ’ όνειρο.

ΔΑΣΚΑΛΟΣ: Τι είπες, παιδί μου;

ΣΟΦΙΑ:        Τίποτε δεν είπε κύριε. Το μόνο που μου είπε είναι ο καλός λόγος για τη γραβάτα σας. Της άρεσε πολύ κι επειδή πλησιάζει η γιορτή του πατέρα της, μου έλεγε ότι ένα τέτοιο δώρο θα ήθελε να του κάνει, αλλά …

ΔΑΣΚΑΛΟΣ: Αρκετά. Δε μου λες, εσύ είσαι ο δικηγόρος της τάξης; Η συμμαθήτριά σου είπε μια λέξη κι εσύ άρχισες να γράφεις μυθιστόρημα. Μάλλον στραβά ξεκίνησες μαζί μου αλλά σε συγχωρώ γιατί είναι η πρώτη μέρα.

ΚΩΝ/ΝΑ:      (Κρυφά). Την κυρα-Ελένη πότε θα τη φωνάξουμε;

ΔΑΣΚΑΛΟΣ:   Ήσυχα! Δε θέλω μαλώματα και τιμωρίες από την πρώτη μέρα.

ΔΕΣΠΟΙΝΑ:  (Κρυφά). Να φωνάξεις και την κυρα-Φιλίτσα.

ΔΑΣΚΑΛΟΣ: Παρακαλώ. Θα ήθελα, αφού γνωριστούμε σήμερα, αύριο να γνωρίσω τους γονείς σας για να τους ενημερώσω για τον τρόπο που σκοπεύω να δουλέψω μαζί σας.

ΣΟΦΙΑ:       (Σηκώνοντας το χέρι). Κύριε!

ΔΑΣΚΑΛΟΣ: Λέγε, παιδί μου.

ΣΟΦΙΑ:       Μήπως θα μπορούσε να έρθει και η θεία μου η Φιλίτσα μαζί με τη μητέρα μου;

ΔΑΣΚΑΛΟΣ: Πολύ ευχαρίστως. Τώρα όμως θα ήθελα να σας πω για κάτι που είδα να συμβαίνει στο χωριό σας στις λίγες μέρες που βρίσκομαι εδώ. Παρατήρησα ότι έχετε πολύ κακές διατροφικές συνήθειες και τρώτε συνεχώς έτοιμο και γρήγορο φαγητό από τα μαγαζιά του χωριού. 

ΔΕΣΠΟΙΝΑ:  Όπα!

ΔΑΣΚΑΛΟΣ: Παρατήρησα επίσης ότι η μοναδική πιτσαρία του χωριού μοιάζει με χιονοδρομικό κέντρο αφού στο πάτωμά της από τη βρωμιά γλιστράς.

ΚΩΝ/ΝΑ: (Σηκώνοντας το χέρι). Κύριε!

ΔΑΣΚΑΛΟΣ: Λέγε, παιδί μου.

ΚΩΝ/ΝΑ: Μήπως θα μπορούσε να έρθει και η θεία μου η Ελένη μαζί με τη μητέρα μου;

ΔΑΣΚΑΛΟΣ:  Πολύ ευχαρίστως. Το φαγητό που τρώτε θα πρέπει να είναι υγιεινό. Ο οργανισμός σας τώρα μεγαλώνει, αναπτύσσεται κι έχει ανάγκη από φαγητά πλούσια σε πρωτεΐνες ασβέστιο και βιταμίνες. Αυτά που είδα να τρώτε είναι σαβούρες για τα σκουπίδια.

ΣΟΦΙΑ: Ναι, κύριε, αλλά είναι πολύ νόστιμα και μας αρέσουν πολύ.

ΔΑΣΚΑΛΟΣ: Ωραία, μικρούλα μου, θα σας ρωτήσω κάτι άλλο. Ποιο σας αρέσει περισσότερο το παιχνίδι ή το διάβασμα;

ΔΕΣΠΟΙΝΑ:  Το παιχνίδι φυσικά.

ΔΑΣΚΑΛΟΣ: Πολύ καλά, φυσιολογικό! Μήπως υπάρχει κάποια ανάμεσά σας που δε θέλει να σπουδάσει;

ΚΩΝ/ΝΑ:     Όχι, κύριε.

ΔΑΣΚΑΛΟΣ: Μπορείτε όμως να σπουδάσετε χωρίς να διαβάζετε καθόλου; Όχι, βέβαια. Έτσι και ο οργανισμός σας για να αναπτυχθεί σωστά χρειάζεται απαραίτητα αυτά που σας είπα πριν. Για το λόγο αυτό θα ήθελα να ενημερώσω και τους γονείς σας αύριο. Πηγαίνετε τώρα.

 

ΣΚΗΝΗ Β΄

(Η σκηνή αυτή διαδραματίζεται στην αίθουσα του δημοτικού σχολείου όπου ο δάσκαλος συζητά με τους γονείς και άλλους σχετικά με την υγιεινή διατροφή των παιδιών τους).

ΔΑΣΚΑΛΟΣ:      Σας κάλεσα να συζητήσουμε για ένα μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τα παιδιά σας.

ΝΙΚΟΛΕΤΑ:       Πρόβλημα; Τι λες δάσκαλε; Τα παιδιά μας είναι μια χαρά.

ΕΛΕΝΗ:             Πρόβλημα θα έχεις εσύ, δάσκαλε, αν συνεχίσεις να κατηγορείς την πιτσαρία μου. Άκου λέει το μαγαζί μου δεν είναι καθαρό και κάνεις πατινάζ από τα λίπη. Να σου τραβήξω καμιά μήνυση για δυσφήμιση της επιχείρησής μου να δεις. Κάθε μήνα σφουγγαρίζω και κάθε βδομάδα σκουπίζω. Λίγο το ’χεις. Ξεμεσιάζομαι κάθε φορά κι εσύ τολμάς να διαδίδεις τέτοια αίσχη.

ΔΑΣΚΑΛΟΣ:     Ησυχάστε, κυρίες μου, θα τα συζητήσουμε όλα.

ΒΑΓΓΕΛΙΩ:      Τι να συζητήσουμε, δάσκαλε; Είπες στα παιδιά μας πως δε θα σπουδάσουν τίποτε επειδή δεν τρώνε αυτά που λες. Η κόρη μου σε πληροφορώ έχει δύο διαμερίσματα προίκα στην πόλη και μέχρι να μεγαλώσει θα της πάρουμε και μαγαζί.

ΦΙΛΙΤΣΑ:         Μήπως είσαι του λόγου σου από κείνους τους μοντέρνους που αγοράζουν βιολογικά φρούτα και λαχανικά; Αν είσαι, να μας το πεις. Έχεις φάει πίτα γύρο από τα χεράκια μου να γλείφεις και τα δάχτυλά σου; Με το ξιγκάκι του, με το λιπάκι του, με το μπόλικο αλατάκι και πιπεράκι του, με τις προτηγανισμένες πατατούλες του και γενικά με του Αβραάμ και του Ισαάκ τα καλά.

ΝΙΚΟΛΕΤΑ:      Αλήθεια λέει, δάσκαλε. Πολλές φορές ψωνίζω και το μεσημέρι για να ταΐσω την οικογένεια και όλοι τους ξετρελαίνονται.

ΒΑΓΓΕΛΙΩ:      Κι εγώ, δάσκαλε, εκτός από την κυρα-Φιλίτσα, ψωνίζω και από την κυρα-Ελένη. Κάνει μια πίτσα σπέσιαλ καταπληκτική. Για να καταλάβεις είναι τόσο νόστιμη που πάντα παίρνω περισσότερη ποσότητα για να περισσέψει αρκετή για να τη δώσω την άλλη μέρα στα παιδιά, πρωί πρωί για πρωινό ή για να την πάρουν μαζί τους στο σχολείο,  να τη φάνε στο διάλειμμα.

ΝΙΚΟΛΕΤΑ:      Κι εγώ τα ίδια κάνω φιλενάδα. Έχει και φοβερό καλτσόνε!

ΦΙΛΙΤΣΑ:        (Απευθύνεται προς την Ελένη). Είσαι άτυχη χρυσή μου γιατί το μαγαζί σου είναι μακριά από το σχολείο, ενώ το δικό μου είναι δίπλα κι έτσι ταΐζω στα διαλείμματα τα παιδιά σα στοργική μάνα.

ΕΛΕΝΗ:           Με ειρωνεύεσαι κιόλας, κυρά μου, λες και δεν το ξέρει όλο το χωριό ότι τα παλιοκρέατα που ψήνεις στο μαγαζί σου και περισσεύουν την πρώτη μέρα, τα σερβίρεις ξαναζεσταμένα στο φούρνο μικροκυμάτων την επόμενη και τη μεθεπόμενη μέρα! Δάσκαλε, έχει δηλητηριάσει κόσμο και κοσμάκι.

ΔΑΣΚΑΛΟΣ:    Σας κάλεσα εδώ για το καλό των παιδιών και όχι για να μαλώσετε.

ΦΙΛΙΤΣΑ:        Άμα δεν τη μαζέψεις, δάσκαλε, θα γίνει εδώ μέσα η μάχη του περσικού κόλπου. Αλλά ξέρω για ποιο γεγονός μιλάς. (Απευθυνόμενη προς τις μάνες). Θυμάστε πέρσι, τέτοιο καιρό περίπου, που επισκέφτηκαν το χωριό μας τρία λεωφορεία γεμάτα τουρίστες; Ε! τι να έκανα η κακομοίρα; Πού να προλάβαινα; Τους έδωσα λίγο από τα περισσεύματα κι αυτοί, βρε παιδί μου, καθόλου γερά στομάχια! Έτρεχαν να βρουν τουαλέτες σε όλο το χωριό αφού στο μαγαζί μου έχω μόνο μία και δεν προλάβαινε. Στο κάτω κάτω αν θέλεις να ξέρεις εγώ τα έδωσα σε ξένους που δεν τους ξαναματάδαμε ποτέ. Εσύ δεν ήσουν εκείνη που πέρσι, στο πανηγύρι του Αϊ-Γιώργη, τάισες το χωριό με τα παλιοπράματά σου και τους έπιασε ένας στομαχόπονος, μα ένας στομαχόπονος, σηκωτό, μέσα στα άγρια μεσάνυχτα τον φέρανε το γιατρό από το Μεγαλοχώρι.

ΔΑΣΚΑΛΟΣ:    Κυρίες μου, οι εντάσεις δεν ωφελούν. (Απευθυνόμενος προς τις μάνες). Εσείς πάλι και, χίλια συγγνώμη που θα σας το πω, γιατί δε μαγειρεύετε στο σπίτι σας;

ΝΙΚΟΛΕΤΑ:     Τι λες, κυρ-δάσκαλε; Αν μαγειρεύουμε όλο το πρωί κλεισμένες στο σπίτι, πότε θα πηγαίνουμε για καφέ; Η φιλενάδα μου από εδώ λέει και καλό φλιτζάνι. Αν θέλεις να στο πει κι εσένα καμιά μέρα.

ΒΑΓΓΕΛΙΩ:     Δάσκαλε, να σου πω ποια σε σκέφτεται, ποιον θα συναντήσεις, ποιος θέλει το κακό σου και ό,τι θέλεις να μάθεις αφού τα πάντα καταγράφονται στο φλιτζάνι και είναι το μοναδικό που δεν κάνει ποτέ λάθος. Είμαι καθηγήτρια πανεπιστημίου στο φλιτζάνι κι ας μην τέλειωσα το δημοτικό. Έχω κάνει τη διατριβή μου πάνω σ’ αυτό.

ΔΑΣΚΑΛΟΣ:    Κυρίες μου, μόλις μου πέρασε από το μυαλό μια καταπληκτική ιδέα.

ΕΛΕΝΗ:          Για να δούμε, δάσκαλε, πόσο μυαλό κουβαλάς. Αλλά πρόσεξε μην αρχίσεις να μας προσβάλεις πάλι γιατί τότε θα μας γνωρίσεις και από την άλλη πλευρά, αφού μέχρι τώρα είδες μόνο την καλή μας. Ε! λοιπόν εσείς οι δάσκαλοι έχετε ένα τεράστιο χάρισμα. (Ειρωνικά).Μόλις σας γνωρίσω, αμέσως σας συμπαθώ και σας βάζω στην καρδιά μου. Να σου στείλω με την ανεψιά μου μια σπέσιαλ πίτσα. Πολύ σε συμπάθησα!

ΔΑΣΚΑΛΟΣ:  Γιατί δεν κάνετε ένα συνεταιρισμό γυναικών και ν’ αλλάξετε κι εσείς οι δύο τα μαγαζιά σας;

ΦΙΛΙΤΣΑ:      Εγώ πάντως αρνούμαι να κάνω πίτσες.

ΔΑΣΚΑΛΟΣ:  Το δικό σας μαγαζί θα γίνει μανάβικο με βιολογικά προϊόντα και θα πουλάτε τα προϊόντα που παράγετε στους κήπους σας και πολλές φορές περισσεύουν και τα πετάτε.

ΦΙΛΙΤΣΑ:     Δεν είναι κακή ιδέα! Αφού στις μέρες μας τα λαχανικά είναι ακριβότερα από το κρέας. Χρυσάφι γίνανε, χρυσάφι! Επίσης δε θα ιδρώνω πια μέσα σε φριτέζες, σούβλες και ψησταριές.

ΕΛΕΝΗ:        Και το δικό μου μαγαζί, δάσκαλε;

ΔΑΣΚΑΛΟΣ: Στο δικό σας μαγαζί θα κάνετε όλες μαζί εργαστήριο με παραδοσιακές πίτες και ζυμαρικά.     

ΕΛΕΝΗ:        Δηλαδή τραχανάδες, χυλοπίτες, σπανακόπιτες, τυρόπιτες και ότι άλλο σκεφτούμε; Και δε θα σφουγγαρίζω μόνη μου το πάτωμα. Θα βοηθάτε όλες σας;

ΒΑΓΓΕΛΙΩ:  Καλή ιδέα. Να στέλνουμε τις πίτες μας και στην πόλη. Περισσότερη πελατεία, περισσότερο κέρδος. Λοιπόν εγώ θα κάνω πρασόπιτα. Έχω μια καταπληκτική συνταγή από τη γιαγιά μου που πάντα πετυχαίνει. Θα βάζουμε αγνά υλικά και θα δίνουμε και στα παιδιά μας για το διάλειμμα.

ΝΙΚΟΛΕΤΑ:  Θα μπορούμε, βρε κορίτσια, να στέλνουμε και στο εξωτερικό. Έχω τον μπάρμπα μου στην Αστραλία που λατρεύει την τυρόπιτα που φτιάχνω, όταν δεν πίνω καφέδες.

ΕΛΕΝΗ:        Καφέδες, φλιτζάνια και τέτοιες αηδίες κομμένες. Δουλειά και μόνο δουλειά. Και να μη δω καμιά σας από αύριο που ξεκινάμε να είναι άπλυτη και χωρίς σκούφο. Θα γίνουμε Ευρώπη, αν το καταλάβατε καλά. Οι δουλειές μας θα φέρουν και ξένο κόσμο στο χωριό. Πίτσα βρίσκει κανείς και στην πόλη. Χωριάτικη πίτα και αγνά λαχανικά όμως, μόνο σε μας.

ΝΙΚΟΛΕΤΑ:  Τι λες κι εσύ κυρα-Φιλίτσα; Δέχεσαι;

ΦΙΛΙΤΣΑ:     Δέχομαι αλλά με κάποιους όρους.

ΒΑΓΓΕΛΙΩ:  Λέγε φιλενάδα. Δεκτοί όλοι εκ των προτέρων.

ΦΙΛΙΤΣΑ:    Πρώτον. Ο δάσκαλος, σαν πιο γραμματιζούμενος καθώς είναι, να μας βοηθάει στα λογιστικά γιατί αν μείνει σε μας θα το βουλιάξουμε το καράβι γρήγορα πριν βγει στο πέλαγο.

                  Δεύτερον. Οι πίτες, τα ζυμαρικά, τα λαχανικά και τα φρούτα για την οικογένεια του δασκάλου θα είναι δωρεάν αφού θα είναι συνεταίρος κατά κάποιο τρόπο στις επιχειρήσεις μας.

                  Και τρίτον και σπουδαιότερο, θέλω δάσκαλε να μου μάθεις λίγα γράμματα ακόμη γιατί εγώ να το ξέρετε, αν δεν έχανα τους γονείς μου από παιδούλα τώρα θα ήμουν μεγάλη και τρανή.

ΔΑΣΚΑΛΟΣ: Δέχομαι μετά χαράς. Για το καλό των παιδιών και για το δικό σας   καλό θα πρέπει στο εξής να είστε αγαπημένες.

(Χειροκροτούν και αγκαλιάζονται όλοι μαζί).

 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ