Γιάννης Καλαβριανός: «Το θέατρο με βοήθησε να ξεπεράσω μια περίοδο δειλίας και συστολής»
του Δημήτρη Χατζηβρέττα, Γ3
Εμείς τα “φυλλαράκια”, αγαπούμε την Τέχνη. Σε όλες της τις μορφές. Ειδικά για την Τέχνη του Θεάτρου, έχω διαβάσει πως είναι αυτή, που ερμηνεύει, βάζει πινελιές, ξεσηκώνει το συναίσθημα και αγγίζει την καρδιά. Και για κάποιους, όπως ο ταλαντούχος, βραβευμένος και διεθνώς αναγνωρισμένος σκηνοθέτης Γιάννης Καλαβριανός, το θέατρο είναι η «μεγαλύτερη των Τεχνών»!
Κύριε Καλαβριανέ, τι θεωρείτε πώς μπορεί να προσφέρει το θέατρο στις μαθητικές ψυχές; Με ποιο τρόπο μπορεί να τις επηρεάσει;
Το θέατρο κατά τη γνώμη μου είναι η μεγαλύτερη των Τεχνών. Μπορεί να τις συμπεριλάβει όλες και να λειτουργήσει σε πολλαπλά επίπεδα, όπως κάθε έντιμη έντεχνη απόπειρα. Η σχέση του καθενός μας με την Τέχνη είναι μοναδική και επηρεάζεται πολύ από τη φάση της ζωής μας. Άλλοτε μπορεί να δράσει παρηγορητικά, άλλοτε ψυχαγωγικά, να θέσει ερωτήματα ή να μας κάνει να σκεφτούμε τη ζωή και τις επιλογές μας.
Στο “Γιοι και Κόρες” αφηγείστε διάφορες ιστορίες ηλικιωμένων ανθρώπων, προσπαθώντας να εξετάσετε τις έννοιες της ευτυχίας, της αγάπης και της νοσταλγίας. Όταν φτάσετε σε μεγάλη ηλικία και σας ζητήσουν να πείτε τη δική σας ιστορία, τι θα λέγατε;
Αυτή είναι μια πολύ καλή ερώτηση και ομολογώ πως δεν ξέρω τι θα απαντούσα. Ελπίζω η ζωή να μου φερθεί καλά και να είναι μία ιστορία χαράς και αγάπης.
Όταν είδα το έργο σας, θυμήθηκα την αγαπημένη μου ταινία, την “Αιώνια Λιακάδα ενός Καθαρού Μυαλού” του Τσάρλι Κόφμαν. Και οι δύο ταινίες έχουν ως επίκεντρο τις αναμνήσεις μας και την επίδραση που μπορούν να έχουν σε εμάς. Θεωρείτε λοιπόν, ότι πρέπει να κρατάμε τις αναμνήσεις μας, ακόμη και τις κακές, ή να τις ξεχνάμε για μην πληγωθούμε;
Μακάρι να μπορούσαμε να σβήσουμε τις κακές αναμνήσεις κατά βούληση. Το μυαλό και ο συνολικός ψυχισμός μας έχουν πολύ εξελιγμένους μηχανισμούς άμυνας και προστασίας με διάφορους τρόπους, αλλά οι αναμνήσεις είναι αναγκαστικά κομμάτι της έως τώρα ζωής μας, οπότε τις εμπεριέχουμε και σε διαφορετικό βαθμό μας επηρεάζουν.
Σε ένα άλλο σας έργο, το “Αβελάρδος και Ελοΐζα”, μας αφηγείστε αυτή τη συγκλονιστική ιστορία αγάπης, γεμάτη πάθος και δύναμη, η οποία όμως απωθείται εξαιτίας της εμπλοκής του Αβελάρδου με τη θρησκεία και των θρησκευτικών του αντιλήψεων. Βέβαια, ο δεσμός των δύο ατόμων παραμένει ισχυρός και ποτέ δεν παύουν να αγαπούν ο ένας τον άλλο.
Όμως, αυτή η ιστορία αιώνιας αγάπης διαδραματίζεται στο Παρίσι του 1079. Πιστεύετε ότι αυτή η έννοια της αιώνιας και αληθινής αγάπης συναντάται ακόμη και στον 21ο αιώνα ; Υπάρχει αγάπη σήμερα;
Εννοείται πως υπάρχει αγάπη και σήμερα και πάντα! Θέλω να πιστεύω πως η αληθινή αγάπη είναι τόσο βαθιά και κατακλυσμιαία, που όταν συμβεί, δεν επηρεάζεται ούτε από την τεχνολογία, ούτε από τους έντονους ρυθμούς ζωής. Το ζήτημα με τα παραπάνω είναι μήπως μας παρασύρουν και δεν μας δώσουν τον χρόνο να εντοπίσουμε ή να επιτρέψουμε στην αγάπη να αναπτυχθεί. Πόσους ανθρώπους άλλωστε, δεν γνωρίσαμε επειδή δεν μπορούσαμε να τους δώσουμε χρόνο…
Τέλος, θα ήθελα να αναφερθώ στα “Ανεμοδαρμένα Ύψη”, μια ιστορία ανθρώπων που διαρκώς αναζητούν αποδοχή, αγάπη, συγχώρεση και μπλέκονται σε ένα περίτεχνο δίχτυ αναγνώρισης και πόνου. Θα μπορούσε να θεωρηθεί αυτό το έργο μία, αν όχι απόλυτη, βαθύτατα ρεαλιστική απεικόνιση της πραγματικότητας μας, αυτού του διαρκούς αγώνα για επαφή και εκπλήρωση των επιθυμιών μας. Αυτό σκοπεύατε να απεικονίσετε με τη δική σας εκδοχή;
Τα Ανεμοδαρμένα Ύψη, είναι ένα τόσο περίπλοκο μυθιστόρημα, που μπέρδεψε τους αναγνώστες του, όταν πρωτοκυκλοφόρησε, παίρνοντας μάλιστα πολύ κακές κριτικές. Η Μπροντέ έγραψε για τα αβυσσαλέα βάθη της ανθρώπινης ψυχής, τη συνεχή προσπάθεια του ανθρώπου για αυτογνωσία, κατανόηση των επιθυμιών και τον αγώνα για την πραγματοποίησή τους. Δεν δίστασε να αναφερθεί στις σκοτεινές περιοχές της οργής και της επιθυμίας για εκδίκηση, με φόντο μία εποχή με σαφείς ταξικούς και έμφυλους διαχωρισμούς.
Υποθέτω ότι ήταν κάτι καινούργιο για εσάς, κρίνοντας από τα προηγούμενα έργα σας, το να αναπαραστήσετε αυτή την ιστορία με έναν “gothic” τόνο; Ήταν εύκολο να διαχειριστείτε την αλλαγή αυτή;
Στις παραστάσεις μου, παίζουμε πάντα σε μια περιοχή ανάμεσα στις καθημερινές στιγμές και στην στιγμιαία εξύψωσή τους σε κάτι ποιητικότερο. Τα «Ανεμοδαρμένα Ύψη», όπως και τα υπόλοιπα έργα που θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν στην γενική ενότητα της γοτθικής λογοτεχνίας, διαφέρουν υφολογικά, παραμένουν όμως το ίδιο απλά και καθαρά στην ανατομία του ανθρώπινου ψυχισμού, όπως άλλωστε συμβαίνει με όλα τα σπουδαία έργα, όλων των εποχών.
Η σκηνή που χαράχτηκε στο μυαλό μου ήταν η τελευταία. Πώς οδηγηθήκατε στο να δημιουργήσετε κάτι τόσο ανατριχιαστικά όμορφο και αυθεντικό;
Χαίρομαι πολύ εάν σας συγκίνησε, γιατί είναι μία σκηνή που την αγαπώ κι εγώ πολύ. Στον «Αβελάρδος και Ελοΐζα», υπήρχε μία φράση που έλεγε: «Παρακαλώ να πέσει το χιόνι. Όλα στην ώρα τους γίνονται, μα και τόσο λάθος.»
Αυτό το χιόνι που έρχεται να σκεπάσει μαλακά τα πάντα, είναι κάτι που από παιδί, με άφηνε έκθαμβο.
Θεωρείτε λοιπόν ότι όσο αλλόκοτοι και αν είμαστε, πρέπει να πασχίζουμε για τους πόθους μας, ακόμη και αν μας πληγώνουν και μας μαραίνουν; Για εσάς, η αγάπη είναι ευλογία, ακόμη και αν μπορεί να είναι κατάρα;
Μα τι θα πει αλλόκοτοι; Είμαστε όλοι διαφορετικοί, γι΄ αυτό και ανεπανάληπτοι. Ο καθένας μας πρέπει να αναγνωρίσει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του που τον κάνουν μοναδικό και να κατανοήσει και να αγκαλιάσει και τη μοναδικότητα των γύρω του. Οι επιθυμίες μας είναι ιερές. Η αγάπη, σε κάθε της μορφή, μόνο ευλογία μπορεί να είναι. Ακόμη και αν δεν έχει πάντα τη μυθιστορηματική έκβαση του «μαζί για πάντα», είναι μία κατάσταση ευφορίας πέρα από κάθε μέτρο και σύγκριση και η συνδετική ουσία που μας κάνει να προχωράμε μαζί με τους άλλους ανθρώπους στη ζωή.
Αλήθεια, ποια είναι η αγαπημένη σας ταινία;
Πολύ δύσκολη ερώτηση, εξαρτάται από τη στιγμή. Αγαπώ εξίσου τις ταινίες του Κασσαβέτη, τον Γουονγκ Καρ Γουάι, τον Αλμοδόβαρ και το «Μια βραδιά στο Νότινγκ Χιλ».
Ποιος είναι ο βασικός καλλιτέχνης που σας ενέπνευσε;
Πολλοί και από διάφορους χώρους. Αν έπρεπε να ξεχωρίσω έναν, θα ήταν ο Βασίλης Παπαβασιλείου, ένας πολύ σημαντικός σκηνοθέτης του θεάτρου, διανοητής και δημιουργός.
Μια συμβουλή για ένα άτομο που θέλει να ασχοληθεί με κάποια τέχνη στην Ελλάδα.
Την Τέχνη δεν τη διαλέγουμε. Αυτή μας διαλέγει. Αν λοιπόν κάποιος νιώθει πως δεν μπορεί να ζήσει χωρίς αυτήν, τότε δεν έχει παρά να το κάνει και είμαι σίγουρος πως θα ανακαλύψει άπειρες κρυμμένες πτυχές του εαυτού του και του κόσμου. Στη δική μου περίπτωση, το θέατρο με βοήθησε να ξεπεράσω μία περίοδο μάλλον δειλίας και συστολής. Η Τέχνη δεν είναι για τους φαινομενικά έντονους ανθρώπους ή τους εξωστρεφείς. Είναι διαφορετικό πράγμα το δυναμικό ταμπεραμέντο και η έντεχνη ματιά στην πραγματικότητα. Οι πιο ντροπαλοί λοιπόν, δεν πρέπει να απογοητεύονται ή να διστάζουν. Το θέατρο δεν είναι μόνο για εκείνους που από μικροί στήνανε παραστάσεις και τραγουδούσαν για τους συγγενείς τους, αλλά ευτυχώς για όλους μας.
Η ανερχόμενη παράσταση του Καλαβριανού , το “Κουμ Κουάτ”
Ήταν τιμή μας που συνομιλήσαμε με τον συγκεκριμένο καλλιτέχνη και τον ευχαριστούμε θερμά για την προθυμία του. Ακόμη, ελπίζουμε από εδώ και στο εξής να επισκέπτεστε καμιά φορά τις θεατρικές αίθουσες για να νιώσετε, να γελάσετε, να κλάψετε, να σκεφτείτε και να δεχτείτε ερεθίσματα που θα σας κάνουν καλύτερους ανθρώπους!
Λίγα λόγια για τον έλληνα σκηνοθέτη Γιάννη Καλαβριανό
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1974. Είναι απόφοιτος της Ιατρικής Σχολής του ΑΠΘ, του Τμήματος Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών του ΑΠΘ και υποψήφιος διδάκτωρ του ίδιου Τμήματος.
Έχει εργαστεί ως γιατρός, ως ηθοποιός για 6 χρόνια στην Πειραματική Σκηνή της «Τέχνης» και ως βοηθός σκηνοθέτη στις παραστάσεις: Αρχοντοχωριάτης, του Μολιέρου, Ιφιγένεια εν Ταύροις, του Γκαίτε ) και Ένα φως για κάθε σκοτάδι, του Άκη Δήμου (σκην. Γιάννης Μόσχος, Πειραματική Σκηνή της «Τέχνης», 2004).
Το 2006 δημιούργησε με άλλους απόφοιτους του Τμήματος Θεάτρου, την Εταιρεία Θεάτρου Sforaris.
Έχει σκηνοθετήσει τις παραστάσεις: Ανεμοδαρμένα Ύψη, της Έμιλυ Μπροντέ , Phone Home, Η τάξη μας, του Τ. Σλομποτζιάνεκ, Η Τσερλίνε και το σπίτι των κυνηγών, διασκευή των Αθώων του Χ. Μπροχ , Gods / The Lost Ring, , Αβελάρδος και Ελοΐζα , David’s Formidable Speech on Europe , Γιοι και κόρες, Άουστρας ή η αγριάδα, της Λένας Κιτσοπούλου , Παραλογές ή Μικρές καθημερινές τραγωδίες , Πάσχα , Πρακτόρισσες , Ποιος είναι δίπλα μου; της Πένυς Φυλακτάκη , Εγώ είμαι το Θείο βρέφος!
Έχει τιμηθεί με τα:
«Βραβείο Κουν, Καλύτερου Θεατρικού Έργου 2013-2014»,
«Βραβείο Νίκος Ζακόπουλος, Καλύτερου Θεατρικού Έργου, 2013», «International Prize Il Teatro Nudo, di Teresa Pomodoro, Milan 2014-2015».