1. Ο μικρός Τοτός κάθεται γονατιστός μπροστά από το κρεβάτι του και προσεύχεται δυνατά: -Θεέ μου κάνε να γίνει η Θεσσαλονίκη η πρωτεύουσα της Ελλάδας! -Γιατί χρυσό μου; ρωτάει η μαμά του. -Γιατί έτσι έγραψα στο διαγώνισμα της Γεωγραφίας! 2. Ο Γιωρίκας βάφει το ταβάνι του σαλονιού ανεβασμένος σε μια σκάλα. Οι μπογιές όμως στάζουν κάτω και έχουν κάνει το σαλόνι χάλια. Μπαίνει μέσα στο δωμάτιο η γυναίκα του η Λεμονιά, βλέπει την κατάσταση και του λέει: -Βρε Γιωρίκα, να σου φέρω μια εφημερίδα να στρώσεις κάτω; -Δεν πειράζει ρε γυναίκα, φτάνω κι έτσι! 3. Ήταν ο Γιωρίκας και ο Κωστίκας σε ένα μικρό χωριουδάκι και είχαν πρόβατα. Έρχεται ο ξάδερφός τους ο Πανίκας από τη Γερμανία και τους λέει: -Γιατί τρώτε τα νιάτα σας εδώ; Ελάτε στη Γερμανία κι εκεί έχει λεφτά με το τσουβάλι. Στο δρόμο τα βρίσκουμε. Ε, πήραν την απόφαση και ξεκίνησαν για τη Γερμανία.. Κατεβαίνοντας από το αεροπλάνο ο Γιωρίκας βρίσκει μια βαλίτσα. Σκύβει, την ανοίγει, χιλιάδες τα ευρώ μέσα. Την κλωτσάει και λέει: -Τι, από σήμερα θα αρχίσουμε να μαζεύουμε; 4. Ήταν ένας Γερμανός, ένας Ιταλός και ένας Έλληνας τους οποίους είχαν πιάσει οι Ζουλού. Τους λένε πως θα τους αφήσουν ελεύθερους με την προϋπόθεση να τους φέρουν πολλούς λαγούς από τη ζούγκλα. Ξεκινάει ο Γερμανός, περνάει ένας μήνας, δύο, τρεις τελικά γυρνάει αλλά δεν έπιασε κανένα λαγό. Ξεκινάει ο Ιταλός, περνούν δύο μήνες, πέντε, έξι γυρνάει δεν φέρνει κανένα λαγό. Ξεκινάει ο Τούρκος περνούν δύο μήνες, πέντε, έξι γυρνάει δεν φέρνει κανένα λαγό. Μετά ξεκινά ο Έλληνας περνούν πέντε μήνες, εννιά, ένας χρόνος. Οι Ζουλού άρχισαν να αναρωτιούνται γιατί δεν γύρισε και πήραν την απόφαση να ψάξουν. Μετά από λίγες μέρες τον βρήκαν και τον είδαν να κρατάει έναν λαγό ανάποδα πάνω από την φωτιά και να του λέει: |