H ΟΝΟΜΑΣΙΑ

Η προέλευση και ετυμολογία του ονόματος του Σουλίου δεν έχει αποσαφηνιστεί αν και έχουν διατυπωθεί πολλές θεωρίες.SuliFrurio

Ο Περραιβός, σύμφωνα με τη ντόπια παράδοση, αναφέρει ότι το όνομα αποδίδεται σε κάποιον Σούλη ή Σούλιου που φονεύτηκε στην τοποθεσία όπου σήμερα είναι το Σούλι. Λέει ότι οι οικιστές του Σουλίου μετοίκησαν κατά διαστήματα από το 1500 -1600 από τα γειτονικά χωριά για να αποφύγουν την τουρκική δουλεία. Οι φυγάδες αυτοί αφού εγκαταστάθηκαν στο Σούλι με τις οικογένειες τους αυξήθηκαν και έκτισαν τα πρώτα τέσσερα χωριά δηλ. το Σούλι, Σαμονίβα, Κιάφα και Αβαρίκος.

Ο μεγάλος ποιητής Aνδρέας Kάλβος, πιστεύει ότι οι Σουλιώτες είναι απόγονοι των Σελλών και ονομάζει την περιοχή «Σελλαΐδα» εξ ου και το όνομα «Σούλι». Σύμφωνα με τον ιστορικό Kων/νο Πανταζή, η ερμηνεία αυτή του ποιητή, στηρίζεται στην ιστορική πραγματικότητα. Η περιοχή αυτή κατοικήθηκε από το 800 π.X. από τους πρώτους Έλληνες και ονομάστηκε Θεσπρωτία. Γύρω στο 1600 από χωριά της Θεσπρωτίας, μεμονωμένες οικογένειες που ήθελαν να αποφύγουν την οθωμανική καταπίεση, ανέβηκαν στα βράχια της Mούργκας και έχτισαν το Tετραχώρι. Αυτές οι οικογένειες εκπροσωπούσαν ολόκληρη την περιοχή της Σελλαΐδος και κατά τον Kων/νο Πανταζή, σωστά ο ποιητής Kάλβος τους θεωρεί απογόνους των Σελλών.

Ο Βασίλειος Μπόλωσης, που ήταν μόνιμος κάτοικος της περιοχής, αναφέρει στο μικρό ιστορικό του δοκίμιο ότι: «Κάποιος στο Μαργαρίτη είχε κάνει έγκλημα (είχε σκοτώσει) και πήρε την οικογένειά του και ανέβηκε στα μέρη ετούτα φοβούμενος τους Τούρκους στο Μαργαρίτι. Αυτός ονομάζονταν Σούλης και από το όνομά του, πήρε η περιοχή το όνομα «Σούλι». Αυτό είχε γίνει, όπως μου έλεγαν το έτος 1550 περίπου?»

Άλλες θεωρίες για την καταγωγή της ονομασίας της περιοχής είναι το ότι η λέξη «Σούλι» στα σλαβικά σημαίνει σκοπιά, ή ότι, οι πρώτοι κάτοικοι του Σουλίου ήταν Aλβανόφωνοι και πως η λέξη «Σούλι» είναι αλβανική και σημαίνει δοκάρι.

H "ΣOYΛIΩTIKH ΣYMΠOΛITEIA"

Το Σούλι αποτελούσε τον αρχαιότερο οικισμό και πρωτεύουσα του τετραχωρίου (Σούλι, Σαμονίβα, Κιάφα, Αβαρίκος) και κάλυπτε έκταση 1.000 στρεμμάτων.

Σύμφωνα με τον Περραιβό στα αραιοχτισμένα σπίτια του κατοικούσαν τετρακόσιες πενήντα οικογένειες κατανεμημένες σε φάρες που εξυπηρετούνταν από 100 και πάνω πηγάδια. Από τις σπουδαιότερες φάρες ήσαν οι Τζαβελλαίοι, Μποτσαραίοι, Κουτσονικαίοι, Μπουσμπαίοι, Φωτομαραίοι, Κασκαραίοι, Σεχαίοι, Καλογεραίοι, Ζορμπαίοι κ.ά. Στην Σαμονίβα κατοικούσαν 50 οικογένειες φάρες, οι Δαγκλαίοι, Μπεκαίοι κ.ά. Στην Κιάφα 90 οικογένειες, σε τέσσερις φάρες, οι Ζερβαίοι, Φωταίοι, Νικαίοι και στον Αβαρίκο 60 οικογένειες, σε τρεις φάρες.

Με μια «σπαρτιατική» εκπαίδευση, από μικροί εκπαιδεύονταν στα όπλα και εκμεταλλευόταν στο έπακρον τα πλεονεκτήματα που τους πρόσφερε η φυσική οχυρή θέση της περιοχής.Suliotes

«Όθεν ο βίος των Σουλιωτών ουδέποτε απέβη βιομηχανικός ή εμπορικός ή λόγιος όπως ο βίος των άλλων ελληνικών κοινοτήτων. Το κύριον αυτών ενασχόλημα ήτο ο πόλεμος ή η προς πόλεμον παρασκευή. Κανένας καμίαν τέχνην ή πραγματεία δεν μεταχειρίζεται παρά όλη η γύμνασις παιδιόθεν είναι εις τα άρματα». Χ. Περραιβός.

Οι κάτοικοι του τετραχωρίου αποτελούσαν αυτόνομη προνομιούχα πολιτεία με δικούς της νόμους, στρατό, νομοθετικά και εκτελεστικά σώματα. Τη διοίκηση στο Σούλι ασκούσαν η Γερουσία, στην οποία ανήκε η πολιτική και δικαστική εξουσία, η οποία και αποφάσιζε για πόλεμο ή ειρήνη.

Το Συμβούλιο των Καπεταναίων, το οποίο ήταν υπεύθυνο για την πολεμική προετοιμασία και για την διεξαγωγή πολέμου. Αυτό διόριζε τον Αρχιστράτηγο, ο οποίος αποκαλούνταν Πολέμαρχος. Για τη θέση του Αρχιστράτηγου επιλέγονταν ο ικανότερος, γενναιότερος και εμπειρότερος των Καπεταναίων.

«Το Κριτήριο της Πατρίδος» αποτελεί την ανώτατη δικαστική εξουσία της Συμπολιτείας και συνεδρίαζε σε ιδιαίτερο οίκημα, του οποίου σώζονται τα ερείπια. Τις μικρές διαφορές των φαρών τις έλυνε ο αρχηγός της φάρας. Κάθε ύβρις προς κάποιο άτομο της φάρας θεωρούνταν ότι αντανακλούσε σε ολόκληρη τη φάρα.

Τις διαφορές μεταξύ των ανδρών της ίδιας φάρας επίλυαν συνήθως οι γυναίκες.

Απλή υπόνοια για την τιμή κάποιας γυναίκας αρκούσε για να λιθοβοληθεί με απόφαση του αρχηγού της φάρας. Την μοιχαλίδα την έβαζαν σε σάκο και την γκρέμιζαν από τον Αχέροντα.

H εκκλησία του Δήμου επικύρωνε ή απέρριπτε τις αποφάσεις.

Οι νόμοι των Σουλιωτών δεν ήταν γραφτοί, αλλά άγραφοι. Νόμοι τους ήταν τα ελληνικά ήθη και έθιμα, καθώς και οι πατροπαράδοτες συνήθειες του τόπου.

Από το 1720 ιδίως και μετά οι έποικοι του Σουλίου πληθύνονταν και ο πληθυσμός του τετραχωρίου έφθασε σε 2.500 κατοίκους.

Με το πέρασμα των χρόνων ήρθαν σε προστριβές με τους Αγάδες του Μαργαριτίου, της Πάργας, της Παραμυθιάς, του Φαναριού και των Ιωαννίνων.

Μέχρι το 1740 οι Σουλιώτες βρίσκονται σε συνεχείς αγώνες για απόκρουση των επιδρομών και για την διαφύλαξη της ανεξαρτησίας τους. Στη συνέχεια οι επιχειρήσεις των Σουλιωτών από αμυντικές έγιναν επιθετικές. Το 1741 κατέλυσαν την τουρκική εξουσία σε πολλά γειτονικά τους χωριά και τα υποτάσσουν. Προσπαθούν αφ' ενός μεν να ελευθερώσουν τους καταδυναστευόμενους από τους Τουρκολβανούς γείτονές τους, αφ' ετέρου δε επιδίωκαν να αυξήσουν τα έσοδα με τους φόρους τους. Τα χωριά αυτά έμειναν στην ιστορία με την ονομασία Παρασούλια και οι κάτοικοι με το όνομα Παρασουλιώτες. Το Τετραχώρι μαζί με τα επτά πλησιέστερα χωριά το Επταχώρι (Τσεκουράτι, Περιχάτι, Βίλλια, Αλποχώρι, Κοντάταις, Γκιονάλα και Τσεφλήκι), είναι ένα είδος Ομοσπονδίας και οι κάτοικοί τους ονομάζονται Σουλιώτες.

Τα υπόλοιπα χωριά υπάκουαν στη Σουλιώτικη ομοσπονδία, ανέλαβαν τη φροντίδα για τον επισιτισμό τους, ενώ οι ίδιοι επωμίστηκαν την άμυνα της περιοχής από τους Τούρκους.

Ως το 1760 είχαν ήδη την επικυριαρχία σε όλη σχεδόν τη ΝΑ. Ήπειρο (το τμήμα της Ηπείρου που περιλαμβάνεται μεταξύ Λούρου - Ιωαννίνων - Παραμυθιάς - Μαργαριτίου και Πάργας), έχοντας στο κέντρο το Σούλι όπου ήταν η πρωτεύουσα της Συμπολιτείας.

Η Συμπολιτεία του Σουλίου κατοικείται από 12.000 κατοίκους, Παρασουλιώτες και συντηρούσε στρατό που ανερχόταν σε 2.000 έως 2.500. Οι Σουλιώτες ήσαν λιτοδίαιτοι, ολιγαρκείς και πολύ σκληραγωγημένοι. Τίποτε δεν θεωρούσαν ανώτερο και πολυτιμότερο από την ανδρεία.

Στην αρχή οι Τούρκοι δεν αντέδρασαν, γιατί οι Παρασουλιώτες ήταν συνεπείς στις φορολογικές υποχρεώσεις απέναντί τους. Η Συμπολιτεία πλήρωνε ετησίως φόρο στο σουλτάνο τον οποίο έπαιρνε από τους Παρασουλιώτες συγκεντρωμένο από τον κεφαλικό φόρο και το Προβατονόμιο. Οι Παρασουλιώτες πλήρωναν στους Σουλιώτες και φόρο υποτέλειας σε είδη και τρόφιμα.

Η περιοχή αποτελούσε ένα είδος «ουδέτερης» ζώνης ανάμεσα στους Τούρκους και στους Βενετούς. Πολλές φορές οι Τούρκοι κινούμενοι από συμφέροντα βοηθούσαν τους Σουλιώτες στους πολέμους τους. Η Βενετία θεωρούσε αναγκαία τη διατήρηση σχέσεων με την ημιανεξάρτητη αυτή πολιτεία γιατί έτσι αναχαιτίζονταν κάθε τουρκικό κίνδυνο στις παραθαλάσσιες κτήσεις της.

Αργότερα συγκρούονται τα συμφέροντα Τούρκων, Ρώσων, Γάλλων και Άγγλων, κυρίως για τον έλεγχο των παραλίων του Ιονίου. Οι Γάλλοι, οι οποίοι διαδέχτηκαν τους Βενετούς, άνοιξαν στενές σχέσεις με τους Σουλιώτες. Το γεγονός αυτό οι Τούρκοι το θεώρησαν εχθρική πράξη, γι' αυτό και δεν αντέδρασαν στις προσπάθειες των τοπικών πασάδων να υποτάξουν τους Σουλιώτες.

OI ΑΓΩΝΕΣ ΤΩΝ ΣΟΥΛΙΩΤΩΝ

Ο πρώτος πόλεμος (1721) έγινε από τον Xατζή Πασά των Iωαννίνων, ο οποίος απέτυχε.8.000 Τουρκοτσάμηδες και οι Σουλιώτες μόνον 300.Suliotis

Ο δεύτερος πόλεμος (1760) έγινε από το Mουσταφά Πασά των Iωαννίνων, ο οποίος και αυτός απέτυχε. Ο Μουσταφά Πασάς είχε 7.000 στρατιώτες και οι Σουλιώτες ήταν ολιγάριθμοι.

Ο τρίτος πόλεμος (1761) έγινε από τον Πασά του Δελβίνου Δόσμπεη, με 8.000 στρατιώτες και ολιγάριθμους Σουλιώτες, ο οποίος και αυτός απέτυχε.

Ο τέταρτος πόλεμος (1762) αποτυχημένος και αυτός, έγινε από το Mαχμούτ Aγά, ο οποίος αιφνιδίασε τους Σουλιώτες με 6.000 στρατό.

Ο πέμπτος (1772) αμυντικός πόλεμος έγινε κατά του Aγά της Tσαμουργιάς Σουλεϊμάν Tσαπάρη. Οι μάχες έγιναν στο Σούλι μεταξύ Σαμονίβας και Κιάφας, όπου οι Σουλιώτες πήραν αιχμαλώτους όλους τους Οθωμανούς.

Ο έκτος κατά του Mουσταφά Kόκαν Πασά με 4.000 Tουρκαλβανούς.

Ο έβδομος από τον Mπεκήρ Πασά που με 5.000 Tουρκαλβανούς πολιόρκησε το Σούλι.

Ο όγδοος πόλεμος (1792) με την ηγεσία των: Ιμπραήμ Xασάν, Σουλεϊμάν, Μουχτάρ Αγά κ.α.

Οι Σουλιώτες και ο Αλή Πασάς.

Το 1791 έγινε η πρώτη εκστρατεία του Αλή Πασά κατά των Σουλιωτών αλλά δεν πέτυχε. Επικεφαλή ο ίδιος με 3.000 Τουρκαλβανούς χτύπησε το Σούλι. Οι Σουλιώτες, έχοντας αρχηγό τον Λάμπρο Τζαβέλα, πρόβαλλαν γενναία αντίσταση και στη συνέχεια καταδίωξαν τους Τουρκαλβανούς ως τον κάμπο των Ιωαννίνων. Σκότωσαν 2.000 άνδρες και πήραν πολλά λάφυρα.AliPasas

Αποτυχημένη ήταν και η δεύτερη επίθεση του 1792. Ο Αλή Πασάς για να παραπλανήσει τους Σουλιώτες διέδωσε ότι θα εκστρατεύσει κατά του πασά του Αργυρόκαστρου και ζήτησε τη βοήθειά τους, υποσχόμενος προνόμια. Οι Σουλιώτες αντιλαμβάνονται ότι πρόκειται για τέχνασμα, ωστόσο για να του δείξουν ότι τον πιστεύουν, του έστειλαν 70 παλικάρια με αρχηγό το Λάμπρο Τζαβέλα. Ο Αλής τους έπιασε αιχμαλώτους, τους έστειλε στα Γιάννενα στις φυλακές του Κάστρου. Κάλεσε στη συνέχεια το Λάμπρο Τζαβέλα, για να διαπραγματευτούν την παράδοση του Σουλίου. Ο Λ. Τζαβέλας προσποιήθηκε, ότι δέχεται τις προτάσεις του. Ο Αλής τον άφησε ελεύθερο να γυρίσει στο Σούλι και για επιβεβαίωση της συμφωνίας τους κρατά ομήρους το γιο του Φώτο και άλλους 70 άνδρες. Όταν έφτασε ο Λ. Τζαβέλας στο Σούλι, οργάνωσε καλύτερα την άμυνα και έστειλε στον Αλή Πασά το ακόλουθο γράμμα:

«Αλήπασα, χαίρομαι όπου εγέλασα έναν δόλιον, είμαι εδώ να διαφεντέψω την πατρίδα μου εναντίον εις έναν κλέφτην. Ο υιός μου θέλει αποθάνει, εγώ όμως απελπίστως θέλω τον εκδικήσω πριν να αποθάνω. Κάποιοι Τούρκοι, καθώς εσύ, θέλουν ειπείν, ότι είμαι άσπλαγχνος πατέρας με το να θυσιάσω τον υιόν μου δια τον ιδικό μου λυτρωμόν. Αποκρίνομαι ότι αν εσύ πάρεις το βουνόν θέλεις σκοτώσει τον υιόν μου με το επίλοιπον της φαμίλιας μου και τους συμπατριώτας μου, τότε δεν θα μπορέσω να εκδικήσω τον θάνατόν του αμή αν νικήσωμε θέλει έχω και άλλα παιδιά, η γυναίκα μου είναι νέα. Εάν ο υιός μου νέος, καθώς είναι, δεν μένει ευχαριστημένος ν' αποθάνει δια την πατρίδα του, αυτός δεν είναι άξιος να ζήσει και να γνωρίζεται ως υιός μου· προχώρησε λοιπόν άπιστε, είμαι ανυπόμονος να εκδικηθώ. Εγώ ο ωμοσμένος εχθρός σου καπετάν Λάμπρος Τζαβέλας».

Ο Αλή Πασάς προστάζει γενική επίθεση με 8.000 Τουρκαλβανούς. Η δεύτερη εκστρατεία του Αλή Πασά εναντίον του Σουλιού κατάληξε σε πανωλεθρία. Ένα μικρό μόνο μέρος από το στρατό του σώθηκε. Αναγκάστηκε να κλείσει ταπεινωτική ειρήνη με τους Σουλιώτες, που κράτησε οχτώ χρόνια. Απελευθέρωσε το Φώτο Τζαβέλα και τους ομήρους.

Στη μάχη πήραν μέρος και οι Σουλιώτισσες με επικεφαλής τη Μόσχω Τζαβέλα γυναίκα του Λάμπρου και η κόρη του Σόφω.

Ο Λάμπρος Τζαβέλας πληγώθηκε και πέθανε τρία χρόνια αργότερα από το τραύμα του. Μετά το θάνατό του, την αρχηγία της φάρας του ανάλαβε η Μόσχω και την κράτησε μέχρι να την αναλάβει ο γιος της Φώτος.Tzavelas

Το 1798 ο Αλή πασάς, καταφέρνει και ελέγχει όλη την περιοχή και το 1800 αρχίζει ένα σχέδιο αποκλεισμού του Σουλίου. Εκμεταλλευόμενος τις εσωτερικές έριδες μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικογενειών των Τζαβελαίων και των Μποτσαραίων πείθει τον Κίτσο Μπότσαρη να φύγει από το Σούλι και ν' αναλάβει το αρματολίκι των Τζουμέρκων. Οι Σουλιώτες χάνουν έτσι, 800 πολεμιστές. Ο Φώτος Τζαβέλας αναλαμβάνει ως πολέμαρχος. Τον Ιούνιο του 1800, ο Αλή Πασάς ξεκινά με 15.000 άνδρες, χωρίζοντάς τους σε τρία σώματα, τα οποία εισέρχονται στο Σούλι από τις τρεις δυνατές εισόδους που υπήρχαν. Οι Σουλιώτες τους αποκρούουν και η συνέχεια για τους Τούρκους είναι δραματική. Ο Αλής όμως, δεν ησυχάζει και αποφασίζει να πολιορκήσει το Σούλι. Χτίζει νέα φρούρια στην περιοχή, ενισχύει τα παλιά, αποκλείει κάθε έξοδο, φέρνει πολλά στρατεύματα και ζήτησε τη βοήθεια των Αλβανών και Τσάμηδων της περιοχής. Έτσι οι Σουλιώτες κουρασμένοι δέχονται την πρόταση ειρήνης το 1801, την οποία ο ίδιος ο Αλής παραβίασε σκοτώνοντας τους 24 ομήρους που έστειλαν οι Σουλιώτες για το κλείσιμο της συμφωνίας. Οι Σουλιώτες αρνούνται την δεύτερη πρόταση ειρήνης του Αλή και παραμένουν πολιορκημένοι, για δυο χρόνια. Το 1803 αρχίζουν οι επιθέσεις του Αλή Πασά και του γιού του Βελή. Οι Σουλιώτες, με αρχηγό τον Φώτο Τζαβέλα, αντιστάθηκαν στις μάχες του Σιστρουνίου, της Λίππας και της Λιβίκιστας. Εκείνος όμως, συνεχίζει και το Δεκέμβριο του 1803, το Σούλι δεν άντεξε άλλο. Οι εσωτερικές διαμάχες για την αρχηγία μεταξύ των Φ. Τζαβέλα και Κ. Μπότσαρη, η έλλειψη από τροφές, νερό και πολεμοφόδια, αναγκάζει τους Σουλιώτες στις 12 Δεκεμβρίου του 1803, να υπογράφουν συνθήκη και να εγκαταλείπουν την πατρίδα τους. Ο καλόγηρος Σαμουήλ, δεν δέχθηκε την συνθηκολόγηση. Έμεινε στο Kούγκι μαζί με άλλους πέντε Σουλιώτες και επέλεξαν να ταφούν μέσα στα συντρίμμια από την έκρηξη της πυριτιδαποθήκης.SuliothwKerk

Λίγο νοτιότερα από το Σούλι, στο σημερινό χωριό Ριζά, ένα έτος πριν από την παράδοση του Σουλίου είχαν εγκατασταθεί 20 Σουλιώτικες οικογένειες με την άδεια του Αλή Πασά. Οι Τούρκοι, βρίσκουν τις γυναίκες απροστάτευτες από τους άνδρες. Η Δέσπω Μπότση, όμως, μάζεψε γύρω της όλες τις γυναίκες της φάρας βάζει φωτιά στο μπαρούτι και τους τινάζει όλους στον αέρα.

Οι υπόλοιποι Σουλιώτες ξεκίνησαν για την προσφυγιά σε τρεις φάλαγγες. Το πρώτο τμήμα, 1500 άτομα, με αρχηγό το Φ. Τζαβέλα προς την Πάργα. Ο Αλής τους κυνήγησε με 4.000 άνδρες, τους πρόλαβε και τελικά οι Σουλιώτες κατάφεραν να μπουν στην Πάργα, που την κατείχαν οι Ρώσοι, με πολλές απώλειες.

Το δεύτερο τμήμα του Κ. Μπότσαρη φεύγει προς τα Τζουμέρκα. Ο Κ. Μπότσαρης, με 1.200 άτομα, αποσύρεται στη Μονή Σέλτσου που βρίσκεται σε μία οχυρή και απόκρημνη θέση πάνω από τον Αχελώο. Ο Αλής τους πολιόρκησε με 7.000 άνδρες και τελικά, μόνο 50 Σουλιώτες γλιτώσανε.

Η τρίτη φάλαγγα, του Κουτσονίκα με 800 άτομα, βάδιζε προς το Λούρο ποταμό. Όταν έφτασαν στο Ζάλογγο για ασφάλεια αποσύρθηκαν στο Mοναστήρι πάνω στο βουνό. Σώμα 3.000 Aλβανών, με επικεφαλή τον Mπεκήρ Tζογαδώρο τους καταδίωξε. Επιχειρούν έξοδο αλλά δεν τα κατάφεραν. Οι λίγοι που γλίτωσαν κατευθύνθηκαν προς το Bουλγαρέλι. Πενήντα έξι γυναίκες, όμως, δεν συμμετείχαν στην έξοδο. Παρέμειναν στο Mοναστήρι. Όταν τις πλησίασαν οι Aρβανίτες, έστησαν χορό και μια-μια έπεφτε στο βάραθρο.

Πολλοί Σουλιώτες που γλιτώσανε και από τις τρεις ομάδες πήγαν στην Κέρκυρα και εντάχθηκαν σε στρατιωτικά σώματα Γάλλων και Άγγλων που κατείχαν το νησί.MBotsaris

Ο Σουλτάνος, το 1820, αποφασίζει να εξοντώσει τον Αλή Πασά στέλνοντας εναντίον του τον Ισμαήλ Πασά. Ο Αλή Πασάς καλεί τους Σουλιώτες να συμμαχήσουν με αντάλλαγμα να τους αφήσει να επιστρέψουν το Σούλι. Ο Μάρκο Μπότσαρης ορίστηκε αρχιστράτηγος και διαπραγματεύτηκε με τον Αλή Πασά. Μετά την αποτυχία του Ισμαήλ τον αγώνα κατά του Αλή Πασά αναλαμβάνει ο Χουρσίτ Πασάς που αφήνει στρατιωτικά ακάλυπτη την Πελοπόννησο στην οποία ξεσπά η Επανάσταση (1821). Ο Χουρσίτ, έχοντας σκοτώσει τον Αλή, είναι ελεύθερος ν' ασχοληθεί μαζί τους.

Το 1822 ξεκινά με 15.000 άνδρες και πολιορκεί το Σούλι. Στάλθηκαν τότε για να βοηθήσουν τους Σουλιώτες ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης και ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος. Η επιχείρηση όμως απέτυχε. Μετά την καταστροφική μάχη στο Πέτα (4 Ιουλίου 1822) οι Σουλιώτες αναγκάσθηκαν μετά από συμφωνία με τον Ομέρ Βρυώνη.

Φεύγουν οριστικά από την πατρίδα τους. Άλλοι πήγαν στα Επτάνησα και άλλοι στο Μεσολόγγι, όπου έλαβαν μέρος στην επανάσταση.

Τελευταία Ενημέρωση (Σάββατο, 26 Ιούνιος 2010 12:04)