Βρίσκεστε εδώ: Home
Πολύ συχνά οι γονείς ζητούν βοήθεια για θέματα που σχετίζονται με κάποιες δυσκολίες, τις οποίες αντιμετωπίζουν τα παιδιά τους κατά τη σχολική φοίτηση. Αρκετοί από αυτούς νομίζουν ότι τα παιδιά τους είναι τεμπέλικα ή αδιάφορα και τα αποκαλούν με ευκολία «κακούς μαθητές», ενώ στην πραγματικότητα αυτά παρουσιάζουν μαθησιακές δυσκολίες στην ανάγνωση, την αριθμητική ή τη γραφή.
Eίναι ευνόητο ότι κάθε παιδί έχει το δικό του ρυθμό και τις δικές του επιδόσεις. Mερικά παιδιά, όμως, ενώ διαθέτουν φυσιολογική νοητική ικανότητα και δεν αντιμετωπίζουν κάποιο οργανικό πρόβλημα, παρουσιάζουν μια ανεξήγητη κατά τους γονείς τους δυσκολία σε επιμέρους τομείς της σχολικής τους φοίτησης, για παράδειγμα, στην ευχέρεια της ανάγνωσης, την ορθογραφία, τη γραπτή έκφραση, στις μαθηματικές πράξεις.
Eίναι ευνόητο ότι κάθε παιδί έχει το δικό του ρυθμό και τις δικές του επιδόσεις. Mερικά παιδιά, όμως, ενώ διαθέτουν φυσιολογική νοητική ικανότητα και δεν αντιμετωπίζουν κάποιο οργανικό πρόβλημα, παρουσιάζουν μια ανεξήγητη κατά τους γονείς τους δυσκολία σε επιμέρους τομείς της σχολικής τους φοίτησης, για παράδειγμα, στην ευχέρεια της ανάγνωσης, την ορθογραφία, τη γραπτή έκφραση, στις μαθηματικές πράξεις.
Αυτά τα παιδιά παρουσιάζουν μαθησιακές δυσκολίες. Είναι ένας γενικευμένος όρος που περιγράφει μια ομάδα δυσκολιών, που μειώνουν την ικανότητα ενός παιδιού να μάθει. Οι ορισμοί που έχουν κατά καιρούς δοθεί είναι διαφορετικοί μεταξύ τους.
Ποιες είναι οι μαθησιακές δυσκολίες
Σύμφωνα με το ICD-10 6 (διαγνωστικό εγχειρίδιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας):
- Ειδική διαταραχή της ανάγνωσης (δυσλεξία)
- Ειδική διαταραχή της ορθογραφίας
- Ειδική διαταραχή στις μαθηματικές ικανότητες
- Μεικτή διαταραχή σχολικών ικανοτήτων
Χαρακτηριστικά των παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες
- Aνώριμη συμπεριφορά.
- Eίναι παρορμητικά και υπερκινητικά.
- Έχουν περιορισμένη συγκέντρωση και προσοχή, με αποτέλεσμα να μην καταλαβαίνουν το μάθημα που διαβάζουν
- να το ξεχνούν εύκολα.
- Παρανοούν προφορικές οδηγίες.
- Έχουν δυσκολία στην οργάνωση.
- Δυσκολεύονται να αρχίσουν και να ολοκληρώσουν μια εργασία.
- Διστάζουν όταν μιλούν και έχουν αδυναμία στην προφορική έκφραση.
- Παρουσιάζουν κακό συντονισμό κινήσεων, ενώ ο ρυθμός εκτέλεσης μιας εργασίας είναι αργός.
- H διάθεσή τους παρουσιάζει απότομες εναλλαγές, θυμώνουν, απογοητεύονται και παραιτούνται εύκολα, ενώ δεν είναι σπάνιες οι εκρήξεις θυμού.
- Στην ανάγνωση μπερδεύουν, παραλείπουν, αντικαθιστούν, προσθέτουν ή αντιστρέφουν γράμματα ή συλλαβές, διαβάζουν αργά ή συλλαβιστά, χωρίς ροή και δεν καταλαβαίνουν επαρκώς το κείμενο. Η διαταραχή στην ανάγνωση είναι και η πιο συνηθισμένη δυσκολία και συναντάται στο 70-80% των παιδιών με διαταραχές στη μάθηση.
- Στο γραπτό λόγο τα παιδιά αντιστρέφουν ή παραλείπουν γράμματα ή ολόκληρη λέξη, χρησιμοποιούν κάποια γράμματα με λανθασμένη σειρά, έχουν δυσκολία στη διατύπωση
των σκέψεών τους γραπτά, κάνουν συχνές επαναλήψεις λέξεων, αντικαταστάσεις ή αντιμεταθέσεις ή προσθήκες φθόγγων ή συλλαβών. Δείχνουν ότι αγνοούν βασικούς κανόνες
γραμματικής, δυσκολεύονται να αντιγράψουν κυρίως από τον πίνακα, κολλάνε τα γράμματα, ξεκινούν την πρόταση με μικρά γράμματα ή ανακατεύουν μικρά και κεφαλαία κ.ά.
- Στα μαθηματικά δυσκολεύονται στην αντίληψη βασικών κανόνων, αλλά και στο συνδυασμό αριθμού με σύμβολο ?π.χ., πρόσθεση, αφαίρεση?, στην ποσότητα, στις έννοιες χρόνου, στην οργάνωση των αριθμών. Αυτή η δυσκολία αφορά το 1% έως 6% των μαθητών.
από την παιδοψυχολόγο, Αλεξάνδρα Καππάτου
Ο θυμός σα συναίσθημα μοιάζει πολύ με τον πόνο και την κατάθλιψη και πολλές φορές είναι δύσκολο ν? αναγνωρίσει κανείς πού ξεκινά το ένα και τελειώνει το άλλο. Ο ψυχικός πόνος έχει και σωματικές αλλά και συναισθηματικές προεκτάσεις. Τα συναισθήματα παίζουν μεγάλο ρόλο όσον αφορά τον πόνο και συχνά ο πόνος σχετίζεται στενά με την κατάθλιψη. Όπως είναι γνωστό άλλωστε, ο ψυχικός πόνος τρέφει το θυμό και ο θυμός τροφοδοτεί την κατάθλιψη.
Μπορεί ο θυμός κάποιες φορές να μας κάνει να νιώθουμε καλά, μα αυτό είναι μόνο προσωρινό. Μπορεί να είναι κινητοποιητική δύναμη που μας ωθεί να δράσουμε, αλλά υπάρχουν καλές και κακές πράξεις και είναι καλό να τις ξεχωρίζουμε.
Ο θυμός δεν είναι συνήθως κάτι απλό. Το νιώθει κανείς στο στήθος του ή το κεφάλι του. Το νιώθει να διαπερνά όλο του το σώμα. Αλλά μπορεί να είναι και ?εσωστρεφές? συναίσθημα. Μπορεί να δίνει σε κάποιον την αίσθηση του σκοπού, αλλά μόνο βραχυπρόθεσμα. Μπορεί να φαίνεται αρχικά ότι είναι κινητοποιητικός, αλλά καταναλώνει πολλή από την ενέργειά μας και δημιουργεί ένα φαύλο κύκλο οργής και ηττοπάθειας. Όταν κανείς νιώθει θυμό, αυτό του δημιουργεί μια παρόρμηση να μεταδώσει τον ψυχικό πόνο σε άλλους. Μπορεί κανείς όμως να νιώσει και αυτολύπηση και να μην βρίσκει άλλη διέξοδο από την αυτοτιμωρία. Σε κάθε περίπτωση, δε βοηθάει στο να απολαμβάνουμε τη ζωή μας.
Υπάρχουν τρόποι να αντιμετωπίσει κανείς το θυμό που νιώθει;
Το πρώτο βήμα είναι ν? αναγνωρίζει κανείς αυτό το συναίσθημα. Πολλές φορές η έκφραση του θυμού σχετίζεται με προκαταλήψεις και γι? αυτό είναι δύσκολο να εντοπιστεί. Άλλες φορές παρερμηνεύεται ως φυσική ενόχληση ή σαν κάτι ρευστό και απροσδιόριστο. Τότε είναι που πρέπει κανείς να αναγνωρίσει αυτό που του συμβαίνει.
Ο θυμός μας είναι ένα σημάδι. Σημάδι ότι κάτι δεν πρέπει να το καταπιέσουμε ή να το αποφύγουμε, αλλά πρέπει ν? ακούσουμε μία εσωτερική απειλή που μας συμβαίνει.
Υπάρχει λοιπόν ένας λόγος που το νιώθουμε. Μπορεί ν? αναζητούμε ολοκλήρωση, βελτίωση, αποδοχή. Για να κατανοήσουμε το σκοπό αυτού του συναισθήματος, αυτό που βοηθάει είναι η ενδοσκόπηση.
Έχει νόημα ν? ασχοληθούμε και με την πηγή του θυμού που νιώθουμε. Αν θέλουμε για παράδειγμα να διορθώσουμε μια αδικία που μας συνέβη, καλό είναι να ασχοληθούμε με την αποδοχή της κατάστασης και να παραιτηθούμε από την εμμονή ν? αποκαταστήσουμε το δίκαιο.
Άλλες φορές ο θυμός είναι αποτέλεσμα παράλογων πεποιθήσεων ή προσδοκιών από διάφορες καταστάσεις, όπως για παράδειγμα ότι η ζωή πρέπει να είναι δίκαιη. Το τελευταίο μπορεί να οδηγήσει στο να γίνει κανείς δέκτης άδικων συμπεριφορών και να ματαιωθεί. Συχνά αυτή η ματαίωση οδηγεί σε καταθλιπτικά συναισθήματα.
Τη στιγμή που κάποιος θα αποδεχτεί ότι η ζωή μπορεί να γίνει και άδικη, μπορεί να οδηγηθεί στην επιδίωξη θετικών στόχων. Μπορεί να δουλέψει με εποικοδομητικό τρόπο ενάντια στην αδικία, μεταμορφώνοντας έτσι το θυμό του σε πάθος. Ή μπορεί να συνεχίσει να κυνηγά την ολοκλήρωση, παρά την αδικία που υπάρχει.
Πηγή: Flow Magazine ? Εύη Μεσσαριτάκη Ψυχολόγος ? Ψυχοθεραπεύτρια
Για να πούμε ότι κάποιο παιδί έχει πέσει θύμα βίας είναι μία διαδικασία που σαφώς προσδιορίζεται από κοινωνικοπολιτισμικά, οικογενειακά καθώς και από ατομικά κριτήρια. Για παράδειγμα αναφέρουμε καταστάσεις ώστε να εξετάσουμε αν και σε πιο βαθμό αποτελούν βία.
Από τα παραπάνω παραδείγματα παρατηρούμε αφενός ότι υπάρχουν διάφορα είδη βίας και αφετέρου ότι προκειμένου να αξιολογήσουμε μια συμπεριφορά ως βίαιη χρειάζεται να λάβουμε υπόψη μας τόσο ποσοτικά και ποιοτικά, όσο αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία.
Ωστόσο οι γονείς, σχεδόν πάντα έχουν πρόσβαση μόνο στις πληροφορίες που φέρνει το παιδί τους στο σπίτι και συχνά οι πληροφορίες αυτές δεν μεταφέρουν την πλήρη έκταση του βιώματος του παιδιού. Σχετικές έρευνες έχουν δείξει ότι το 50% των περιστατικών βίας δεν αναφέρονται ποτέ.Η συνειδητοποίηση από κάποιον γονέα ότι το παιδί του έχει πέσει θύμα βίας είναι ψυχοφθόρα και είναι φυσικό ο γονέας να νιώσει θυμωμένος, μπερδεμένος ή ακόμη και γεμάτος ενοχές.
Μερικά παιδιά είναι πολύ καλά στο να κρύβουν την δύσκολη κατάσταση στην οποία βρίσκονται κι έτσι συχνά οι γονείς αυτό που αρχικά αντιλαμβάνονται προτού διαπιστώσουν ότι το παιδί τους υπήρξε θύμα βίας είναι κάποιες δευτερεύουσες ενδείξεις όπως η άρνηση του να κάνει γυμναστική ή να βγει έξω από την τάξη στο διάλειμμα ή ακόμη και να πάει στο σχολείο.
Άλλες ενδείξεις ότι ένα παιδί μπορεί να έχει πέσει θύμα βίας είναι οι μώλωπες ή τα σκισμένα ρούχα, τα χαμένα αντικείμενα ή τα χαμένα χρήματα, η απότομη διάλυση μιας φιλίας, τα νεύρα ή ακόμη και η μελαγχολική διάθεση.
Τέλος ανησυχητικές ενδείξεις μπορεί να αποτελέσουν η άρνηση του παιδιού να βγει από το σπίτι, η παλινδρόμηση σε παλαιότερες αναπτυξιακές συμπεριφορές, η επιθετικότητα προς τα αδέρφια ή τα ζώα, η πτώση της σχολικής επίδοσης, η αϋπνία και γενικότερα το αυξημένο άγχος σε ότι αφορά το σχολείο.
Οι γονείς προκειμένου να βοηθήσουν τα παιδιά τους σε περιπτώσεις που πιθανολογούν ότι αυτά έχουν πέσει θύματα βίας μπορούν να προβούν σε αρκετές ουσιαστικές κινήσεις.
Οι κινήσεις αυτές ξεκινούν από την απλή ενημέρωση του παιδιού τους για τα δικαιώματα του και τα είδη βίας που υπάρχουν ως την ψυχολογική αξιολόγησή και την κοινωνικο-συναισθηματική εκπαίδευσή του από κάποιον ειδικευμένο ψυχολόγο, αλλά ας τα πάρουμε με τη σειρά.
Όταν κάποιος γονέας υποψιάζεται ότι το παιδί του έχει πέσει θύμα βίας προτείνεται να προσεγγίσει το παιδί του ήρεμα και με ειλικρινές ενδιαφέρον να του κάνει μια σειρά από διερευνητικές ερωτήσεις όπως:
Σε καμία περίπτωση οι παραπάνω ερωτήσεις δεν πρέπει να γίνονται με τρόπο που να εξαναγκάζουν το παιδί. Οι ερωτήσεις πρέπει να γίνονται με τέτοιο τρόπο ώστε το παιδί ειλικρινά να θέλει να απαντήσει. Αν με καλή θέληση αλλά και περίσσιο άγχος ο γονέας γίνεται ψυχοπιεστικός στο παιδί του τότε αφενός οι πιθανότητες να κρύψει το παιδί την αλήθεια αυξάνονται και αφετέρου καταλήγει να είναι ο ίδιος ο γονέας αυτός ο οποίος ασκεί βία στο παιδί.
Απαραίτητες κινήσεις πρόληψης της βίας
Ένα άλλο σημαντικό βήμα που μπορούν να κάνουν οι γονείς προκειμένου να προστατεύσουν τα παιδιά τους να πέσουν θύμα βίας είναι να επιδιώκουν να επικοινωνούν συχνά με το προσωπικό του σχολείου.
Η συχνή επικοινωνία των γονέων με τους δασκάλους του παιδιού τους μπορεί να αποβεί ιδιαίτερα σημαντική ως προς την πρόληψη ή ακόμη και την καταστολή καταστάσεων βίας. Ωστόσο σε καμία περίπτωση οι καθηγητές δεν είναι σε θέση να γνωρίζουν οτιδήποτε συμβαίνει στους μαθητές τους. Η σχέση εκπαιδευτικών και γονέων πρέπει να είναι μια γόνιμη σχέση αμοιβαίας συνεργασίας.
Επιπλέον στο επίπεδο οργάνωσης του σχολικού συστήματος καλό είναι κάθε σχολείο να έχει καταρτίσει κάποια συγκεκριμένη πολιτική σε περίπτωση που εντοπίζονται περιστατικά βίας.
Με άλλα λόγια θα πρέπει το σχολικό σύστημα να είναι ευαισθητοποιημένο ώστε να μεριμνεί όταν εμφανίζονται ισχυρές ενδείξεις ότι κάποιος μαθητής έχει πέσει θύμα βίας.
Επίσης θα πρέπει το σχολικό σύστημα να είναι προετοιμασμένο όχι μόνο στο να εντοπίζει ενδείξεις βίας αλλά και στο να δρα με συγκεκριμένο τρόπο σε περίπτωση που εντοπισθούν καταστάσεις βίας εντός των τειχών του. Εδώ η επιθυμία των γονέων για την καλύτερη οργάνωση του σχολείου ίσως είναι προτιμότερο να γνωστοποιείται μέσα από το σύλλογο γονέων και κηδεμόνων παρά μέσω ιδιωτικών προσεγγίσεων.
Σε κάθε περίπτωση οι γονείς δεν πρέπει λησμονούν ότι οι καθηγητές δεν δύνανται να ξέρουν οτιδήποτε συμβαίνει στους μαθητές τους. Συν τοις άλλοις όπως αρχικά αναδείξαμε το αν το παιδί αισθάνεται θύμα βίας είναι σε κάποιο βαθμό υποκειμενική εμπειρία.
Πέρα από τους καθηγητές, το παιδί, συνειδητά ή ασυνείδητα είναι σε θέση να κρύβει και από τους γονείς του τις δύσκολες συναισθηματικές καταστάσεις που βιώνει. Για την ακρίβεια ενίοτε είναι σε θέση να τις κρύβει ακόμη και από τον ίδιο του τον εαυτό αλλά αυτή η συζήτηση είναι έξω από τα όρια του παρόντος άρθρου. Κατ? αυτόν τον τρόπο κάποιες φορές μόνο η κλινική οξυδέρκεια και τα ψυχολογικά τεστ ενός ειδικά καταρτισμένου ψυχολόγου μπορούν να φέρουν στην επιφάνεια και να αξιολογήσουν τη σημασία τυχών επώδυνων ψυχικών καταστάσεων για το παιδί.
Η τακτική συνεργασία των γονέων με κάποιον ειδικευμένο στην παιδοψυχολογία ψυχολόγο δρα κατά κύριο λόγο προληπτικά διότι η ψυχοκοινωνική αξιολόγηση του παιδιού και η εκπαίδευσή του στην κοινωνική λειτουργικότητα και την συναισθηματική νοημοσύνη είναι σε θέση να μειώσουν στο ελάχιστο τις ψυχολογικές επιπτώσεις μιας πιθανής κατάστασης βίας.
Τέλος, οι καταστάσεις βίας είναι ανεπιθύμητες ωστόσο είναι μέρος της ζωής μας και είναι λιγότερο ή περισσότερο αναπόφευκτες. Ο σωστά ευαισθητοποιημένος γονέας χωρίς να καταπιέζει το παιδί του και χωρίς να του μειώνει τις δυνατότητες αυτονομίας καλείται να κρατά τους διαύλους της επικοινωνίας συνεχώς ανοικτούς ώστε να μπορεί να αφουγκραστεί τα μηνύματα του παιδιού.
Επίσης ο σύγχρονος γονέας πρέπει να βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία με το σχολικό σύστημα και ακόμη περισσότερο μέσα στα πλαίσια της αμοιβαίας κατανόησης και συνεργασίας να απαιτεί από το σχολείο να αναπτύξει μια δυναμική ασφάλειας και ενεργητικής υποστήριξης.
(από τον Ψυχολόγο, Μάρκο Ρήγο)