Βαγγέλης Κουτσούμπης: Καλώς ήρθατε στην ιστοσελίδα (υπό κατασκευή)
Home

 

Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ή Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΙΑΣ ΜΑΥΡΗΣ ΓΑΤΑΣ

 

Λίγο έξω από το Ρέθυμνο, 14 Δεκέμβρη 2007

 

Τι βλέπει κανείς σε μια μαύρη γάτα;

Ένας άνθρωπος, κάπου εδώ στην εξοχή του Ρεθύμνου, είδε απόψε ένα αντικείμενο για σκοποβολή: Καθώς περνούσε από το μικρό δρόμο του οικισμού μας, είδε μια μαύρη γάτα στο μαντρότοιχο ενός σπιτιού. Σταμάτησε το αυτοκίνητο, πήρε το όπλο του, στόχευσε και πυροβόλησε. Για αυτόν η ιστορία ίσως τελείωσε εκεί.

 

Εδώ θα σας πούμε την υπόλοιπη ιστορία:

 

Η Κάμπη – αυτό ήταν το παράξενο όνομα της μαύρης γατούλας για αυτούς που την μεγάλωσαν – γεννήθηκε σε ένα αλσάκι στα Πετράλωνα, στην Αθήνα τον Απρίλη του 2006. Τότε δεν είχε ακόμη όνομα. Την ακούσαμε που νιαούριζε και την πήραμε για να τη μεγαλώσουμε. Χωρούσε στη χούφτα μας όταν τη βρήκαμε. Αμφιβάλαμε αν θα επιβίωνε. Την ταΐζαμε με ένα αυτοσχέδιο μπιμπερό. Παρά τρίχα γλίτωσε το θάνατο στην αγκαλιά της θετής μητέρας της, που την κράτησε σφιχτά και της έδωσε όση αγάπη μπορούσε. Έκτοτε, η Κάμπη μεγάλωνε και μας έκανε παρέα και μας ταλαιπωρούσε και μας έδινε στιγμές χαράς ή ηρεμίας. Μεγάλωσε σε ένα διαμέρισμα και ένα μπαλκονάκι. Φοβόμασταν βλέπεις να την βγάλουμε στο δρόμο μην τραυματιστεί από τα αυτοκίνητα που περνούσαν στο μικρό στενό!

 

Ανακαλύψαμε ότι επικοινωνούσε μαζί μας με ένα σωρό τρόπους: παίζοντας, γρατζουνίζοντας την πόρτα ή τα χέρια και τα πόδια μας, νιαουρίζοντας και γουργούριζε με διαφορετικούς τρόπους ανάλογα με το τι ήθελε να μας πει. Σε κάθε ευκαιρία έτρεχε στην αγκαλιά μας, σε βαθμό που ανησυχούσαμε ότι θα γίνει κακομαθημένη και θα είναι δύσκολο να ζήσει κάποια στιγμή μόνη στη φύση, κάπου στην Αθήνα, όπως φανταζόμασταν τότε.

 

Όμως η τύχη το έφερε και βρεθήκαμε να ζούμε στην εξοχή του Ρεθύμνου. Χαρήκαμε που η Κάμπη θα μπορούσε να ζήσει μια πιο φυσιολογική ζωή για ένα ζωάκι, και δεν θα κινδύνευε να προσκολληθεί στους θετούς γονείς της.

Δεν ήταν τόσο απλό: Παρότι προσαρμόστηκε αμέσως στη ζωή στην αυλή του νέου σπιτιού της, πάντα ήθελε να είναι κοντά μας, σε κάθε ευκαιρία. Κυνηγούσε, έπαιζε, τριγυρνούσε και εξερευνούσε το καθετί σε απόσταση ασφαλείας, κοιμόνταν έξω στο κλουβάκι της … Αλλά πάντα περίμενε να την ταΐσουμε, να παίξουμε μαζί της στον κήπο, να ανοίξει η πόρτα του σπιτιού και να μπει μέσα για να εξερευνήσει, να επικοινωνήσει, να κάτσει στην αγκαλιά μας, να κοιμηθεί πλάι μας καθώς διαβάζαμε, κουβεντιάζαμε ή βλέπαμε τηλεόραση. Όταν δεν την αφήναμε να κάτσει πάνω μας, της αρκούσε, παρά τις διαμαρτυρίες, να κάτσει και να κοιμηθεί στο μαξιλάρι της. Το μαξιλάρι μάλιστα σκεφτήκαμε και το πήραμε πρόσφατα, μια που δεν είχαμε ξαναμεγαλώσει μια γατούλα, και δεν ξέραμε όλες τις ανάγκες της. Φαντάσου ότι αγοράσαμε και βιβλία για να μάθουμε τα βασικά. Ήταν μάλιστα αποκαλυπτικό πόσα μάθαμε για τη γλώσσα του σώματος της γάτας – τους τρόπους που έχει να επικοινωνεί αυτά που νιώθει, που θέλει και που σκέφτεται. Διαπιστώναμε κι εμείς βλέπεις όπως φαντάζομαι και οι περισσότεροι που έχουν μεγαλώσει ένα ζωάκι, ότι η συμπεριφορά της δεν μπορούσε παρά να είναι αποτέλεσμα και σκέψης. Πολλές φορές, βρισκόμασταν απέναντι στην αίσθηση ότι της φερόμασταν σκληρά όταν, ας πούμε, τη βγάζαμε έξω γιατί είχε μείνει πολύ ώρα μέσα στο σπίτι, ή γιατί μας ενοχλούσε, ή γιατί δεν θέλαμε να τριγυρνά πάνω στα έπιπλα. Όμως νιώθαμε ότι δεν κάναμε και κάτι κακό, αφού στη σκέψη μας η Κάμπη δεν έπαυε να είναι ένα ζωάκι, και δεν θα έπρεπε να χάσει την επαφή της με τη φύση, ούτε θέλαμε να εξαρτηθεί από εμάς, μήπως και κάποια μέρα την αφήναμε να ζήσει μόνη.

 

Παρόλα αυτά, η Κάμπη, ήταν υγιής και χαρούμενη. Κάθε φορά που γυρνούσαμε με το αυτοκίνητο στο σπίτι, ερχόταν να μας υποδεχτεί – ακόμη κι αν έβρεχε κάποιες φορές καταρρακτωδώς – για να πάρει λίγα χάδια ή να μπει κλεφτά στο σπίτι για λίγη ώρα, καθώς θα κουβαλούσαμε τίποτε πράγματα και θα αφήναμε την πόρτα για λίγο ανοιχτή… Και κάθε φορά που βγαίναμε για περίπατο, μας ακολουθούσε «σαν σκυλάκι» όπως παρατηρούσαμε με έκπληξη και εμείς. Αληθινά δεν φανταζόμασταν ότι μια γατούλα θα το έκανε αυτό: πίστευα ότι οι γάτες αγαπούν το σπίτι τους και δεν απομακρύνονται για βόλτες ακόμη και με τους θετούς γονείς τους …

 

Απόψε λοιπόν, φαντάζομαι ότι έπαιζε ή κυνηγούσε τρωκτικά και έντομα στην αυλή του σπιτιού μας. Φαντάζομαι ότι κάποια στιγμή θα κάθισε ή θα περπατούσε πάνω στο μαντρότοιχο. Εκεί θα την είδε ο άνθρωπος που σε μια γάτα ίσως βλέπει μόνο ένα κινούμενο ή ακίνητο στόχο. Σε απόσταση δέκα μέτρων μόλις την πυροβόλησε με ένα κυνηγετικό όπλο. Τι σατανική σύμπτωση, ακριβώς πριν τον πυροβολισμό είχα βγει στο μπαλκόνι και είδα και άκουσα το σταματημένο αγροτικό αυτοκίνητο στο δρόμο. Ήταν προχωρημένο σούρουπο και δεν είδα τον άνθρωπο που είκοσι μέτρα μακριά μου είχε μάλλον ακουμπήσει στον μαντρότοιχο για να σκοπεύσει σταθερότερα την Κάμπη που βρισκόταν μέσα στην πίσω αυλή του σπιτιού της. Αντιλήφθηκα την παρουσία του μόνο αφού άκουσα τον πυροβολισμό. Του φώναξα: «Τι κάνετε;» «Σκότωσα ένα ποντικό» μου απάντησε και χωρίς καθυστέρηση μπήκε στο αυτοκίνητο και έφυγε.

 

Δεν ήθελα να πιστέψω το ενδεχόμενο που αποδείχτηκε πολύ σύντομα πραγματικότητα… Φώναξα την Κάμπη αλλά δεν εμφανίστηκε όπως έκανε συνήθως όταν βγαίναμε και την φωνάζαμε από το μπαλκόνι. Βγήκα έξω και την βρήκα να ξεψυχά. Τη χάιδεψα και παρόλο το ρόγχο της γύρισε αργά το κεφάλι, με κοίταξε βαθιά στα μάτια και νιαούρισε αργόσυρτα σε ένα τόνο, που νομίζω θα ταυτίσω με τον ήχο της απρόσμενης και άδικης στέρησης της ζωής.

 

Αμέσως ξεψύχησε. Αμέσως την θάψαμε.

 

Και τώρα γράφουμε αυτή την επιστολή, έχοντας στην άκρη του μυαλού μας: Σε τι διέφερε η Κάμπη από τόσα άλλα ζώα που ξεψυχούν καθημερινά, στις ρόδες των αυτοκινήτων ή από τις σφαίρες εκείνων που τα βλέπουν σαν κινούμενους στόχους; Σε τι διέφερε ακόμη από όλα εκείνα τα ζώα που σφαγιάζονται για να γεμίσουν το πιάτο και το στομάχι μας, είτε γιατί θεωρούμε ότι είναι ανάγκη να τραφούμε με αυτά, είτε για να ικανοποιήσουμε την όρεξη, τη γεύση και τη λαιμαργία μας;

 

Απλά την Κάμπη τη μεγαλώσαμε, τη γνωρίσαμε, τη φροντίσαμε και την αγαπούσαμε.

 

Μια τελευταία σκέψη μας ήρθε καθώς γράφουμε: έλεγξε ο σκοπευτής άραγε αν υπήρχε κάποιος άνθρωπος στην αυλή, ίσως κοντά στο ζωάκι, που μπορεί να εμφανίζονταν από τη γωνία, μέσα στην αυλή τη στιγμή του πυροβολισμού; Σκέφτηκε ότι είναι εντελώς παράλογο να πυροβολήσει μέσα σε μια αυλή με κυνηγετικό όπλο; Θα είχε άραγε κάποια διαφορά για αυτόν αν γινόταν ένα «ατύχημα»; Ή το ένστικτο του κυνηγού ενός ανθρώπου στον 21ο αιώνα ήταν τόσο ισχυρό που παραμέρισε την απλή λογική και διακινδύνεψε έναν ακόμη φόνο ή σοβαρό τραυματισμό;

 

Δεν θέλουμε να μιλήσουμε με σκληρότητα για αυτόν τον άνθρωπο, παρά τα συναισθήματα θλίψης που μας προκάλεσε. Σκεπτόμαστε ότι μεγάλωσε με μια νοοτροπία που επιτρέπει ή και επιβραβεύει αυτή τη συμπεριφορά. Ίσως να ζει καθημερινά τη σκληρότητα της στέρησης της ζωής των ζώων, στη σφαγή κατσικιών, προβάτων ή άλλων πλασμάτων που προορίζονται για τα πιάτα μας. Ειλικρινά όμως θα ευχόμασταν να μπορούσε να σκεφτεί διαφορετικά. Να μπορεί να κάνει τη διάκριση αυτού που είναι αναγκαίο, από εκείνο που είναι περιττό, απαράδεκτο ή και επικίνδυνο. Αν μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει αναγκαίος φόνος. Και να μπορούσε να σκεφτεί σε ποια κατάσταση βρίσκεται η συνείδησή του, όταν «διασκεδάζει» πυροβολώντας ένα ζωάκι στην αυλή του σπιτιού που ζούσε με τους ανθρώπους που το φρόντιζαν.

 

Κι ο τελευταίος προβληματισμός, με αφορμή και τα τελευταία γεγονότα στην περιοχή, αφορά την ανεξέλεγκτη οπλοκατοχή και οπλοχρησία. Πόσα μικρά ζώα χάνονται απλά γιατί κάποιοι κουβαλούν ένα όπλο στο αυτοκίνητό τους ή το κρατούν στο σπίτι τους και δεν διστάζουν να το χρησιμοποιήσουν σε ότι θεωρήσουν στόχο ή σε ότι με κάποιο τρόπο τους ερεθίσει; Και πόσα ανθρώπινα ατυχήματα ή δυστυχήματα ίσως έχουν γίνει από ανάλογες συμπεριφορές;

 

Αλήθεια σας λέμε, η ζωή προσφέρει πολύ πιο όμορφα συναισθήματα και ένα σωρό γνώσεις όταν την φροντίζεις, την παρατηρείς και μαθαίνεις.

 

Δεν έχουμε να πούμε κάτι άλλο.

Λυπόμαστε και ζητούμε απλά οι άνθρωποι να σταματήσουν τη σφαγή.

 

Α. & Ε.

 

t Πίσω στην Αρχική...