Η Εξίσωση αx + β = 0 Στο Γυμνάσιο μάθαμε τον τρόπο επίλυσης των εξισώσεων της μορφής αx + β = 0 για συγκεκριμέ–νους αριθμούς α, β, με α ≠ 0. Έχουμε λοιπόν αx + β = 0 <=> αx + β – β = – β Διακρίνουμε τώρα τις περιπτώσεις:
αx = –β <=> Επομένως, αν α ≠ 0 η εξίσωση έχει ακριβώς μία λύση, την .
Η λύση της εξίσωσης αx + β = 0 και γενικά κάθε εξίσωσης λέγεται και ρίζα αυτής. Για παράδειγμα
4(x – 5) = x – 5 <=> 4x – 20 = x – 5 Άρα, η εξίσωση έχει μοναδική λύση, την x = 5 .
3x – x – 3 = 2x <=> 3x – x – 2x = 3 <=> 0x = 3
4x – 20 – x = 3x – 20 <=> 4x – x – 3x = 20
– 20 <=> 0x = 0 που είναι ταυτότητα. ΣΧΟΛΙΟ Όπως βλέπουμε στα παραπάνω παραδείγματα, κάθε φορά καταλήγουμε σε εξίσωση της μορφής αx + β = 0, της οποίας οι συντελεστές α και β είναι συγκεκριμένοι αριθμοί και μπορούμε αμέσως να δούμε ποια από τις προηγούμενες περιπτώσεις ισχύει. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο, αν οι συντελεστές α και β της εξίσωσης αx + β = 0 εκφράζονται με τη βοήθεια γραμμάτων. Σε τέτοιες περιπτώσεις, τα γράμματα αυτά λέγονται παράμετροι, η εξίσωση λέγεται παραμετρική και η εργασία που κάνουμε για την εύρεση του πλήθους των ριζών της λέγεται διερεύνηση. Για παράδειγμα η εξίσωση (λ2 – 1)x – λ + 1 = 0, λ R έχει παράμετρο το λ και γράφεται ισοδύναμα (λ2 – 1)x – λ + 1 = 0 <=> (λ2
– 1)x = λ – 1 Επομένως
|
ΕΦΑΡΜΟΓΗ Ένας ποδηλάτης πήγε από μια πόλη Α σε μία πόλη Β και επέστρεψε από τον ίδιο δρόμο. Στην μετάβαση οδηγούσε με μέση ταχύτητα 25km/h και ξεκουράστηκε ενδιάμεσα 1 ώρα. Στην επιστροφή οδηγούσε με μέση ταχύτητα 20 km/h και δεν έκανε καμία στάση. Αν ο συνολικός χρόνος του ταξιδιού ήταν 10 ώρες, να υπολογιστεί το μήκος της διαδρομής ΑΒ. ΛΥΣΗ Αν x km είναι η απόσταση ΑΒ, τότε ο ποδηλάτης χρειάστηκε
ώρες για να πάει από το Α στο Β και
ώρες για να επιστρέψει. Αφού ξεκουράστηκε και 1 ώρα, ο συνολικός χρόνος του ταξιδιού ήταν
Επειδή ο χρόνος αυτός είναι 10 ώρες έχουμε την εξίσωση: =10 Λύνουμε την εξίσωση και έχουμε:
=10 <=> 4x + 5x + 100 = 1000 Άρα το μήκος της διαδρομής είναι 100 km. |
Εξισώσεις που ανάγονται σε εξισώσεις 1ου βαθμού Στην συνέχεια θα δούμε, με τη βοήθεια παραδειγμάτων, πώς μπορούμε να επιλύσουμε εξισώσεις οι οποίες δεν είναι μεν εξισώσεις 1ου βαθμού, αλλά, με κατάλληλη διαδικασία, ανάγονται σε εξισώσεις 1ου βαθμού. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 1ο Να λυθεί η εξίσωση
ΛΥΣΗ Η εξίσωση αυτή ορίζεται για κάθε x ≠ 1. Με αυτόν τον περιορισμό έχουμε:
Επομένως η εξίσωση έχει μοναδική λύση, την x = 0. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 2ο Να λυθεί η εξίσωση |2x –1| = |x + 3| ΛΥΣΗ Από τις ιδιότητες των απολύτων τιμών έχουμε: |2x –1| = |x + 3| <=> 2x – 1 = x + 3 ή 2x –1 = –(x + 3) Όμως:
Επομένως η εξίσωση έχει δυο λύσεις, τους αριθμούς 4 και . ΣΧΟΛΙΟ Με τον ίδιο τρόπο λύνουμε κάθε εξίσωση της μορφής |f(x)| = |g(x)| . ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 3ο Να λυθεί η εξίσωση |2x – 3| = 3x – 2 ΛΥΣΗ Επειδή το πρώτο μέλος της εξίσωσης είναι μη αρνητικό, για να έχει λύση η εξίσωση αυτή πρέπει και το δεύτερο μέλος της να είναι μη αρνητικό. Δηλαδή, πρέπει: 3x – 2 > 0 (1) Με αυτόν τον περιορισμό, λόγω των ιδιοτήτων των απόλυτων τιμών, έχουμε: |2x – 3| = 3x – 2<=> 2x – 3 = 3x – 2 ή 2x – 3 = 2 – 3x <=> 2x – 3x = –2 + 3 ή 2x + 3x = 2 + 3 <=> –x = 1 ή 5x = 5 <=> x = –1 ή x = 1 Από τις παραπάνω λύσεις δεκτή είναι μόνο η x = 1, διότι μόνο αυτή ικανοποιεί τον περιορισμό (1). ΣΧΟΛΙΟ Με τον ίδιο τρόπο λύνουμε εξισώσεις της μορφής |f(x)| = g(x). |
Ασκήσεις
|
|