“Αὐτάρ Φωκήων Σχεδίος και Ἐπίστροφος ἦρχον………… Κρῖσαν τε ζαθέην…….[1]”
Οι παραπάνω στίχοι του Ομήρου είναι η αρχαιότερη γραπτή μαρτυρία για την αρχαία Κρίσα.
Στο τέλος των Μυκηναϊκών χρόνων η Κρίσα ήταν μία από τις Φωκικές πόλεις που πήραν μέρος στη μεγάλη εκείνη έξοδο των Ελλήνων προς τη Μ. Ασία όχι απαραίτητα για τα ωραία μάτια της Ελένης, όπως ισχυρίζεται ο Όμηρος.
Κανείς βέβαια δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι ο Όμηρος είναι ασφαλής ιστορική πηγή. Οι πόλεις όμως που αναφέρει στην Ιλιάδα– όπως και ο πυρήνας άλλωστε των επών του – ήταν υπαρκτές.
Ο Όμηρος, όπως είναι γνωστό, έζησε 400 περίπου χρόνια μετά τα γεγονότα του Τρωϊκού πολέμου και για να δημιουργήσει τα έπη του στηρίχθηκε στην παράδοση που είχε δημιουργηθεί για τα ηρωικά εκείνα χρόνια. Η διατήρηση λοιπόν μέσω της παράδοσης του ονόματος της Κρίσας σαν μιας από τις πόλεις που συμμετείχαν ενεργά στα γεγονότα εκείνα σημαίνει ότι πρέπει να ήταν ένα ισχυρό κέντρο της περιοχής.
Ο προσδιορισμός επίσης που τη συνοδεύει – “ζαθέην”, ισόθεη – υποδηλώνει και κάποια θρησκευτικά χαρακτηριστικά της πόλης.
Πράγματι και ο Κ. Παπαρρηγόπουλος[2] υποστηρίζει την άποψη ότι στην Κρίσα ανήκε το ιερό του Απόλλωνα και όλη η περιοχή μέχρι την Κίρρα. Την ίδια άποψη εκφράζει και κάποιος Άγγλος λοχαγός William Martin Leake[3]: “Στους αρχαίους χρόνους οι Δελφοί ήταν ένα ιερόν στην Κρισαία επικράτεια, λέει ο Leake, ο οποίος περιηγήθηκε τη Φωκίδα το 1806
Περί του ονόματος της πόλης Κρίσας
Περι των πολεων κιρρασ-κρισασ
Το όνομα της Κρίσας προέρχεται “από το όνομα Κρίσος, υιού του Φώκου, του Αιγινήτου ο οποίος διαπεραιώθηκε στη Φωκίδα και εγκαταστάθηκε εκεί. Είχε δύο γιούς τον Κρίσο και τον Πανοπέα οι οποίοι έκτισαν τις αντίστοιχες πόλεις”[4].
Μεγάλη σύγχυση έχει δημιουργηθεί, για το αν η Κρίσα και η Κίρρα ήταν μία ή δύο διαφορετικές πόλεις. Τη σύγχυση αυτή την έχει προκαλέσει ο Παυσανίας[5], ο οποίος περιηγήθηκε την Φωκίδα το 2ο μ.χ. αι. και γράφει ότι ο Όμηρος χρησιμοποιώντας το όνομα Κρίσα εννοεί την Κίρρα με το αρχαιότερο όνομά της.
Αλλά και ο Δημοσθένης[6] και ο Αισχίνης[7] ο μεν πρώτος κατηγορώντας τον Αισχύνη ως αίτιο της καταστροφής των Λοκρών, που ήταν σύμμαχοι των Αθηναίων και ο δεύτερος κατηγορώντας τον Κτησιφώντα για εγκλήματα εναντίον των θεών - όπως η παράβαση του χρησμού που αφορούσε την τύχη της Κίρρας - κάνουν λόγο για “Κιρραία χώρα”, “Κιρραίους” και “Κιρραίον πεδίον”, που καταστράφηκε κατά τον α΄ ιερό πόλεμο(596-586 π.χ) από τους Αμφικτύονες με αρχηγό τον Ευρύλοχο και με αρχιστράτηγο τον Αθηναίο, Κλεισθένη. Την πρόταση μάλιστα για εκστρατεία εναντίον των “ασεβών” -όπως λέει ο Αισχίνης- Κιρραίων έκανε ο γνωστός νομοθέτης, ποιητής και φιλόσοφος, Σόλωνας.
Η άποψη του Παυσανία μπορεί εύκολα να ανατραπεί από τη μελέτη του Ομηρικού ύμνου[8].
Λέει λοιπόν ο ύμνος στο στ. 270 και εξής:
“ἐν Κρίσῃ ποίησαι ὑπό πτυχί Παρνησοῖο
ἕνθ’ οὔθ’ ἅρματα καλά δονήσεται, οὔτε τοι ἵππων ὠκυπόδων κτῦπος ἔσται εὔδμητον περί βωμόν.”
Στην Κρίσα δηλ. που βρίσκεται κάτω από τους βράχους του Παρνασσού δεν κινείται άρμα ούτε ακούγεται ποδοβολητό αλόγων.
Άρα δεν βρίσκεται σε πεδινή περιοχή και δεν μπορεί επομένως να ταυτισθεί με την Κίρρα..
Πιο κάτω – στ. 282 κ’ εξής – η θέση της Κρίσας προσδιορίζεται ακριβέστερα:
“ἵκεο δ’ ἐς Κρίσαν ὑπό Παρνησσόν νιφόεντα
κνημόν πρός Ζέφυρον τετραμμένον, αὐτάρ ὕπερθεν πέτρη ἐπικρέμαται, κοίλη δ’ ὑποδέδραμε βῆσσα, τρηχεῖα”.
Από πάνω, λέει ο Όμηρος, κρέμεται πέτρα και από κάτω απλώνεται πεδιάδα.
Είναι ολοφάνερο ότι αν μπορεί κάποιος να διακρίνει κάποια ταύτιση, είναι αυτή της Κρίσας με τους Δελφούς, σε καμμιά περίπτωση όμως της Κρίσας με την Κίρρα. Και η ταύτιση βέβαια με τους Δελφούς είναι δικαιολογημένη, αφού η Κρίσα προϋπήρχε των Δελφών και σ΄ αυτή ανήκε, όπως έχει ήδη λεχθεί, το ιερό και ολόκληρη η περιοχή. Κατά τον ίδιο ύμνο μάλιστα η Κρίσα είναι παλαιότερη και απ΄ τη λατρεία του Απόλλωνα στην Πυθώ. Και όταν η Θήβα δεν είχε ακόμα κατοικηθεί, στην Κρίσα υπήρχαν “κλυτά ανθρώπων φύλα”(στ.273).
Αλλά και κάτι ακόμα˙ αν η Κρίσα ήταν η παραθαλάσσια πόλη Κίρρα δεν θα έκανε καμμιά αναφορά ο Όμηρος στη θάλασσα, όταν ένα ολόκληρο έπος, η Οδύσσεια είναι μια ναυτική περιπέτεια; Αντίθετα μάλιστα, όπως λέει στον ύμνο του, επειδή οι Κρήτες καθυστερούσαν με το πλοίο τους στην παραλία, ο Απόλλωνας, αφού ανέβηκε πάνω σε πύρινο μετέωρο, εξ αιτίας του οποίου φώτισε όλη η Κρίσα, πέταξε ως πνεύμα στο πλοίο, πράγμα που υποδηλώνει απόσταση της Κρίσας απ’ τη θάλασσα.
Οι αναφορές τώρα του Δημοσθένη και του Αισχίνη[9] σε “Κιρραίους”, “Κιρραία χώρα”, και “Κιρραίον πεδίον”, είναι απόλυτα φυσιολογικές. Και οι δύο ρήτορες ονομάζουν την πεδιάδα “Κιρραία”, γιατί δεν αναφέρονται σε όλη την έκτασή της από την Κρίσα μέχρι τη θάλασσα και από τη Κίρφη μέχρι την Άμφισσα, αλλά στο τμήμα εκείνο-γύρω από την Κίρρα-το οποίο, αφού την κατέστρεψαν οι αμφικτύονες κατά τον α΄ ιερό πόλεμο(596-586 π.χ.), αποφάσισαν, όπως λέει ο Αισχίνης, “να αφιερωθεί (η χώρα τους) στον Πύθιον Απόλλωνα και στην Άρτεμη και τη Λητώ και την αθηνά Πρόνοια και να μείνει ακαλλιέργητη, και κανείς να μην την εκμεταλλεύεται, ούτε αυτοί ούτε και να αφήσουν κανέναν άλλο να την καλλιεργεί”. Και δεν είναι δυνατόν οι δύο άνδρες να ονομάζουν την ευρύτερη πεδιάδα “Κιρραία”, γιατί και λίγο πριν απ’ αυτούς, αλλά και μετά απ’ αυτούς η πεδιάδα αναφέρεται με τον προσδιορισμό “Κρισαία”.
Ο Ηρόδοτος, λόγου χάρη, όταν αναφέρεται στην εισβολή των Περσών στη Φωκίδα με τη βοήθεια των Θεσσαλών, που μισούνταν θανάσιμα με τους Φωκείς, διηγείται: “αφού πέρασαν από την Δωρίδα στη Φωκίδα, τους μεν Φωκείς δεν κατόρθωσαν να συλλάβουν, διότι άλλοι απ’ αυτούς ανέβηκαν στους Οζόλας Λοκρούς, στην Άμφισσα, πόλη κατοικημένη πάνω απ’ το Κρισαίο πεδίο[10].
Ο Σοφοκλής[11] επίσης περιγράφοντας μια παλαιά αρματοδρομία, λέει: “πᾶν δ’ ἐπίμπλατο Ναυαγίων Κρισαῖον ἱππικῶν πέδον”.
Ο Θουκυδίδης[12] ονομάζει τον κόλπο, “Κρισαῖον κόλπον”.
Το ίδιο και οι μεταγενέστεροι τους Ηλιόδωρος[13] και Στράβωνας[14].
Αργότερα όμως το τμήμα αυτό, που οι δύο ρήτορες, αλλά και άλλοι συγγραφείς, όπως είδαμε, ονομάζουν “Κιρραίο” κατέλαβαν αυθαίρετα οι Αμφισσείς και το καλλιεργούσαν παρά την αντίθεση των Αμφικτυόνων. Στο τέλος οι αμφικτύονες κάλεσαν σε βοήθεια το Φίλιππο το Β΄ της Μακεδονίας και κηρύσσεται έτσι ο λεγόμενος γ΄ ιερός πόλεμος(355-346 π.χ.).[15] Την αφορμή έδωσε, όπως λέει ο Δημοσθένης,[16] μία περιοδεία των Αμφικτυόνων στη χώρα των Λοκρών(Φωκίδα)[17]: “ενώ λοιπόν οι Αμφικτύονες περιήρχοντο την χώραν σύμφωνα με τις υποδείξεις αυτού(του Αισχύνη), αφού επιτέθηκαν οι Λοκροί παρά λίγο να σκότωναν όλους με τα ακόντια. Μερικούς μάλιστα τους συνέλαβαν. Αφού λοιπόν απ’ αυτά τα γεγονότα ανακινήθηκαν αφορμές εναντίον των Λοκρών και πόλεμος εναντίον των Αμφισσέων, πρώτα μεν ο Κότυφος οδήγησε στρατό αμφικτυονικό εναντίον των Λοκρών.”
Ο πόλεμος κατέληξε στη διάλυση σχεδόν των Φωκικών πόλεων και οι Φωκείς θεωρούνταν ιερόσυλοι και εναγείς άνθρωποι.
Είναι φανερό ότι και σ’ αυτές τις αναφορές τους οι δύο ρήτορες δεν μνημονεύουν την Κρίσα, γιατί απλούστατα είχε πάψει πια να υπάρχει πολύ καιρό πριν και από τον α΄ ακόμα ιερό πόλεμο. Πότε και πώς θα το δούμε στη συνέχεια. Η σιωπή όμως των δύο ρητόρων για την Κρίσα δεν σημαίνει, όπως ισχυρίστηκαν μερικοί, ότι δεν υπήρξε η Κρίσα.
Η θέση της Κρίσας-Η ακμή της
Από έρευνες που έχει πραγματοποιήσει η γαλλική αρχαιολογική σχολή Αθηνών, ο παλαιότερος οικισμός(στη θέση, που διακρίνεται στη φωτό το εκκλησάκι του Αϊ-Γιώργη, στην βραχώδη περιοχή ακριβώς μπροστά στο Χρισσό), χρονολογείται στα μεσοελλαδικά χρόνια(2000-1600π.χ.). Ο οικισμός αυτός φαίνεται να καταστράφηκε από φωτιά. Στις αρχές όμως της υστεροελλαδικής εποχής(1600-1400π.χ) υπήρχε πάλι εκεί οικισμός, ο οποίος βρέθηκε στην ακμή του τα τελευταία Μυκηναϊκα χρόνια(1200-1100π.χ), στην περίοδο δηλ. του τρωικού πολέμου. Η μαρτυρία του Ομήρου στον κατάλογο των πλοίων, στο Β΄ της Ιλιάδας, για συμμετοχή της Κρίσας στην εκστρατεία είναι δηλωτική αυτής της ανάπτυξης.
Η ανάπτυξη του οικισμού αυτού οφείλεται στην παρακμή της Κίρρας κατά τα Μυκηναϊκά χρόνια, οπότε οι κάτοικοι της ίσως για λόγους ασφαλείας ανέβηκαν σε ψηλότερη και βραχώδη περιοχή.
Την περίοδο της ακμής της η Κρίσα οχυρώνεται επίσης από την δυτική και βόρεια πλευρά της, ενώ η νότια και ανατολική έμειναν ανοχύρωτες γιατί ήταν, όπως και σήμερα, απόκρημνες. Η οχύρωση σώζεται σήμερα σε μήκος 1500 μ. και μέσο σωζόμενο ύψος 3μ. Το πάχος του τείχους κυμαίνεται από 4-5μ . Αποτελείται από τεράστιους αδούλευτους ογκόλιθους, που συνδέονται με χώμα και μικρές πέτρες. Στη ΒΑ πλευρά, λίγα μέτρα πριν το εικονοστάσι του αγίου Ταξιάρχη; βρισκόταν πύλη, πλάτους 3,75 μ. Στη δυτική πλευρά και έξω από το τείχος σώζονται λείψανα ημικυκλικού πύργου, ακτίνας 6,25 μ. και σωζόμενου ύψους 2μ.[18] Στη δυτική πλευρά και έξω από το τείχος σώζεται ένας στενός δρόμος, περίπου 70 εκατοστά, που οδηγεί προς την πύλη. Είναι κατασκευασμένος με μακριές πελεκημένες πέτρες.
Ανάμεσα στα διάσπαρτα ερείπια(φωτό αριστερά), που υπάρχουν μέσα στο τείχος σώζεται ένας βωμός πανάρχαιος, όπως φαίνεται από την επιγραφή. Είναι αφιερωμένος στην Ήρα και στην Αθηνά, δύο θεότητες, που εκστράτευσαν μαζί με τους ομηρικούς ήρωες εναντίον της Τροίας. Τέτοιοι δίδυμοι(επειδή λατρεύονταν δύο θεότητες) βωμοί υπήρχαν πολλοί, όπως ο διπλός βωμός στην Ολυμπία[19], στους οποίους οι παλιοί εκείνοι ήρωες έκαναν θυσίες στους Θεούς, καθώς προσεύχονταν να τους βοηθήσουν να αποκτήσουν δόξα. Έτσι γράφει ο Όμηρος[20] “Ελέησε με, δέσποινα , και κάμε δόξα να ΄χω κι εγώ και τα παιδάκια μου και το πιστό μου ταίρι. Και θα σου σφάξω ενός χρονού δαμάλι κουτελάτο, αμέρωτο, που σε ζυγό δεν το ΄βαλαν ακόμα. Σου σφάζω αυτό χρυσώνοντας τα κέρατά του γύρω”.
Ένας απ’ αυτούς τους βωμούς λοιπόν είναι και ο Κρισαϊκός βωμός, που έκτισε ο Άριστος (όπως λέει η επιγραφή) εκπληρώνοντας ίσως ένα τάμα μετά την ευτυχή κατάληξη κάποιας ένδοξης πράξης: “ ἕως ἔχοι κλέος ἄφθιτον αἰεί, Ἄριστος ἔθηκε, Ἥρα Τε βῶς καί Κτασία Ἀθάνα ἱαρά θεά σφάγε”. Για να έχει αιώνια, δηλ., μνήμη έκτισε ο Άριστος τον βωμό και θυσίασε στην Ήρα μοσχάρια και στην προσφέρουσα Αθηνά τα σφάγια της.
Ο βωμός και η επιγραφή του αποδεικνύουν ότι οι Κρισαίοι τα ηρωικά εκείνα χρόνια του τέλους των Μυκηναϊκών χρόνων είχαν ενεργό συμμετοχή στα δρώμενα και καταξιώνουν την ομηρική φράση, “…Κρίσαν ζαθέην”[21]. Στην περιοχή του προσφυγικού συνοικισμού του Χρισσού και γύρω από την εκκλησία της Παναγίας σώζεται περίβολος από πέτρες τραπεζιόσχημης τοιχοδομίας. Πλησίον της παραπάνω θέσης βρέθηκε νεκροταφείο Μυκηναϊκών χρόνων(ανασκαφή από την κ. Δέσποινα Σκορδά, έφορο αρχαιοτήτων της αρχαιολογικής εφορείας Δελφών, 1969). Στην πεδιάδα που βρισκόταν κάτω από την Κρίσα υπήρχε ο πυθικός ιππόδρομος, στον οποίο διεξάγονταν οι ονομαστοί πυθικοί αγώνες. Ο Άγγλος λοχαγός William Martin Leake[22] που περιηγήθηκε την Ελλάδα στις αρχές του 19ου αι., ισχυρίζεται ότι βρήκε λείψανα του ιπποδρόμου : «σ’ ένα μικρό απόμερο επίπεδο που λέγεται Καμάρα, αμέσως κάτω από το Χρισσό, και περιορισμένο μεταξύ δύο προεξοχών του βράχου του βρίσκω μερικά αρχαία τετράγωνα μέσα στους αγρούς, και κοντά στους βράχους ένα ερείπιο από μικρές πέτρες και πηλάσβεστο. Αυτός ο κόλπος της πεδιάδας….. δείχνει να προσαρμόζεται θαυμάσια στον ιππόδρομο, καθώς οι πλευρές των λόφων θα φιλοξενούσαν ένα τεράστιο αριθμό θεατών». Και ο Παυσανίας όμως τοποθετεί τον ιππόδρομο σ’ αυτή την πεδιάδα, είτε αμέσως μετά το βράχο, είτε πλησιέστερα προς την Ιτέα. Για την πεδιάδα μάλιστα αναφέρει ότι ήταν χωρίς δένδρα.
Αυτό το αποδίδει στο ότι « οι άνθρωποι δεν θέλουν να φυτεύουν δένδρα είτε γιατί φοβούνται κάποια κατάρα είτε γιατί ξέρουν πως το έδαφος είναι ακατάλληλο για την ανάπτυξη των δένδρων»[23].
Σ’ αυτό λοιπόν τον ιππόδρομο γίνονταν οι δεύτεροι σε σπουδαιότητα πανελλήνιοι αγώνες, τα Πύθια. Οι αρχές των αγώνων χάνονται στη σκοτεινή περίοδο της μυθολογίας. Το όνομά τους το οφείλουν στον Πύθωνα, φύλακα του πανάρχαιου μαντείου της θεάς Γης, τον οποίο σκότωσε ο Απόλλωνας, που γίνεται από τότε ο κυρίαρχος θεός του ιερού[24]. Τα πύθια αναδιοργανώθηκαν κατά τους ιστορικούς χρόνους με πρότυπο τους Ολυμπιακούς και τελούνταν κατά το τρίτο έτος των ολυμπιάδων και πολύ αργότερα από την καταστροφή της Κρίσας. Το πρόγραμμα και η διάρκειά τους δεν είναι γνωστά. Πιθανώς γίνονταν πρώτα ιεροτελεστίες και ακολουθούσαν αγώνες μουσικής, γυμνικοί αγώνες παίδων και ανδρών, και τέλους ιππικοί αγώνες.
Από το β΄μισό του Ε΄ αι. οι αγώνες έπαψαν να γίνονται στο Κρισαίο πεδίο και γίνονταν στο στάδιο που κατασκευάστηκε στους πρόποδες των Φαιδριάδων, πάνω από το θέατρο των Δελφών.
Η πανελλήνια λοιπόν ακτινοβολία των αγώνων φανερώνει ότι η περιοχή της Κρίσας ήταν ένα ισχυρό πολιτικό, θρησκευτικό και οικονομικό κέντρο, και η Κρίσα στην εποχή της ακμής της μια ισχυρή πόλη. Ενισχυτική της άποψης αυτής είναι και η πληροφορία του Στράβωνα[25] ότι το Μεταπόντιο στην Κάτω Ιταλία – πλούσια πόλη στον κόλπο του Τάραντα, που άκμασε το 700 π.χ. περίπου, έδρα των Πυθαγορείων – ήταν αποικία της Κρίσας.
Κάτω από ποιες συνθήκες παρήκμασε η Κρίσα δεν είναι γνωστό. Γεγονός είναι ότι η αρχαιολογική έρευνα δεν ανακάλυψε σημάδια κατοίκησης κατά τους ιστορικούς χρόνους (8ος αι. π.χ. και μετά). Σημάδια κατοίκησης υπάρχουν πάλι κατά τη Βυζαντινή περίοδο(4ος μ.χ. αι. και μετά). Η επικρατέστερη άποψη είναι ότι η Κρίσα παρήκμασε λόγω της ανάπτυξης αφ’ ενός μεν της παραλιακής πόλης Κίρρας και αφ’ ετέρου λόγω της δημιουργίας και ανάπτυξης νέου οικισμού γύρω από το ιερό, των Δελφών. Ανάμεσα στις τρεις πόλεις αναπτύχθηκε οξύς οικονομικός ανταγωνισμός[26]. Οι Κιρραίοι άρχισαν να επιβάλλουν βαρύτατους φόρους στους προσκυνητές που αποβιβάζονταν στο λιμάνι της, αφαιρώντας έτσι οικονομικούς πόρους από τους Κρισαίους, οι οποίοι τους εισέπρατταν μέχρι εκείνη τη στιγμή. Οι διοικούντες από την άλλη πλευρά το μαντείο, βλέποντας να σχηματίζεται γύρω απ’ αυτό αξιόλογη πόλη[27] θέλησαν να απαλλαγούν απ’ την κυριαρχία των Κρισαίων και να γίνουν αυτοί κύριοι του μαντείου.
Ο ανταγωνισμός αυτός οδήγησε ή στην σταδιακή εξαφάνιση της Κρίσας χάριν της παραλιακής Κίρρας ή στην καταστροφή της Κρίσας από την Κίρρα ή στην υποταγή της στους Δελφούς[28].
Πάντως ο οικονομικός αυτός πόλεμος κράτησε πολύ μετά την παρακμή της Κρίσας και κατέληξε με την καταστροφή της Κίρρας κατά τον α΄ ιερό πόλεμο, το 595 π.χ., για τον οποίο ήδη έγινε λόγος.
Μόνο ο Στράβωνας[29] αναφέρει ότι κατά το α΄ ιερό πόλεμο καταστράφηκε η Κρίσα, η οποία προηγουμένως είχε καταστρέψει την Κίρρα. Τα αρχαιολογικά ευρήματα όμως φαίνεται να τον διαψεύδουν, καθώς και οι πληροφορίες του πολύ παλαιοτέρου του Αισχύνη (βλέπε παραπάνω).
Κατά μία άλλη άποψη[30], που φαίνεται να ενισχύει την περίπτωση καταστροφής της Κρίσας στο τέλος των Μυκηναϊκών χρόνων(1200 περίπου), η Κρίσα είναι μία από τις οχτώ μυκηναϊκές πόλεις[31], που με ασφάλεια έχει εξακριβωθεί ότι καταστράφηκαν από πυρκαγιές.
Οι πυρκαγιές άλλοι λένε ότι οφείλονται σε επιδρομές γειτονικών ή ξένων λαών(Δωριέων, Ιλλυριών και άλλων βόρειας γενικά προέλευσης λαών) που δεν άφησαν όμως ίχνη γιατί έφυγαν προς άγνωστη κατεύθυνση. Άλλοι τις αποδίδουν σε εσωτερικές συγκρούσεις και αναστατώσεις(βλ. παραπάνω: ο οικονομικός ανταγωνισμός ανάμεσα στις τρεις πόλεις, σελ. 15 & 16), που οφείλονται στην παράλυση της κεντρικής εξουσίας λόγω της μακροχρόνιας απουσίας των ηγεμόνων απ’ τον τόπο τους και εξαιτίας της αποτυχίας της Τρωικής εκστρατείας, που συντέλεσε και στη γενικότερη διάλυση του περίφημου μυκηναϊκού πολιτισμού. Διατυπώνεται με βεβαιότητα μάλιστα η άποψη[32] ότι τέσσερις από τις οχτώ αυτές θέσεις η Κρίσα , τα Ζυγουριά στη Κορινθία, το ανάκτορο του Εγκλιανού και το Μενελάϊο στη Λακωνία εγκαταλείφθηκαν οριστικά μετά την καταστροφή τους.
Από την Κρίσα στο σημερινό Χρισσό(φωτό αριστερά)
Πότε και πώς μεταφέρθηκε ο οικισμός στη σημερινή θέση, μας είναι άγνωστο. Ίσως η σημερινή τοποθεσία κατοικιόταν από εκείνη την εποχή, αφού κοντά στη σημερινή τοποθεσία «Παναγιές» βρέθηκε από ανασκαφές της αρχαιολογικής εφορείας Δελφών, νεκροταφείο μυκηναϊκών χρόνων[33]. Η περιοχή του Αγίου Γεωργίου ήταν ίσως η ακρόπολη της πόλης.
Οι πληροφορίες που έχουμε για το Χρισσό το σημερινό οικισμό, αρχίζουν από το 12ο αι. μ.χ. και είναι ελάχιστες μέχρι ανύπαρκτες για μεγάλες περιόδους της μεσαιωνικής ή Βυζαντινής περιόδου, αλλά και της τουρκοκρατίας. Μοιραία λοιπόν την πορεία της Κρίσας - Χρισού κατά τους ιστορικούς χρόνους(8ος π.χ. αι. και μετά) θα πρέπει να την φαντασθούμε ταυτόσημη με αυτή της ευρύτερης περιοχής.
Θα πρέπει να τονισθεί ότι ο γεωγραφικός χώρος που σήμερα ονομάζεται «Φωκίδα» δεν ταυτίζεται με την αρχαία Φωκίδα.
Περιλάμβανε την περιοχή ανατολικά των Δελφών και του Κρισαίου πεδίου μέχρι την Αντίκυρα, περιοχή Λιβαδειάς μέχρι Ορχομενό. Το μεγαλύτερο όμως μέρος της εκτεινόταν στην περιοχή, όπου σήμερα είναι η Τιθορέα, η Ελάτεια κ.λ. και υπήρξε περίοδος, που έφτανε μέχρι τον Ευβοϊκό κόλπο.
Ο δρόμος που οδηγεί από Δελφούς μέχρι Άμφισσα, ήταν το σύνορο μεταξύ Φωκίδας και οζολικής Λοκρίδας με πρωτεύουσα την Άμφισσα. Η σημερινή δηλ. Φωκίδα είναι ένωση της αρχαίας Φωκίδας και της οζολικής Λοκρίδας.
Στους κλασσικούς χρόνους(5ος και 4ος αι. π.χ.), οι Οζόλες Λοκροί εμφανίζονται σύμμαχοι των Σπαρτιατών, ενώ οι Φωκείς σύμμαχοι των Αθηναίων. Υπήρξε μάλιστα περίοδος που συγκρούστηκαν μεταξύ τους. Τελικά το 354 π.χ. οι Φωκείς με τον Φιλόμηλο νίκησαν τους Οζόλες Λοκρούς κοντά στις Φαιδριάδες Πέτρες[34]. Το 321 π.χ. οι Αιτωλοί (λαός δυτικά των Οζολών Λοκρών) καταλαμβάνουν πόλεις της οζολικής Λοκρίδας[35].
Κατά την περίοδο της ακμής του Μακεδονικού κράτους η Φωκίδα κατασκάφθηκε από το Φίλιππο Β΄ και υποτάχθηκε στη Μακεδονία.
Στην αποφασιστική μάχη, που έδωσε ο Μ. Αλέξανδρος στα Γαυγάμηλα εναντίον του Πέρση Βασιλιά Δαρείου έλαβαν μέρος ιππείς από τη Λοκρίδα και τη Φωκίδα, όπως αναφέρουν και ο Διόδ. Σικελιανός και ο Αρριανός.
Μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου(323 π.χ.) έχουμε ανταρσία των νότιων ελληνικών πόλεων εναντίον της μακεδονικής κυριαρχίας με την υποκίνηση των Αθηναίων, η οποία αποτυχαίνει. Η Λοκρίδα και η Φωκίδα είναι απ’ τις περιοχές, που συμμετέχουν στην ανταρσία. Μετά την αποτυχία αναγκάζονται να γίνουν μέλη της κοινής συμμαχίας με επικεφαλής το Φίλιππο Ε΄, βασιλιά της Μακεδονίας, ενός από τα πιο ισχυρά κράτη, που δημιουργήθηκαν μετά το θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου.
Την περίοδο της ρωμαϊκής κατάκτησης και η Λοκρίδα και η Φωκίδα αποτελούν μαζί με την υπόλοιπη Στερεά Ελλάδα και τη Πελοπόννησο, ρωμαϊκή επαρχία. Φαίνεται όμως ότι οι Λοκροί οι Φωκείς, οι Βοιωτοί και οι Αχαιοί διέθεταν ένα είδος αυτονομίας σε σχέση με άλλες περιοχές της Ελλάδας.
Κατά τη Βυζαντινή περίοδο στην περιοχή, όπως και σε άλλες περιοχές της Ελλάδος εγκαθίστανται σλαβικά φύλα. Στη Φωκίδα βρέθηκαν 45 τοπωνύμια, που σημαίνει ότι ήταν μικρός ο αριθμός, που εγκαταστάθηκαν εδώ[36].
Η παλιότερη λοιπόν πληροφορία για το Χρισσό έρχεται απ’ τη βυζαντινή περίοδο και είναι αυτή που άφησε ένας Εβραίος περιηγητής ο Βενιαμίν Σολέδας, από την Τουδέλα της Ισπανίας. Αυτός πραγματοποιούσε μετά το 1159 μ.χ. περιοδεία στην Ευρώπη για την καταγραφή των προβλημάτων που απασχολούσαν τις εβραϊκές κοινότητες[37]. Πέρασε λοιπόν και από το Χρισό, όπου κατέγραψε 200 Εβραίους που καλλιεργούσαν, όπως λέει, τα κτήματά τους στον Παρνασσό.
Προς το τέλος του αιώνα αυτού(12ου αι.) λειτουργεί στο Χρισό σχολείο, όπου έμαθε τα πρώτα γράμματα ο Λέων Μακρός, ο μετέπειτα επίσκοπος Βελλάς της Ηπείρου[38]. Ο εξέχων αυτός λόγιος εγκατέλειψε το Χρισό μικρός ακόμα, επειδή τον κακομεταχειριζόταν ο δάσκαλός του. Πριν γίνει επίσκοπος πέρασε από το αξίωμα του χαρτοφύλακα στην επισκοπή Λάρισας και στην αυτοκέφαλη αρχιεπισκοπή Αχρίδας.
Τον ίδιο αιώνα ολόκληρη η Βυζαντινή αυτοκρατορία υφίσταται τις συνέπειες απ’ τις σταυροφορίες, στη μία απ’ τις οποίες(το 1145 μ.χ.) συμμετέχουν και Νορμανδοί υπό τον Ρογήρο Β΄, βασιλιά της Σικελίας. Το 1147μ.χ. οι τελευταίοι λεηλατούν την Πελοπόννησο, την Εύβοια και τη Στερεά Ελλάδα. Λέγεται ότι απ’ τη Φωκίδα άρπαξε τους θησαυρούς των Δελφών και τις γυναίκες της περιοχής[39]. Όπως αναφέρει ο Βενιαμίν Σολέδας, το Χρισσό αυτή την εποχή είναι μια πλούσια χώρα.
Όταν το 1204 μ.χ. οι Λατίνοι σταυροφόροι καταλαμβάνουν την Κων/λη η ανατολική Στερεά περιέρχεται σ’ αυτούς και δημιουργούνται δύο λατινικά κράτη: η βαρωνία των Σαλώνων και το δουκάτο των Αθηνών. Το 1215 μ.χ. η κυριαρχία των Λατίνων στη Στερεά Ελλάδα φαίνεται να έχει εδραιωθεί. Η περιοχή γνώρισε περίοδο ηρεμίας και ασφάλειας, που είχε στερηθεί στα ταραγμένα χρόνια του 12ου αι. με τους πειρατές, που λυμαίνονταν όλη τη νότια Ελλάδα.
Στα 1319 η περιοχή περιέρχεται στα χέρια των Καταλανών (Β.Α. Ισπανία) και τέλος, στα 1394 μ.χ. ο Σουλτάνος Βαγιαζήτ Α΄ εισέβαλε στην κεντρική Ελλάδα και έτσι 60 χρόνια πριν την πτώση της Κων/λης η Φωκίδα και ολόκληρη η Στερεά Ελλάδα βρίσκονται υπό τουρκική κατοχή[40].
Κατά τη διάρκεια της τουρκικής κατάκτησης έγιναν αρκετές εξεγέρσεις και επαναστάσεις για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού. Το Χρισό έχει να επιδείξει αρκετούς αγωνιστές, που σαν αρματωλοί ή κλέφτες έδρασαν στα βουνά και τα χωριά της Φωκίδας[41].
Κατά τον 18ον1 αιώνα (1700—1800) βρίσκουμε πολλούς καπεταναίους, από τη Φωκίδα, να μάχονται τον Τούρκο. Ήταν οι εξής:
· Χρήστος. Μηλιώνης, από Παλιοξάρι
· Βλαχαρμάτας Βέργος, από Μαυρολιθάρι
· Μητρός και Λάμπρος Τσεκοόρας, από Γαλαξείδι
· Γιάννης Βονιχωρίτης, από Βονιχώρα
· Καλιακούδας Λουκάς, από Βιτρινίτσα
· Αλέξης Καλόγερος, από Χρυσό ◄◄
· Κώστας Σουσμάνης, από Γαλαξείδι
· Μητρός Δεδούσης, από Αγία Ευθυμία
· Ηλίας Βιδαβιώτης, από Βίδαβη
· Νίκος Μαραβέλης, από Σιγδίτσα
· Κόλιας, από Λιδορίκι
· Ιωάννης Ξυλικιώτης
· Κωσταντάρας ή Ζαχαρίας, συγγενής, του Καλιακούδα
· Σταμάτης Κουτρούκης, από Ξυλογαϊδάρα
· Μόσχος Μαραζιώτης, από Μαραζιά
· Κίτσος Λιάρος, από Ξυλογαϊδάρα
· Σκυλοδήμος
· Παναγιώτης Κρίκος ή Κρίκας από Κίσελη
· θεοχάρης, από Πέντε Όρια
· Λωρής
· Ιωάννης Καραπλής, από Βιτρινίτσα
· Θανάσης Βαρελάς, από Πέντε Όρια
· Μητρός Μιτάλας, από Σεγδίτσα
· Χρόνης Λευκαδίτης. "Ολοι μέ τά παλικάρια τους.[42]
Από το ΧΡΙΣΣΟ, οί:
· Άμούντζας θύμιος,
· Αυγέρης ή Μπιρμπλάκος θεοφιλής,
· Γεωργίου ή Καρβέλας Μητρός,
· Γκέγκιος Πανάγος ή Αναγνώστης,
· Γκόρδας Θανάσης,
· Ηλίας ή Κολοπήτας Χριστόφορος,
· Μηταυτζης. Αστερινός,
· Μπήλιος Πανάγος,
· Νικολάου ή Γραμματικός Μητρός,
· Παπαδήμος Βασίλης,
· Παπάς Παναγιώτης του Δ.,
· Πέτρου Γιαννάκης,
· Πολίτης Κομνάς,
· Ρεντζέπης Αναγνώστης του Ιω.,
· Σκίτσος Στάθης,
· Στραβοτζάνης Θανάσης,
· Χρυσαΐτης Γιάννης του Ευσταθίου..[43]
Το σημαντικότερο επαναστατικό γεγονός, πριν το μεγάλο ξεσηκωμό, είναι η εξέγερση του 1770, η γνωστή ως «ορλωφικά», από τους ρώσους αρχηγούς της επανάστασης Αλέξιο και Θεόδωρο Ορλώφ. Υποκινητής της ήταν η Ρωσία, στην οποία οι Έλληνες στήριξαν πολλές ελπίδες για την απελευθέρωσή τους.
Τα σημαντικότερα γεγονότα διαδραματίσθηκαν στη ΒΔ Πελοπόννησο ( απ’ όπου και ξεκίνησε η επανάσταση). Στις συγκρούσεις εκεί κινδύνευσαν οι τούρκικες οικογένειες των Καλαβρύτων, οι οποίες με την επέμβαση των μοναχών του Μ. Σπηλαίου σώθηκαν και μεταφέρθηκαν στο Χρισσό[44].
Φοβερές συγκρούσεις όμως έγιναν και στη Φωκίδα (με τη σημερινή της έκταση), η οποία δέχθηκε καταστροφές και λεηλασίες απ’ τους Τουρκαλβανούς. Στη Δωρίδα αρχηγός της εξέγερσης αναφέρεται ο Λωρής και στην Παρνασσίδα ο Κομνηνός Τράκας.
Τα ίχνη της θηριωδίας των Τουρκαλβανών ήταν ορατά αρκετά χρόνια μετά, όταν πέρασαν απ’ το Χρισσό ο Σουηδός περιηγητής Adolf Fredrik Sturtrenbecker(1784) και ο Άγγλος αρχαιολόγος Edward Dodwell(1805), οι οποίο βρήκαν μεγάλο αριθμό γκρεμισμένων εκκλησιών.
Ο Γάλλος πρόξενος Beaujour Felix που το 1997 υπηρετούσε στη Θεσσαλονίκη, είχε συγκεντρώσει στοιχεία για την οικονομική ζωή και εξέλιξη του Ελληνικού χώρου κατά τη δεκαετία 1787-1797 και για το Χρισσό αναφέρει ότι ευδοκιμούσε η καλλιέργεια μιας ουσίας για βαφές, το πρινοκόκκι.
Η συγκομιδή γινόταν την άνοιξη και οι καλύτερες ποιότητες ήταν εκείνες, που προέρχονταν από παραθαλάσσιες περιοχές. Όταν τελείωνε η συγκομιδή ράντιζαν το πρινοκόκκι ε ξύδι και το στέγνωναν.
Η παραγωγή της περιοχής, που εκτεινόταν από Δαύλεια έως Χρισσό, ήταν 6000 οκάδες. Απ’ αυτές οι 4000 εξάγονταν στη Γαλλία και Ιταλία. Οι Γάλλοι χρησιμοποιούσαν την ουσία για βαφές φεσιών.
Αυτή την εποχή το Χρισσό διοικείται από Τούρκο Αγά και έχει 180 σπίτια. Έχει επίσης την έδρα του ο Επίσκοπος Σαλώνων, για να είναι πιο ήσυχος, όπως λέει ο Simone Pomardi Ιταλός ζωγράφος που συνόδευε τον Dodwell στην περιήγησή του, ίσως όμως και για περισσότερη ασφάλεια.
Η επιλογή πάντως του Χρισσού ως έδρας του Μητροπολίτη, σημαίνει ότι το χωριό ήταν κεφαλοχώρι, όταν μάλιστα ο Επίσκοπος φαίνεται να ήταν σημαντικό πρόσωπο, αφού ο Dodwell και ο Pomardi, που τον επισκέφτηκαν, είχαν συστατική επιστολή του Άγγλου Πρόξενου της Πάτρας.
Ο Κ.Ν.Σάθας[45] αναφέρει ότι ο Επίσκοπος τιτλοφορείται «Επίσκοπος Σαλώνων και Χρισού». (φωτο κάτω, δείπνο στο σπίτι του Μητροπολίτη)
Αν κρίνουμε όμως από την εντύπωση που προκάλεσε στους περιηγητές, κυρίως στον Dodwell, η επίσκεψη στο σπίτι του Επισκόπου, θα συμπεράνουμε ότι το βιοτικό επίπεδο των κατοίκων του Χρισσού πρέπει να ήταν πολύ χαμηλό. Δεν μπορούμε να ξέρουμε βέβαια, αν ήταν το ίδιο και για τους Τούρκους κατοίκους. «Περάσαμε τη νύχτα στο σπίτι του, λέει ο Dodwell. Τίποτα δεν μπορούσε νάταν πιο άθλιο. Δεν υπήρχε τίποτα να φάμε, εκτός από ρύζι και φρικτό τυρί. Το κρασί ήταν αποτρόπαιο και τόσο αηδές με τη ρετσίνα, που σχεδόν τραβούσε το δέρμα από τα χείλη μας!». Ο Pomardi, πιο διακριτικός σαν ποιητής (ή πιο αντικειμενικός;), αποδίδει την κατάσταση στο ότι ήταν
Σαρακοστή, και εξηγεί ότι «σ’ αυτό δεν έφταιγε ο Επίσκοπος που διαφορετικά, έδειξε μεγάλη εγκαρδιότητα».
Αν όμως αυτή ήταν η καθημερινή κατάσταση στο σπίτι του επισκόπου φανταζόμαστε τι θα συνέβαινε στα σπίτια των άλλων οικογενειών. Πάντως ο ίδιος ο Dodwell αναφέρει ότι το Κρισαίο πεδίο ήταν πλούσια καλλιεργημένο με καλαμπόκι, βαμβάκι, κεχρί, ινδικό καλαμπόκι, αμπέλια και ελιές. Είναι γνωστό επίσης από την έρευνα του Γάλλου προξένου στη Θεσσαλονίκη για την οικονομική ζωή του ελληνικού χώρου κατά την περίοδο 1787-1797, ότι καλλιεργιόταν στην περιοχή και το πρινοκόκκι(είδος βαφής). Ποιος λοιπόν καρπωνόταν όλη αυτή την παραγωγή; Οι Τούρκοι μόνο, Μπέηδες και Αγάδες, ενώ οι Έλληνες – ίσως και οι απλοί Τούρκοι – φυτοζωούσαν; Καθόλου απίθανο. Σ’ αυτό το σημείο όμως θα πρέπει να προσέξουμε την αναφορά του Dodwell στην πολυκαλλιέργεια του Κρισαίου πεδίου. Στις αρχές του 19ου αι, η ελιά δεν αποτελούσε μονοκαλλιέργεια, όπως αποτελεί σήμερα, με όλες τις συνέπειες που έχει αυτό για το εισόδημα των κατοίκων της περιοχής, Η πεδιάδα έχει δυνατότητες για την ανάπτυξη και άλλων καλλιεργειών, που θα αυξήσουν το εισόδημα των αγροτών και θα συμβάλουν στην ανάπτυξη της περιοχής.
[1] Ομήρου Ιλιάδα, Ραψ. Β,στ.519 κ.εξής
[2] Κ. Παπαρρηγόπουλου: Ιστ. του Ελλ. Έθνους. σελ.44, εκδόσεις “ΜΙΚΑ” - ΑΘΗΝΑΙ
[3] Δρόσου Κραββαρτόγιαννου: Περιηγήσεις στην Ελλάδα: Η μυστική αποστολή του λοχαγού Leake( μτφ.Μαίρη Γιαλέσσα –Τρίγκα)
[4] Ανδρέα Καλαντζάκου: τοπωνυμίες Φωκίδας, 1992
[5] Παυσανίας, Χ, 37, §5
[6] Δημοσθένους περί του στεφάνου, § 149
[7] Αισχύνου κατά Κτησιφώντος §107 και §108
[8] H.N. Ulrichs: περί των πόλεων Κρίσα και Κίρρα: μτφ.-σχόλια:Χρίστος Βούσουρας
[9] βλ. παραπάνω σημ. 6 και 7
[10] Ηροδότου Ιστορία, VIII, 32
[11] Σοφοκλέους, Ηλέκτρα στ.730
[12] Θουκυδίδου Ιστορία, Ι 107, II 86
[13] Ηλιόδωρος, Αθ. II 26
[14] Στράβωνος, Γεωγραφικά Θ, Ψ418, 4 έκδοση πάπυρος
[15] Ο β΄ ιερός πόλεμος είχε γίνει το 450-445 π.χ. μεταξύ Σπαρτιατών και Φωκέων, όταν οι πρώτοι ήθελαν να αφαιρέσουν την διοίκηση του μαντείου των Δελφών από τα χέρια των δευτέρων, οι οποίοι τότε ήταν σύμμαχοι των Αθηναίων(Κ. Παπαρρηγοπούλου, Ιστορ. του Ελλ. Έθνους, σελ. 147)
[16] Δημοσθένους, περί του στεφάνου, § 151
[17] Οι Αμφισσείς ανήκαν στους Οζόλες Λοκρούς, που κατείχαν την στενή και ορεινή παραλία του Κορινθιακού από την Άμφισσα μέχρι μέχρι την Ναύπακτο( Παπαρρηγοπούλου, Ιστορ. του Ελλ.Έθνους, σελ.42, εκδόσεις ΜΙΚΑ Αθήνα.)
[18] Φώτης Ντασιός: “Συμβολή στην τοπογραφία της Αρχαίας Φωκίδας”.
[19] Πινδάρου Ολυμπ. V.10, δίδυμοι βωμοί.
[20] Οδύσσεια, γ, 380 και εξής
[21] Ομήρου Ιλιάδα, Β, στ.520
[22] Δρόσος Κραβαρτόγιαννος: Περιηγήσεις στην Ελλάδα, ανάτυπο από το περιοδικό τετράμηνα, τεύχ.25-26,σελ. 1714(μετάφρ. Μαίρη Γιαλέσσα – Τρίγκα.
[23] Παυσανία, Φωκικά, Χ 37μ 4-6.
[24] Ιστορ. Ελλ. Έθνους , τομ. Β΄ σελ 480- Εκδοτική Αθηνών
[25] Στράβωνος, Γεωγραφικά,VI, 1
[26] Κ. Παπαρρηγοπούλου, Επιτομή, (εκδ. ΜΙΚΑ, Αθήναι) σελ. 44
[27] Η πόλη αυτή άρχισε να δημιουργείται μάλλον ήδη απ’ τους μυκηναϊκούς χρόνους, όπως φαίνεται από μυκηναϊκά λείψανα που βρέθηκαν κάτω απ’ το μεγάλο ναό του Απόλλωνα.
[28] H.N. Ulrichs, μετάφρ. – σχόλια : Χρίστος Ηλ. Βούσουρας, σελ. 153
[29] ο. π. σελ. 153
[30] Ιστορ. του Ελλ. Έθνους, εκδοτ. Αθηνών. τόμ. Α΄ σελ. 285
[31] ο άλλες είναι: ο Γλάς στη Βοιωτία, τα Ζυγουριά στην Κορινθία, οι ακροπόλεις των Μυκηνών και της Τίρυνθας στην Αργολίδα, το ανάκτορο του Εγκλιανού, ο οικισμός Νιχώρια στη Μεσσηνία και το Μενελάϊο στη Λακωνία.
[32] Σπ. Ιακωβίδης: Καθηγητής Πανεπ. Αθηνών, στην Ιστορ. του Ελλ. Έθνους, τόμ. Α΄ σελ. 285-286
[33] Φ.Ντασιός, Φωκικά Χρονικά, σελ. 72
[34] Διοδ. Σικελιανός, ΙΣΤ΄, 28,3
[35] ό.π ΙΗ΄ 38,2
[36] Ιστορ. του Ελλ. Έθνους , τόμ. Η΄ σελ. 331
[37] Ιστορ. Ελλ. Έθνους, τόμ. Θ΄ σελ. 29
[38] Ιωάννης Ζουμάς, Περιοδικό Τετράμηνα
[39] Γ. Παπαϊωάννου, Ιστορ. του Ν. Φωκίδας, 1991
[40] Ιστορ. Ελλην. Έθνους, τόμ. Θ΄ , σελ.255-256
[41] Γ. Παπαϊωάννου, Ιστορ. της Φωκίδας, 1991
[42] Δημ. Σταμέλου: Η Δωρίδα στην Τουρκοκρατία
[43] από το βιβλίο του Γ. Καψάλη: Ο Θ. Μανίκας και οι πολιορκητές των Σαλώνων
[44] Ιστ. του Ελλ. Έθνους, εκδοτ. Αθηνών, τομ. ΙΑ΄ , σελ. 69
[45] Κ.Ν.Σάθα, Χρονικόν Ανέκδοτον Γαλαξιδίου-Αθήναι 1865,σελ.105