Οι πρόσφυγες

To Περιβολάκι μας
Αποστολίδου Γεσθημανή

Μια εικόνα, χίλιες λέξεις…


-Αν θα μπορούσατε να περιγράψετε αυτή τη φωτογραφία με μία λέξη, ποια θα ήταν;


Μια μικρή Αφγανή πρόσφυγας, κοιτά έξω από ένα παγωμένο παράθυρο, σ’ ένα τρένο γεμάτο με πρόσφυγες, που διασχίζει τη FYROM. Αυτό το τρένο, δεν έχει θέρμανση και ο ερχομός του χειμώνα, κάνει το ταξίδι ακόμα πιο οδυνηρό, καθώς οι πρόσφυγες περνούν πολλές μέρες στο ύπαιθρο, χωρίς επαρκή ρουχισμό.


Ενισχύστε το σημαντικό έργο της UNICEF για τα προσφυγόπουλα:


https://www.unicef.gr/



Πατώντας το βελάκι, επίλεξε τη λέξη που ταιριάζει σε όλα τα κενά και μετά πάτησε "Έλεγχος Απάντησης" να δεις τη βαθμολογία σου.
Ενάμισι εκατομμύριο βρεθήκανε ξαφνικά έξω από την προγονική τους . Παράτησαν σκοτωμένα παιδιά και γονιούς . Παράτησαν περιουσίες, τον καρπό στα δέντρα, το φαΐ στη φουφού, τη σοδειά στην αποθήκη, το κομπόδεμα στο συρτάρι, τα πορτρέτα των προγόνων στους τοίχους. Και βάλθηκαν να τρέχουν, να φεύγουν κυνηγημένοι απ' το τούρκικο μαχαίρι και τη φωτιά του . Και λογίζονταν τυχεροί που αντάλλαξαν το έχει τους, την πατρίδα τους, το παρελθόν τους με μια στάλα ... Άρπαξαν βάρκες, καΐκια, σχεδίες, βαπόρια και πέρασαν τη σ' έναν ομαδικό, φοβερό . Κοιμήθηκαν αποβραδίς νοικοκυραίοι στον τόπο τους και ξύπνησαν φυγάδες, θαλασσοπόροι, άστεγοι, άποροι, αλήτες και στα λιμάνια του Πειραιά, της Σαλονίκης, της Καβάλας, του Βόλου, της Πάτρας.
Ενάμισι εκατομμύριο αγωνίες και οικονομικά προβλήματα ξεμπάρκαραν στο φλούδι της Ελλάδας, με μια θλιβερή κρεμασμένη στο στήθος: «Πρόσφυγες!». Πού ν' ακουμπήσουν οι πρόσφυγες; Τι να σκεφτούν; Τι να ξεχάσουν; Τι να πράξουν; να δουλέψουν; Πώς να ζήσουν;
Τρέμαν ακόμα από το φόβο. Τα μάτια τους ήταν απ' το αιμάτινο ποτάμι της κόλασης που διάβηκαν. Και σαν πάτησαν σε στέρεο έδαφος, μετρήθηκαν να δουν πόσοι φτάσανε και πόσοι λείπουν. Κι οι ζωντανοί δεν το πιστεύανε, μόνο τα χέρια τους στο κορμί τους και το ψάχνανε, για να βεβαιωθούνε πως δεν βρικόλακες. Και ψάχναν και για την ψυχή τους, να δουν αν ήταν στη θέση της. Μ' αυτή ήταν . Είχε μείνει πίσω στην πατρίδα, κοντά στους αγαπημένους νεκρούς και στους αιχμαλώτους, κοντά στα σπιτάκια, στα χωράφια, στις δουλειές και στα καζάντια...
Μικροί μεγάλοι στριμωχνόμαστε στις παραλίες αποβλακωμένοι, άβουλοι, με μια έμμονη ιδέα ο καθένας, κι άλλος με μια άνοια αποκρουστική. Οι πιο τυχεροί ξεδίναν, γιατί κλαίγανε και βρίζανε και μούγκριζαν από .
Διδώ Σωτηρίου- Οι Πρόσφυγες(απόσπασμα από το βιβλίο "Μέσα στις φλόγες")