Oersted Hans Christian (1777-1851)
Ο Έρστεντ γεννήθηκε στο Rudkøbing της Δανίας και ενδιαφέρθηκε για την Επιστήμη ως μικρό παιδί, ενώ εργαζόταν στο φαρμακείο του πατέρα του Søren Christian Oersted. Μαζί με τον αδελφό του Anders Sandøe Oersted, ο Χανς μορφώθηκε αρχικά διαβάζοντας στο σπίτι. Πήγαν στην Κοπεγχάγη το 1793 για να δώσουν εισαγωγικές εξετάσεις στο εκεί πανεπιστήμιο. Τα δύο αδέλφια πέρασαν τις εξετάσεις και διακρίθηκαν κατά τη διάρκεια των σπουδών τους εκεί. Το 1801, ο Χανς κέρδισε μια υποτροφία που του επέτρεψε να περάσει τρία χρόνια ταξιδεύοντας στην Ευρώπη. Το 1806 έγινε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης και συνέχισε τις έρευνές του στο ηλεκτρικό ρεύμα και την Ακουστική. Υπό την καθοδήγησή του, το Πανεπιστήμιο ανέπτυξε ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα Φυσικής και Χημείας, και δημιούργησε νέα εργαστήρια. Ο Έρστεντ πέθανε στην Κοπεγχάγη σε ηλικία 74 ετών. Το 1936 η Δανία εξέδωσε χαρτονομίσματα των 100 κορωνών που απεικόνιζαν τη μορφή του. Σήμερα τα κτήρια που στεγάζουν το Τμήμα Χημείας και το Ινστιτούτο Μαθηματικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης φέρουν την επιγραφή «Ινστιτούτο H.C. Oersted» προς τιμή του. Επίσης, ο πρώτος τεχνητός δορυφόρος της Δανίας, που εκτοξεύθηκε το 1999, ονομάσθηκε προς τιμή του «Oersted».
Το 1820, ο Oersted ετοίμαζε ένα πείραμα, όταν κάτι τον εξέπληξε: Πρόσεξε ότι η βελόνα μιας πυξίδας απέκλινε από τον μαγνητικό βορρά όταν το ηλεκτρικό ρεύμα από τη μπαταρία που χρησιμοποιούσε έρρεε ή σταματούσε. Αυτή η στροφή της βελόνας τον έπεισε ότι σε όλες τις πλευρές ενός σύρματος που μεταφέρει ηλεκτρικό ρεύμα δημιουργούνται μαγνητικά πεδία. Αυτό το πείραμα, που έμεινε στην Ιστορία της Επιστήμης ως «Πείραμα του Oersted», επιβεβαίωσε την άμεση σχέση του ηλεκτρισμού με τον μαγνητισμό. Σήμερα, η μονάδα μέτρησης της μαγνητικής επαγωγής στο σύστημα μονάδων CGS ονομάζεται oersted προς τιμή της συνεισφοράς του στον Ηλεκτρομαγνητισμό. Οι ανακαλύψεις του Έρστεντ είχαν ως αποτέλεσμα την εντατική έρευνα της Ηλεκτροδυναμικής από την επιστημονική κοινότητα. Η ανακάλυψη του Oersted αντιπροσωπεύει επίσης ένα σημαντικό βήμα προς μια ενοποιημένη σύλληψη της έννοιας της ενέργειας. Το έτος 1825, ο Έρστεντ έκανε μια σημαντική συνεισφορά και στη Χημεία, όταν παρήγαγε για πρώτη φορά αλουμίνιο. Η ανακοίνωση του Oersted έφθασε στο Παρίσι μια εβδομάδα αργότερα και ανέβασε κατακόρυφα το ενδιαφέρον των Γάλλων φυσικών για τον Ηλεκτρομαγνητισμό.