Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 17 Μαρτίου 2024, τῆς Τυροφάγου (Ρωμ. ιγ΄ 11 – ιδ΄4)

Ἀδελφοί, νῦν ἐγγύτερον ἡ­­μῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐ­­πιστεύσαμεν. ἡ νὺξ προ­έ­κοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν. ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. ὡς ἐν ἡμέ­­ρᾳ εὐσχημόνως περι­πατή­σωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ, ἀλλ᾿ ἐνδύ­σα­­σθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χρι­­στόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρό­νοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπι­θυμίας. Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει προσλαμβάνεσθε, μὴ εἰς διακρίσεις διαλογι­σμῶν. ὃς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει. ὁ ἐσθίων τὸν μὴ ἐσθίον­τα μὴ ἐξουθενείτω, καὶ ὁ μὴ ἐσθίων τὸν ἐσθίοντα μὴ κρινέτω· ὁ Θεὸς γὰρ αὐτὸν προσελάβετο. σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην; τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἢ πίπτει· σταθήσεται δέ· δυνατὸς γάρ ἐστιν ὁ Θεὸς στῆσαι αὐτόν. 

ΟΠΛΑ ΦΩΤΟΣ

«Ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν»

Ἔφθασε ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή! Ἠ ἁγία αὐτὴ περίοδος τῆς Ἐκκλησίας μας ἀρχίζει ἀπόψε καὶ μὲ τὸν πλοῦτο τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν, τῶν κατανυκτικῶν ὕμνων καὶ τῶν ἱερῶν ἀναγνωσμάτων μᾶς καλεῖ σὲ ἐντατικότερο πνευματικὸ ἀγώνα, ὥστε κατὰ τὸ δυνατὸν καθαροὶ νὰ ὁδηγηθοῦμε στὸ ἄχραντο Πάθος καὶ στὴ λαμπροφόρα Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Σὲ αὐτὸ μᾶς προτρέπει καὶ ὁ λόγος τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ποὺ ἀκούσαμε στὴ σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπή. «Ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικε», μᾶς φωνάζει. Ἔχει προχωρήσει ἡ νύχτα· πλησίασε πιὰ τὸ ξημέρωμα. Εἶναι ὥρα νὰ ξυπνήσουμε! Παράδοξος λόγος! Ποιά εἶναι, ἀλήθεια, ἡ νύχτα ἡ ὁποία παρέρχεται, ποιά ἡ ἡμέρα ποὺ ἀνατέλλει καὶ πῶς πρέπει νὰ ἑτοιμασθοῦμε γιὰ νὰ τὴν ἀπολαύσουμε; Μὲ αὐτὰ θὰ ἀσχοληθοῦμε στὴ συνέχεια.

1. Ἡ νύχτα τῆς ἐπίγειας ζωῆς

Ἡ νύχτα στὴν ὁποία ἀναφέρεται ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἶναι ἡ ἐπίγεια ζωή μας. Τὴν ὀνομάζει νύχτα, διότι ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ γεννηθοῦμε μέχρι τὴν ἀναχώρησή μας ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτό, μᾶς περικυκλώνει τὸ βαθὺ σκοτάδι· τὸ πνευματικὸ σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας. Τὰ πάθη, τὰ μίση, οἱ μαζικοὶ θάνατοι ἀνθρώπων σὲ πολεμικὲς συρράξεις, ἡ ἐκμετάλλευση, ἡ ἀδικία ποὺ ἐπικρατεῖ, ἡ πλεονεξία, οἱ ἀντίθεες ἰδέες ποὺ κυκλοφοροῦν καὶ ἡ ἀνηθικότητα μαυρίζουν τὸν ὁρίζοντα. Ἡ ἁμαρτία βυθίζει τὸν κόσμο μας στὸ πηχτὸ σκοτάδι της.

Ἡ ἐπίγεια ζωή μας ὀνομάζεται νύχτα, ἐπιπλέον, διότι μοιάζει μὲ ὄνειρο. Ὅπως στὰ ὄνειρα, ποὺ βλέπουμε τὴ νύχτα, μπορεῖ νὰ φαντάζεται κανεὶς ὅτι ἀπολαμβάνει πλούτη καὶ δόξα, τὸ ἴδιο καὶ περισσότερο ἀπατηλὰ εἶναι ὅσα μᾶς ὑπόσχεται ἡ παρούσα ζωή. Εἶναι πιὸ ἀδύναμα ἀκόμη κι ἀπὸ μιὰ σκιά, ὅπως ἐπισημαίνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός: «Πάντα σκιᾶς ἀσθενέστερα, πάντα ὀνείρων ἀπατηλότερα· μία ροπὴ καὶ ταῦτα πάντα θάνατος διαδέχεται» (νεκρώσιμη ἀκολουθία). Φθάνει κάποτε ἡ ὀδυνηρὴ στιγμὴ τοῦ θανάτου καὶ τὸ ὄνειρο τῆς ἐπίγειας ζωῆς ξαφνικὰ τελειώνει. Ἤδη ἔχει παρέλθει ἡ νύχτα καὶ πλησιάζει ἡ ἀνατολή, τὸ φῶς τῆς ἡμέρας. Ποιά εἶναι ὅμως ἡ ἡμέρα γιὰ τὴν ὁποία ὁμιλεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος;

2. Ἡ ἀνέσπερη ἡμέρα τῆς αἰωνιότητας

Εἶναι ἡ αἰώνια ζωή· ἡ μετὰ θάνατον ζωὴ καὶ πιὸ συγκεκριμένα, ὅσα θὰ συμβοῦν μετὰ τὴ μέλλουσα Κρίση, κατὰ τὴ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου. Ὅλα τότε θὰ τὰ πλημμυρίσει τὸ ὑπέρλαμπρο φῶς τοῦ Χριστοῦ. Θὰ φανερωθοῦν ὅλα τὰ ἔργα ποὺ ἔπραξε ὁ καθένας μας στὴν ἐπίγεια ζωή του. «Ἑκάστου τὸ ἔργον φανερὸν γενήσεται· ἡ γὰρ ἡμέρα δηλώσει» (Α΄ Κορ. γ΄ 13), σημειώνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ὅλες οἱ ἁμαρτίες, οἱ κρυφὲς πράξεις, οἱ ἐμπαθεῖς ἐπιθυμίες, ἀκόμη καὶ οἱ πονηροὶ λογισμοί, ὅ,τι πιὸ κρυφὸ ἔχουμε, αὐτὰ ποὺ τώρα εἶναι ἄγνωστα στοὺς ἀνθρώπους, τότε θὰ φανερωθοῦν. Τίποτε δὲν θὰ μείνει στὸ σκοτάδι.

Ἐπίσης, αὐτὰ ποὺ θὰ ἀπολαμβάνουν οἱ «σεσωσμένοι» πιστοὶ κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἡμέρας αὐτῆς, δὲν θὰ εἶναι ψεύτικα, ὅπως αὐτὰ ποὺ βλέπουμε στὰ ὄνειρα. Θὰ εἶναι ἀπολύτως ἀληθινά, καθὼς τότε θὰ ἀποκαλυφθεῖ ἡ μόνη Ἀλήθεια, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός. Ἐκεῖνος ποὺ εἶπε: «ἐγώ εἰμι… ἡ ἀλήθεια» (Ἰω. ιδ΄ 6). Ἐκτὸς δὲ ἀπὸ ἀληθινὰ θὰ εἶναι καὶ αἰώνια. Ἡ ἡμέρα αὐτὴ δὲν θὰ τελειώσει ποτέ. Θὰ εἶναι ἀνέσπερη. Καὶ μαζί της θὰ εἶναι ἀτελείωτη ἡ εὐτυχία καὶ ἡ χαρὰ ὅσων θὰ τὴν ἀπολαμβάνουν. Πῶς λοιπὸν πρέπει νὰ ἑτοιμασθοῦμε, ὥστε νὰ βρεθοῦμε κι ἐμεῖς ἀνάμεσά τους;

3. Στὰ ὅπλα!

Πρέπει νὰ ξυπνήσουμε καὶ νὰ ἁρπάξουμε τὰ πνευματικὰ ὅπλα, διότι ἔχουμε πόλεμο! Ὄχι πόλεμο ποὺ ἀποσκοπεῖ σὲ πρόσκαιρα συμφέροντα καὶ ἐφήμερες ἀπολαβές, ἀλλὰ πνευματικό, γιὰ τὴν αἰώνια σωτηρία τῆς ψυχῆς μας. Στὸν πόλεμο δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ ἐφησυχάζει, νὰ κοιμᾶται καὶ νὰ ἀδιαφορεῖ. Κινδυνεύει μέσα σὲ μιὰ στιγμὴ νὰ τὰ χάσει ὅλα! Γι᾿ αὐτὸ ὁ θεόπνευστος Ἀπόστολος μᾶς καλεῖ νὰ ἀποθέσουμε σὰν νυχτερινὰ ἐνδύματα τὰ σκοτεινὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ ὁπλισθοῦμε μὲ τὴ θεϊκὴ πανοπλία τοῦ φωτός· μὲ τὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς. Νὰ πιάσουμε τὰ ὅπλα καὶ νὰ ἔχουμε διαρκὴ ἐγρήγορση.

Ἕνα ὑπέροχο τροπάριο τοῦ σημερινοῦ Ὄρθρου μᾶς προτρέπει νὰ πολεμήσουμε «ὡς τεῖχος ἄρρηκτον κατέχοντες τὴν πίστιν, καὶ ὡς θώρακα τὴν προσευχήν, καὶ περικεφαλαίαν τὴν ἐλεημοσύνην· ἀντὶ μαχαίρας τὴν νηστείαν»· πίστη, προσευχή, ἐλεημοσύνη καὶ νηστεία. Αὐτὴ εἶναι ἡ πανίσχυρη πνευματικὴ πανοπλία μας! Μὲ αὐτὴ μᾶς ἐνδύει ἡ Ἐκκλησία μας τὶς ἡμέρες αὐτές, ὥστε νὰ ἀντιμετωπίσουμε τὶς ἐπιθέσεις τοῦ διαβόλου.

Ἂς μὴ μᾶς ἐπηρεάζει τὸ βαθὺ σκοτάδι ποὺ μᾶς περιβάλλει καὶ φαίνεται νὰ κυριαρχεῖ στὸν κόσμο. Ἂς πιάσουμε τὰ ὅπλα κι ἂς ὁρμήσουμε μὲ γενναιότητα στὴν πνευματικὴ μάχη, γιὰ νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ ἀπολαύσουμε τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, τοῦ πνευ­ματικοῦ Ἡλίου, στὴν ἀνέσπερη ἡ­μέ­ρα τῆς Βασιλείας του.