Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 7 Μαΐου 2023, Τοῦ Παραλύτου (Ἰωάν. ε΄ 1-15)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἀνέβη ὁ Ἰησοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα. ἔστι δὲ ἐν τοῖς Ἱεροσολύμοις ἐπὶ τῇ προβατικῇ κολυμβήθρα, ἡ ἐπιλεγομένη Ἑβραϊστὶ Βη­­θεσδά, πέντε στοὰς ἔχουσα. ἐν ταύταις κα­­­τέκειτο πλῆθος πολὺ τῶν ἀσθενούντων, τυ­φλῶν, χωλῶν, ξηρῶν, ἐκδεχομένων τὴν τοῦ ὕδατος κίνη­σιν. ἄγγελος γὰρ κατὰ καιρὸν κατέβαινεν ἐν τῇ κολυμβήθρᾳ, καὶ ἐτάρασσε τὸ ὕδωρ· ὁ οὖν πρῶτος ἐμβὰς μετὰ τὴν ταραχὴν τοῦ ὕδατος ὑγιὴς ἐγίνετο ᾧ δήποτε κατείχετο νοσήματι. ἦν δέ τις ἄνθρωπος ἐκεῖ τριάκοντα καὶ ὀκτὼ ἔτη ἔχων ἐν τῇ ἀσθενείᾳ αὐτοῦ. τοῦτον ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς κατακείμενον, καὶ γνοὺς ὅτι πολὺν ἤδη χρόνον ἔχει, λέγει αὐτῷ· θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι; ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ ἀσθενῶν· Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω, ἵνα ὅταν ταραχθῇ τὸ ὕδωρ, βάλῃ με εἰς τὴν κολυμβήθραν· ἐν ᾧ δὲ ἔρχομαι ἐγώ, ἄλλος πρὸ ἐμοῦ καταβαίνει. λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἔγειρε, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει. καὶ εὐθέως ἐγένετο ὑγιὴς ὁ ἄνθρωπος, καὶ ἦρε τὸν κράβαττον αὐτοῦ καὶ περιεπάτει. ἦν δὲ σάββατον ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ. ἔλεγον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι τῷ τεθεραπευμένῳ· σάββατόν ἐστιν· οὐκ ἔξεστί σοι ἆραι τὸν κράβαττον. ἀπεκρίθη αὐτοῖς· ὁ ποιήσας με ὑγιῆ, ἐκεῖνός μοι εἶπεν· ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει. ἠρώτησαν οὖν αὐτόν· τίς ἐστιν ὁ ἄνθρωπος ὁ εἰπών σοι, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει; ὁ δὲ ἰαθεὶς οὐκ ᾔδει τίς ἐστιν· ὁ γὰρ Ἰησοῦς ἐξένευσεν ὄχλου ὄντος ἐν τῷ τόπῳ. μετὰ ταῦτα εὑρίσκει αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς ἐν τῷ ἱερῷ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἴδε ὑγιὴς γέγονας· μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μὴ χεῖρόν σοί τι γένηται. ἀπῆλθεν ὁ ἄνθρωπος καὶ ἀνήγγειλε τοῖς Ἰουδαίοις ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ ποιήσας αὐτὸν ὑγιῆ.

ΔΕΝ ΕΙΣΑΙ ΜΟΝΟΣ!

«Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω»

Μόνος μέσα στὸ πλῆθος ὁ παράλυτος τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς ἐπὶ τριάντα ὀκτὼ χρόνια. Ἀνάμεσα σὲ πολλοὺς ἄλλους ἀσθενεῖς περίμενε στὴν κολυμβήθρα τῆς Βηθεσδὰ τὴ θεραπεία του. Κατὰ διαστήματα ἄγγελος Κυρίου ἀνατάρασσε τὸ νερὸ τῆς μικρῆς αὐτῆς λίμνης, ὁ δὲ πρῶτος ἀσθενὴς ποὺ προλάβαινε νὰ πέσει στὸ νερὸ θεραπευόταν, ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἀσθένεια κι ἂν ἔπασχε. Αὐτὸς ὅμως ἦταν μόνος. Δὲν εἶχε κάποιον ἄνθρωπο νὰ τὸν βοηθήσει καὶ νὰ τὸν ρίξει στὴν κολυμβήθρα τὴν κατάλληλη στιγμή. Αὐτὸ τὸ παράπονο ἐξέφρασε πρὸς τὸν Κύριο, ὅταν Ἐκεῖνος τὸν πλησίασε καὶ τὸν ρώτησε ἂν θέλει νὰ θεραπευθεῖ. «Δὲν ἔχω κάποιον ἄνθρωπο νὰ μὲ βοηθήσει, Κύριε», ἀποκρίθηκε.

Ἂς δοῦμε ὅμως ὅτι αὐτὸ τὸ αἴσθημα τῆς μοναξιᾶς, ποὺ βίωνε τότε ὁ παράλυτος, εἶναι καὶ σήμερα ἔκδηλο στὴν κοινωνία μας, ἐπιπλέον δὲ ἂς ἐκθέσουμε τοὺς τρόπους μὲ τοὺς ὁποίους μπορεῖ αὐτὸ νὰ ἀντιμετωπισθεῖ.

1. Στὴν ἔρημο τῆς πόλεως

Τριάντα ὀκτὼ χρόνια μόνος! Μόνος, ἐνῶ δίπλα του ὑπῆρχε «πλῆθος πολὺ τῶν ἀσθενούντων», ὅπως σημειώνει ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστής. Μόνος, διότι κανένας ἄνθρωπος τόσα χρόνια δὲν τὸν πλησίασε, δὲν ἀσχολήθηκε μαζί του γιὰ νὰ τὸν βοηθήσει καὶ νὰ τὸν ρίξει στὴν κολυμβήθρα. Τὸν προσπερνοῦσαν οἱ περαστικοί, ἀκόμη καὶ οἱ ἱερεῖς τῶν Ἰουδαίων. Ἀδιαφοροῦσαν οἱ ὑπόλοιποι ἀσθενεῖς, προκρίνοντας τὴ δική τους θεραπεία. Τὸν λησμόνησαν συγγενεῖς καὶ παλαιοὶ φίλοι. Περίμενε ἐπὶ δεκαετίες μόνος…

Ἀλλὰ δὲν εἶναι ὁ μόνος. Τὸ παράπονο τοῦ παραλύτου βασανίζει καὶ σήμερα ἀμέτρητους ἀνθρώπους. Γέρον­τες ποὺ ζοῦν μακριὰ ἀπὸ τὰ παιδιά τους, ἀλλὰ καὶ νέους ποὺ μεγαλώνουν χωρὶς γονεῖς. Ἀσθενεῖς ποὺ δοκιμάζονται στὸ κρεβάτι ἑνὸς νοσοκομείου, χωρὶς νὰ ἔχουν κάποιο νὰ τοὺς ἐπισκεφθεῖ καὶ νὰ τοὺς δώσει ἐλπίδα. Ἀλλὰ καὶ πολλοὺς ἐγκαταλελειμμένους καὶ ἀβοήθητους, κλεισμένους σ᾿ ἕνα δωμάτιο ἢ παρατημένους σὲ κάποιο πεζοδρόμιο, ἀποκομμένους ἀπὸ τὴν ὑπόλοιπη κοινωνία. Ἀνθρώπους ποὺ διαβαίνουν τὸν ἀνήφορο τῆς ζωῆς ἀπὸ μονοπάτι κι ὄχι ἀπὸ λεωφόρο καὶ ἀναχωροῦν τελικὰ χωρὶς νὰ ἔχουν δίπλα τους οὔτε τὰ ἀγαπημένα τους πρόσωπα.

Ἀκόμη καὶ στὶς μεγαλουπόλεις, στὶς ἀστικὲς κοινωνίες, ὅπου συγκεντρώνεται τό μεγαλύτερο μέρος τοῦ πληθυσμοῦ, ὁ ἄνθρωπος συχνὰ νιώθει μόνος. Ἀκόμη καὶ σήμερα, ποὺ ἡ ἁλματώδης πρόοδος τῆς τεχνολογίας κάνει τόσο εὔκολη τὴν ἐπικοινωνία μὲ τοὺς ἄλλους. Κι ὅμως, τὸ βάθος τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου παραμένει κάποτε ἄβατο γιὰ τοὺς πολλούς. Ἡ πολύβουη πόλη μοιάζει τελικὰ περισσότερο μὲ ἔρημο. Ἄνθρωποι πολλοί· συνάνθρωπος ὅμως κανένας. Πῶς μπορεῖ, ἀλήθεια, νὰ ἀντιμετωπισθεῖ τὸ αἴσθημα αὐτό;

2. Κοινωνία Χριστοῦ, κοινωνία ἀγάπης

Κάνει ἀσφαλῶς ἐντύπωση ὅτι, ἐνῶ ὅλοι εἶχαν ἐγκαταλείψει τὸν παράλυτο τῆς Βηθεσδά, τὸν ἐπισκέφθηκε ὁ Κύριος. Τότε ποὺ ναυάγησε κάθε ἐλπίδα ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, τὸν συνάν­τησε ὁ Θεός, συνομίλησε μαζί του καὶ τὸν θεράπευσε. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἐπιβεβαιώνει ὅτι ἀκόμη κι ἂν κανένας ἄλ­λος ἄνθρωπος δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ ἐ­μᾶς, δὲν εἴμαστε μόνοι. Διότι ἔχουμε δίπλα μας τὸν Θεάνθρωπο Κύριο. Τὸν ἄπειρο Θεό, ὁ Ὁποῖος ἀπὸ ἀσύλληπτη ἀγάπη γιὰ ἐμᾶς ἔγινε ἄνθρωπος. Τὸν παντοδύ­ναμο Κύριο, ποὺ ποτὲ δὲν μᾶς ἀφήνει μόνους κι ἀβοήθητους. Ἡ ἐπικοινωνία μαζί Του καὶ ἡ αἴσθηση τῆς παρουσίας του δίπλα μας μπορεῖ νὰ ἀναπληρώνει κάθε κενὸ ἀνθρώπινης παρηγοριᾶς στὴν ψυχή μας.

Ταυτόχρονα ὅμως εἶναι καὶ εὐθύνη ὅλων μας νὰ ξεπερνοῦμε τὸν ἀτομισμό, ποὺ ὀρθώνει τείχη γύρω μας καὶ δὲν μᾶς ἐπιτρέπει νὰ δοῦμε τὶς ἀνάγ­κες τῶν συνανθρώπων μας. Νὰ μὴν κλεινόμαστε στὸν ἑαυτό μας, ἐνδιαφερόμενοι μόνο γιὰ τὸ «ἐγώ» μας, γιὰ τὸ πρόγραμμά μας, γιὰ τὶς ἐπιθυμίες μας, τὴ στιγμὴ ποὺ ταλαιπωροῦνται ἀπὸ τὴ μοναξιὰ πολλοὶ ἀδελφοί μας. «Διὰ τὸ πληθυνθῆναι τὴν ἀνομίαν ψυγήσεται ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν» (Ματθ. κδ΄ 12), εἶχε πεῖ ὁ Κύριός μας, ὁ δὲ λόγος του αὐτὸς ἐπιβεβαιώνεται στὴν ἐποχή μας. Πλεόνασε ἡ ἁμαρτία καὶ ἡ ἀνηθικότητα στὴν κοινωνία μας καὶ ψυχράνθηκε ἡ ἀγάπη τῶν ἀνθρώπων, ἀκόμη καὶ τῶν Χριστιανῶν.

Ἂς πάρουμε λοιπὸν ἀπόφαση νὰ εἴμαστε πρόθυμοι γιὰ ἔργα ἀγάπης καὶ φιλανθρωπίας. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ ἑτοιμάζουν καθημερινὰ φαγητὸ γιὰ πτωχούς, ποὺ ἐπισκέπτονται ἀσθενεῖς στὰ νοσοκομεῖα, ποὺ διακονοῦν μοναχικοὺς γέροντες. Ἀντίστοιχη φροντίδα ἂς δείχνουμε κι ἐμεῖς, διότι, ὅπως σημειώνει ὁ Μέγας Βασίλειος, ὅποιος δείχνει ἀγάπη στὸν συνάνθρωπό του, «καὶ τῆς φιλαυτίας τὸ ἔγκλημα φεύξεται καὶ τῆς φιλαδελφίας τὴν εὐλογίαν παρὰ τοῦ Κυρίου λήψεται» (ΕΠΕ 8, 366). Ὄχι μόνο θὰ ἀποφύγει τὴν κατηγορία τῆς φιλαυτίας, ἀλλὰ ἐπιπλέον θὰ λάβει ἀπὸ τὸν Κύριο τὴν εὐλογία γιὰ τὴ φιλαδελφία κατὰ τὴ Μέλλουσα Κρίση, δηλαδὴ τὴν αἰώνια σωτηρία τῆς ψυχῆς του.