Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 25 Ἰουνίου 2023, Γ΄ Ματθαίου (Ματθ. ς΄ 22-33)

Εἷπεν ὁ Κύριος· ὁ λύχνος τοῦ σώµατός ἐστιν ὁ ὀφθαλµός· ἐὰν οὖν ὁ ὀφθαλµός σου ἁπλοῦς ᾖ, ὅλον τὸ σῶµά σου φωτεινὸν ἔσται· ἐὰν δὲ ὁ ὀφθαλµός σου πο­νηρὸς ᾖ, ὅλον τὸ σῶµά σου σκοτεινὸν ἔσται. εἰ οὖν τὸ φῶς τὸ ἐν σοὶ σκότος ἐστί, τὸ σκότος πόσον; Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα µισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει. οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ µαµωνᾷ. ∆ιὰ τοῦτο λέγω ὑµῖν, µὴ µεριµνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑµῶν τί φάγητε καὶ τί πίητε, µηδὲ τῷ σώµατι ὑµῶν τί ἐνδύσησθε· οὐχὶ ἡ ψυχὴ πλεῖόν ἐστι τῆς τροφῆς καὶ τὸ σῶµα τοῦ ἐνδύµατος; ἐµ­βλέψατε εἰς τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι οὐ σπείρουσιν οὐδὲ θερίζουσιν οὐδὲ συνάγουσιν εἰς ἀποθήκας, καὶ ὁ πατὴρ ὑµῶν ὁ οὐράνιος τρέφει αὐτά· οὐχ ὑµεῖς µᾶλλον διαφέρετε αὐτῶν; τίς δὲ ἐξ ὑµῶν µεριµνῶν δύναται προσθεῖναι ἐπὶ τὴν ἡλικίαν αὐτοῦ πῆχυν ἕνα; καὶ περὶ ἐν­δύµατος τί µεριµνᾶτε; καταµάθετε τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ πῶς αὐξάνει· οὐ κοπιᾷ οὐδὲ νήθει· λέγω δὲ ὑµῖν ὅτι οὐδὲ Σολοµὼν ἐν πάσῃ τῇ δό­ξῃ αὐτοῦ περιεβάλετο ὡς ἓν τούτων. Εἰ δὲ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ, σήµερον ὄντα καὶ αὔ­ριον εἰς κλίβανον βαλλόµενον, ὁ Θεὸς οὕτως ἀµφιέννυσιν, οὐ πολλῷ µᾶλλον ὑµᾶς, ὀλι­γό­­πιστοι; µὴ οὖν µεριµνήσητε λέγοντες, τί φά­γωµεν ἢ τί πίωµεν ἢ τί περιβαλώµεθα; πάν­τα γὰρ ταῦτα τὰ ἔθνη ἐπιζητεῖ· οἶδε γὰρ ὁ πατὴρ ὑµῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρῄζετε τούτων ἁπάντων. ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑµῖν. 

Η ΜΕΡΙΜΝΑ ΕΙΝΑΙ ΟΛΙΓΟΠΙΣΤΙΑ!

«Μὴ μεριμνᾶτε»

Ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους καὶ πιὸ ἐπικίνδυνους ἐχθροὺς τοῦ ἀνθρώπου στὴν ἐποχή μας εἶναι ἀναμφίβολα τὸ ἄγχος. Ἔχουμε ἄγχος γιὰ τὸ μέλλον μας, τὴν ὑγεία, τὴν οἰκογένεια, τὴν ἐπαγγελματικὴ ἐπιτυχία, τὶς οἰκονομικὲς ἀπολαβές μας. Ὅλες οἱ συζητήσεις καὶ οἱ κόποι μας στρέφονται κάποτε γύρω ἀπὸ αὐτὰ καὶ βλάπτουν τὴν ὑγεία τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς μας. Στὴν ἐποχὴ τῆς διαρκοῦς ἀνασφάλειας ἡ προτροπὴ τοῦ Κυρίου, ποὺ ἀκούσαμε στὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο, ἀντηχεῖ σήμερα πιὸ ἐπίκαιρη ἀπὸ ποτέ: «Μὴ μεριμνᾶτε»! Μάλιστα, στὴ συνέχεια τοῦ λόγου του ὁ Κύριος ἀποκαλεῖ ὀλιγόπιστους ὅσους ἔχουν ἀγωνιώδη μέριμνα γιὰ τὴ ζωή τους. Ἂς δοῦμε λοιπὸν τρεῖς λόγους γιὰ τοὺς ὁποίους ἡ ἀγωνιώδης μέριμνα εἶναι ὀλιγοπιστία.

1. Ὁ διάκοσμος τῆς φύσεως

Τὴν ἀλήθεια αὐτὴ μᾶς ἐπιβεβαιώνει τὸ βιβλίο τῆς φύσεως, ἡ ὀμορφιὰ τῆς Δημιουργίας. Ἡ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ ἀκούσαμε εἶναι γεμάτη ἀπὸ εἰκόνες τῆς ζωῆς στὴν ὕπαιθρο, ποὺ ἀποδεικνύουν τὴ φροντίδα τοῦ Θεοῦ ἀκόμη καὶ γιὰ τὴν ἄψυχη κτίση· γιὰ τὰ πουλιὰ ποὺ πετοῦν στὸν ἀέρα, τὰ ὁποῖα οὔτε σπέρνουν, οὔτε θερίζουν, οὔτε μαζεύουν σὲ ἀποθῆκες. Κι ὅμως τὰ τρέφει ὁ ἐπουράνιος Πατέρας. Ἀλλὰ καὶ γιὰ τὰ ἀγριολούλουδα, ποὺ φυτρώνουν καί μεγαλώνουν μόνα τους στοὺς ἀγρούς, χωρὶς νὰ κοπιάζουν ἢ νὰ γνέθουν, καὶ τὰ ὁποῖα στολίζει ὁ Θεὸς μὲ τόση μεγαλοπρέπεια, ἀνώτερη κι ἀπὸ αὐτὴν τοῦ σοφοῦ Σολομῶντος.

Πόσα πράγματι μᾶς διδάσκει ἡ φύση, ἡ ζωγραφιὰ αὐτὴ τοῦ Θεοῦ! Ὅπως εὔστοχα παρατηρεῖ ὁ Μέγας Βασίλειος, «καὶ ἐν τοῖς μικροτάτοις ἡ σοφία καὶ ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ διαφαίνεται» (PG 32, 1373). Ἐκεῖνος εἶναι ὁ Κηπουρὸς τοῦ σύμπαντος, ποὺ μὲ τὴν ἄπειρη ἀγάπη του τὸ δημιούργησε γιὰ νὰ κατοικήσει σ᾿ αὐτὸ ἡ κορωνίδα τῆς Δημιουργίας του, ὁ ἄνθρωπος. Καὶ δὲν τὸ ἄφησε στὴν τύχη του, ἀλλὰ τὸ συντηρεῖ καὶ τὸ φροντίζει. Δὲν θὰ φροντίσει πολὺ περισσότερο γιὰ τὸν βασιλέα τοῦ σύμπαντος, ποὺ ἔχει ψυχὴ ἀθάνατη;

2. Οἱ ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ

Ὁ ἄνθρωπος ποὺ μεριμνᾶ ὑπερβολικά, λησμονεῖ ἐπίσης τὶς ὑποσχέσεις ποὺ τοῦ ἔχει δώσει ὁ Θεός. Ἐπανειλημμένως μᾶς βεβαιώνει ὁ Κύριος ὅτι προνοεῖ καὶ φρον­τίζει ἀκόμη καὶ γιὰ ὅσα ἐμεῖς δὲν τοὺς δίνουμε σημασία. Ἀκόμη καὶ οἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς μας εἶναι μετρημένες, ἀναφέρει χαρακτηριστικά. Τὸ ἄγρυπνο βλέμμα του μᾶς παρακολουθεῖ στοργικὰ καὶ ἐγγυᾶται τὴ διαρ­κὴ προστασία μας.
Ὁ Θεὸς στὸν Ὁποῖο πιστεύουμε, εἶναι ὁ ἴδιος Θεὸς ποὺ ἄνοιξε δρόμο στὴν Ἐρυθρὰ Θάλασσα γιὰ τὸν ἐκλεκτὸ λαό του καὶ ἔτρεφε τοὺς Ἰσραηλίτες στὴν ἔρημο ἐπὶ 40 χρόνια. Εἶναι Αὐτὸς ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ χάρη μας καὶ δέχθηκε τραύματα γιὰ νὰ μᾶς θεραπεύσει μὲ τὴν πληγή του καὶ ὑπέστη τὸν ἀτιμότατο θάνατο τοῦ Σταυροῦ γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴ ζωὴ τῆς μακαριότητος τοῦ Παραδείσου. Εἶναι ὁ ἴδιος Θεὸς ποὺ μὲ βεβαιότητα μᾶς ὑπόσχεται ὅτι δὲν θὰ μᾶς ἐγκαταλείψει ποτέ: «Οὐ μή σε ἀνῶ οὐδ᾿ οὐ μή σε ἐγκαταλίπω» (Ἑβρ. ιγ΄ 5). Ὁ ἀψευδὴς λόγος του χαρίζει ἀπόλυτη ἀσφάλεια καὶ ἀνάπαυση σὲ κάθε ἀναστατωμένη ψυχή.

3. Ἡ ἀνθρώπινη ἀδυναμία μας

Ἐπιπλέον, ὁ ἄνθρωπος πού μεριμνᾶ, ἐμπιστεύεται τὶς ἀνθρώπινες δυνάμεις του ποὺ εἶναι μικρὲς καὶ πεπερασμένες καὶ ἀδια­φορεῖ γιὰ τὸν Θεό. Στηρίζεται στὰ χρήματα, στὴν πρόοδο τῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς τεχνολογίας κι ἔχει τὴν ψευδαίσθηση ὅτι εἶναι παντοδύναμος. Ζεῖ καὶ φέρεται σὰν νὰ μὴν ὑπάρχει Θεός. Ὁ Θεὸς εἶναι δίπλα του, ἀλλὰ δὲν Τὸν αἰσθάνεται. Μόνο ὅταν βρεθεῖ μπροστὰ σὲ ἀδιέξοδα, σὲ δυσεπίλυτα προβλήματα ὑγείας, ἀντιμέτωπος καὶ μὲ τὸν θάνατο ἀκόμη, καταλαβαίνει τὴ μικρότητά του καὶ τὴν ἀνάγκη τοῦ Θεοῦ, στὰ χέρια τοῦ Ὁποίου βρίσκεται ἡ πνοὴ καὶ ἡ ζωή του.

Εἶναι ὄντως ὀλιγοπιστία τὸ νὰ πάσχει κανείς, νὰ ἀγωνιᾶ, νὰ ἀγρυπνεῖ ὑπολογίζοντας τὶς ἀνθρώπινες δυνάμεις του. «Τίς ἐξ ὑμῶν μεριμνῶν δύναται προσθεῖναι ἐπὶ τὴν ἡλικίαν αὐτοῦ πῆχυν ἕνα;» (Ματθ. ς΄ 27), μᾶς ρώτησε σήμερα ὁ Κύριος. Ποιός ἀπὸ ἐσᾶς, ὅσο κι ἂν φροντίσει, μπορεῖ νὰ προσθέσει στὸ ἀνάστημά του ἕναν πήχυ; Χωρὶς τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀνίσχυρες οἱ φροντίδες μας. Ἐπιπλέον μᾶς κουράζουν ψυχικά, μᾶς γεμίζουν μὲ φόβους καὶ μᾶς ἀφαιροῦν τὸν ὕπνο, τὴν εἰρήνη καὶ τὴ χαρά.

Ἂς διδασκόμαστε λοιπὸν ἀπὸ τὴ φρον­τίδα τοῦ Θεοῦ γιὰ ὅλη τὴ Δημιουργία. Ἂς μὴ λησμονοῦμε τὴν ὑπόσχεσή του, ὅτι πάν­τοτε θὰ φροντίζει γιὰ ἐμᾶς, κι ἂς θυμό­μα­στε ὅτι οἱ ἀνθρώπινες δυνάμεις μας εἶναι ἀπὸ μόνες τους ἀνίσχυρες. Ἔτσι θὰ καταφεύγουμε μὲ πίστη στὸν παντοδύναμο Θεὸ καὶ θὰ Τοῦ ἐμπιστευόμαστε ὅ,τι μᾶς ἀπασχολεῖ, ἔχοντας τὴ βεβαιότητα ὅτι Ἐκεῖνος θὰ μεριμνᾶ γιὰ κάθε μας ἀνάγκη.