Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 9 Ἰουλίου 2023, Ε΄ Ματθαίου (Ματθ. η΄ 28-θ΄1)

Tῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθόντι τῷ Ἰησοῦ εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης. καὶ ἰδοὺ ἔκραξαν λέγοντες· τί ἡμῖν καὶ σοί, Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς; ἦν δὲ μακρὰν ἀπ᾿ αὐτῶν ἀγέλη χοίρων πολλῶν βοσκομένη. οἱ δὲ δαίμονες παρεκάλουν αὐτὸν λέγοντες· εἰ ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων. καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ὑπάγετε. οἱ δὲ ἐξελθόντες ἀπῆλθον εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων· καὶ ἰδοὺ ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασιν. οἱ δὲ βόσκοντες ἔφυγον, καὶ ἀπελθόντες εἰς τὴν πόλιν ἀπήγγειλαν πάντα καὶ τὰ τῶν δαιμονιζομένων. καὶ ἰδοὺ πᾶσα ἡ πόλις ἐξῆλθεν εἰς συνάντησιν τῷ Ἰησοῦ, καὶ ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν. Καὶ ἐμβὰς εἰς πλοῖον διεπέρασε καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν.

 

ΝΑ ΜΗ ΔΙΩΧΝΟΥΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ

«Ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν»

Ἡ εἴδηση ἔγινε γρήγορα γνωστή. Τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τῶν δύο δαιμονισμένων ἀπὸ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ ὁ πνιγμὸς τῆς ἀγέλης τῶν χοίρων ἀναστάτωσαν τοὺς κατοίκους τῶν Γεργεσηνῶν. Ἔσπευσαν νὰ συναντήσουν τὸν Χριστό· ὄχι ὅμως γιὰ νὰ Τοῦ ἐκφράσουν τὴν εὐγνωμοσύνη τους ἢ νὰ Τὸν προσκυνήσουν ὡς ἀπεσταλμένο τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ γιὰ νὰ Τοῦ διατυπώσουν σύσσωμοι τὸ αἴτημά τους: Σὲ παρακαλοῦμε, φύγε! Δὲν χωρεῖς στὰ ὅριά μας. Τὸν ἔδιωξαν! Ὁ Κύριος λοιπὸν σεβάσθηκε τὴν ἐπιθυμία τους κι ἀφοῦ μπῆκε σ᾿ ἕνα πλοῖο, πέρασε στὴν ἀπέναντι ὄχθη τῆς λίμνης.

Ἡ πράξη αὐτὴ τῶν Γεργεσηνῶν δυσ­τυχῶς ἐπαναλαμβάνεται μέσα στὴν ἱστορία. Συχνὰ ὁ Χριστὸς διώκεται ἀπὸ τὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων. Γιατί ὅμως οἱ ἄνθρωποι διώχνουν τὸν Κύριο καὶ πῶς ἐμεῖς θὰ Τὸν ἔχουμε μόνιμο ἔνοικο τῆς καρδιᾶς μας; Στὰ ἐρωτήματα αὐτὰ θὰ ἑστιάσουμε τὴν προσ­οχή μας.

1. Ἡ παρουσία του ἐλέγχει καὶ κοστίζει

Οἱ κάτοικοι τῶν Γεργεσηνῶν, ἀσφαλῶς, θὰ ἐντυπωσιάσθηκαν ἀπὸ ὅσα συνέβησαν μὲ τὴ θαυματουργικὴ δύναμη τοῦ Κυρίου. Ἔνιωσαν ὅμως καὶ ἔλεγχο, διότι ἡ ἐκτροφὴ τῶν χοίρων ἦταν παράνομη γιὰ τοὺς Ἑβραίους. Αἰσθάνθηκαν ἐπιπλέον φόβο μήπως χάσουν τὶς περιουσίες τους, τὰ ἔσοδα ποὺ ἀποκόμιζαν ἀπὸ τοὺς χοίρους. Δὲν τοὺς συνέφερε οἰκονομικὰ νὰ μείνει μαζί τους ὁ Χριστός· τοὺς κόστιζε ἡ παρουσία του.

Αἰῶνες τώρα ὁ Κύριος διώκεται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Εἶναι ἀνεπιθύμητος στὴ ζωή τους. Ἀποβάλλεται ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη κοινωνία τους. Διότι ἡ παρουσία του ἐλέγχει καὶ κοστίζει. Ὁ νόμος του, ἡ θεϊκὴ διδασκαλία του, τὰ θεόπνευστα λόγια του, ἡ ἄσπιλη μορφὴ καὶ ζωή του προβάλλουν ἕνα πρότυπο ζωῆς ποὺ ἔχει γνώμονα τὴν ἀγάπη, τὴν ταπείνωση, τὴν καθαρότητα καὶ ἀσφαλῶς ἐλέγχουν κάθε ἄνθρωπο ποὺ θέλει νὰ ζεῖ χωρὶς ἠθικοὺς φραγμούς, ἔχοντας κέντρο τὸν ἑαυτό του, τὸ θέλημά του, τὰ πάθη του. Ὁ Χριστὸς κάνει λόγο γιὰ αἰώνια ζωή, γιὰ αἰώνια ἀνταπόδοση τῶν ἔργων μας. Κι αὐτὸ δὲν χωρεῖ στὴν ὑλιστικὴ ἀντίληψη τῶν ἀνθρώπων ποὺ θέλουν νὰ ζοῦν μόνο γιὰ τὸ τώρα, γιὰ τὶς ἐφήμερες ἀπολαύσεις τῆς γῆς αὐτῆς. Προσβάλλει τὰ συμφέροντά τους.

Γι᾿ αὐτὸ δὲν ἀνέχονται νὰ ἐπεμβαίνει ὁ Θεὸς στὴ ζωή τους. Τὸν διώχνουν ψηφίζοντας ἀσεβεῖς νόμους, προσβάλλον­τας ὅ,τι ἔχει σχέση μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία του καὶ κραυγάζοντας μὲ ἀλαζονεία στὸν Δημιουργὸ καὶ μέγιστο Εὐεργέτη τους: «Ἀπόστα ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὁδούς σου εἰδέναι οὐ βούλομαι» (Ἰὼβ κα΄ 14). Φύγε ἀπὸ κοντά μου! Δὲν θέλω νὰ γνωρίζω τοὺς δρόμους τῆς ἀρετῆς. Δὲν θέλω νὰ μάθω τὶς ἐντολές σου. Ἄφησέ με νὰ ζῶ ὅπως θέλω! Ὁ Κύριος λοιπὸν σέβεται τὴν ἐπιθυμία τοῦ ἀνθρώπου, τὴν ἐλεύθερη ἐπιλογή του καὶ τὸν ἀφήνει.

2. Μόνιμος ἔνοικος τῆς καρδιᾶς μας

Αὐτὴ ἡ ἀλήθεια δίνει καὶ σ᾿ ἐμᾶς μιὰ καλὴ ἀφορμὴ γιὰ αὐτοεξέταση. Ἐμεῖς βέβαια ἀγαποῦμε τὸν Χριστὸ καὶ ζοῦμε μέσα στὴν Ἐκκλησία του. Μήπως ὅμως τὸ θέλημά του μᾶς φαίνεται κάποτε βαρὺ καὶ αὐστηρό; Μήπως θεωροῦμε τὶς ἐντολές του ἀνεφάρμοστες στὴν ἐποχή μας; Μήπως τελικὰ ἐπιλέγουμε νὰ ζοῦμε ὅπως μᾶς ἀρέσει, νὰ ἱκανοποιοῦμε τὰ πάθη μας, νὰ προσαρμόζουμε τὴ διδασκαλία του στὰ δικά μας μέτρα καὶ κωφεύουμε σὲ ὅ,τι ἐπεμβαίνει στὰ θελήματα καὶ τὶς προτιμήσεις μας; Ἂν κάποτε ἐπηρεαζόμαστε ἀπὸ τὴ νοοτροπία αὐτή, ἂς γνωρίζουμε ὅτι ἀπωθοῦμε τελικὰ τὸν Χριστὸ ἀπὸ τὴ ζωή μας.

Ὁ Κύριος θέλει ἀνθρώπους ὁλοκληρωτικὰ δοσμένους σ᾿ Ἐκεῖνον. Θέλει πλήρη αὐταπάρνηση. Μᾶς τὸ εἶπε ἄλλωστε μὲ σαφήνεια: «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν» (Μάρκ. η΄ 34). Ὅποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει καὶ νὰ γίνει μαθητής μου, πρέπει πρῶτα νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸν ἁμαρτωλὸ ἑαυτό του.

Ἂς κρατοῦμε λοιπὸν κοντά μας τὸν Κύριο, ὅσο κι ἂν μᾶς κοστίζει αὐτό. Ἂς μὴν Τὸν θυμόμαστε μόνο ὅταν ἔχουμε ἀνάγ­κη ἀπὸ τὴ βοήθειά του σὲ κάποιο πρόβλημά μας. Ἂς Τὸν ἔχουμε μόνιμο ἔνοικο τῆς καρδιᾶς μας. Τὸ δικό του θέλημα ἂς ὁρίζει τὴ ζωὴ καὶ τὶς ἐπιλογές μας. Ἂς ἀποθέτουμε τὴ ζωή μας σ᾿ Ἐκεῖνον, χωρὶς ὅρους καὶ προϋποθέσεις. Καὶ τότε ἂς εἴμαστε βέβαιοι ὅτι θὰ ἀποκομίζουμε τὸ μέγιστο κέρδος. Ἄλλωστε «ἡ εὐσέβεια πρὸς πάντα ὠφέλιμός ἐστιν, ἐπαγγελίας ἔχουσα ζωῆς τῆς νῦν καὶ τῆς μελλούσης» (Α΄ Τιμ. δ΄ 8), τονίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἡ θεάρεστη ζωὴ φέρνει ἀνταμοιβὲς ἐπίγειες καὶ οὐράνιες. Ἂν ἔχουμε μέσα μας τὸν Χριστό, θὰ ἀπολαμβάνουμε τὴν ἀπόλυτη πληρότητα σὲ αὐτὴν ἐδῶ τὴ ζωὴ καὶ ἐπιπλέον θὰ κληρονομήσουμε τὰ ἄφθαρτα καὶ αἰώνια ἀγαθὰ τῆς Βασιλείας του.