ελεύθερο ελληνικό γλώσσα.

ελεύθερο ελληνικό δέν τυραννάει, δέν αποθαρρύνει μαθαίνοντα, κ ωστόσο έχει κάθε δυνατότητα που οποιοδήποτε γλώσσα να έχει μπορεί

 

Ελεύθερο ελληνικό γλώσσα εις τρία επίπεδο χρησιμοποιέται:

Στοιχειώδη επίπεδο, λέξη σειρά προκαθορίζεται (κατα εμέ: πρώτο προσδιορίζει, έπειτα προσδιορίζεται· πρώτο υποκείμενο, έπειτα αντικείμενο, άλλο αλλιώς να προκαθορίζει μπορεί), οπότε μόνο ένα κατάληξη να μαθαίνεται απαραίτητο: μέση φωνή -(ε)ται:

Παρακαλεί κάθε αναγνώστη: άν τουλάχιστο εις μερικό συμφωνεί, με σκοπό ελληνικό γλώσσα παγκόσμιο να σώζεται και διαδίδεται, με κάθε τρόπο προς κάθε κατεύθυνσι να διαδίδει αυτό εργασία.

Ενδιάμεσο επίπεδο: όπως στοιχειώδη, μόνο τελικό φωνήεντα να αφαιρέται δυνατότητα προστίθεται (οπότε ονοματικό χωρίς τελικό άτονο φωνήεντα γίνεται λέξη που προσδιορίζει, ρήμα χωρίς τελικό φωνήεντα γίνεται προστακτικό), κ πληθυντικό -ς κατάληξη δυνατότητα προστίθεται:

Για ελληνικό γλώσσ σωτηρία, διαδίδς αυτό εργασία. Ζ!

Εν Ουκρανία ρωμαίικο γλώσσα, αντί για "ευχαριστώ" λέγει "να ζείς / να ζείτ(ε)". Εδώ προτείνεται ελεύθερο γλώσσα, το "να ζείς / να ζείτ(ε)" μπορεί να λέγεται σκέτο "ζ". Οπότε για "ευχαριστώ" λέγει "ζ".

Πλήρη επίπεδο: παρακάτω που περιγράφεται όλο κατάληξη να χρησιμοποιέται δύναται (ονοματικό: -ς, -ν, -α, άτονο τελικό φωνήεντα αφαίρεση· ρήμα: -ει, -εται, -οντα, -(ο)μενο, -μο· σύνολο εννέα κατάληξη). Σ αυτό επίπεδο, λέξη σειρά να προκαθορίζεται δέν χρειάζεται:

Εμέ κάθε αναγνώστην παρακαλεί: άν τουλάχιστο μερικά συμφωνεί, προς ελληνικόν γλώσσαν παγκόσμια σωτηρία και διάδοσι, αυτόν εργασίαν με κάθε τρόπο προς κάθε κατεύθυνσι να διαδίδει.

Διότι, περίπλοκο κλιτικό σύστημα σ το ελληνικό γλώσσα ώς σιδερένιος πέδης έχει λειτουργεί, ούτε άνθρωπο σ το γλώσσα να διεισδύει, ούτε γλώσσα σ το κόσμο να διεισδύει επιτρέπει. Ελληνικό γλώσσα ελεύθερο έχει απεριόριστο δυνατότητας έκφρασην, και απεριόριστο δυνατότητα να διεισδύει εις παγκόσμιο πολιτισμό και εις ελληνικό διασπορά όπου ελληνικό γλώσσα έχει χάνεται, και παντού. Για αυτό λέγει και θα ξαναλέγει: άν τουλάχιστο μερικά συμφωνεί, αυτόν εργασίαν με κάθε τρόπο προς κάθε κατεύθυνσι να διαδίδει.

   

Ελεύθερο κ συνάμα τέλειο ελληνικό

γραμματική περιγραφή

συνοψίζεται εις ένα παράγραφο: -ς =πληθυντικό. -ν =αντικείμενο. +(τ)α =επίρρημα. -ει =ενεργητικό ρήμα. –(ε)ται =παθητικό ρήμα. -οντα =ενεργητικό μετοχή. -(ο)μενο =παθητικό μετοχή. -μο =απαρέμφατο. +η =θηλυκό φυσικό γένο μόνα εις αντωνυμίας και άν απαραίτητο κρίνεται εις επίθετος, όχι γραμματικό γένο. Πτωτικό με άτονο τελικό φωνήεντα αφαιρόμενο =προσδιορισμό. Ρήμα με τελικό φωνήεντα αφαιρόμενο =ζητόμενο. Πρόθεση άτονο, άν έχει τόνο εις πρώτο συλλαβή: τίθεται μετά το ορίζομενο ονοματικό σύνολο.

 

ιδέα σύλληψη

Για ελεύθερο ελληνικό γλώσσα ιδέα ε συλλαμβάνει βαθμιαία, μία συζητάοντα με συνάδελφο περι ελληνικό γλώσσα απλούστευσι για χάρι διεθνοποίησι. Δεύτερα, για εν Ουκρανία ελληνικό γλώσσα εργασίαν καθώς ε γράφει εμε, ε παρατηρεί κ θυμάται εν διασπορά ελληνικό γλώσσα κατάστασιν, ότι παντού ξεχνάται κ χάνεται. Πολύ κόσμο ε θέλει να μαθαίνει ελληνικό γλώσσαν, αλλα ε βρίσκει πολά δύσκολο. Ιδιαίτερα ένα αγγλόφωνο δάσκαλον θυμάται, που Ελληνίδα γυναίκαν ε έχει, ό σ εμέ ε είπει: «ελληνικό γλώσσαν να μαθαίνει εμέ πολύς φοράς ε προσπαθεί, ποτέ δέν έχει καταφέρνει, γιατί κλίσι πολά πολύπλοκο είναι, “too many conjugations!”». Ουκρανί ελληνικό γλώσσα πλησιάζει τούτο προτείνομενο ελεύθερο γλώσσα. Επίσης, ξένος ελληνικό όταν λίγο μαθαίνει, άκλιτα τον χρησιμοποιεί, παρόμοια με αυτό που εδώ προτείνεται. Τρίτα, για ελεύθερο ελληνικό γλώσσα υπ εμέ μία δημιουργέταιμο εμέ ενθουσιάζεται όταν ε ίδει περι “latino sine flexione”, άκρα πρακτικό σύστημα και άκρα εφαρμόσιμο.

Ακόμα, εν διαδίκτυο βλέποντα με λίγος λέξις γλωσσάριονς, ακόμα περισσότερα ορμήν ε λαμβάνει: όχι μόνο να καθορίζει γραμματικήν για ελληνικά άκλιτα, αλλα κ να συντάσσει βασικό λεξιλόγιον με περίπου 222 λέξις. Περίπου 222 λέξις ελληνικό λεξιλόγιον όποιο κατέχει, χωρίς υπ άλλο γλώσσα βοήθεια δύναται να διδάσκεται ελληνικόν γλώσσαν.

Για διεθνή γλώσσα,

latino sine flexione” λίγο άν βελτιωθεί, πιό καλό ιδέα δέν γίνεται· έχει δεί Esperanto, Ido, διαβάζει, δέν καταλαβαίνει. Διαβάζει “latino sine flexione”, όλον καταλαβαίνει. Άλλο διεθνή γλώσσας, να διδάσκεται χρειάζεται, “latino sine flexione” να διδάσκεται δέν χρειάζεται, διότι λατινικό λεξιλόγιον σχεδόν όλο κόσμο ξέρει: Ευρώπη, Αμερική, Αυστραλία, Αφρική μεγάλο μέρο, Ασία μεγάλο μέρο, σλαυικό γλώσσας, γερμανικό κ άλλο γλώσσας απο λατινικό δάνειος γεμάτος είναι, κ ολόκληρο κόσμο μαθαίνει ώς ξένο γλώσσας αγγλικό, γαλλικό, ισπανικό, εν οποίος λεξιλόγιο το πιό μεγάλο μέρο λατινικό είναι. Αλλά, “latino sine flexione” έτσι όπως έχει προτείνεται λίγο βελτίωσην χρειάζεται.

latino sine flexione” για να γίνεται perfecto, τουτέστιν τέλειο, εμε προτείνει: -turo (-tuuro) κατάληξη σχηματίζει μέλλοντα ή (όταν ονοματικόν προσδιορίζει) μέλλοντα μετοχή. -m κατάληξη σχηματίζει αντικείμενο. -a (-aa) κατάληξη δηλώνει, άν χρειάζεται, θηλυκό πρόσωπο. Τελικό φωνήεντα αφαιρόμενο όπως κ εν ελεύθερο ελληνικό γλώσσα. Παθητικό μετοχή ταυτίζεται με παθητικό ρήμα. Es ρήμα επι το πλείστο να μή χρησιμοποιέται, διότι λέξης σειρά φανερώνει κατηγορόμενο. Με λίγο λόγος, όσο δυνατότητανς ελεύθερο ελληνικό έχει, το ίδιο δυνατότητανς κ το άκλιτο λατινικό να αποκτάει πρέπει.

Τούτο ελεύθερο ελληνικό ακόμη πιό πρακτικό, άλλωστε ελληνικό έχει μεγαλύτερο πλούτο απο βοηθητικό άκλιτο στοιχείος. Αλήθεια, για διεθνή γλώσσα το προσφορότερο είναι “latino sine flexione”, αλλα κ ελληνικό ελεύθερο μεγάλο χρησιμότηταν έχει.

 

    Αυτό (κ αν ακόμα γελοίο σ εσές φαίνεται) γλώσσα χρησιμότηταν ανυπολόγιστα μέγαν έχει. Το γραμματική άμεσα μαθαίνεται, ενώ 222 λέξις λεξιλόγιο εν ένα εβδομάδα άνετα μαθαίνεται. Ακόμα κ χωρίς δάσκαλο εν ένα εβδομάδα να μαθαίνεται μπορεί, οπότε παντού όπου ελληνικό γλώσσα ξεχνάται, σβήνεται, όλος όσος θέλει εν ελάχιστο χρόνο να μαθαίνει αυτός μπορεί. Ακόμα κάθε ξένο που (είτε για να ταξιδεύει είτε για να σπουδάζει είτε από ελληνικό πολιτισμό κάτι για να μαθαίνει) ελληνικό γλώσσαν να μαθαίνει θέλει, να τον επιτυχαίνει εν ελάχιστο χρόνο με ελάχιστο προσπάθεια καταφέρνει. Βέβαια, τέτοιο γλώσσα κανονικό ελληνικό δεν είναι, αλλα σίγουρα κάθε Έλληνα μπορεί να τον καταλαβαίνει, κ επιπλέον όποιο αυτόν γλώσσαν καταλαβαίνει, τότε κ κανονικό ελληνικόν να καταλαβαίνει μπορεί. Οπότε μέσω αυτό γλώσσα κ νέον κ αρχαίο ελληνικόν να εξηγεί μπορεί. Με λίγος λόγος, αυτό σύστημα προς ελληνικό γλώσσα σ όλος πρόσβασιν παρέχει, και εμέ τονίζει: χωρίς αυτό, ελληνικό για τος εκτός απο Ελλάδα απρόσιτο παραμένει και όπου ελληνικό γλώσσα έχει σχεδόν χάνεται, εκεί για πάντα μία να χάνεται και να μή ξαναγεννάται ήδη καταδικάζομενο.

   

Βυζάντιο μοίρα

ξανά να ζεί, τότε ώς επίσημο γλώσσα θα έχει ελεύθερο ελληνικό, εδώ που προτείνεται. Θα περιλαμβάνει διάφορο εθνότητα, κάθε εθνότητα θα διατηρεί ίδϊο γλώσσα, μεταξύ όμως διαφορετικό εθνότητα, εν όλο το κράτο, θα χρησιμοποιέται αυτό ελεύθερο ελληνικό. Πρώτο επίπεδο, θα διδάσκει στοιχειώδη επίπεδο γραμματική κ 222 στοιχειώδη λέξη· δεύτερο επίπεδο, θα μαθαίνει 444 λέξη κ ενδιάμεσο επίπεδο γραμματική· τρίτο επίπεδο, θα μαθαίνει πλήρη επίπεδο γραμματική κ ορίζομενο 888 λέξη. Ελεύθερο γλώσσα εις ανώτερο επίπεδο: μαθαίνει αρκετό χιλιάδα λέξη με το ίδιο πλήρη επίπεδ (δηλαδή 9 κατάληξ) γραμματική. Φυσικό: με οσοδήποτε μεγάλο λεξιλόγιο μπορεί κ στοιχειώδη γραμματική να χρησιμοποιέται.

(Αρχαί γλώσσ θηλυκό κατάληξι -ι εν νέο γλώσσα -η, αυτόν αλλού -ι, αλλού -η γράφει, σημασίαν δέν έχει, αφού σ το ελεύθερο γλώσσα δέν έχει γραμματικό γένο. Πιό σωστό κατα αρχαίο γλώσσα -ι να γράφει, αλλα ξαναλέγει: σημασίαν δέν έχει).

    Γραμματική περιγραφή όλο αυτό:

-ς =πληθυντικό. -ν =αντικείμενο. +(τ)α =επίρρημα. -ει =ενεργητικό ρήμα. –(ε)ται =παθητικό ρήμα. -οντα =ενεργητικό μετοχή. -(ο)μενο =παθητικό μετοχή. -μο =απαρέμφατο. +η =θηλυκό φυσικό γένο μόνα εις αντωνυμίας και άν απαραίτητο κρίνεται εις επίθετος, όχι γραμματικό γένο. Πτωτικό με άτονο τελικό φωνήεντα αφαιρόμενο =προσδιορισμό. Ρήμα με τελικό φωνήεντα αφαιρόμενο =ζητόμενο. Πρόθεση άτονο, άν έχει τόνο εις πρώτο συλλαβή: τίθεται μετά το ορίζομενο ονοματικό σύνολο. (ούτε 5 γραμμή κείμενο!)

Εις το παραπάνως διευκρίνισις: -ς σχηματίζει πληθυντικό κ εις ρήμα κ εις κάθε λόγ μέρο.

+ σύμβολο εννοεί οτι φωνήεντα κατάληξι δύναται να αντικαθιστάει λέξ τελικό φωνήεντα.

Παρένθεση εννοεί οτι φώνημα μπορεί να παραλείπεται ή να προστίθεται κατα κρίση υπο λέγοντα, με σκοπό χασμωδία να μειώνεται ή συμφωνικό σύμπλεγμα να αποφεύγεται.

Εκ πτωτικό, τελικό φωνήεντα να αφαιρέται δύναται μόνο άν δέν έχει προφέρομενο τόνο.

Εκ ρήμα, τελικό φωνήεντα να αφαιρέται δύναται είτε τονίζεται είτε όχι.

Γενικά γλώσσα, κατα κανονικό ελληνικό, χρησιμοποιεί πρόθεσης, αλλα κατα λέγοντ βούλησ δύναται να χρησιμοποιεί postpositions. Postpositions είναι πρόθεσης (ή, ενίοτε, σύνδεσμος) με προφέρομενο κ γράφομενο τόνο εις πρώτο συλλαβή: π.χ., υπερ ή υπέρ είναι πρόθεση, ύπερ είναι postposition. "Σάν" είναι πρόθεση, για να γίνεται postposition λέγει ώσαν. Απο postposition έπειτα, θα πρέπει στίξη (κατα προτίμηση κόμμα) να τίθεται.

    Υποχρεωτικό κανένα γραμματικό μόρφημα δέν είναι, όλος να παραλείπεται μπορείς εφόσον συμφράζομενος γραμματικό σχέσιν φανερώνει. Λέξις σειρά εντελώς ελεύθερο είναι, άν και εμέ προτιμάει πρώτα προσδιορισμό έπειτα προσδιορίζομενο, κανένα χρήστη δέν δεσμεύεται, απο λέξις σειρά εντελώς ελεύθερα ας χρησιμοποιεί. Για λέξις σειρά ελευθερία χρήσιμο είναι πολά να προσέχει –ν κατάληξι εν αντικείμενο. Εσές βλέπει, ενίοτε εμέ χρησιμοποιεί εις –ως λήγοντα επίρρημας, ίσως και άλλος λέξις που με παρόντα προτείνομενο γραμματική δέν συμφωνεί. Κοιτάζ, εδώ μόνο γραμματικήν προτείνει, λεξιλογικό στοιχείονς ελεύθερα χρησιμοποιεί, ώς «γλωσσικός απολίθωμα» κάθε τί αποδεκτό είναι. Επίσης, απο κανονικό ελληνικό παραγωγικό μόρφημας δέν καταργέται, π.χ. "καλύτερο" να λέγει μπορεί, διότι "-τερο" είναι παραγωγικό μόρφημα κ όχι γραμματικό. Όμως, προτείνομενο γραμματική δίνει τόσο δυνατότητας ωστε και άν δέν ξέρει παραγωγικό μόρφημα μπορεί να χρησιμοποιεί γραμματικό στοιχείος ή ελεύθερο βοηθητικός, π.χ. "πιό καλά" αντί "καλύτερα", "ο παίζοντα" αντί "ο παίκτη", "το λύνειμο" αντί "το λύση". Παθητικό μετοχή, π.χ. "καθιερωμένο" θεωρέται παράγωγο κ όχι γραμματικό τύπο, αλλα άν το παράγωγον δέν γνωρίζει, χρησιμοποιεί γραμματικό τύπο, δηλαδή "καθιερώνομενο". "Παράγωγο" λέξην άν δέν γνωρίζει, λέγει "παράγομενο" ή "παράγμενο". Ακόμη κ τακτικό αριθμητικό άν δέν ξέρει, λέγει π.χ. "σειρά πέντε'' = πέμπτο, "σειρά είκοσι" = εικοστό. "Τριακόσια" άν δέν ξέρει, λέγει "τρία εκατό". "Καρυδιά" μή ξέροντα λέγει "καρύδ δέντρο", κ αντί "καρπουζιά" λέγ "καρπούζ φυτό" ή "καρπούζι φυτό", και ούτω καθεξής (έτσι κ παραπέρα). Βλέπεται, τό προτείνομενο γλώσσ γνώση μπορεί να υποκαθιστάει κ παραγωγικό στοιχείος.

   

Ελεύθερο γλώσσ λέξ απόλυτο τύπο:

Κάθε ουσιαστικό ώς απόλυτο τύπο έχει απο κανονικό γλώσσα ενικό αιτιατική εκ όπου –ν ή –ς παραλείπεται (διότι –ν και –ς έχει γραμματικό λειτουργία). Επίθετος, γενικά με γένος λέξις, ώς απόλυτο τύπο έχει απο κανονικό νεοελληνικό αρσενικό ενικό αιτιατική (χωρίς –ν ή –ς).

    Ρήμα απόλυτο τύπο: απο κανονικό γλώσσα ενεργητικό φωνή ενεστώτα τρίτο πρόσωπο χωρίς –ει κατάληξι (απόλυτο τύπο με ενεργητικό φωνή προστακτικό έγκλισι ταυτίζεται).

    Τονισμό, τρισυλλαβία κανόνα αγνοέται. Κατα 1982 καθιερώνομενο μονοτονικό σύστημα όχι. Όπου πραγματικά τόνο προφέρεται, εκεί να γράφεται. (Αντωνυμίας τονίζομενος ώς λέξις χρησιμεύει, χωρίς τόνο = εγκλιτικός, ώς γραμματικός μόρφημας χρησιμεύει. Κάθε λέξι τονίζομενο, κανονικό λέξι είναι, χωρίς τόνο: λέξι όχι) γραμματικό μόρφημα θεωρέται).

    Αντικείμενον κ υποκείμενον όχι μόνο ρήμας παίρνει αλλα και με ρηματικό έννοια κάθε άλλο λέξι.

   

Πρόθεσις και άλλος

γραμματικά βοηθητικός στοιχείος:

    Βασικός πρόθεσις: με (ει)ς για απ(ο). Βασικός πρόθεσις μπορεί να χρησιμοποιέται όπως εν κανονικό ελληνικό γλώσσα. Όμως, αντί «σε» λέγει εις ή σ, διότι «σε» με «εσέ» να μπερδεύεται θα μπορεί. Με αυτό τέσσερα βασικό πρόθεσι: όλος λειτουργίας γίνεται, αλλα για ιδιαίτερο ακρίβεια προστίθεται κ συμπληρωματικός:                  

    (Εκ αρχαΐζοντα ελληνικό): εν (για εν τόπο στάσι χρήσιμο, ενώ «εις» και εν τόπο στάσι και εις τόπο κίνησι να δηλώνει μπορεί), προς (για εις τόπο κατεύθυνσι χρήσιμο, ενώ το εις και εν τόπο στάσι να δηλώνει μπορεί), παρά (για δεύτερο όρο εν σύγκρισι), παρα (χωρίς τόνο, δείχνει απόστασιν), εκ (προτιμάται αντί απο, οποίο διαφυλάσσεται για γενικό πτώσι), απ(ο) (για γενικό πτώσι), υπ(ο) (για ποιητικό αίτιο), δια (δηλώνει αιτία, ή μέθοδο), κατά (δηλώνει: εν σχέσι με), μέσω (δηλώνει μέσο, τρόπο), περι (δηλώνει θέμα εν αναφορά), ώ (για κλητικό πτώσι), έ, ρέ, βρέ, μωρέ, καλέ (για κλητικό πτώσι σε οικειότητα ή περιφρόνησι) σάν (για παρομοίωσι, για postposition: ώσαν), ώς (για επισήμανσι κατηγορούμενον).

Απο ελληνικό γλώσσα όλος ελεύθερος λέξις μπορεί επίσης να χρησιμοποιέται. Για ρήμα χρήσιμος γραμματικός στοιχείος προπάντων είναι τος εξής:

  1. έχει (βοηθητικό ρήμα) για σχηματίζειμο συντελεσμένο χρόνονς.
  2. ήδη (μόριο) για σχηματίζειμο συντελεσμένο χρόνονς.
  3. ε, για δήλωσι παρελθόντα.
  4. θα, για δήλωσι μέλλοντα.
  5. μία, μόνο ώς επίρρημα = άπαξ, ένα φορά, ιδιαίτερα χρήσιμο εις ρήμας να δηλώνει ένα φορά γίνομενο, συνοπτικά αναφέρομενο πράξι.
  6. ως τώρα, ως τότε, και άλλος επιρρηματικός φράσις, ιδιαίτερα χρήσιμος εις ρήμας.
  7. τάχα, δήθεν, για μή πραγματικόν δήλωσι.

 

Συνηθίζομενο αντωνυμίας και άρθρος:

Σημαντικό παρατήρηση: κάθε αντωνυμία έχει καί άτονο τύπο, (οπότε κ τελικό φωνήενταν να χάνει μπορεί), καί τονίζομενο τύπο, (το επιπλέον επιτόνισι δηλώνεται με υπογράμμισι).

ένα (καί εν τρία γένος, διότι «μία» πάντοτε σημαίνει «μία φορά»),

άρθρο ο, η, το (παίρνει κατάληξις –ν, -ς, -νς οπου ομιλητή θέλει, όπως κ κάθε πτωτικό. Οριστικό άρθρο και ώς αντωνυμία χρησιμοποιέται μπορεί, κ ώς αναφορικό αντωνυμία. Άρθρο ώς αντωνυμία, τόνον να έχει επιτρέπεται, ώς αναφορική αντωνυμία κατα κανόνα τόνον να έχει πρέπει),

αυτό – αυτή – αυτό (αρσενικό με ουδέτερο όμοιο γίνεται),

ατό (μόνο αρσενικό), ατή (μόνο θηλυκό), απο ποντιακό δανείζομενος,

εαυτό – εαυτή – εαυτό

εκείνο – εκείνη – εκείνο

άλλο – άλλη – άλλο

άλληλο, αλληλο-

εμέ

εσέ

("Εγώ" λέξη ώς αντωνυμία δέν χρησιμοποιέται, αλλα ώς λεξιλογικό στοιχείο να διατηρέται μπορεί: το "εγώ").

   

Κανονικό γλώσσ δύο ρίζ ρήμας:

Κάποιος ελληνικός ρήμας για στιγμικός (συνοπτικός) χρόνος χρησιμοποιεί διαφορετικό ρίζαν, παράδειγμα: λέγει – θα είπει, βλέπει – θα ίδει, τρώγει – θα φάγει, κ άλλος. Τέτοιος περίπτωσις, στιγμικό χρόνο θέμα για όλος χρόνος χρησιμοποιέται, μόνο που στιγμικό θέμα σημαίνει «αρχίζει να (αυτό που δηλώνει το ρήμα)», π.χ. ίδει = αρχίζει να βλέπει / μία βλέπει· θα ίδει = θα αρχίζει μία να βλέπει / μία θα βλέπει, ε είπει = ε αρχίζει να λέγει / μία ε λέγει, φάγει = αρχίζει να τρώγει / μία τρώγει. Καί στιγμικό θέμα (π.χ. έλθ) για όλος χρόνος και έγκλισις χρησιμοποιέται, καί εξακολουθητικό θέμα (π.χ. έρχετ) για όλος χρόνος και έγκλισις χρησιμοποιέται. Ρήμ θέμα ολόκληρο χρησιμοποιέται, π.χ. "φάγ-" κ όχι "φά-", εφόσον εις κανονικό γλώσσα το ολόκληρο θέμα κάπου βρίσκεται (π.χ. "έφαγε"). Κατ αυτό, το σωστό είναι "λέγει", μόνο διατηρέται "λέει" με έννοια "αόριστα κάποιο / κάποιος λέγει, φημολογεί".

Κανένα ρίζα δέν αχρηστεύεται

γι' αυτό και "εγώ" λέξη δέν καταργέται, άν κ επι το πλείστο υπο "εμε" αντικαθίσταται ή εκ το συμφράζομενος νοέται. "Εγώ" χρησιμοποιέται ώς "εμε κάνει", π.χ. εγώ ποδήλατο =εμε κάνει ποδήλατο, εγώ βόλτα =εμε κάνει βόλτα.

 

    Αυτό είναι όλο, ολόκληρο γλώσσα γραμματική ήδη περιγράφεται και έχει αναλύεται, εν δύο σελίδα. Κανένα δικαιολογίαν δέν έχει οτι ελληνικόν γραμματικήν να μαθαίνει δυσκολεύεται. Καθένα, όσο ελληνικό λεξιλόγιον ξέρει, εις λόγο να τον χρησιμοποιεί δύναται. Ελληνικόν ορθογραφίαν διατηρεί, όμως εις ξένος φωνητικό γράψιμο επιτρέπεται, ακόμα και με ξένο αλφάβητο όπως κυριλλικό άν τυχόν εις αυτός πιό βολικό έρχεται.

    Τώρα, περίπου 222 λέξις βασικό λεξιλόγιο παρουσιάζει:

(κατόπιν απο αγγλικό μετάφραση, διότι ήδη το πιό διαδίδομενο γλώσσα αγγλικό είναι). Τόσο λεξιλόγιον όποιο ξέρει, κατάλληλο συμφράζομενον χρησιμοποιόντα, ό,τι και άν θέλει να εκφράζει δύναται. Τόσο λεξιλόγιο τόσο απλό είναι, ωστε εύκολο είναι μία να κατασκευάζεται ένα λεξικό εις οποίο όλος λέξις μόνο μέσω σκίτσος και παράδειγμας εξηγέται. Έτσι τέτοιο λεξικό εις όλος λαός να απευθύνεται δύναται. Τέτοιο λεξικόν και εμέ φτιάχνει, άν τυχόν χρόνον ε έχει.

1 hand χέρι

2 left αριστερό

3 right δεξί

4 leg/foot πόδι

5 to walk περπατά

6 road/path δρόμο

7 to come έρχ-εται (έρχει = κάνει να έρχεται. Έλθει = αρχίζει να έρχεται, έλθεται = υπο άλλο αρχίζει να έρχεται)

8 to turn γυρίζ

9 to swim κολυμπά

10 dirty βρώμικο

11 dust σκόνη

12 skin δέρμα

13 back πλάτη (ουσιαστικό), πίσω (επίρρημα)

14 belly κοιλιά

15 bone κόκκαλο

16 intestines έντερο

16 intestines σπλάχνο

17 liver συκώτι

18 breast στήθο

19 shoulder ώμο

20 to know, be knowledgeable ξέρ

21 to think σκέπτετ (σκέπτει = κάνει άλλον να σκέπτεται)

22 to fear φοβάται (φοβάει = κάνει άλλον να φοβάται)

23 blood αίμα

24 head κεφάλι

25 neck λαιμό

26 hair μαλλί

27 nose μύτη

28 to breathe αναπνέ

29 to sniff, smell μυρίζ (μυρίζεται = αναδίνει μυρωδιάν)

30 mouth στόμα

31 tooth δόντι

32 tongue γλώσσα

33 to laugh γελά (γελάται = άλλο γελά σ αυτό)

34 to cry κλαίει / φωνάζει (ανάλογα σημασία)

35 to vomit κάνει εμετόν

36 to spit φτύν-ει

37 to eat τρώγ-ει (φάγει = μία τρώγει)

38 to chew μασά

39 to cook μαγειρεύ

40 to drink πίν

41 to bite δαγκάν

42 to suck ρουφά

43 ear αυτί

44 to hear ακού

45 eye μάτι

46 to see βλέπ (ίδει = μία βλέπει, ίδεται = αρχίζει να βλέπεται)

47 to yawn χασμουρ-έται

48 to sleep κοιμάται (κοιμάει = κοιμίζει, κάνει άλλον να κοιμάται)

49 to lie down ξαπλών

50 to dream ονειρεύ-εται (ονειρεύει = εμπνέει, κάνει άλλον να ονειρεύεται ή να έχει παραίσθησην)

51 to sit κάθεται (κάθει = βάζει άλλον να κάθεται)

52 to stand στέκεται (στέκει = κάνει άλλον να στέκεται)

53 person/human being άνθρωπο

54 man/male άντρα

55 woman/female γυναίκα

56 child παιδί

57 husband ο σύζυγο / άντρα

58 wife η σύζυγο / γυναίκα

59 mother μητέρα

60 father πατέρα

61 house σπίτι

62 thatch/roof σκεπή

63 name όνομα

64 to say λέγ (είπει = αρχίζει να λέγει, είπεται = αρχίζει να λέγεται) (λέει [χωρίς γ] = αόριστα κόσμο λέγει, φημολογεί)

65 rope σκοινί

66 to tie up, fasten δέν-

67 to sew ράβ-

68 needle βελόνα

69 to hunt κυνηγά

70 to shoot πυροβολά / ρίχν

71 to stab, pierce τρυπά

72 to hit χτυπά

73 to steal κλέβ  

74 to kill σκοτών

75 to die, be dead πεθαίν-ει (πεθαίνεται = αναγκάζεται εις θάνατο)

76 to live, be alive ζεί (προστακτικό: σκέτο ζ. Ζέται = ζωογονέται, υποστηρίζεται ωστε να ζεί)

77 to scratch ξύν

78 to cut, hack κόβ

79 stick/wood ξύλο

80 to split σκίζ

81 sharp οξύ

82 dull, blunt αμβλύ

83 to work δουλεύ

84 to plant φυτεύ

85 to choose διαλέγ

86 to grow μεγαλών

87 to swell φουσκών

88 to squeeze πιέζ

89 to hold κρατά

90 to dig σκάβ

91 to buy αγοράζ

92 to open, uncover ανοίγ

93 to pound, beat βαρά

94 to throw ρίχν

95 to fall πέφτ (πέφτεται = τον ρίχνει άλλος)

96 dog σκυλί

97 bird πουλί

98 egg αυγό

99 feather φτερό

100 wing πτέρυγα

101 to fly πετά

102 rat ποντίκι

103 meat/flesh κρέα

104 fat/grease λίπο / λάδι

105 tail ουρά

106 snake φίδι

107 worm (earthworm) σκουλήκι

108 louse ψείρα

109 mosquito κουνούπι

110 spider  αράχνη 

111 fish ψάρι

112 rotten σάπιο

113 branch κλαδί

114 leaf φύλλο

115 root ρίζα

116 flower λουλούδι

117 fruit καρπό

118 grass χόρτο

119 earth/soil γή / χώμα

120 stone πέτρα

121 sand άμμο 

122 water νερό

123 to flow κυλά

124 sea θάλασσα

125 salt αλάτι

126 lake λίμνη

127 woods/forest δάσο

128 sky ουρανό

129 moon φεγγάρι

130 star άστρο

131 cloud σύννεφο

132 fog ομίχλη

133 rain βροχή

134 thunder κεραυνό

135 lightning αστραπή

136 wind αέρα

137 to blow φυσά (φυσάται = δέχεται αέραν, άνεμον)

138 warm ζεστό

139 cold κρύο

140 dry ξερό / στεγνό

141 wet υγρό

142 heavy βαρύ

143 fire φωτιά

144 to burn καί-ει (καίται = φλέγεται, παίρνει φωτιά)

145 smoke καπνό

146 ash στάχτη

147 black μαύρο

148 white άσπρο

149 red κόκκινο

150 yellow κίτρινο

151 green πράσινο

152 small μικρό

153 big μέγα / μεγάλο

154 short κοντό

155 long μακρύ

156 thin λεπτό

157 thick χοντρό

158 narrow στενό

159 wide φαρδύ

160 painful, sick πονά-ει (πονάται = υποφέρει, υφίσταται πόνον) / άρρωστο

161 shy, ashamed ντρέπ-εται (ντρέπει = κάνει άλλον να ντρέπεται)

162 old παλιό

163 new καινούργιο

164 good καλό

165 bad, evil κακό

166 correct, true σωστό, αληθινό

167 night νύχτα

168 day μέρα

169 year χρόνο

170 when? πότε

171 to hide κρύβ

172 to climb ανεβαίν (ανεβαίνεται = γίνεται ανάβαση (εις))

173 at εν / (ει)ς / κατα / περι

174 in, εν / μέσα

175 above πάνω

176 below κάτω

177 this αυτό – αυτή – αυτό / ο – η – το

178 that εκείνο – εκείνη – εκείνο / ο – η – το

179 near κοντά  

180 far μακριά

181 where? πού

182 I εμέ

183 thou εσέ

184 he/she ο – η / αυτό – αυτή / ατό - ατή

185 we εμές

186 you εσές (πληθυντικό)

187 they αυτός / ος – ης – τος

188 what? τί / ποιό

189 who? ποιό

190 other άλλο – άλλη - άλλο

191 all όλο

192 and και

193 if άν

194 how? πώς

195 no, not όχι / δέν (πρίν απο ρήμας) / μή (πρίν απο ρήμας με έννοια ζητόμεν / πιθανό / αναμένομεν)

196 to count μετρά

197 One ένα

198 Two δύο

199 Three τρία

200 Four τέσσερα

201 Five πέντε

202 Six έξι

203 Seven επτά

204 Eight οκτώ

205 Nine εννιά

206 Ten δέκα

207 Twenty είκοσι

208 Fifty  πενήντα

209 One Hundred εκατό

210 One Thousand χίλια

Αφού με το παραπάνω λεξιλόγιο: εικόνας – παράδειγμας – λεξικό έχει κατασκευάζεται, ύστερα με 444 λέξι λεξικό να κατασκευάζεται, και ύστερα με 888 λέξι λεξικό, εν οποίος: λέξις μόνα μέσω σκίτσος και παράδειγμας εξηγέται. Με τέτοιο λεξικός, καθένα μπορεί να μαθαίνει ελληνικό ελεύθερο γλώσσα χωρίς δάσκαλο, και 888 λέξι λεξιλόγιο όταν έχει μαθαίνει, τότε πλέον άνετα να συννενοέται μπορεί και κάθε τί να εκφράζει μπορεί.

Κάποιον εργασίαν ολόκληρον με ελεύθερο ελληνικό γλώσσα να τον γράφει σκοπεύει εμέ. Μέχρι τότε, απο ελεύθερο ελληνικό παράδειγμαν για να δίνει, υπο Κ. Παλαμά ολυμπιακό ύμνο μεταφράζει εμε, καθώς και ύμνον εις ελευθερία και κυριακή προσευχήν:

Ώ αρχαίο πνεύμα αθάνατο, ώ αγνό πατέρα απο το μεγάλο, το ωραίο και το αληθινό! Κατεβαίν, φανερώνετ και αστράφτ εδω πέρα, εν το δόξα εσ δικό γή και ουρανό. Κάμπος, βουνός και θάλασσας λάμπει μαζί εσε, σάν ένα λευκοπόρφυρο μέγα ναό. Και φτάνει σ το ναό εδώ προσκυνητή εσεν, ώ αρχαίο πνεύμα αθάνατο, κάθε λαό!

Εσέν γνωρίζει εμε εκ το κόψι απο το σπαθί, τρομερό κόψι, γνωρίζει εκ το όψι που με βιά μετράει τον γήν. Εκ το κόκκαλος βγάζομενο απο τος Έλληνας, το ιερό κόκκαλος, και σάν πρώτα αντρειωμένο εσε χαίρ, ώ χαίρ, ώ ελευθεριά!

Το ίδιο εν στοιχειώδη επίπεδο γραμματική:

Εμε γνωρίζει εσε εκ το σπαθί τρομερό κόψι, γνωρίζει εκ το όψι που με βιά μετράει το γή. Εσέ που βγάζεται εκ το ιερό κόκκαλο απο κάθε Έλληνα, κ σάν σ το πρώτο καιρό αντρειωμένο εσε να χαίρει, ώ! να χαίρει ώ ελευθεριά!

Ώ πατέρα απ εμές ο εν τος ουρανός, αγιάζετ το όνομα εσ, έλθ το βασιλεία εσ, γίνετ το θέλημα εσ: όπως εν ουρανό, και επι το γή. Τροφήν για εμές τον απαραίτητον δίν σ εμές σήμερα, και αφήν εις εμές το παράπτωμανς υπ εμές, όπως και εμές να αφήνει εις φταίοντας εμένς. Και μή βάζ εμένς εις πειρασμό, αλλα σώζ εμενς εκ το κακό. Αμήν.

    Και ένα παραμύθι που μία ε τυχαίνει να ίδει εμέ σ το τηλεόρασι: πρίγκηπα ε θα παντρεύεται, εις όλος όσος ε φιλοδοξεί να παντρεύεται αυτόν, ε βάζει δοκιμασίαν. Ένα πολά φτωχό κοπέλα πολά αγαπάει αυτόν αλλα δέν τολμάει να ζητάει. Τότε ένα ανθρωπάκι εμφανίζεται, λέγει: ζητά αυτόν, δέχετ δοκιμασίαν, τον να εκπληρώνει εσε, θα βοηθάει εμε. Κοπέλα παρουσιάζεται για υποψήφιο νύφη. Πρίγκηπα σ αυτή ε δίνει μεγάλο καλάθι άχυρον να τον μετατρέπει εις χρυσό κλωστή με εκείνο να υφαίνει για αυτό βασιλικόν μανδύα, μέσα ένα νύχτα. Αυτή ε βάζει κλάμανς, «εμέ πώς θα μπορεί να κάνει αυτόν; δέν γίνεται!». Τότε εμφανίζεται πάλι το ανθρωπάκι, λέγει: «μή φοβάτ, εμέ θα βοηθάει σ αυτό», πιάνει το ανθρωπάκι, μετατρέπει άχυρονς εις χρυσό κλωστή, μάνι μάνι υφαίνει μανδύαν για πρίγκηπα. «Δέν ξέρει εμε πώς να ευχαριστεί εσεν!» λέγει η κοπέλα, «δέν θέλει εμε τώρα τίποτεν» είπει το ανθρωπάκι, αλλα αργότερα μία ζητάει απ εσέ κάτιν, και υπόσχετ πως δέν θα αρνέται ό,τι και άν θα ζητάει εμε, διότι και άν αρνέται εσε, θα παίρνει τον μία εμέ με βία». Κοπέλα τότε μία τον υπόσχεται.

Λοιπόν, παντρεύεται κοπέλα πρίγκηπαν, γίνεται βασίλισσα, κάνει και ένα αγοράκιν, είναι ευτυχισμένος.

Ένα μέρα έρθει το ανθρωπάκι: «θυμάται τί τότε υπόσχεται σ εμέ; τώρα εμε έρθει να τον ζητάει». – «τί θέλει να δίνει σ εσέ;» - «το παιδίν απ εσέ». – «όχι! αυτό δέν γίνεται!» - «υπόσχεσιν να εκπληρώνει οφείλει. Εντάξει, ακόμη ένα διέξοδον δίνει σ εσέ: αύριο πρωί εμέ έρθει και παίρνει παιδίν απ εσε, εκτός άν εσε έχει βρίσκει και δείχνει το πιό πολύτιμο πράγμα απο το κόσμο ολόκληρο», είπει το ανθρωπάκι, και ε φεύγει. Η κοπέλα όλο νύχτα θρηνεί και πασκίζει να βρίσκει τί να είναι το πιό πολύτιμο πράγμα. Εκεί που πηγαίνει να ξημερώνει, εις εαυτή είπει: «και τί εμεν νοιάζει ποιό είναι το πιό πολύτιμο πράγμα! ό,τι και άν είναι, δέν αξίζει όσο το παιδί απ εμέ, που θέλει να παίρνει εκ εμε το ανθρωπάκι! έ!, τότε λοιπόν αυτόν θα είπει εμε: απ ολόκληρο κόσμο το πιό πολύτιμο πράγμα αυτό είναι: αγάπη! και άν ζητάει να τον δείχνει εμε, τότε δείχνει πως εμέ αγαπάει το παιδίν, αυτό είναι το πιό φανερό πράγμα!». Το πρωί έρθει το ανθρωπάκι, σ αυτό λέγει: «εμέ ε βρίσκει το πιό πολύτιμο πράγμα: είναι αγάπη! να δείχνει σ εσέ, ίδ εμέν πώς αγαπάει το παιδίν, και με κανένα τρόπο δέν δέχεται να χάνει τον!». Το ανθρωπάκι τότε συμφωνεί πως αυτό είναι το πιό πολύτιμο πράγμα, αγάπη, και έτσι δέν στερεί απ αυτή τίποτεν.

 

Εμέ κάθε αναγνώστην παρακαλεί: άν τουλάχιστο μερικά συμφωνεί, προς ελληνικόν γλώσσαν παγκόσμια σωτηρία και διάδοσι, αυτόν εργασίαν με κάθε τρόπο προς κάθε κατεύθυνσι να διαδίδει.

 

S to qósmo hólos gloóssas ékhei synkeqriméno trópo na gr/afetai me latiniq/o alf/aveeto, m/ono helleeniq/o gl/oossa me latiniq/o alf/aveeto na gr/afetai synkekrim/eno tr/opo den /ekhei. To /idjo stigm/ee pu Hell/ada eis ewroopaiq/o koin/oteeta an/eekei kai eis astynomiq/os tawt/oteetas h/olos stoikh/eios hypoqhreootiq/a me latiniq/o alf/aveeto anagr/afetai!

Helleeniq/o gl/oossa me latiniq/o alf/aveeto na gr/afetai d/yo tr/opons prot/einei eme, h/ena s/ysteema me historiq/o kai syn/ama fooneetiq/o orthograf/ia, /allo s/ysteema me m/ona fooneetiq/o orthograf/ia. Apo gr/afonta gn/oomee, pr/osthiaop/isthia uraniq/a s/ymfoona di/aqrisi /einai fooneemiq/o di/aqrisi, jeniq/a theoor/etai /okhi fooneemiq/o alla fooneetiq/o di/aqrisi. D/en tha epim/enei, di/aqrisin fooneetiq/on lej ton, alla awt/o di/aqrisi stee graf/ee na f/ainetai pr/epei. Hop/ote historiq/o kai fooneetiq/o orthograf/ia s/ysteema h/oos ex/ees /ekhei:

a (koin/o a),

ai d/ifthonggos

b (m/ono l/exis arkh/ee /ee d/aneios l/exis),

c = pr/osthio uraniq/o eekheer/o (palatal voiced),

d = helleeniq/o d/elta,

dz = «τζ», apo awt/o pr/in erinopíisi qal/o /íne na gra/fete me n

dd = odontiq/o eekheer/o stigmiq/o fth/onggo, (dental voiced unaspirated), m/ona ja l/exis arkh/ee /ee d/aneios l/exis.

e (koin/o e, /epsilon)

ei d/ifthonggos

f koin/o “fi”.

g koin/o g/amma, op/isthio uraniq/o tr/ivomeno, (velar fricative)

gg (velar voiced non aspirated plosive), m/ona ja l/exis arkh/ee /ee d/aneios l/exis, /ee arkh/aio g met/a uraniq/o

h arkh/aio helleeniq/o das/eia

i koin/o j/oota

j pr/osthio uraniq/o tr/ivomeno (palatal voiced fricative), met/a /aeeqhos: /aeeqho (voiceless after voiceless consonants)

j épeita apo horisménos sýmfoonos, to j móna deelóoni uraniqopoíisi ton sýmfoonon (palatalisation)

k koin/o q/appa h/opu pr/osthio uraniq/o prof/eretai, (palatal, but not velar)

kh koin/o kh/i, h/opu pr/osthio uraniq/o prof/eretai, (palatal, but not velar)

l koin/o l/amda

m koin/o m/y, /allote kheiliq/o, /allote kheilodontiq/o, an/aloga th/esi

n koin/o n, ep/isees uraniq/o /errino, h/otan /einai pr/in uraniq/o s/ymfoono

o koin/o /omiqron

oo koin/o oom/ega

oi d/ifthonggos

p koin/o p/i

q koin/o q/appa h/opu op/isthio uraniq/o prof/eretai, (velar but not palatal)

qh koin/o kh/i h/opu op/isthio uraniq/o prof/eretai, (velar but not palatal)

r koin/o r/oo

s koin/o s/igma, proféretai z mazí me eekheerós sýmfoonos

t koin/o t/aw

ts = «τσ».

th koinó th/eeta

u difthonggos /omiqron h/ypsilon kai q/athe fth/onggos pu eekh/ei «ου».

v v/eeta

w prof/eromeno v /ee f en d/ifthonggos ew kai aw

x koin/o qs/i

y koin/o h/ypsilon

z koin/o z/eeta.

Dynamiqó tóno gráfetai qanoniqá me oxeía, án tyqhón pleeqtrolójio dén epitrépei oxeía, tote grafetai me / (ee me ; ee ;allo diath;esimo seeme;io) pr/in apo to foon/ee’en. Tóno gráfetai hópu proféretai, kai ókhi hópu horízei eédee epivállomeno monotoniqó sýsteema. Historiq/o kai fooneetiq/o s/ysteeman /eedee /ekhei perigrafei.

 

M/ona fonitiq/o s/istima, me proig/omeno par/omio:

a (fth/onggo a),

b (fth/onggo b, apo aft/o pr/in erinopíisi qal/o íne na gr/afete me m),

c = pr/osthio uraniq/o ikhiró (palatal voiced), apo aft/o pr/in erinopíisi qaló íne na gr/afete me n, parádigma “/ancelos”.

d = odontiqó trívomeno fthónggo,

dd = odontiq/o ikhiró stigmiq/o fth/onggo, (dental voiced unaspirated), apo aft/o pr/in erinopíisi qal/o íne na gr/afete me n,

dz fthónggo

e (kin/o e fthónggo)

f fthónggo

g op/isthio uraniq/o tr/ivomeno, (velar fricative), apo aft/o pr/in ótan ékhi erinopíisin, to erinopíisi na gr/afete me n

gg velar voiced non aspirated plosive, apo afto pr/in erinopíisi qal/o íne na gr/afete me n.

h móna is dípsifos símfonos, ke is epifónimas.

i fthónggo

j pr/osthio uraniq/o tr/ivomeno (palatal voiced fricative), met/a áiqhos: áiqho (voiceless after voiceless consonants), parádigma “pjó” proférete sán “pkh/o”.

j epísis, épita apo orizméno símfonos, to j dilóni móna uraniqopíisi ton símfonon (palatalisation)

k pr/osthio uraniq/o prof/erete, (palatal, but not velar)

kh pr/osthio uraniq/o prof/erete, (palatal, but not velar)

l fthónggo

m /allote khiliqó, a/llote khilodonddiqó, an/aloga th/esi (khilodontiqó prín khilodononddiqós)

n odonddiqó n, epísis uraniq/o /erino, h/otan /íne pr/in uraniq/o símfono

o fthónggo

p fthónggo

q op/isthio uraniq/o prof/erete, (velar but not palatal)

qh op/isthio uraniq/o prof/erete, (velar but not palatal)

r fthónggo

s fthónggo

t fthónggo

ts fthónggo

u fthónggo

v fthónggo

w móna is dánios léxis

x = q + s

z fthónggo.

/OTAN ME KEFAL/EOS GR/AFI, TOS VOIThITIQ/OS GR/AMAS (DILAD/I h PU DIL/ONI TR/IVOMENO S/ImFONO, =SPIRANTISATION, TO m KE TO n PU DIL/ONI ERINOP/IISI, =NASALISATION, KE TO j PU DIL/ONI URANIQOP/IISI, =PALATALISATION) NA GR/AFETE PEZ/OS (MIQR/OS GR/AMAS METAX/I KEFAL/EOS). EP/ISIS S TO Ts TO s, S TO Dz TO z, VOIThITIQ/OS /INE, /EnDDONO D/ASInSIn DIL/ONI =ASPIRATION, PEZ/OS NA GR/AFETE.

 

T/oora /ekhei qathorism/enos s/ystemas na gr/afei helleeniqó gl/oossa.

/Otan ftj/aqhni vivlíos me lexilójio 222 /i 444 /i 888 l/exis, (ópu lexis móna méso sk/itsos k parádigmas exijéte) q/athe l/exi ke frási me d/io trópo na gráfete: k/e me qanoniqó eliniqó grámas, qanoniqó eliniqó orthografía, ke parálila me móna fonitiqó sístima pu edó ékhi parusiázi.

Eme qáthe anagnoósteen paraqaleí: án tulákhisto meriqá symfooneí, pros helleeniqón gloóssan panqósmia sooteería kai diádosi, awtón ergasían me qáthe trópo pros qáthe qatéwthynsi na diadídei.

Eme qáthe anagn/ostin paraqalí: án tulákhisto meriqá synfoní, pros eliniq/on glósan panggózmia sotiría ke diádosi, aftón ergasían me qáthe trópo pros qáthe qatéfthinsi na diadídi.