Ονομάζομαι Ιωάννα Κάλλη και διδάσκω στο Αρσάκειο Γυμνάσιο των Ιωαννίνων ως Φιλόλογος. Ελπίζω ότι το σεμινάριο Moodle θα με βοηθήσει να βελτιώσω τις δεξιότητες μου στις ΤΠΕ και να τις εφαρμόσω στην καθημερινή μου διδασκαλία.
Eκπαίδευση
Ονομάζομαι Ιωάννα Κάλλη και διδάσκω στο Αρσάκειο Γυμνάσιο των Ιωαννίνων ως Φιλόλογος. Ελπίζω ότι το σεμινάριο Moodle θα με βοηθήσει να βελτιώσω τις δεξιότητες μου στις ΤΠΕ και να τις εφαρμόσω στην καθημερινή μου διδασκαλία.
Την 1η Δεκεμβρίου 1916, οι συμμαχικές δυνάμεις βομβάρδισαν από το Φάληρο την Αθήνα. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος είχε αρνηθεί να ταχθεί στο πλευρό των Αγγλογάλλων και να παραδώσει πολεμικό υλικό στον Γάλλο αντιναύαρχο Φουρνιέ. Ο βασιλιάς είχε παντρευτεί την Σοφία, την αδελφή του τελευταίου Γερμανού αυτοκράτορα (Κάιζερ) και δεν ήθελε να ταχθεί κατά των Γερμανών στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Γι’ αυτό υποστήριζε με επιμονή την πολιτική της ουδετερότητας. Τελικά η βασιλική κυβέρνηση των Αθηνών ήρθε σε συμφωνία με την Αντάντ, που απομάκρυνε τα στρατεύματα της από την πρωτεύουσα. Ωστόσο, τις επόμενες ημέρες σημειώθηκε ένα απίστευτο πογκρόμ με επιθέσεις και δολοφονίες υποστηρικτών του Ελευθερίου Βενιζέλου που είχε εγκαταστήσει την δική του κυβέρνηση στη Θεσσαλονίκη. Οι φιλοβασιλικοί θεώρησαν ότι υπεύθυνος της εισβολής στην Αθήνα ήταν ο κρητικός πολιτικός. Τα γεγονότα αυτά, αν και διαδραματίστηκαν τον Δεκέμβριο, έμειναν γνωστά ως Νοεμβριανά διότι το χρονικό διάστημα αυτό ανήκε στον μήνα Νοέμβριο σύμφωνα με το παλαιό ημερολόγιο.
Η διαφωνία μεταξύ Βασιλιά και Πρωθυπουργού οδήγησε δύο φορές στην παραίτηση της Κυβέρνησης Βενιζέλου και τον διορισμό φιλοβασιλικών πρωθυπουργών. Αυτό όμως που ξεχείλισε το ποτήρι των βενιζελικών ήταν η εισβολή των Γερμανοβουλγάρων στην Ανατολική Μακεδονία και η παράδοση στις 26 Μαΐου 1916 του Ρούπελ σε Βουλγαρικές δυνάμεις. Ταυτόχρονα παραδόθηκε αμαχητί όλο το Δ΄ Σώμα Στρατού, το οποίο αιχμαλωτίστηκε και μεταφέρθηκε στη Γερμανία στην πόλη Γκέρλιτς. Κάτω από αυτές τις εκρηκτικές συνθήκες τον Αύγουστο του 1916, δημιουργήθηκε το Κίνημα της Εθνικής Αμύνης στη Θεσσαλονίκη. Υπήρχε η πεποίθηση ότι η Κυβέρνηση των Αθηνών αδιαφορούσε για τη Μακεδονία και δεν έκανε τίποτα μπροστά στην επικείμενη εθνική καταστροφή. Η αρχηγία του κινήματος δόθηκε στον Ελ. Βενιζέλο, ο οποίος όμως για να την αναλάβει έθεσε ως όρο τη συμμετοχή στρατιωτικών μονάδων στο κίνημα. Τελικά, τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, μετά από περιοδεία στρατολογίας στα νησιά, έφτασε στη Θεσσαλονίκη και ανέλαβε τη διοίκησή των δυνάμεων της Εθνικής Αμύνης. Ένα κλίμα γενικευμένου διχασμού είχε αρχίσει να γεννιέται. Η επίσημη κυβέρνηση είχε τον έλεγχο της νότιας Ελλάδας και η προσωρινή κυβέρνηση έλεγχε τη βόρεια Ελλάδα και τα νησιά.
Οι νέες τεχνολογίες, ιδίως η πληροφορική με το τεράστιο πλήθος των σύγχρονων εφαρμογών, έχει σχεδόν ταυτισθεί με ό,τι χαρακτηρίζουμε ως ανάπτυξη. Κάθε χώρα που προσβλέπει στην ανάπτυξη (οικονομική, τεχνολογική κ.λπ.) έχει κυριολεκτικά «γαντζωθεί» από τις νέες τεχνολογίες: τις έχει εισαγάγει στην Εκπαίδευση, ενισχύει την έρευνά τους, χρηματοδοτεί τις εφαρμογές τους, προωθεί με κάθε τρόπο ό,τι έχει σχέση μ’ αυτές, ιδιαίτερα με την τεχνολογία των Η/Υ. Εκείνο που δεν έχει ίσως βαθύτερα συνειδητοποιηθεί, ιδίως στην Ελλάδα, είναι η σπουδαιότητα των νέων τεχνολογιών για μια ποιοτική παιδεία που αποτελεί και την προϋπόθεση για κάθε μορφής ανάπτυξη μιας χώρας. Ο χώρος αυτός στις πραγματικές διαστάσεις, προεκτάσεις και εφαρμογές του άρχισε να μελετάται πολύ πρόσφατα, και για χώρες όπως η Ελλάδα θα μπορούσε να πει κανείς ότι βρίσκεται ακόμη σε προκαταρκτικό στάδιο. Και όμως η πραγματικότητα είναι μία: χωρίς τις νέες τεχνολογίες, χωρίς την πληροφορική και τις ποικίλες εφαρμογές της στην «κοινωνία των πληροφοριών» όπου ζούμε, στην κοινωνία ιδίως τού 21ου αιώνα, δεν μπορεί να νοηθεί ανάπτυξη τής παιδείας. Ηδη έχουν αρχίσει να εισάγονται σταδιακά, με αργούς ακόμη ρυθμούς και μεγάλη καθυστέρηση, οι νέες τεχνολογίες στην ελληνική Εκπαίδευση. Τα οφέλη που αναμένονται για την Παιδεία μας, εφόσον εφαρμοσθούν σωστά προγράμματα με κατάλληλο εκπαιδευτικό λογισμικό, είναι κυρίως τα εξής:
(α) Δυνατότητα αναζήτησης ποικίλων και μεγάλης κλίμακας πληροφοριών μέσα από την πρόσβαση σε διάφορες Τράπεζες Δεδομένων. Το να μπορεί να μπει κανείς σε μεγάλες βιβλιοθήκες, ξένες αλλά και ελληνικές πλέον, και να αντλήσει τις πληροφορίες που χρειάζεται, να μελετήσει άρθρα σε περιοδικά και δυσεύρετα με άλλον τρόπον δημοσιεύματα και το να μπορεί να έχει πρόσβαση στη διεθνή βιβλιογραφία με θεματική βάση και με λέξεις-κλειδιά είναι μια κατάκτηση που αίρει ανυπέρβλητες δυσκολίες τις οποίες αντιμετωπίζουν οι σπουδαστές αλλά και οι μελετητές επί εκατοντάδες χρόνια.
(β) Χρησιμοποίηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων με την τεχνολογία των πολυμέσων (συνδυασμός κειμένου – εικόνας – ήχου). Η τεχνολογία αυτή δίνει τη μοναδική δυνατότητα στον μαθητή να προσεγγίσει και να επεξεργασθεί σύνθετες πληροφορίες με ποικίλους συνδυασμούς και δυνατότητες. Με αυτή την τεχνολογία τα πολιτισμικά ή εθνικά μαθήματα τού εκπαιδευτικού συστήματος μιας χώρας μπορούν να διδαχθούν με νέους ελκυστικούς, ανανεωμένους και ουσιαστικούς τρόπους που και τα αντικείμενα αυτά καθ’ εαυτά αναδεικνύουν στη συνείδηση τού μαθητή και επιτρέπουν μια άμεση προσωπική συνεργασία του (διαδραστική λειτουργία) με το πρόγραμμα και όχι μια απλή παθητική προσέγγιση. Ετσι διδάσκοντας την ιστορία μιας περιόδου, μπορείς μαζί με τις πληροφορίες για τα γεγονότα και τα πρόσωπα να παρουσιάζεις χάρτες, πορείες, σχέσεις, παράλληλα γεγονότα τής ιστορίας γειτονικών χωρών ή, σε πολιτιστικό επίπεδο, να δίνεις συγχρόνως πληροφορίες για τη λογοτεχνία, τις επιστήμες, τις τέχνες, την παράδοση, τη θρησκεία, τη γλώσσα ενός λαού με εικόνα, με ήχο και φυσικά με κείμενο.
Τέτοια προγράμματα μπορούν να εκπονηθούν στα πολιτισμικά μαθήματα, στα μαθήματα αισθητικής καλλιέργειας και στα μαθήματα γνώσεων. Διάφορες τεχνικές μπορούν να εξασφαλίσουν και αντικειμενικούς τρόπους αξιολόγησης τής γνώσης (αυτοαξιολόγησης και ετεροαξιολόγησης) που θα διευκολύνουν την Εκπαίδευση. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι με τέτοια προγράμματα το Σχολείο και γενικότερα η Εκπαίδευση και η παρεχόμενη Παιδεία μπορούν να αποκτήσουν ξανά το ενδιαφέρον που χρειάζεται για να προσελκύσουν την αγάπη και την ουσιαστική συμμετοχή των μαθητών. Εξίσου σημαντικό είναι ότι τέτοια προγράμματα είναι βέβαιο ότι μπορούν να αποτελέσουν την αφετηρία μιας ριζικής ανανέωσης τού εκπαιδευτικού συστήματος τής Ελλάδος και την επαναλειτουργία του σε νέες βάσεις.
Θίξαμε μέχρι τώρα μερικές από τις θετικές πλευρές των νέων τεχνολογιών. Θα ‘πρεπε όμως να επισημάνουμε και προβλήματα, μεγαλύτερα ή μικρότερα, που γεννώνται. Μερικά από αυτά σε σχέση με την Εκπαίδευση είναι:
(α) Με την εισαγωγή των νέων τεχνολογιών στο Σχολείο αλλάζει άρδην και ο ρόλος τού δασκάλου και γενικότερα τού εκπαιδευτικού. Μέχρι σήμερα δάσκαλος και σχολικά βιβλία ήταν η κύρια πηγή πληροφοριών. Εφεξής ο δάσκαλος θα έχει ως πρόσθετο ρόλο να επιλέξει τα κατάλληλα προγράμματα, να οργανώσει τη χρήση τους μέσα και έξω από την τάξη, να ελέγξει τις αξιολογήσεις των μαθητών του, να εξηγήσει δύσκολα ή δυσνόητα σημεία, να παραπέμψει σε πρόσθετη συμβατική ή ηλεκτρονικά προσπελάσιμη βιβλιογραφία και γενικά θα πρέπει παράλληλα με κάποια μορφή συμβατικού μαθήματος να κατευθύνει και την εκμάθηση με προγράμματα. Ερώτημα: Είναι ο Ελληνας εκπαιδευτικός έτοιμος για τον νέο του ρόλο; Απάντηση: Χρειάζεται να συμπληρωθεί ο τρόπος κατάρτισής του στα ΑΕΙ με τη διδακτική μέσω προγραμμάτων και με την καθοδηγητική των μαθητών βάσει των νέων τεχνολογιών. Αυτό δεν έχει ακόμη γίνει στα ελληνικά ΑΕΙ.
(β) Η αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών προϋποθέτει την ύπαρξη αξιόλογων και αξιόπιστων εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Απαιτούνται ποιοτικά προγράμματα, έγκυρα επιστημονικώς και κατάλληλα παιδαγωγικώς. Κι εδώ είναι το μείζον πρόβλημα. Η πράξη έχει δείξει ότι έχουν παραχθεί μερικά λίγα σε αριθμό θαυμαστά προγράμματα, αλλά έχει υπάρξει κι ένα μεγάλο πλήθος πρόχειρων, εμπειρικών, ελάχιστα χρήσιμων έως και αποπροσανατολιστικών προγραμμάτων, που είναι προϊόντα βιασύνης και επιδίωξης εύκολου κέρδους και το κυριότερο προϊόντα που έχουν κατασκευαστεί ερήμην των ειδικών.
(γ) Χρειάζεται ακόμη αρκετή έρευνα και ενασχόληση με το πρόβλημα των μεθόδων αξιοποίησης αυτών των προγραμμάτων ιδίως μέσα στην τάξη.
Τέτοια και άλλα προβλήματα υπάρχουν ήδη και θα εμφανιστούν ίσως περισσότερα στο μέλλον. Ωστόσο ένα είναι σίγουρο: ότι Παιδεία χωρίς τις νέες τεχνολογίες θα είναι κάτι το αδιανόητο για τα αμέσως επόμενα χρόνια και στην Ελλάδα. Και ότι νέες ημέρες έρχονται για καλύτερη γνωριμία και κατανόηση των ανθρώπων μέσα από τα επιτεύγματα τού πνευματικού πολιτισμού, εκείνης δηλ. τής πλευράς τής Παιδείας που εξυψώνει τον άνθρωπο, τον διαφοροποιεί ως εθνική πολιτισμική οντότητα και συγχρόνως τον ενώνει με τους άλλους ανθρώπους στο επίπεδο μιας πανανθρώπινης οικουμενικής καλλιέργειας και ουσιαστικής συνάντησης ανθρώπου με άνθρωπο .
Καλωσήλθατε στο WordPress! Αυτό είναι το πρώτο σας άρθρο. Αλλάξτε το ή διαγράψτε το και αρχίστε να γράφετε!