δ. Ὑμᾶς οὖν χρὴ ἐκ τούτων δοκιμάζειν τοὺς πολίτας,
σκοποῦντας (< σκοπέω, -ῶ = εξετάζω) μὲν ὅπως ἦσαν ἐν τῇ δημοκρατίᾳ
πεπολιτευμένοι, ζητοῦντας δὲ εἴ τις αὐτοῖς ἐγίγνετο ὠφέλεια τῶν πραγμάτων
μεταπεσόντων (= σε περίπτωση που άλλαζε το πολιτικό καθεστώς).
υποκείμενο των μτχ. σκοποῦντας
ζητοῦντας =
τοὺς πολίτας
ὑμεῖς
ὑμᾶς
συντακτική θέση των μτχ. σκοποῦντας
ζητοῦντας=
υποκείμενο του δοκιμάζειν
αντικείμενο του δοκιμάζειν
επιρρηματικός προσδιορισμός
κατηγορηματικός προσδιορισμός
είδος των μτχ. σκοποῦντας
ζητοῦντας =
επιθετική
κατηγορηματική
επιρρηματική
είδος επιρρηματικής =
χρονική
αιτιολογική
τελική
υποθετική
εναντιωματική / παραχωρητική
τροπική
σκοποῦντας
ζητοῦντας
συνημμένη
απόλυτη
υποκείμενο της μτχ. πεπολιτευμένοι =
τοὺς πολίτας
οἱ πολῖται
ὑμᾶς
ὑμεῖς
συντακτική θέση της μτχ. πεπολιτευμένοι
=
υποκείμενο του ρ. ἦσαν
αντικείμενο του ρ. ἦσαν
κατηγορούμενο του ρ. ἦσαν
επιρρηματικός προσδιορισμός
είδος της μτχ. πεπολιτευμένοι =
επιθετική
κατηγορηματική
επιρρηματική
υποκείμενο της μτχ. μεταπεσόντων =
τῶν πραγμάτων
αὐτοῖς
ὠφέλεια
ὑμεῖς
συντακτική θέση της μτχ. μεταπεσόντων =
υποκείμενο του ρ. εγίγνετο
αντικείμενο του ρ. εγίγνετο
κατηγορούμενο του ρ. εγίγνετο
επιρρηματικός προσδιορισμός
είδος της μτχ. μεταπεσόντων =
επιθετική
κατηγορηματική
επιρρηματική
είδος επιρρηματικής =
χρονική
αιτιολογική
τελική
υποθετική
εναντιωματική / παραχωρητική
τροπική
μεταπεσόντων
συνημμένη
απόλυτη