Έκταση λέγεται η μεταβολή ενός βραχύχρονου φωνήεντος σε μακρόχρονο, π.χ ποιέω >
ποιήσω.
Πιο αναλυτικά:
τα βραχέα φωνήεντα (ε, ο) προφέρονταν σ' ένα χρόνο: το ε > ε, το ο > ο
Τα μακρά φωνήεντα (η, ω) προφέρονταν σε δύο χρόνους: το η > εε, το ω > οο
Άρα, με την έκταση το βραχύχρονο (με ένα χρόνο) γίνεται μακρόχρονο (με δύο χρόνους)
Αντέκταση ή αναπληρωτική έκταση λέγεται η έκταση του βραχύχρονου φωνήεντος σε μακρόχρονο ή σε δίφθογγο, ύστερ' από την αποβολή ενός ή περισσοτέρων συμφώνων που ακολουθούν, π.χ. λυθέντ-ς > λυθείς
Το αντίθετο φαινόμενο λέγεται βράχυνση ή συστολή