Κεφάλαιο 1
Συγκεντρωτική ανά κατηγορίες παρουσίαση 1ου κεφαλαίου




χρονολόγιο ιμε Δες κι εδώ

306| 313| 324| 325| 337| 361| 363| 364| 379| 380| 381| 395| 400| 408| 425| 431| 438| 450| 451| 457|474| 476| 491| 493| 518| 527| 529| 532| 534| 537| 555| 562| 565| 578| 582| 602| 610| 612| 614| 622|626| 629| 630| 638| 641| 668| 681| 685| 692| 695| 698| 713| 715|

Θρησκευτική πολιτική

Πολιτική υπέρ του Χριστιανισμού

4ος και 5ος αι.

Οι οπαδοί του Χριστιανισμού συγκροτούσαν τη δυναμικότερη πληθυσμιακή ομάδα της Ανατολής. Η νέα αυτή θρησκεία φαινόταν ότι μπορούσε να αποκαταστήσει την κλονισμένη ενότητα του Ρωμαϊκού Κράτους. Για το λόγο αυτό ο Κωνσταντίνος έδειξε ευνοϊκή στάση προς τον Χριστιανισμό. Συγκεκριμένα μετά τη νίκη του επί του Μαξεντίου (312) μετέφερε το μονόγραμμα του Χριστού (Χριστόγραμμα), σημαντικό χριστιανικό σύμβολο, από τη στρατιωτική σημαία (λάβαρον) στα νομίσματά του και εξέδωσε νόμους ευνοϊκούς για τους Χριστιανούς.

Το Διάταγμα των Μεδιολάνων που βασίστηκε σε συμφωνία του Κωνσταντίνου και του Λικίνιου (313), αναγνώρισε στους Χριστιανούς ελευθερία άσκησης της λατρείας τους και έτσι εξίσωσε τα δικαιώματά τους με αυτά των άλλων θρησκειών του Ρωμαϊκού Κράτους. Οι διωγμοί Χριστιανών πάντως έπαυσαν εντελώς, μόνο όταν ο Κωνσταντίνος έγινε μονοκράτορας στο Ρωμαϊκό Κράτος (324).

Πάντως η σθεναρή αντίσταση των οπαδών της αρχαίας θρησκείας που εντοπίζονται τόσο στην Ανατολή όσο και στη Δύση, ιδίως στους κόλπους της συγκλητικής αριστοκρατίας της Ρώμης, δεν επέτρεψε στον Κωνσταντίνο να υιοθετήσει μια καθαρή θρησκευτική στάση ως το τέλος της ζωής του.

Το 325 στην Α' Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια καταδικάζεται η αίρεση του Άρειου ο οποίος δίδασκε ότι ο Υιός είναι δημιούργημα του Πατρός, αμφισβητώντας τη θεότητά του. (αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Α’)

Το 381 στη Β’ Οικουμενική Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη καταδικάζεται για δεύτερη φορά ο Αρειανισμός. (αυτοκράτορας Θεοδόσιος Α΄)

Το 431 στη Γ' Οικουμενική Σύνοδο στην Έφεσο καταδικάζεται ο Νεστοριανισμός που τόνιζε την υπεροχή της ανθρώπινης φύσης του Χριστού έναντι της θείας. (αυτοκράτορας Θεοδόσιος Β΄)

Το 451 στη Δ' Οικουμενική Σύνοδο στη Χαλκηδόνα καταδικάζεται ο Μονοφυσιτισμός που τόνιζε ότι η θεία φύση απορρόφησε την ανθρώπινη στο πρόσωπο του Χριστού. (αυτοκράτορας Μαρκιανός)

Τελευταίες προσπάθειες υπέρ της αρχαίας θρησκείας.

Ο αυτοκράτορας Ιουλιανός (361-363) προσπάθησε να ξαναφέρει στη ζωή τη λατρεία των θεών του Ολύμπου και να περιορίσει το δικαίωμα των χριστιανών να διδάσκουν σε μη χριστιανικά σχολεία απέτυχε. Οι ιδέες του ήταν ανεδαφικές για την εποχή του.

Μέτρα κατά της αρχαίας θρησκείας

Ο Θεοδόσιος Α' (379-395) έδωσε το οριστικό πλήγμα στην αρχαία θρησκεία, κλείνοντας τους ναούς και τα μαντεία της και απαγορεύοντας τους Ολυμπιακούς Αγώνες και τα Ελευσίνια Μυστήρια (392-393 μ. Χ.).

Στα τέλη του 4ου και στις αρχές του 5ου αι. ένα κύμα βίας ξέσπασε κατά των μνημείων του αρχαίου κόσμου και των οπαδών της αρχαίας θρησκείας. Το πλήθος, οδηγούμενο από ορισμένους ακραίους και φανατικούς Χριστιανούς, γκρέμιζε ή μετέβαλε σε εκκλησίες τους αρχαίους ναούς και κατέστρεφε τα γυμνά αγάλματα. Οι διώξεις αυτές είχαν και ανθρώπινα θύματα. Ένα από αυτά ήταν η φιλόσοφος Υπατία από την Αλεξάνδρεια.

β΄ μισό 6ου αι. και αρχές 7ου

Ο Ιουστινιανός Α’ (527-565) προσπάθησε να επιβάλει την Ορθοδοξία σε όλη την έκταση της αυτοκρατορίας και γι' αυτό καταδίωξε τους οπαδούς των αιρέσεων και της αρχαίας θρησκείας και ανέστειλε τη λειτουργία της Νεοπλατωνικής Ακαδημίας στην Αθήνα (529). Παράλληλα φρόντισε με κάθε μέσο να διαδώσει το Χριστιανισμό σε λαούς του Καυκάσου και της Ανατολικής Αφρικής. (εκχριστιανισμός)


Οικονομία

4ος και 5ος αι.

Η κύρια πηγή πλούτου ήταν η γεωργία. Το κράτος ακολουθούσε παρεμβατική πολιτική, προσπαθώντας να καθορίσει τις οικονομικές εξελίξεις.
Στις εμπορικές συναλλαγές χρησιμοποιούνταν ευρύτατα το νόμισμα (εκχρηματισμένη οικονομία). Αντίθετα οι ανταλλαγές είδους με είδος ήταν περιορισμένες.

Στο ανατολικό τμήμα, ως τα μέσα του 6ου αι., οι πόλεις είχαν βαρύνουσα οικονομική σημασία.
Στην ύπαιθρο η γη άρχισε να συγκεντρώνεται στα χέρια των μεγάλων γαιοκτημόνων, που μετέτρεπαν τους καταχρεωμένους μικροϊδιοκτήτες σε εξαρτημένους αγρότες ή πάροικους. Οι πάροικοι ήταν εξαρτημένοι αγρότες που καλλιεργούσαν τη γη και πλήρωναν φόρο στους ιδιοκτήτες των μεγάλων κτημάτων, τα οποία δεν είχαν δικαίωμα να εγκαταλείψουν.

Οι φόροι έπλητταν βαρύτερα τον αγροτικό από τον αστικό πληθυσμό και ανάγκαζαν πολλούς αγρότες να εγκαταλείπουν τη γη τους και να καταφεύγουν στις μονές ή να διογκώνουν τον πληθυσμό των μεγαλουπόλεων. Έτσι ο πολυάριθμος πληθυσμός των πόλεων υπέφερε από τη φτώχεια και γι' αυτό συχνά προκαλούσε ταραχές. Για να αποτρέψουν τέτοιες εκδηλώσεις, οι αρχές των μεγαλουπόλεων και ειδικά της Κωνσταντινούπολης συνήθιζαν να διανέμουν δωρεάν σιτάρι και να οργανώνουν θεάματα στον Ιππόδρομο.

Από την άλλη μεριά η επέκταση της βυζαντινής επιρροής στις χώρες της Ερυθράς Θάλασσας (Αιθιοπία και Υεμένη), ιδίως στα χρόνια του Ιουστίνου Α', διευκόλυνε την ανάπτυξη και αύξησε τα κέρδη του μακρινού εμπορίου. Από το δρόμο της Ερυθράς Έλληνες και Σύροι έμποροι μετέφεραν στις ακτές της Μεσογείου και στην Κωνσταντινούπολη τα προϊόντα πολυτελείας της Ανατολής (μετάξι, μπαχαρικά κ. ά.).

6ος αι.

Ο Ιουστινιανός (527-565) προσπάθησε με αυστηρούς νόμους να περιορίσει τη δύναμη των μεγάλων γαιοκτημόνων των επαρχιών και να προστατεύσει τους ελεύθερους αγρότες, που ήταν πολύ χρήσιμοι στην κεντρική εξουσία γιατί πλήρωναν φόρους.

 


Εξωτερική πολιτική, εχθροί, αντιμετώπισή τους

4ος και 5ος αι.

Όταν πέθανε ο Θεοδόσιος Α' (395), το Ρωμαϊκό Κράτος χωρίστηκε σε ανατολικό και δυτικό τμήμα. Έτσι μοιρασμένο αντιμετώπισε ως τα τέλη του 5ου αι. τις επιθέσεις γερμανικών και άλλων φύλων, τα οποία είχαν αρχίσει ήδη από τον τρίτο αιώνα να εισδύουν στην Ευρώπη. Η έκβαση αυτού του αγώνα ήταν διαφορετική για τα δύο τμήματα της αυτοκρατορίας.

Οι αυτοκράτορες του οικονομικά ισχυρότερου ανατολικού τμήματος εξουδετέρωσαν την απειλή των γερμανικών λαών, πείθοντας τους αρχηγούς τους να στραφούν προς τη Δύση ή επιτρέποντας να εγκατασταθούν ειρηνικά στα εδάφη τους. Η συμβίωση με το ελληνορωμαϊκό πληθυσμιακό στοιχείο διευκόλυνε τη σταδιακή αφομοίωση των Γερμανών.

Προβλήματα προκάλεσε στο κράτος η πολιτική του Θεοδοσίου Α' (379-395) που έδωσε στους ηγέτες των Γερμανών ανώτερες θέσεις στο στρατό και τη διοίκηση του κράτους, για να επιτύχει την ενσωμάτωσή τους. Δημιουργήθηκε έτσι σοβαρός κίνδυνος εκγερμανισμού του κράτους.

Τότε οι βυζαντινοί λόγιοι και πολιτικοί αντέδρασαν, οργανώνοντας ένα είδος πατριωτικού και αντιγερμανικού κόμματος. Το κόμμα αυτό ξεσήκωσε το λαό της πρωτεύουσας που εξόντωσε τους Γότθους και τον αρχηγό τους Γαϊνά (400). Έτσι εξουδετερώθηκε προσωρινά ο γοτθικός κίνδυνος που επανεμφανίστηκε προς τα τέλη του 5ου αι.

α’ μισό 6ου αι.

Ο Ιουστινιανός (527-565) απέβλεπε στην αποκατάσταση της Ρωμαϊκής Οικουμένης, δηλαδή την ανόρθωση της ρωμαϊκής εξουσίας στη Δύση. Αν το Βανδαλικό Βασίλειο στη Β. Αφρική καταλύθηκε εύκολα και γρήγορα (533-534), οι αγώνες για την κατάκτηση του Οστρογοτθικού Βασιλείου στην Ιταλία υπήρξαν μακροί και σκληροί (535-555). Τέλος από το Βησιγοτθικό Βασίλειο στην Ισπανία ανακτήθηκαν μόνο οι παράκτιες περιοχές στα ΝΑ. Πολύ επικίνδυνη έγινε η κατάσταση στην Ανατολή, όταν ο Πέρσης μεγάλος βασιλιάς Χοσρόης Α' κατέλαβε εκτεταμένες περιοχές. Ωστόσο με τη συνθήκη του 562 η εύθραυστη ισορροπία μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων της εποχής, Βυζαντίου και Περσίας, αποκαταστάθηκε.

Στη γραμμή του Δούναβη και τη Χερσόνησο του Αίμου ο Ιουστινιανός έκτισε πολλά φρούρια και δαπάνησε τεράστια ποσά για την εξαγορά της ειρήνης, αλλά δεν μπόρεσε να αναχαιτίσει τις καταστροφικές εισβολές των Σλάβων και άλλων λαών στις ευρωπαϊκές επαρχίες.

Συνολικά η εξωτερική πολιτική του Ιουστινιανού Α' ήταν σύμφωνη με τη ρωμαϊκή παράδοση και πολύ φιλόδοξη, αλλά ξεπερνούσε τις δυνατότητες του κράτους. Οι πόλεμοι του στη Δύση και την Ανατολή απογύμνωσαν τις ευρωπαϊκές επαρχίες από στρατεύματα και άδειασαν τα κρατικά ταμεία. Η κατάσταση αυτή εξασθένισε τη διεθνή θέση του Βυζαντίου και είχε ολέθριες επιπτώσεις στην εδαφική ακεραιότητα του κράτους επί των διαδόχων του.

β΄ μισό 6ου και αρχές 7ου αι.

Οι Σλάβοι άρχισαν να κατακλύζουν τις ευρωπαϊκές επαρχίες και οι Πέρσες έφτασαν στις ακτές του Βοσπόρου. Στα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Ηρακλείου (610-641) η κατάσταση της αυτοκρατορίας ήταν εξαιρετικά κρίσιμη. Ο Ηράκλειος επιχείρησε συνεχείς εκστρατείες κατά των Περσών (622-628). Στη μάχη της Νινευί, κοντά στα Γαυγάμηλα, πέτυχε να συντρίψει τους Πέρσες και να ανακτήσει όλες τις βυζαντινές επαρχίες στην Εγγύς Ανατολή (627). Ταπεινωτική ήττα υπέστησαν και οι Άβαροι και οι Σλάβοι, όταν σε συνεννόηση με τους Πέρσες, πολιόρκησαν την Κωνσταντινούπολη (626). Τα τελευταία χρόνια της βασιλείας του Ηρακλείου σκιάζονται από τις αραβικές κατακτήσεις.

 


Πολιτισμός

4ος και 5ος αι.

Ενώ στη Ρώμη, άλλοτε πνευματική πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας, οι επιστήμες και οι τέχνες είχαν παρακμάσει, τα πνευματικά ιδρύματα υπολειτουργούσαν και οι βιβλιοθήκες ήταν κλειστές, στο ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας επιβαλλόταν αργά, αλλά σταθερά το ελληνικό στοιχείο και η ελληνιστική πολιτιστική παράδοση. Η εξέλιξη αυτή αντανακλάται σε δύο σημαντικά πολιτιστικά γεγονότα:
α) την ίδρυση του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης με διάταγμα του Θεοδοσίου Β' (425) και
β) την έκδοση του Θεοδοσιανού Κώδικα. (δες παρακάτω στη νομοθεσία)

Το Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης διέθετε 16 ελληνόφωνες και 15 λατινόφωνες έδρες διδασκαλίας. Χάρη στο πνευματικό αυτό ίδρυμα, η Βασιλεύουσα άρχισε να συναγωνίζεται τις άλλες μεγάλες πόλεις της Ανατολής (Αθήνα και Αλεξάνδρεια) που διέθεταν σημαντικές ανώτερες σχολές. Η οριακή έστω αριθμητική υπεροχή των ελληνόφωνων εδρών δείχνει ότι ο πολιτιστικός χαρακτήρας της Κωνσταντινούπολης και του ανατολικού τμήματος ήταν σε μεγάλο βαθμό ελληνικός.

α' μισό 6ου αι.

Επί Ιουστινιανού (527-565) κατασκευάστηκε μεγάλος αριθμός έργων που ήταν χρήσιμα στην άμυνα (φρούρια και τείχη), τη θρησκεία (ναοί), την υποδομή και την κοινή ωφέλεια (δρόμοι, γέφυρες, υδραγωγεία, αποθήκες σιτηρών). Λίγα από αυτά άντεξαν στο πέρασμα του χρόνου, όπως οι οχυρώσεις της συριακής Σεργιούπολης (σημερινή Resafa) και η Αγία Σοφία στην Κωνσταντινούπολη.

α΄ μισό 7ου

Μια άλλη σημαντική αλλαγή της εποχής του Ηρακλείου (610-641) είναι η ολοκλήρωση του εξελληνισμού της κρατικής διοίκησης. Επίσημη γλώσσα στην πολιτική και στρατιωτική διοίκηση έγινε η ελληνική, ενώ οι ρωμαϊκοί τίτλοι αντικαταστάθηκαν από ελληνικούς. Πρώτος ο Ηράκλειος υιοθέτησε τον τίτλο βασιλεύς με τη χριστιανική προσθήκη «πιστός ἐν Χριστῷ». Η εξέλιξη αυτή σηματοδοτεί σε συμβολικό επίπεδο το οριστικό τέλος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και την αρχή της μεσαιωνικής ελληνικής Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

 


Νομοθεσία

4ος και 5ος αι.

O Θεοδοσιανός Κώδικας, στον οποίο περιλήφθηκαν όλα τα αυτοκρατορικά διατάγματα που είχαν εκδοθεί μετά το 312, δημοσιεύτηκε το 438. Η έκδοσή του διευκόλυνε σημαντικά την απονομή της δικαιοσύνης. Τα σωζόμενα βιβλία της συλλογής αποτελούν σήμερα πολύτιμη πηγή για τη μελέτη των κοινωνικών συνθηκών της εποχής.

6ος αι.

Ο Ιουστινιανός (527-565) προσπάθησε με αυστηρούς νόμους να περιορίσει τη δύναμη των μεγάλων γαιοκτημόνων των επαρχιών και να προστατεύσει τους ελεύθερους αγρότες, που ήταν πολύ χρήσιμοι στην κεντρική εξουσία γιατί πλήρωναν φόρους. 6ος αι.

Το νομοθετικό έργο του Ιουστινιανού (527-565)
Μέσα σε μια πενταετία (529-534) εκδόθηκαν
ο Ιουστινιάνειος Κώδικας με τους πριν από τον Ιουστινιανό αυτοκρατορικούς νόμους,
ο Πανδέκτης που περιλάμβανε γνώμες ρωμαίων νομικών και
οι Εισηγήσεις, εγχειρίδιο για τους αρχάριους σπουδαστές της Νομικής.
Οι Νεαρές (δηλ. νέοι νόμοι) εκδόθηκαν μετά το 534 και γράφηκαν οι περισσότερες στα ελληνικά, γιατί οι υπήκοοι του ανατολικού τμήματος κυρίως δεν κατανοούσαν τη λατινική.

Το Ιουστινιάνειο Δίκαιο αποτέλεσε τη βάση του Δικαίου της Νεότερης Ευρώπης.

7ος αι.

Θέματα

Τα τελευταία χρόνια της βασιλείας του Ηρακλείου (610-641) σκιάζονται από τις αραβικές κατακτήσεις. Οι ανάγκες της άμυνας εναντίον των Αράβων φαίνεται ότι παρακίνησαν τους διαδόχους του να εγκαθιδρύσουν στη Μ. Ασία στη διάρκεια του 7ου αι. ένα νέο διοικητικό σύστημα που στηριζόταν στα θέματα, διοικητικές περιφέρειες με δικό τους στρατό.

Στο θεματικό στρατό υπηρετούσαν ελεύθεροι αγρότες, στους οποίους το κράτος παραχωρούσε στρατιωτικά κτήματα ή στρατιωτόπια. Με τα έσοδά τους οι στρατιώτες συντηρούσαν τις οικογένειές τους, αγόραζαν τον οπλισμό τους και κάλυπταν τα έξοδα των εκστρατειών. Ο θεματικός στρατός αντικατέστησε τους παλαιούς μισθοφορικούς στρατούς και αποτέλεσε ένα είδος εθνικού στρατού που αποδείχθηκε εξαιρετικά αποτελεσματικός για την άμυνα της αυτοκρατορίας.