Εκτύπωση
Κατηγορία: Τραγούδια για τις σχολικές γιορτές
Εμφανίσεις: 11932

3c3480bb216a5e4a6186130f28cf7e8f

Η πλειονότητα των τραγουδιών τα οποία ακούγονται κατά τις εορταστικές εκδηλώσεις (όχι μόνο στις σχολικές γιορτές) για την εξέγερση του Πολυτεχνείου ανήκουν στο έντεχνο λαϊκό τραγούδι. Ο Μίκης Θεοδωράκης έκανε συνειδητή προσπάθεια για τη δημιουργία ενός σύγχρονου σύνθετου μουσικού έργου τέχνης που θα μπορούσε να αφομοιωθεί δημιουργικά από τις μάζες. Αφετηρία της παραπάνω προσπάθειας (και έργο που σηματοδοτεί την εμφάνιση του έντεχνου λαϊκού τραγουδιού) είναι ο κύκλος τραγουδιών του Μίκη Θεοδωράκη Επιτάφιος το 1958. Ο ίδιος ο συνθέτης αναφέρει ότι …δεν ήταν τίποτε άλλο παρά το πάντρεμα ανάμεσα στη σύγχρονη ελληνική λαϊκή μουσική και στη σύγχρονη ελληνική ποίηση. … Ένας δημιουργικός διάλογος άρχισε… [Ιδέ Θεοδωράκης, Μίκης (1972), Μουσική Τέχνη για τις Μάζες, Αθήνα: Ολκός] .Ο Επιτάφιος δεν ήταν μόνο οκτώ λαϊκά τραγούδια, τα οποία συνυπήρχαν σε μία δισκογραφική δουλειά. Ήταν επίσης μία ενότητα τραγουδιών (και όχι απλά μία «συρραφή» τραγουδιών), δηλαδή ένας κύκλος τραγουδιών πράγμα που δεν συναντά κανείς εύκολα σε μουσικές παραδόσεις άλλων χωρών. Από τότε ακολούθησαν πολυάριθμοι κύκλοι τραγουδιών πολλοί από τους οποίους θα μας απασχολήσουν εδώ.

Κατά τη διάρκεια της Χούντας υπήρχε λογοκρισία και της μουσικής δημιουργίας μεταξύ άλλων [Στην πραγματικότητα η λογοκρισία είχε ήδη επιβληθεί το 1936 από τον Ιωάννη Μεταξά, απλά εντάθηκε κατά τη διάρκεια της Χούντας. Μετά το 1974 ο νόμος περί λογοκρισίας ήταν πρακτικά ανενεργός και καταργήθηκε το 1994. Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη λογοκρισία στην Ελλάδα ιδέ: Όψεις λογοκρισίας στην Ελλάδα. (1998) Αθήνα: Νεφέλη]. Ως εκ τούτου πολλά από τα τραγούδια που κυκλοφόρησαν στον Ελλαδικό χώρο την εποχή εκείνη είχαν πολλά «κρυμμένα» και «καλυμμένα» μηνύματα κατά της Χούντας. Υπήρχαν τραγούδια, τα οποία θεωρούνταν «απαγορευμένα» και η αναπαραγωγή και κατοχή αυτών αποτελούσε ποινικό αδίκημα.

Κατά τους πρώτους μεταπολιτευτικούς χρόνους (μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1970) ηχογραφήθηκαν πολλά τραγούδια περασμένων ετών, τα οποία:

Επιπρόσθετα την εποχή εκείνη δημιουργήθηκαν πάρα πολλά πολιτικά τραγούδια [Ιδέ Μυλωνάς, Κώστας (1992), Ιστορία του Ελληνικού Τραγουδιού, Τόμος Γ’ , Αθήνα: Κέδρος] απόρροια της έντονης πολιτικοποίησης και την ανάπτυξη αριστερών – αντιδεξιών αντιλήψεων που χαρακτήριζαν την ελληνική κοινωνία της εποχής εκείνης [Ιδέ Τσάμπρας, Γ (2003). Το ελληνικό τραγούδι 1974 – 2000). Στο Βασίλης Παναγιωτόπουλος (επ.) Ιστορία του Νέου Ελληνισμού 1770-2000.Τόμος 10ος Η Ελλάδα της ομαλότητας, 1974-2000. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Σελίδα 259]. Από το 1981 και μετά το πολιτικό τραγούδι, με τη μορφή άμεσων πολιτικών προσταγμάτων και της αφήγησης συλλογικών αγώνων, χάνει τη δυναμική που είχε λόγω της οικονομικής αναβάθμισης των χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων που έλαβε χώρα την εποχή εκείνη [Ιδέ Τσάμπρας, Γ (2003). Το ελληνικό τραγούδι 1974 – 2000. Στο Βασίλης Παναγιωτόπουλος (επ.) Ιστορία του Νέου Ελληνισμού 1770-2000.Τόμος 10ος Η Ελλάδα της ομαλότητας, 1974-2000. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Σελίδα 262-263]. Υπάρχει πλέον μία νέα τάση δευτερογενούς πολιτικοποίησης που συνέχιζε να εκφράζει κοινωνικές και πολιτικές ανησυχίες, στο πλαίσιο, όμως, μίας εσωτερικής αγωνίας ύπαρξης που είναι άμεση με τις ραγδαίες αλλαγές της εποχής [Παναγιωτόπουλος, Π. (2003). Τραγούδι και πολιτική. Στρατευμένη τέχνη και ανάδυση της ατομικότητας. Στο Βασίλης Παναγιωτόπουλος (επ.) Ιστορία του Νέου Ελληνισμού 1770-2000.Τόμος 10ος Η Ελλάδα της ομαλότητας, 1974-2000. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Σελίδα 273-274].

Επίσης η δημιουργική ενότητα που διακρίνει τους κύκλους τραγουδιών, ως και τα τέλη της δεκαετίας του 1970, γίνεται σταδιακά όλο και πιο σπάνια με τον κατακερματισμό του ρεπερτορίου που επιβάλλεται από τις δισκογραφικές εταιρίες.

Οι εορταστικές εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται στα σχολεία Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης κατά την επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου θεσμοθετήθηκε με την εγκύκλιο με αριθμό Γ2/3352/09-11-1983 του Υπ.Ε.Π.Θ.. Μέχρι τότε, στα σχολεία δεν γινόταν καμία επίσημη αναφορά στο θέμα, με αποτέλεσμα οι μαθητές/τριες να απέχουν από τα μαθήματα, όταν η στάση των διευθυντών/ντριών ήταν αρνητική απέναντι στο αίτημα των μαθητών/τριών για τον σχετικό εορτασμό [Κουρής, Γ. (2014). Γιορτή του Πολυτεχνείου. Η εξέγερση ως σχολικός θεσμός. Στο Βασίλης Βαμβακάς & Παναγής Παναγιωτόπουλος (επ.) Η Ελλάδα στη δεκαετία του ’80. Κοινωνικό, πολιτικό και πολιτισμικό λεξικό. Αθήνα: Επίκεντρο.]

Τα τραγούδια τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην εν λόγω γιορτή θα μπορούσαν να χωριστούν με κριτήρια, το πότε δημιουργήθηκαν και το μουσικό είδος στο οποίο ανήκουν στις εξής κατηγορίες:

Σχετικά με τα μηνύματα των τραγουδιών της σχολικής γιορτής της εξέγερσης του Πολυτεχνείου μπορείτε να διαβάσετε εδώ (ή εναλλακτικά εδώ).

Με τα τραγούδια που προτείνονται θα υπάρχουν τόσο πληροφοριακά στοιχεία για αυτά, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να κινηθεί το ενδιαφέρον των μαθητών/τριών και ηχογραφήσεις των τραγουδιών αυτών, καθώς η ηχογράφηση του τραγουδιού βοηθά τον/την ακροατή/τρια να γίνει αποδέκτης του έργου στην ολότητά του, δηλαδή: τα στολίδια και τα ποικίλματα, το μουσικό και εκτελεστικό ύφος, την ενορχήστρωση και τη ρυθμική αγωγή και γενικά στοιχεία τα οποία δεν είναι δυνατό να σημειωθούν σε κανένα σύστημα μουσικής σημειογραφίας.


 3c3480bb216a5e4a6186130f28cf7e8f

Έντεχνα λαϊκά τραγούδια που δημιουργήθηκαν πριν την 21η Απριλίου 1967.

Εδώ θα παρουσιαστούν Έντεχνα λαϊκά τραγούδια που δημιουργήθηκαν πριν τη Χούντα (πριν την 21η Απριλίου 1967), η ακρόαση των οποίων αποτελούσε αντιστασιακή πράξη κατά τη διάρκεια της Χούντας.

 

Κύκλος τραγουδιών Επιτάφιος

Η ποιητική σύνθεση Επιτάφιος του Γιάννη Ρίτσου αποτελείται από είκοσι ποιήματα και είναι εμπνευσμένη από το θάνατο του Χρήστου Τούση στην απεργία του Μαΐου του 1936 σε συμπλοκή με την αστυνομία. Ο πρόλογος του Ρίτσου έχει ως εξής: «Θεσσαλονίκη, Μάης του 1936. Μια μάνα, καταμεσίς του δρόμου, μοιρολογάει το σκοτωμένο παιδί της. Γύρω της και πάνω της, βουίζουν και σπάζουν τα κύματα των διαδηλωτών - των απεργών καπνεργατών. Εκείνη συνεχίζει το θρήνο της...».

Μέσα σε τρεις μέρες έγραψε τα 14 από τα 20 ποιήματα του Επιταφίου. Τρία από αυτά τα ποιήματα δημοσιεύτηκαν στις 12 Μαΐου του 1936 στην εφημερίδα Ριζοσπάστης, τα οποία λογοκρίθηκαν έντονα από τοπικές αρχές και πολιτικούς. Στις 8 Ιουνίου 1936 εκδόθηκε ο Επιτάφιος σε δέκα χιλιάδες αντίτυπα, με έντονες αντιδράσεις από τη δικτατορία Μεταξά, οι οποίες οδήγησαν στη πυρά πληθώρα αντιγράφων.

Η εν λόγω ποιητική σύνθεση εκδόθηκε ξανά το 1956 αφού ο Γιάννης Ρίτσος γύρισε από την εξορία. Δύο χρόνια μετά ο Γιάννης Ρίτσος έστειλε αντίτυπο του έργου αυτού στο Μίκη Θεοδωράκη, ο οποίος τότε βρισκόταν για σπουδές στο Παρίσι. Το αντίτυπο είχε την εξής αφιέρωση: «το βιβλίο τούτο κάηκε από το Μεταξά το 1938 κάτω από τους στύλους του Ολυμπίου Διός». Ο Μίκης Θεοδωράκης άρχισε να μελοποιεί ποιήματα του Επιταφίου στο αυτοκίνητό του περιμένοντας τη γυναίκα του, Μυρτώ, να κάνει τα ψώνια της.

Στα τέλη του 1959 έστειλε έτοιμο τον κύκλο τραγουδιών στους: Γιάννη Ρίτσο, Βύρωνα Σάμιο και Μάνο Χατζιδάκι. Σκοπός του είναι να ηχογραφηθεί το έργο και ο Τάκης Λαμπρόπουλος της δισκογραφικής εταιρίας Columbia του προτείνει να το ενορχηστρώσει ο Μάνος Χατζιδάκις, ο οποίος ήταν γοητευμένος τόσο από τη μελοποιημένη ποίηση όσο και από τη συγκεκριμένη εργασία του Μίκη Θεοδωράκη.

Η ερμηνεία που έδωσε ο Μάνος Χατζιδάκις στον Επιτάφιο έριχνε βάρος στη λυρική πλευρά του έργου, αντιμετωπίζοντας το λαϊκό χαρακτήρα του με τον ίδιο περίπου τρόπο, με τον οποίο αντιμετώπιζε τις ρεμπέτικες Πασχαλιές (ιδέ σημείωμα του Ανταίου Χρυσοστομίδη στην ερμηνεία του έργου αυτού από τον Σταύρο Ξαρχάκο). Η προσέγγιση του Επιταφίου από το Μάνο Χατζιδάκι δεν άρεσε ούτε στο Γιάννη Ρίτσο ούτε στο Μίκη Θεοδωράκη, με αποτέλεσμα ο Μίκης Θεοδωράκης να ηχογραφήσει ξανά το έργο αυτό με τους Γρηγόρη Μπιθικώτση, Καίτη Θύμη και Μανώλη Χιώτη τον Αύγουστο του 1960. Ο κύκλος αυτός των τραγουδιών έχει επίσης ερμηνευτεί από τους: Μαίρη Λίντα (1963), Μαρία Φαραντούρη (1967), Φλέρυ Νταντωνάκη (1970), Νένα Βενετσάνου (2000), Σταύρο Ξαρχάκο (2004).

Που πέταξε τ’ αγόρι μου

Μέρα Μαγιού μου μίσεψες

 

Κύκλος τραγουδιών Επιφάνεια

Οι ποίηση αυτού του κύκλου τραγουδιών είναι του Γιώργου Σεφέρη και η μουσική του Μίκη Θεοδωράκη. Μελοποιήθηκε το 1960 στο Παρίσι και ηχογραφήθηκε το Φεβρουάριο του 1962 με ερμηνευτή τον αείμνηστο Γρηγόρη Μπιθικώτση.

Το ακόλουθο τραγούδι από το συγκεκριμένο κύκλο τραγουδιών μπορεί να τραγουδηθεί από μαθητές/τριες:

Άρνηση (στο περιγιάλι το κρυφό)

Η μελοποίηση του ποιήματος αυτού βοήθησαν τους στίχους του ποιητή να φτάσουν εύκολα και ευχάριστα στα αυτιά, στα χείλη και στις καρδιές των ελλήνων.

Με την μελοποίηση όμως αυτή, το ποίημα του Σεφέρη έχασε 2 πράγματα. Πρώτον, έχασε οριστικά τον τίτλο του. Αν εξαιρέσουμε τους φιλολόγους, όλοι οι υπόλοιποι όταν αναφέρονται σ’ αυτό, χρησιμοποιούν ως τίτλο τις πρώτες λέξεις του ποιήματος Στο περιγιάλι το κρυφό ή και σκέτα Το περιγιάλι. Εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς το γιατί. Σ’ ένα λαϊκό τραγούδι όπως αυτό, ο τίτλος Άρνηση θα ηχούσε παράταιρα. Το δεύτερο πράγμα, που έχασε η Άρνηση κατά την μελοποίησή της ήταν μια άνω τελεία, για την οποία έγινε πολύς λόγος.

Στον τρίτο στίχο της τρίτης στροφής πριν την λέξη λάθος υπάρχει εν λόγω άνω τελεία. Κατά την ανάγνωση του ποιήματος εκεί στην άνω τελεία κάνουμε μια τόσο δα μικρή παύση. Η παράλειψη της άνω τελείας, αλλάζει εντελώς το νόημα του ποιήματος.

Με την μελοποίηση όμως, η παύση που επιβάλει αυτή η άνω τελεία καταργήθηκε για τις ανάγκες του ρυθμού και της μελωδίας. Ο ίδιος ο Θεοδωράκης αναφέρει [Θεοδωράκης, Μίκης (1997), Μελοποιημένη Ποίηση Α’ , Αθήνα: Ύψιλον] για το θέμα αυτό τα εξής : «…Ήθελα τα «Επιφάνια» -ακριβώς γιατί ο στίχος ήταν τόσο διανοουμενίστικος- να τα περάσω σε όσο το δυνατόν πιο πλατύ κοινό με λαϊκό μουσικό ένδυμα. Άλλωστε αυτή ήταν η πρώτη φορά που ελεύθερος στίχος φιλοδοξούσε να γίνει απλό λαϊκό τραγούδι. Να συντροφεύει δηλαδή τον κοσμάκη παντού. Στο γιαπί, στην ταβέρνα, στην εκδρομή, στην παρέα. Όταν ηχογραφούσαμε, λέω στον Μπιθικώτση «πρόσεξε την άνω τελεία. Εκεί που λες πήραμε τη ζωή μας, βάλε παύση πριν πεις λάθος». Στα αυτιά μου είχα την προτροπή – παράκληση του ποιητή: «Την άνω τελεία! Την άνω τελεία! Αλλιώτικα μου αντιστρέφεις το νόημα». Τελικά όμως αυτό αποδείχθηκε ανεφάρμοστο στην πράξη, με αποτέλεσμα να ακουστεί η λέξη «λάθος» κολλητά στο «πήραμε τη ζωή μας», δίνοντας αντίθετο νόημα στο ποίημα. Όμως πόσο κατανοητό ήταν για το λαό, που ποιος λίγο, ποιος πολύ, είχε πάρει τη ζωή του λάθος… Και μπορεί οι στίχοι να έχασαν μια άνω τελεία, το τραγούδι όμως γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Η επιτυχία μάλιστα αυτή και η ανταπόκριση που είχε στον κόσμο το τραγούδι, έκανε τον ποιητή να νιώσει σαν μικρό παιδί, λησμονώντας την απώλεια της άνω τελείας του…»

Το καλοκαίρι του 1962 ο Σεφέρης θέλησε να διαπιστώσει ο ίδιος πώς ο κόσμος τραγουδάει την ποίησή του. Ο Σεφέρης μαζί τον Θεοδωράκη και τον Γ. Π. Σαββίδη τριγυρνούσαν στις ταβέρνες της Πλάκας για να ακούσουν το Περιγιάλι το κρυφό. Γράφει σχετικά ο Μίκης: «Ποτέ ίσως ένας Σεφέρης δεν είχε γίνει σαν μικρό παιδί. Γελούσε, έλαμπε ολόκληρος από ευτυχία, και νομίζω πως εκείνη τη βραδιά επέτρεψε στην τόσο αυστηρή του καρδιά να με αγαπήσει. Στο μέτρο φυσικά του επιτρεπτού για ένα διπλωμάτη» [Θεοδωράκης, Μίκης (1997), Μελοποιημένη Ποίηση Α’ , Αθήνα: Ύψιλον].

Το τραγούδι αυτό τραγουδήθηκε πολύ κατά τη διάρκεια της Χούντας.

 

Κύκλος Τραγουδιών Πολιτεία Α’

Οι στίχοι αυτού του κύκλου τραγουδιών έχουν γραφτεί από το Δημήτρη Χριστοδούλου και η Μουσική από το Μίκη Θεοδωράκη το 1961.

Ο Δημήτρης Χριστοδούλου μιλώντας για τη συνεργασία του με το Θεοδωράκη σε τηλεοπτική εκπομπή [Σε επεισόδιο της εκπομπής της Κρατικής Τηλεόρασης Μονόγραμμα αφιερωμένης στο Δημήτρη Χριστοδούλου ] αναφέρει τα εξής: «…Τότε έρχεται ένα άλλο πρόσωπο. Ο Μίκης Θεοδωράκης. Μια προσωπικότητα που γεννιέται κι αυτή μ’ όλη αυτή τη γενιά, μαζί , μεγαλώνει, περνάει από το καμίνι και διακρίνει πως το δράμα αυτού του λαού είναι πέρα από τη διακόσμηση, πέρα από την ωραιοποίηση και γίνεται πιο μετωπικό. Θα ’λεγε κανείς είναι πιο αδρός, πιο δωρικός. Και ανοίγει αυτό που λέμε τραγούδι της δεκαετίας του ’60. Ο Θεοδωράκης δηλαδή και ο «Επιτάφιος». Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Θεοδωράκης αρχίζει με τον «Επιτάφιο». Απευθύνεται δηλαδή σ’ αυτό το λαό από τη μεριά του θρήνου, γιατί μέχρι εκείνη τη στιγμή μόνο θρήνος υπάρχει, δεν υπάρχει θρίαμβος. Έτσι λοιπόν ο λαός αυτός, με τον δυναμισμό που τον διακρίνει, το θρήνο θα τον μετατρέψει σε αγώνα. Αυτός ο λαός με τον «Επιτάφιο» είχε φτάσει στην ευτυχία κι ας τραγούδαγε ένα φόνο. Μια περίπτωση φόνου, γιατί ο φόνος ήταν καθολικός. Ο Μίκης Θεοδωράκης με όλα τα εσωτερικά μέσα που διαθέτει, θα εγείρει αυτό τον κόσμο και θα τον πάει από τη λησμονιά στη μνήμη. Και είναι γνωστό πως όταν η μνήμη μπαίνει στους ανθρώπους, αρχίζει η ποίηση. Αλλά η ποίηση μόνη της απαιτεί ή έναν λαό που ζει με την ποίηση, που διαλέγεται με την ποίηση , κάνει κοινωνική ζωή με την ποίηση ή στους μοντέρνους καιρούς μας, όπως έχουμε παρατηρήσει, καθώς έχει μπει η ποίηση μέσα στους κλειστούς χώρους, είναι μια τέχνη που δύσκολα ενώνει τους ανθρώπους. Η μουσική όμως είναι ένας ελεύθερος χώρος, ένας χώρος ο οποίος ποτέ δεν κλείστηκε σε βαθμό που να φτάσει σ’ ένα δωμάτιο, όπως κάποτε ή και σήμερα ακόμα η ποίηση. Έτσι λοιπόν, πολύ σωστά ο πανευφυής Θεοδωράκης συνέλαβε και αναγνώρισε μέσα του μια ιστορική αλήθεια. Πως για να πάει η ποίηση στον κόσμο, πρέπει να ανέβει και στα φτερά της μουσικής. Ήταν αναγκαίο να βρει ο λαός την έκφρασή του, να βρει το δικό του χώρο, να βρει τους δρόμους για να εκφράσει τα δικά του προβλήματα. Μέχρι τότε, ο λαός απλώς διασκεδάζει. Νομίζει… Στην επιφάνεια συμβαίνει αυτό… Αλλά μέσα βαθιά υπάρχει μια τρομερή πληγή που λέγεται κατοχή, πόλεμος, ήττα. Κουβεντιάζοντας με το Θεοδωράκη για όλα αυτά τα πράγματα, φτάσαμε στο συμπέρασμα πως πρέπει να πλατύνει το τραγούδι, να γεμίσει η χώρα από την ποίηση και μπήκε ξαφνικά ένα πάρα πολύ σοβαρό πρόβλημα. Κι αυτό όχι από μας. Αλλά απ ’το περιβάλλον. Τι σημαίνει η ποίηση περασμένη σε μελωδίες, όπου κυριαρχεί το μπουζούκι; Το μπουζούκι το περιφρονημένο, για να μην πω από ορισμένες πλευρές κατάπτυστο. Ο ποιητής, η ποίηση και το μπουζούκι; Βέβαια τους δικαιολογώ. Δεν μπορούσαν να καταλάβουν ότι το όργανο που κρατάει ο Μακρυγιάννης, μπορεί να το κρατήσει και ο Βαμβακάρης και ο Χιώτης και όλοι οι νεότεροι. Τα όργανα δεν είναι εκείνα που κάνουν την έκφραση, τα όργανα μ’ αυτό που εκφράζουν αξιοποιούνται. Στην πορεία του τραγουδιού με την ποίηση μαζί, μπήκανε πολλά ερωτήματα. Το πρώτο ερώτημα ήτανε γιατί όλο αυτό το πράγμα να γίνει με βάση το μπουζούκι, που ήταν περιθωριακό. Δικαιώθηκε. Το άλλο ερώτημα ήτανε, αν πρέπει η ποίηση να μελοποιείται. Κι αυτό δικαιώθηκε. Καλώς μελοποιήθηκε. Ένα άλλο ερώτημα που μπήκε είναι εάν η ποίηση, βγαίνοντας με τη μουσική πλατιά στον κόσμο, ωφελήθηκε ή έχασε. Δεν ξέρω πόσο κατάλαβε ο κόσμος την ποίηση αλλά ένα είναι βέβαιο. Πληροφορήθηκε ότι υπάρχει ποίηση, υπάρχουν ποιητές και υπάρχει μια άλλη ματιά για τη ζωή, για το φαινόμενο της ζωής, μια προϋπόθεση δηλαδή για να πλουτιστεί περισσότερο η ψυχή του ανθρώπου. Όταν ο Μίκης θα μου μιλήσει για τραγούδια - γιατί ο «Επιτάφιος» είναι μία σύνθεση- του λέω ότι έχω μια σειρά τραγούδια και θα στα δώσω να τα δεις… Αν σου κάνουν τα προχωρείς, αλλιώτικα βλέπουμε…»

Ο Μίκης Θεοδωράκης αναφέρει σχετικά με τη συνεργασία του με το Δημήτρη Χριστοδούλου [Θεοδωράκης, Μίκης (1997), Μελοποιημένη Ποίηση Α’ , Αθήνα: Ύψιλον] τα εξής: «…Στο μεταξύ η συνάντησή και συνεργασία μου με δυο νεότερους ποιητές – τον Τάσο Λειβαδίτη και τον Δημήτρη Χριστοδούλου – θα βοηθούσε τη μουσική μου να ακολουθήσει νέους δρόμους. Μαζί τους ολοκλήρωσα δυο μεγάλους λαϊκούς κύκλους τραγουδιών μου, το «Αρχιπέλαγος» και την «Πολιτεία». Ο Δημήτρης Χριστοδούλου μου έδωσε στίχους. Έγραψε μια σειρά ποιήματα εμπνευσμένος απ’ τη μέθη εκείνης της εποχής κι εγώ κουβαλούσα μαζί μου τους στίχους του και τους στίχους του Λειβαδίτη στις σκοτεινές πόλης της Ευρώπης, στο Παρίσι και στο Λονδίνο. Με τη μικρή Μαργαρίτα στα πόδια μου, συνέθεσα έτσι πάνω στα ποιήματα των Χριστοδούλου και Λειβαδίτη τα υπόλοιπα τραγούδια του «Αρχιπελάγους» και της «Πολιτείας», δηλαδή τα «Θ’ αφήσω τη μανούλα μου», «Φεύγω μακριά πατρίδα μου», «Καημός», «Βράχο βράχο», «Παράπονο» του Χριστοδούλου και το «Έχω μια αγάπη» του Λειβαδίτη. Όταν ο Στέλιος Καζαντζίδης τραγούδησε το «Βράχο βράχο», που έσπασε τότε όλα τα ρεκόρ πωλήσεων, ήταν ήδη ένας βασιλιάς του λαϊκού τραγουδιού. Όμως μαζί μου θυμήθηκε τον άλλο εαυτό του, τον καταπιεσμένο, της προσφυγιάς και της Μακρονήσου, έτσι που έβγαλε όλη την τρυφερότητα και την αγάπη που τον πλημμυρίζανε. Γίναμε φίλοι κολλητοί. Μαζί φυσικά κι η Μαρινέλλα. Συχνά κοιμόμασταν κάτω απ ’την ίδια στέγη, ιδιαίτερα μετά τα λουκούλεια γεύματα στη Δροσιά, με πεϊνερλί και όλες τις ποντιακές λιχουδιές….»

Το ακόλουθο τραγούδι από το συγκεκριμένο κύκλο τραγουδιών μπορεί να τραγουδηθεί από μαθητές/τριες:

Βράχο – βράχο τον καημό μου

Το τραγούδι αυτό ηχογραφήθηκε στις 12 Μαρτίου 1961 με ερμηνευτές το Στέλιο Καζαντζίδη και τη Μαρινέλλα και μας παραπέμπει στην εμφυλιακή και μεταεμφυλιακή περίοδο, την οποία έζησαν τόσο ο Δημήτρης Χριστοδούλου όσο και ο Μίκης Θεοδωράκης. Επί Χούντας, απαγορεύτηκε η κυκλοφορία και η αναπαραγωγή του συγκεκριμένου τραγουδιού σε οποιονδήποτε ιδιωτικό ή δημόσιο χώρο. Παρ’ όλα αυτά, κατά τη διάρκεια της Χούντας υπήρξε από τα αγαπημένα (αν και απαγορευμένα) λαϊκά ακούσματα του Ελληνικού λαού.

 

Το γελαστό παιδί

Ο Brendam Beham έγραψε το 1958 το θεατρικό έργο Ένας Όμηρος, το οποίο διαδραματίζεται στο Δουβλίνο όπου ένας νεαρός άγγλος στρατιώτης κρατείται όμηρος ως αντίποινα για τη φυλάκιση ενός νεαρού μέλους του ΙRA, ενώ μέσα στην ομήγυρη εκτυλίσσεται μια ερωτική ιστορία στον πίσω καμβά των πολιτικών σκοπιμοτήτων.

Το έργο αυτό παρουσιάστηκε δύο φορές στην Αθήνα: το 1962 και το 1966 και τις δύο φορές σε σκηνοθεσία του Λεωνίδα Τριβιζά και σκηνικά του Γιάννη Τσαρούχη. Η πρώτη είχε πρωταγωνιστές τη Νέλλη Αγγελίδου, τον Κώστα Μπάκα και την Τασσώ Καββαδία και η δεύτερη τη Μάρθα Βούρτση και τον Τίτο Βανδή.

Γι' αυτήν ακριβώς την παράσταση τη μουσική είχε γράψει ο Μίκης Θεοδωράκης και μάλιστα τα τραγούδια της κυκλοφόρησαν αμέσως μετά, με ερμηνεύτρια την Ντόρα Γιαννακοπούλου. «Το μόνο που θυμάμαι είναι πως είχα μια άρνηση να τα πω. Ο Μίκης με ενθάρρυνε», αναφέρει η Ντόρα Γιαννακοπούλου ενώ σκιαγραφεί το κλίμα της εποχής που ανέβηκε η παράσταση: «Ήταν ένας χώρος εκπληκτικός το Κυκλικό Θέατρο του Τριβιζά. Ο κόσμος ανάμεικτος και πολλή νεολαία».

Ανάμεσα στα τέσσερα τραγούδια της παράστασης περιλαμβάνεται και Το γελαστό παιδί με τη συνοδεία της κιθάρας του σολίστα Δημήτρη Φάμπα - και, όπως είναι φυσικό για εκείνη την εποχή, τα τραγούδια έπεσαν πάνω στη λογοκρισία, οι στίχοι απορρίφθηκαν και ο Μίκης προχώρησε στη φωνοληψία των τραγουδιών - εκτός δισκογραφίας - και με μόνο ερμηνευτή (μια φωνή και ένα πιάνο) τον ίδιο.

Λίγο αργότερα ο γενικός διευθυντής της δισκογραφικής εταιρίας Lyra Αλέκος Πατσιφάς κατόρθωσε να πάρει την έγκριση της λογοκρισίας και έτσι ηχογραφήθηκε ο δίσκος με ορχήστρα και ερμηνευτή τον ίδιο συνθέτη - 16 τραγούδια. Το 1966 ακολούθησε ο δίσκος με τη Μαρία Φαραντούρη, αν και λόγω δικτατορίας κυκλοφόρησε εφτά χρόνια μετά [Ιδέ Μανιάτης, Δημήτρης (2012), «Ένας κόσμος μια ιστορία, Το Γελαστο Παιδί 1966», εφημερίδα Τα Νέα, 6 Αυγούστου 2012].

Οι στίχοι του τραγουδιού αυτού μιλάν για τον Ιρλανδικό Αγώνα και εμφύλιο. Την εποχή εκείνη το τραγούδι αυτό έγινε άτυπα ο ύμνος της Ε.Δ.Α. και μεταπολιτευτικά το τραγούδι αυτών που έχασαν τη ζωή τους για τη Δημοκρατία και την Ελευθερία.

 

Κύκλος τραγουδιών Άξιον Εστί

Οι στίχοι αυτού του κύκλου τραγουδιών έχουν γραφτεί από τον Οδυσσέα Ελύτη και η μουσική από το Μίκη Θεοδωράκη το 1961 στο Παρίσι. Ο ίδιος ο Ελύτης έστειλε με το ταχυδρομείο στο Μίκη Θεοδωράκη το ποιητικό του έργο Άξιον Εστί. Την εποχή εκείνη ο Μίκης Θεοδωράκης ήθελε να δώσει νέα πνοή στο ελληνικό λαϊκό τραγούδι και το ποιητικό έργο Άξιον Εστί ενέπνευσε τόσο πολύ τον Θεοδωράκη, που την ίδια μέρα που το έλαβε σχεδίασε κάποια από τα μέρη του. Η ηχογράφηση αυτού του κύκλου τραγουδιών έγινε το 1964 με ερμηνευτή τον αείμνηστο Γρηγόρη Μπιθικώτση.

 

Κύκλος Τραγουδιών Ρωμιοσύνη

Οι στίχοι αυτού του κύκλου τραγουδιών έχουν γραφτεί από τον Γιάννη Ρίτσο και η μουσική από το Μίκη Θεοδωράκη το 1966. Συγκεκριμένα, στις 6 Ιανουαρίου του 1966 ένας άγνωστος τοποθέτησε χειρόγραφο με αποσπάσματα από το ποιητικό έργο Αγρυπνιά του Γιάννη Ρίτσου πάνω αναλόγιο του πιάνου του Μίκη Θεοδωράκη στο σπίτι του στη Νέα Σμύρνη. Το ποιητικό αυτό έργο ενέπνευσε τόσο πολύ τον Θεοδωράκη, που συνέθεσε άμεσα τη Ρωμιοσύνη. Την επόμενη μέρα ο Γιάννης Ρίτσος άκουσε την εν λόγω σύνθεση του Θεοδωράκη και έμεινε άφωνος.

Ο συγκεκριμένος κύκλος τραγουδιών απαγορεύτηκε κατά τη διάρκεια της Χούντας (1967-1974), παρ’ όλα αυτά ο λαός τραγουδούσε αυτά τα τραγούδια στα κρυφά. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το Μάρτιο του 1969 σε ταβέρνα των Εξαρχείων στην Αθήνα 13 άτομα συνελήφθησαν και παραπεμφθήκαν στο αυτόφωρο επειδή τραγουδούσαν τραγούδια από τη Ρωμιοσύνη.

Τραγούδια από το Ρωμιοσύνη ακούγονταν επίσης από τα μεγάφωνα του Πολυτεχνείου, κατά την Εξέγερση του 1973.

 

Σωτήρης Πέτρουλας

Ο Σωτήρης Πέτρουλας ήταν φοιτητής που δολοφονήθηκε τον Ιούλιο του 1965 κατά τη διάρκεια διαδήλωσης στην Αθήνα («Ιουλιανά»). Ο Μίκης Θεοωδωράκης έγραψε αυτό το τραγούδι αμέσως μετά το θάνατο του Σωτήρη Πέτρουλα. Για λόγους λογοκρισίας, κυκλοφόρησε αμέσως μετά τη μεταπολίτευση.

 

Ήλιε ήλιε αρχηγέ

Το τραγούδι αυτό, σε μουσική και στίχους του Διονύση Σαββόπουλου γράφτηκε το 1966. Στο τραγούδι αυτό, ο Διονύσης Σαββόπουλος τη συντροφικότητα, τη δίψα και την ελπίδα για μια καλύτερη ζωή. Ο ήλιος γίνεται σύμβολο της λάμψης και της δύναμης της επερχόμενης αλλαγής, απέναντι στο «σκοτάδι» της υπάρχουσας πολιτικής κατάστασης. Αξίζει να σημειωθεί πως η αρχική ονομασία του τραγουδιού, που ελέγχθηκε από την λογοκρισία ως παραπέμπουσα ευθέως στον κομουνισμό, ήταν «Ήλιε κόκκινε αρχηγέ». Ο στίχος «ήλιε κόκκινε αρχηγέ» καταγράφεται για πρώτη φορά σε επίσημη έκδοση το 1983, αν και ο ίδιος σε παραστάσεις του ή επανεκτελέσεις κράτησε το «ήλιε ήλιε αρχηγέ». Αρκετά χρόνια αργότερα δήλωσε: «Περνώντας τα χρόνια δεν το ήθελα και εγώ ο ίδιος πια, ούτε να 'ναι κόκκινος ούτε πράσινος ούτε μπλε. Ήθελα να 'ναι ένας έφηβος που κάνει τον ήλιο αρχηγό του, ανεξαρτήτως χρώματος» [Σαββόπουλος, Διονύσης (1983) Τα λόγια από τα τραγούδια. Αθήνα: Ίκαρος σελ. 12]


 3c3480bb216a5e4a6186130f28cf7e8f

Έντεχνα λαϊκά τραγούδια που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της Χούντας

Εδώ θα παρουσιαστούν Έντεχνα λαϊκά τραγούδια που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της Χούντας με έμμεσα μηνύματα κατά αυτής και τραγουδήθηκαν πολύ κατά τη διάρκεια της Eπταετίας (και όχι μόνο).

 

Κύκλος Τραγουδιών Ο Ήλιος και ο Χρόνος

Ο Μίκης Θεοδωράκης συνελήφθη τον Αύγουστο του 1967 και οδηγήθηκε στην Ασφάλεια, χωρίς να ξέρει τι θα του συμβεί. Ήτανε προετοιμασμένος για τα πάντα, ακόμα και για την εκτέλεσή του. Έτσι, τον Σεπτέμβριο εκείνης της χρονιάς έγραψε συνολικά 32 ποιήματα με τον τίτλο Ο ήλιος και ο χρόνος, από τα οποία μελοποιήθηκαν τα 15 από τον ίδιο. Παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά στο Παρίσι το 1971 στο Palais de Chaillot, με ερμηνευτές τη Μαρία Φαραντούρη, τον Αντώνη Καλογιάννη, τη Μαρία Δημητριάδη και τον Πέτρο Πανδή και τον Georges Wilson στον ρόλο του μεταφραστή για το γαλλικό κοινό.

Τα τραγούδια που μπορούν να τραγουδηθούν από μαθητές και μαθήτριες από το κύκλο τραγουδιών Ο ήλιος και ο χρόνος είναι τα εξής:

Γεια σου Ακρόπολη

 

Ο Χρόνος Διαλύεται

Έκτη Σεπτεμβρίου

Η οδοντοστοιχία του ήλιου

Όταν σταματήσει ο χρόνος

Ήλιε θα σε κοιτάξω στα Μάτια

Επάνω στο ξερό χώμα

 

Λίγο ακόμα

Πνευματική «συνέχεια» των ποιημάτων Ο Ήλιος και ο Χρόνος υπήρξε η δημιουργία του Επιφάνια-Αβέρωφ, (από το ποίημα του Γιώργου Σεφέρη Επιφάνια 1937) έργο που γεννήθηκε κατά τη μεταφορά του συνθέτη στις Φυλακές Αβέρωφ – όπου πιστός του σύντροφος στις δυσκολίες στάθηκε η ποίηση του Σεφέρη – και τελειοποιήθηκε κατά τον εκτοπισμό του στη Ζάτουνα Αρκαδίας. Το έργο αυτό όμως είναι εξαιρετικά δύσκολο ακόμα και για μαθητές/τριες δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Το μόνο τραγούδι που μπορεί να τραγουδηθεί είναι το Λίγο Ακόμα, το οποίο είναι μέρος του ποιητικού έργου του Γιώργου Σεφέρη του 1935 Μυθιστόρημα.

Το έργο αυτό παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Παρίσι το 1971 στο Palais de Chaillot, μαζί με τον κύκλο τραγουδιών Ο Ήλιος και ο Χρόνος.

 

Κύκλος τραγουδιών Τα τραγούδια του Ανδρέα

Ο Κύκλος τραγουδιών Τα τραγούδια του Ανδρέα είναι γραμμένος από το Μίκη Θεοδωράκη (στίχοι και μουσική) στο Βραχάτι Κορινθίας το 1968 και αφιερωμένο στον Ανδρέα Λεντάκη, αγωνιστή του αντιδικτατορικού αγώνα. Αναφέρεται σε πραγματικά γεγονότα και κυρίως στα βασανιστήρια που υποβάλλονταν και ο Μίκης Θεοδωράκης και ο Ανδρέας Λεντάκης κατά τη διάρκεια της Χούντας. Ηχογραφήθηκαν για πρώτη φορά στο Παρίσι το 1971.

Τα τραγούδια που μπορούν να τραγουδηθούν από μαθητές και μαθήτριες από το συγκεκριμένο κύκλο τραγουδιών είναι τα εξής:

Είμαστε δυο

Το σφαγείο

 

Κύκλος Τραγουδιών Τα τραγούδια του Αγώνα

Περιλαμβάνονται τραγούδια με κοινή θεματολογία τη θυσία των αγωνιστών στον αγώνα κατά της στρατιωτικής χούντας στην Ελλάδα. Ο Θεοδωράκης έγραψε τα τραγούδια αυτά κατά το διάστημα μεταξύ Οκτωβρίου του 1969 και Απριλίου 1970, στο Βραχάτι, όπου ήταν σε κατ’ οίκον περιορισμό, στη Ζάτουνα Αρκαδίας, όπου ήταν σε εξορία, και στις φυλακές του Ωρωπού Αττικής όπου ήταν κρατούμενος. Τα τραγούδια αυτά ηχογραφήθηκαν για πρώτη φορά στο Λονδίνο το 1971, με ερμηνευτές το Μίκη Θεοδωράκη, τη Μαρία Φαραντούρη, τη Μαρία Δημητριάδη και το Λάκη Καραλή.

Τα τραγούδια που μπορούν να τραγουδηθούν από μαθητές και μαθήτριες από το συγκεκριμένο κύκλο τραγουδιών είναι τα εξής:

Οι πρώτοι νεκροί (Πάλης Ξεκίνημα)

Οι στίχοι του τραγουδιού αυτού έχουν γραφτεί από τον Αλέκο Παναγούλη, ο οποίος συμμετείχε ενεργά στον αγώνα εναντίον της Χούντας και μεταξύ άλλων οργάνωσε την αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του Γεωργίου Παπαδόπουλου τον Αύγουστο του 1968. Η μουσική του τραγουδιού αυτού έχει γραφτεί από το Μίκη Θεοδωράκη το 1970, όταν βρισκόταν στις φυλακές του Ωρωπού ως πολιτικός κρατούμενος της Χούντας. Το τραγούδι αυτό ερμηνεύτηκε από το Μίκη Θεοδωράκη, τη Μαρία Φαραντούρη.

Μην ξεχνάς τον Ωρωπό

Tο τραγούδι αυτό (στίχοι και μουσική) γράφτηκε το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο Μίκης Θεοδωράκης βρισκόταν έγκλειστος στις φυλακές Ωρωπού Αττικής, ως πολιτικός αντίπαλος της Χούντας. Από το 1979 ως σήμερα στο κτίριο αυτό στεγάζεται το πρώτο Γυμνάσιο Ωρωπού.

Ο Λεβέντης

Tο τραγούδι αυτό γράφτηκε το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο Μίκης Θεοδωράκης βρισκόταν έγκλειστος στις φυλακές Ωρωπού ως πολιτικός αντίπαλος της Χούντας. Οι στίχοι είναι του Νότη Περγιάλη. Το τραγούδι ερμηνεύτηκε από τη Μαρία Δημητριάδη

Διότι δεν συνεμμορφώθην.

Το τραγούδι αυτό γράφτηκε το καλοκαίρι του 1969 στη φυλακή από το Μίκη Θεοδωράκη και τραγουδιόταν στην τραπεζαρία των φυλακών από τους κρατούμενους.

Η αυλή

Οι στίχοι του τραγουδιού αυτού είναι του Μάνου Ελευθερίου

Στην Ελλάδα σήμερα

Οι στίχοι του τραγουδιού αυτού γράφτηκαν από τον Αλέκο Παναγούλη όταν αυτός βρισκόταν στις φυλακές του Μπογιατίου.

 

 

Στο Νικηφόρο Μανδηλαρά

Οι στίχοι του τραγουδιού αυτού γράφτηκαν από τον Αλέκο Παναγούλη. Ο Νικηφόρος Μανδηλαράς ήταν νομικός, δημοσιογράφος και εκδότης εφημερίδας. Λόγω της πολιτικής του δράσης σκοτώθηκε από το καθεστώς της Χούντας το Μάιο του 1967, καθώς προσπαθούσε να διαφύγει από την Ελλάδα.

 

Ποιος τη ζωή μου

Σε συνέντευξή του ο στιχουργός του τραγουδιού αυτού, Μάνος Ελευθερίου στην Κρυσταλλία Πατούλη αναφέρει τα εξής σχετικά με τους στίχους του τραγουδιού αυτού: «… Είχα στείλει τα τραγούδια στον Μίκη Θεοδωράκη, το Γενάρη 1971, νομίζω, στο Λονδίνο που έμενε τότε με τη Μαρία Δημητριάδη και από ότι μου έγραψε μετά η Μαρία, ο Μίκης μόλις τα έλαβε κάθισε και έγραψε τα τραγούδια αυθημερόν και συμπεριελήφθησαν μετά στο δίσκο «Τα τραγούδια του αγώνα». Αλλά ούτε θυμάμαι πως γράφτηκαν. Τίποτα δεν θυμάμαι. Ήταν δύσκολη εποχή, μέσα στη δικτατορία… Κι έχω καιρό να το ακούσω. Αλλά νομίζω ότι έχει αντίκτυπο στον κόσμο. Από ότι μου έλεγε ο Κατσιμίχας όποτε το τραγουδάνε το αποθεώνουν….» [Το τραγούδι αυτό έχει ερμηνευτεί και από τους Χάρη και Πάνο Κατσιμίχα το 2000 στη δισκογραφική τους δουλειά Τρύπιες Σημαίες]

 Ο Μάνος Ελευθερίου αναφέρει στην ίδια συνέντευξη σχετικά με το στίχο «που πήγε αυτός που ξέρει να μιλά» τα εξής: «… Ήταν αυτοί οι άνθρωποι που μπορούσαν να κάνουνε κάτι και εξαφανίστηκαν. Αν είχαν τη δυνατότητα και τις ευκαιρίες να αναδειχτούν σε ηγετικές μορφές θα μπορούσαν να βοηθήσουν. Πρέπει να υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι. Όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και τις ευρωπαϊκές χώρες. Για παράδειγμα, είχα γνωρίσει κάποιον εκείνα τα χρόνια που το έγραψα, ο οποίος θα γινόταν μεγάλη προσωπικότητα αλλά πέθανε στα 28 του χρόνια. Ήταν και γι αυτόν αυτός ο στίχος. Θα γινόταν πολύ σημαντικός κριτικός βιβλίων, συγγραφέων, ήταν μεγάλη μορφή… Αλλά αλλιώς τα είχε κανονίσει ο Πανάγαθος και τον πήρε κοντά του (τα λέμε… έτσι όπως τα λέει και πολύς κόσμος)…» .

Ομπρός βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο

Το τραγούδι αυτό, σε στίχους Άγγελου Σικελιανού και μουσική Μίκη Θεοδωράκη είναι απόσπασμα από το λαϊκό ορατόριο Πνευματικό Εμβατήριο. Ο Μίκης Θεοδωράκης έγραψε τη μουσική του έργου αυτού όσο ήταν εξόριστος στη Ζάτουνα Αρκαδίας το 1969. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά (όπου και ηχογραφήθηκε) στο Λονδίνο στην αίθουσα Royal Albert Hall το 1970 με ερμηνευτές τους Αντώνη Καλογιάννη, Μαρία Φαραντούρη και Γιάννη Θεοχάρη.

Ο Μίκης Θεοδωράκης αναφέρει σχετικά με τη σύνθεση αυτού του τραγουδιού τα εξής: «…Ο Σικελιανός είναι ένας θεός που κατέβηκε από τον Παρνασσό και ήρθε να ζήσει ανάμεσά μας για να μας πει αυτά τα οποία δεν τ’ ακούσαμε τότε· ότι, αυτή είναι η ουσία σου, Έλληνα· μην κοιτάζεις την τραγική ζωή σου, την πείνα σου, την ασχήμια σου, που είναι αποτέλεσμα των στερήσεων που άλλοι σου έχουν επιβάλει· μέσα σου είσαι ωραίος, είσαι μεγάλος, είσαι κληρονόμος αυτής της ομορφιάς, κι εγώ την παίρνω και στη δίνω. Είχε αυτό το τεράστιο όραμα μέσα του. Δεν μπόρεσε φυσικά να το ολοκληρώσει… Εγώ, όταν ήμουν στη Ζάτουνα και διάβαζα στίχους του, νόμιζα ότι είχαν γραφτεί για εκείνη ακριβώς την εποχή. Και, θυμάμαι, όταν συνέθετα το “Πνευματικό Εμβατήριο”, είχαμε τέτοια επίγνωση του τι κάνουμε, που η γυναίκα μου μου έλεγε “τελείωσέ το γρήγορα να το στείλεις να το ακούσουν οι Έλληνες“.

Ήταν Χριστούγεννα και η γυναίκα μου μαζί με τα παιδιά έφυγαν για την Αθήνα κι έμεινα μόνος – απομονώθηκα γιατί έγραφα το “Πνευματικό Εμβατήριο”. Έξω είχε ενάμισι μέτρο χιόνι. Κάποιος καλός χωρικός εκεί, ο Λάμπρος Μπιτούνης, μου έφερνε με την άδεια της Χωροφυλακής σούπα και φαγητό. Οι φρουροί απ’ έξω κρύωναν και φώναζαν “Κύριε Μίκη, δεν θα βγείτε για βόλτα;”· λέω “γράφω μουσική”. Τελικά, σε μια άγρια καταιγίδα μπήκαν κι αυτοί μέσα -που ήταν απαγορευμένο μπας και τους χαλάσω. Είχα μια σόμπα, είχα τσικουδιά, καρύδια, λέω “παιδιά, φάτε, πιείτε, αλλά αφήστε με να τελειώσω”. Έγραφα λοιπόν το Ομπρός βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω απ’ την Ελλάδα… Το συνέθετα, έβαζα τις συγχορδίες, το τραγουδούσα στο πιάνο· αυτοί πίνανε τσικουδιά· κάποια στιγμή σηκωθήκανε κι άρχισαν να τραγουδούν κι αυτοί μαζί μου. Τέλειωσα, γιατί ήταν στο τέλος του αυτό. Σηκώνομαι, πίνω κι εγώ τσικουδιές, λέει “πάμε στο καφενείο”. Λέω “είναι ώρα απαγορευμένη”, “δε μας νοιάζει”, λένε, “πάμε. Τώρα εδώ εμείς έχουμε απογειωθεί!” Κι όπως ήμασταν έτσι κόκκινοι, γεμάτοι τσίπουρο, πάμε στο καφενείο. Ήταν γεμάτο χωροφύλακες -είχα 18 φρουρούς και δύο υπαξιωματικούς- και χωρικούς, γεμάτο καπνούς, μία σόμπα, πίνανε όλοι, ζέστη, δεν περίμεναν να με δουν. Μόλις μπαίνουμε μέσα, ένας χωροφύλακας -καλή του ώρα- άρχισε να λέει: “Ομπρός, βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω απ’ την Ελλάδα“. Του λέω “τρελάθηκες;” λέει “πάμε σπίτι όλοι, να σας παίξει ο Μίκης το καινούργιο του τραγούδι”. Κι όπως είμαστε, ξαναπήγαμε σπίτι απάνω, κι έτσι έγινε η πρώτη συναυλία του έργου με ακροατήριο τους φρουρούς μου…

Αυτός ο στίχος έβλεπα ότι περνούσε μέσα από το πετσί τους, μέσα από τα σπλάχνα τους και τα αναστάτωνε και γούρλωναν τα μάτια… Εκεί πάνω φρουροί και φρουρούμενοι ήταν ένα πράγμα· ήμασταν Έλληνες όλοι. Η Ελλάδα· αυτός ο πόνος αυτής της κακορίζικης, της φτωχής πατρίδας, που όλοι την αγαπούν… » [Αγγελικόπουλος, Βασίλης (1997), «Μουσικές για τον Σικελιανό», εφημερίδα Καθημερινή ένθετο Επτά Ημέρες, 6 Ιουλίου 1997].

 

Έντιμο Αίμα ( Τα Παιδιά)

Οι στίχοι του τραγουδιού αυτού είναι του Οδυσσέα Ελύτη και η μουσική του Γιάννη Μαρκόπουλου. Κυκλοφόρησε το 1969 ερμηνευμένο από τη Μαρία Δημητριάδη.

 


 

3c3480bb216a5e4a6186130f28cf7e8f

Έντεχνα λαϊκά τραγούδια που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της Χούντας (συνέχεια)

Εδώ θα παρουσιαστούν Έντεχνα λαϊκά τραγούδια που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της Χούντας με έμμεσα μηνύματα κατά αυτής και τραγουδήθηκαν πολύ κατά τη διάρκεια της Eπταετίας (και όχι μόνο).

 

Κύκλος Τραγουδιών Ελεύθεροι Πολιορκημένοι

Το 1971 γράφτηκε ο κύκλος τραγουδιών Ελεύθεροι Πολιορκημένοι σε στίχους του Παναγιώτη Παναγιωτούνη και μουσική της Τερψιχόρης Παπαστεφάνου. Ο συγκεκριμένος κύκλος τραγουδιών έχει μεν θέμα την πολιορκία του Μεσολογγίου, αλλά σε αυτή υποβόσκουν έντονα μηνύματα κατά της Χούντας. Τα τραγούδια ερμήνευσαν η Δανάη Μπαρμπούτη, η χορωδία Τρικάλων και ο Γιάννης Μπογδάνος.

 

Δεν υπάρχει ο θάνατος

Οι στίχοι του τραγουδιού αυτού είναι του Γιάννη Νεγρεπόντη και η μουσική του Χρήστου Λεοντή. Κυκλοφόρησε το 1971 ερμηνευμένο από το Γιώργο Φωτόπουλο.

 

Μίλα μου για τη λευτεριά

Το 1971 ανέβηκε η θεατρική παράσταση Ο Δρόμος σε κείμενα του Λευτέρη Παπαδόπουλου και μουσική του Μίμη Πλέσσα με θέμα την περίοδο 1940-1941, τον ιταλικό φασισμό και τη γερμανική κατοχή. Η παράσταση διακόπηκε τέσσερις μήνες μετά την πρεμιέρα της από το καθεστώς της Χούντας με συνοπτικές διαδικασίες, θεωρώντας ότι σε αυτή υπάρχουν αντιδικτατορικά μηνύματα. Το σύνολο των τραγουδιών της θεατρικής αυτής παράστασης κυκλοφόρησαν τον Οκτώβριο του 1974 υπό τον τίτλο Μίλα μου για τη λευτεριά με ερμηνευτές το Γιάννη Πουλόπουλο και τη Ρένα Κουμιώτη.

Τα τραγούδια που θα μπορούσαν να τραγουδηθούν από μαθητές και μαθήτριες από αυτή τη δουλειά είναι τα εξής:

Αυτόν τον ουρανό

 

{youtube}swGQ-4GhxUA{/youtube}

Φεγγάρι μου φυλακισμένο

Μίλα μου για τη λευτεριά

Έξι άντρες

Οι τελευταίες μέρες

 


Αχ χελιδόνι μου

Το τραγούδι αυτό είναι προϊόν μίας συζήτησης που είχαν ο Γιώργος Νταλάρας και ο Μάνος Λοΐζος, το 1971. Λίγες μέρες μετά τη συζήτηση αυτή ο Μάνος Λοΐζος τηλεφώνησε στο Γιώργο Νταλάρα καλώντας τον σπίτι του για ν’ ακούσει κάτι. Αυτό το «κάτι» ήταν το τραγούδι Αχ χελιδόνι μου σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου [Παπαδόπουλος, Λευτέρης (2000), Τα Τραγούδια μου, Αθήνα: Κάκτος]. Ο Γιώργος Νταλάρας κατενθουσιάστηκε με το τραγούδι αυτό, το οποίο και ηχογράφησε.

Παρά το γεγονός ότι οι στίχοι του τραγουδιού αυτού περιγράφουν τόσο παραστατικά κι εμφατικά τα δύσκολα χρόνια που βίωνε εκείνα τα χρόνια η Ελλάδα υπό τον δικτατορικό ζυγό, το τραγούδι δεν αντιμετώπισε κανένα πρόβλημα με τη χουντική λογοκρισία.

 

 

Κύκλος Τραγουδιών 18 Λιανοτράγουδα της Πικρής Πατρίδας

Σύμφωνα με τον ποιητή Γιάννη Ρίτσο γράφτηκαν σχεδόν όλα (και συγκεκριμένα τα 16 από τα 18 τετράστιχα) μέσα σε μια μέρα. Ήταν Σεπτέμβρης του 1968 κι ο εξόριστος στο Παρθένι της Λέρου, Γιάννης Ρίτσος, αποφάσισε να γράψει νέα ποιήματα -ύστερα από παράκληση του Μίκη Θεοδωράκη να μελοποιήσει ανέκδοτο δικό του υλικό. Τα Δεκαοχτώ λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδα είναι αφιερωμένα στον Μίκη Θεοδωράκη, ο οποίος τα μελοποίησε στο Παρίσι κατά την περίοδο 1971-1973.

Η πρώτη παρουσίαση των τραγουδιών αυτών έγινε στις 17 Ιανουαρίου 1973 στο Λονδίνο στην αίθουσα Royal Albert’s Hall σε ερμηνείες των: Μαρία Φαραντούρη, Πέτρο Πανδή, Αφροδίτη Μάνου, Αχιλλέα Κωστούλη και τον ίδιο το συνθέτη.

Η πρώτη ηχογράφηση του κύκλου αυτού τραγουδιών έγινε το 1973 στο Παρίσι με τους/τις ίδιους/ες ερμηνευτές/τριες και κυκλοφόρησε στην Γαλλία την ίδια χρονιά από την EMI France.

Παράλληλα ηχογραφήθηκε και στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια της Χούντας, κρυφά, σε ερμηνεία Γιώργου Νταλάρα και Άννας Βίσση. Σχετικά με την ηχογράφηση αυτή ο Μίκης Θεοδωράκης αναφέρει τα εξής [Ιδέ ένθετο της κασετίνας Ο Μουσικός Κόσμος του Μίκη Θεοδωράκη]: «…Νομίζω ότι στα μέσα του 1972 ήρθε ο Γιώργος Νταλάρας στο Παρίσι μαζί με τον Αχιλλέα Θεοφίλου. Θυμάμαι μια ολόκληρη μέρα που τους έπαιζα και τραγουδούσα τα νέα μου τραγούδια και ανάμεσά τους τα Λιανοτράγουδα. Τότε τα πρωτάκουσε και μαζί με την εταιρεία αποφάσισαν να τα κυκλοφορήσουν παρά την απαγόρευση. Πρέπει να σημειωθεί ότι την εποχή εκείνη ξέσπασαν τα γεγονότα στο Πολυτεχνείο, οπότε η απαγόρευση της μουσικής μου από τη Χούντα, που ίσχυε πάντα, έγινε ακόμα πιο αυστηρή. Ήταν ένα τόλμημα να ηχογραφήσουν και να κυκλοφορήσουν αυτό το έργο κάτω από τη μύτη της σπαρασσόμενης Χούντας. Γι' αυτό κι εγώ, εξόριστος ακόμα, υποδέχτηκα αυτή την πράξη με συγκίνηση και ευγνωμοσύνη. Το ίδιο εξακολουθώ να αισθάνομαι και σήμερα. Τους ευχαριστώ»

Με την πτώση της χούντας κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα πρώτα η έκδοση με τους Γιώργο Νταλάρα και Άννα Βίσση και μετά η έκδοση με τους: Μαρία Φαραντούρη, Πέτρο Πανδή, Αφροδίτη Μάνου και Αχιλλέα Κωστούλη. Λίγους μήνες αργότερα κυκλοφόρησε και τρίτη έκδοση του έργου με τους: Μαρία Δημητριάδη, Ελένη Βιτάλη, Κ. Καμένο, Σ. Πασπαράκη και Σ. Κρυστάλη.

Τα τραγούδια που μπορούν να τραγουδηθούν από μαθητές και μαθήτριες από το συγκεκριμένο κύκλο τραγουδιών είναι τα εξής:

Κουβέντα μ’ ένα λουλούδι

Λαός

Αυγή

Λιγνά κορίτσια

Εδώ το φως.

 

Το χτίσιμo.

 

 

 

Κύκλος Τραγουδιών Η Μεγάλη Αγρύπνια

Πρόκειται για το μοναδικό κύκλο τραγουδιών της Ελένης Καραΐνδρου, σε ποίηση Κώστα Γεωργουσόπουλου (με το φιλολογικό ψευδώνυμο Kώστας Μύρης).

Η Ελένη Καραΐνδρου και η Μαρία Φαραντούρη συναντήθηκαν στο Παρίσι (όπου σπούδαζε η Ελένη Καραΐνδρου) όπου η Μαρία Φαραντούρη της ζήτησε να μελοποιήσει μία σειρά ποιημάτων του Κώστα Μύρη / Κώστα Γεωργουσόπουλου. Το αποτέλεσμα ήταν η δημιουργία του εν λόγω κύκλου τραγουδιών.

Το μουσικό μέρος ηχογραφήθηκε στην Ελλάδα την εποχή της δικτατορίας και στη συνέχεια εστάλη κρυφά στο Λονδίνο, όπου ζούσε η Μαρία Φαραντούρη, για να προσθέσει τη φωνή της. Κυκλοφόρησε το 1975.

Το ακόλουθο τραγούδι από το συγκεκριμένο κύκλο τραγουδιών μπορεί να τραγουδηθεί από μαθητές/τριες :

Τα Ελληνόπουλα

 

 

Γεννήθηκα.

Το τραγούδι αυτό σε στίχους Κώστα Γεωργουσόπουλου (με το φιλολογικό ψευδώνυμο Kώστας Μύρης) και μουσική Γιάννη Μαρκόπουλου κυκλοφόρησε το 1972.

 

 

Ταυτότητα νεκρού.

Οι στίχοι του τραγουδιού αυτού είναι της Κωστούλας Μητροπούλου και η μουσική του Ανακρέοντα Παπαγεωργίου. Η Κωστούλα Μητροπούλου έγραψε το ποιητικό κείμενο για τον Κώστα που σκοτώθηκε στα κάγκελα του Πολυτεχνείου κατά τη διάρκεια της εξέγερσης, το οποίο υπάρχει στην ποιητική συλλογή Το χρονικό των τριών ημερών. Μελοποιήθηκε και ηχογραφήθηκε στα κρυφά [Νταλούκας, Μ. (2012). Ελληνικό Ροκ. Ιστορία της νεανικής κουλτούρας από τη γενιά του Χάους μέχρι το θάνατο του Παύλου Σιδηρόπουλου. 1945-1990. Αθήνα: Άγκυρα.] με ερμηνεύτρια την Έλενα Ναθαναήλ.

 

Κύκλος Τραγουδιών Τα τραγούδια του Δρόμου

Η δισκογραφική δουλειά Τα τραγούδια του δρόμου σε μουσική του Μάνου Λοΐζου και στίχους Κωστούλας Μητροπούλου, Λευτέρη Παπαδόπουλου και Μάνου Λοΐζου. Τα τραγούδια της συγκεκριμένης δισκογραφικής δουλειάς τραγουδήθηκαν πολύ κατά τη διάρκεια της Χούντας και ηχογραφήθηκαν το Νοέμβριο του 1974.

Τ’ ακορντεόν

Οι στίχοι του τραγουδιού αυτού έχουν γραφτεί από το Γιάννη Νεγρεπόντη. Το τραγούδι ερμηνεύτηκε από τον ίδιο το συνθέτη.

Ο δρόμος.

Οι στίχοι του τραγουδιού αυτού έχουν γραφτεί από τη λογοτέχνιδα Κωστούλα Μητροπούλου. Το τραγούδι αυτό ερμηνεύτηκε από τον ίδιο το συνθέτη.

O στρατιώτης

Οι στίχοι του τραγουδιού αυτού έχουν γραφτεί από την Κωστούλα Μητροπούλου. Το τραγούδι αυτό ερμηνεύτηκε από τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου ήταν «ανακάλυψη» του Μίκη Θεοδωράκη και όταν τον πήγε στη δισκογραφική εταιρία που συνεργαζόταν τότε, τη Minos, ζήτησε να τον ακούσει και ο Μάνος Λοΐζος, ο οποίος του έδωσε να τραγουδήσει μεταξύ άλλων και αυτό το τραγούδι [Σούσης Ισαάκ (2007), Μάνος Λοΐζος, Μία μέρα ζωής, Αθήνα: Ιανός].

Μη με ρωτάς

Οι στίχοι του τραγουδιού αυτού έχουν γραφτεί από το Λευτέρη Παπαδόπουλο. Το τραγούδι αυτό ερμηνεύτηκε από τον ίδιο το συνθέτη

Ο Μέρμηγκας

Και οι στίχοι και η μουσική του τραγουδιού αυτού έχουν γραφτεί από το Μάνο Λοΐζο. Το τραγούδι αυτό ερμηνεύτηκε από τον ίδιο τον συνθέτη.

Συρματοπλέγματα

Οι στίχοι του τραγουδιού αυτού έχουν γραφτεί από το Λευτέρη Παπαδόπουλο. Το τραγούδι αυτό ερμηνεύτηκε από την Αλέκα Αλιμπέρτη. Την εποχή των ηχογραφήσεων του άλμπουμ (Νοέμβριος 1974), ο στενός φίλος, συνεργάτης και κουμπάρος του Μάνου, Λευτέρης Παπαδόπουλος, επέμενε ότι τα τραγούδια που δόθηκαν στην Αλιμπέρτη έπρεπε να τα είχε πει η Χάρις Αλεξίου. Ο Λοΐζος όμως του έλεγε ότι αυτή ήταν μια φωνή «νυχτερινού κέντρου» κι ότι ο ίδιος προσπαθούσε να ξεφύγει από τέτοιες. Τελικά το τραγούδι αυτό ηχογραφήθηκε και με τη Χάρις Αλεξίου το 1980 [Σούσης Ισαάκ (2007), Μάνος Λοΐζος, Μία μέρα ζωής, Αθήνα: Ιανός].

Δώδεκα παιδιά

Αυτό το τραγούδι, σε στίχους του Δημήτρη Χριστοδούλου, γράφτηκε για τους 12 φοιτητές της Α.Σ.Ο.Ε.Ε. που τον Φεβρουάριο του 1973 παραπέμφθηκαν στο Πειθαρχικό επειδή συνέταξαν υπόμνημα μεταρρυθμίσεων για τη Σχολή τους. Συγκεντρώθηκαν 500 φοιτητές στο προαύλιο της Α.Σ.Ο.Ε.Ε. σε ένδειξη συμπαράστασης για τους 12 φοιτητές [Σούσης Ισαάκ (2007), Μάνος Λοΐζος, Μία μέρα ζωής, Αθήνα: Ιανός].

 

 

Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί

Το τραγούδι αυτό, σε μουσική Γιάννη Μαρκόπουλου και στίχους Γιώργου Σκούρτη γράφτηκε για τη θεατρική παράσταση του Γιώργου Σκούρτη Οι Μουσικοί το οποίο ανέβασε ο Κάρολος Κουν το 1972. Ερμηνεύτηκε από τον αείμνηστο Νίκο Ξυλούρη.

 

 

Η θεία Μάρω

Το τραγούδι αυτό γράφτηκε από το Διονύση Σαββόπουλο, το 1967, φυλακισμένος από το καθεστώς της Χούντας. Ο αρχικός τίτλος του τραγουδιού ήταν Η θεία Μάνου, αλλά ο τίτλος άλλαξε λόγω της λογοκρισίας. Ο Διονύσης Σαββόπουλος εξηγεί ποια είναι η θεία Μάνου: «Η Θεία Μάνου είναι υπαρκτό πρόσωπο, ήτανε κρατούμενη μεγαλύτερης ηλικίας από μας -που ήμασταν νέα παιδιά- και λόγω πείρας, επειδή είχε φυλακιστεί πολλάκις -ήταν μέλος του ΚΚΕ η θεία Μάνου- κυριολεκτικώς μας περιέθαλψε, μας ενθάρρυνε και μας έδινε συμβουλές για το πώς να τα βγάλουμε πέρα μέσα στη φυλακή. Τη σκέφτομαι πάντα με μεγάλη αγάπη». Για λόγους λογοκρισίας ο αρχικός στίχος «στην υγρή μας φυλακή» έγινε «στην υγρή μας την αυλή», ο αρχικός στίχος «κλαιν ακόμα κι οι φρουροί» έγινε «κλαιν ακόμα κι οι σκληροί» [Σαββόπουλος Διονύσης, Οι δίσκοι].

 

 

Θαλασσογραφία

Το τραγούδι αυτό γράφτηκε από το Διονύση Σαββόπουλο, το 1967, φυλακισμένος από το καθεστώς της Χούντας. Ο ίδιος ο συνθέτης το χαρακτηρίζει τραγούδι φυγής και πράγματι το περιεχόμενο τον στίχων του φαίνεται να αφορά την αναζήτηση μιας απροσδιόριστης ελευθερίας, πέρα από τα συγκεκριμένα πολιτικά όρια της εποχής. Ελευθερία περισσότερο μιας ποιητικής ουτοπίας, που παραπέμπει έντονα στο κίνημα των Μπήτνικς και τον χιπισμό [Σαββόπουλος Διονύσης, Οι δίσκοι].

 

 

Ωδή στον Γεώργιο Καραϊσκάκη

Το τραγούδι αυτό γράφτηκε την εποχή που ο Διονύσης Σαββόπουλος βρισκόταν στο Μιλάνο. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι το 1967, ο Διονύσης Σαββόπουλος συλλαμβάνεται και ανακρίνεται από την αστυνομία. Αν και αφήνεται ελεύθερος, αντιμετωπίζει αρκετά προβλήματα με τη δουλειά του σε όλα τα επίπεδα και έτσι παίρνει την απόφαση να ταξιδέψει στο Παρίσι με τη σύντροφό του Άσπα. Μετά κάποιους μήνες στο Παρίσι, μεταβαίνει με οτοστόπ μέχρι το Μιλάνο μαζί με την εγκυμονούσα σύζυγό του και από εκεί, μετά από ένα μικρό χρονικό διάστημα, επιστρέφει ξανά στην Ελλάδα [Λιάβας, Λάμπρος & Τζαμτζής, Γιώργος (2009). Διονύσης Σαββόπουλος. Του ’60 οι εκδρομείς, Αθήνα: Sui Generis σελ. 7-8.].

Η «Ωδή στον Γεώργιο Καραϊσκάκη», αρχικά είχε γραφτεί για τον Τσε Γκεβάρα, το διαχρονικό ίνδαλμα των απανταχού επαναστατών: «Το τραγούδι ήταν γραμμένο στην αρχή για τον Τσε, αλλά μετά το ξαναδούλεψα για να μπορέσω να αντιμετωπίσω τη λογοκρισία και νομίζω ότι δεν θα δυσαρεστηθεί ο στρατηγός Καραϊσκάκης που τον δάνεισα στον Τσε, ούτε και το ανάποδο, ο ένας περιέχει τον άλλο κατά κάποιο τρόπο. Νομίζω γράφτηκε και τελευταίο στη σειρά, στο Μιλάνο» [Σαββόπουλος Διονύσης, Οι δίσκοι].

Στο τραγούδι αυτό, ο Διονύσης Σαββόπουλος μυθοποιεί τον ήρωα, μέσα σε μία εξιδανικευμένη αχλύ κοσμογονίας, μέσα στην οποία, ο ίδιος, ως προσκυνητής, προβάλλει μία βαθιά υπαρξιακή αγωνία. Η αναφορά στα πρόσωπα (Τσε Γκεβάρα – Γεώργιος Καραϊσκάκης) μοιάζει εκτός Ιστορίας και εκφράζει με μια πιο προσωπική αγωνία του τραγουδοποιού. Οι δύο φαινομενικά ετερόκλητοι ήρωες (Γ. Καραϊσκάκης, Τσε Γκεβάρα) ανακαλούνται ως σύμβολα μιας προσωπικής επανάστασης. Τα χαρακτηριστικά της επανάστασης αυτής ηθελημένα δεν προσδιορίζονται, προκειμένου να αναδειχτεί η αρετή της προσήλωσης σε μια Ιδέα και της αυτοθυσίας. Αν η φιγούρα του Τσε Γκεβάρα παραπέμπει σε μια συγκεκριμένη πολιτική ιδεολογία, η «συγκατοίκηση» που προέκυψε με τον Γεώργιο Καραϊσκάκη αναδεικνύει την υπαρξιακή αγωνία που διακατέχει κάθε στρατευμένο επαναστάτη που πιστεύει στην ελευθερία [Καράμπελας, Δημήτρης (2003). Διονύσης Σαββόπουλος: ποιητική, παράδοση, πνεύμα, Αθήνα: Μεταίχμιο σσ.63-66].

 

 

Άγγελος εξάγγελος

Το τραγούδι αυτό αποτελεί αποκύημα της επίδρασης της μουσικής του Bob Dylan στο Διονύση Σαββόπουλο. Η μουσική του τραγουδιού αυτού είναι αυτή του τραγουδιού Wicked Messenger του Bob Dylan και οι στίχοι του Διονύση Σαββόπουλου, οι οποίοι αποδίδουν ελεύθερα τους στίχους του πρωτότυπου τραγουδιού. Ενώ οι στίχοι του Bob Dylan είναι άμεσα επηρεασμένοι από την Αγία Γραφή, την οποία και ο ίδιος μελετούσε, o συμβολισμός και η πολιτική αναφορά των ελληνικών στίχων, αν και καλυμμένη, είναι σαφής στους στίχους του Διονύση Σαββόπουλου. Ηχογραφήθηκε το 1972. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι ο Διονύσης Σαββόπουλος φυλακίστηκε τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο του 1967 από το καθεστώς της Χούντας.

Ο βασικός ήρωας, ως εξωγενής παρουσία, έρχεται αντιμέτωπος με ένα συγκροτημένο κοινωνικό περιβάλλον, το οποίο γίνεται εμμέσως αντικείμενο κριτικής. Εδώ η αλληγορία φαίνεται να αγγίζει το ζήτημα των σχέσεων μεταξύ των πολιτικών και της κοινωνίας. Σε αντίθεση με την στερεότυπη κριτική, που καταγγέλλει την υποκρισία και το ψέμα της μίας πλευράς, εδώ επισημαίνεται η ανάγκη των ανθρώπων να συμβιβάζονται με αυτό, αν και γνωρίζουν το λάθος της επιλογής. Όσον αφορά την πολιτική του διάσταση, το τραγούδι αυτό αποτελεί κομβικό σημείο στο έργο του Σαββόπουλου, αν και δεν είναι δικό του δημιούργημα. Εδώ γίνεται σαφές ότι το «λάθος» δεν έχει να κάνει με την επιλογή ως ιδεολογική ή πολιτική θέση, αλλά ως πράξη υποταγής στο «εύκολο». Με την αποποίηση της ανάγκης να αναπροσδιορίζει κανείς ανά πάσα στιγμή την ύπαρξή του, κόντρα και στις ίδιες του τις επιλογές ακόμα [Ηλιόπουλος, Παναγιώτης (2014). Το Πολιτικό τραγούδι την περίοδο 1960-1989. Η περίπτωση του Διονύση Σαββόπουλου. Αδημοσίευτη πτυχιακή εργασία. Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Ηπείρου, Σχολή Καλλιτεχνικών Σπουδών, Τμήμα Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής. Σελίδες 33-34].

 

 

Δημοσθένους λέξις

Το τραγούδι αυτό γράφτηκε το χρονικό διάστημα που ο Διονύσης Σαββόπουλος ήταν στη φυλακή από το καθεστώς της Χούντας(τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο του 1967), αλλά ηχογραφήθηκε το 1972. Η αρχική ονομασία του ήταν Εμβατήριο για μετέωρο φυλακισμένο, αλλά αργότερα το μετέτρεψε σε «Δημοσθένους λέξις», παρομοιάζοντας την προσωπική του κατάσταση μέσα από αυτή του βραδύγλωσσου ρήτορα Δημοσθένη [Σαββόπουλος, Διονύσης (1983) Τα λόγια από τα τραγούδια Αθήνα: Ίκαρος σελ. 87-88]. Στην ουσία του, το τραγούδι διαπραγματεύεται τη μοναχικότητα της ύπαρξης και της προσωπικής αναζήτησης της ελευθερίας, είτε ο άνθρωπος βρίσκεται φυλακισμένος σε πραγματικό κελί είτε όχι. Ο Σαββόπουλος δίνει μεταφορική διάσταση στις έννοιες «φυλακή» και «ελευθερία», εκφράζοντας την εσωτερική πάλη για την ελευθερία του πνεύματος [Καράμπελας, Δημήτρης (2003). Διονύσης Σαββόπουλος: ποιητική, παράδοση, πνεύμα, Αθήνα: Μεταίχμιο σελ. 90-93].

 

 

Προσκύνημα

 

Στα χρόνια της δικτατορίας πολλοί καλλιτέχνες αντιστέκονταν με το έργο και τα τραγούδια τους. Μία τέτοια παράσταση που έγραψε ιστορία εκείνη την εποχή ήταν η θεατρική παράσταση Το μεγάλο μας τσίρκο του Ιάκωβου Καμπανέλλη.

Η μουσική της παράστασης αυτής γράφτηκε από τον Σταύρο Ξαρχάκο. Η πρεμιέρα του έργου αυτού έγινε στις 22 Ιουνίου 1973. Σκηνοθέτης ήταν ο Κώστας Καζάκος και έπαιζαν μεταξύ άλλων η Τζένη Καρέζη και ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος. Τα σκηνικά ήταν του Ευγένιου Σπαθάρη.

Το έργο ήταν μία αναδρομή της ελληνικής ιστορίας από την Τουρκοκρατία και τη βασιλεία του Όθωνα μέχρι το 1940 και τα τότε επίκαιρα γεγονότα.

Η παράσταση συνδέθηκε πολύ με τα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Μάλιστα τα πανό που χρησιμοποιούσαμε στην παράσταση στην σκηνή του διαλόγου του λαού με το παλάτι για το Σύνταγμα το Σεπτέμβρη του 1843, είχαν μεταφερθεί ακριβώς απέναντι στην πύλη του Πολυτεχνείου. Τα συνθήματα που ακούγονταν στην εν λόγω παράσταση «Ψωμί - Παιδεία - Ελευθερία» και το «Φωνή Λαού - Οργή Θεού» ακούγονταν από τους φοιτητές του Πολυτεχνείου.

Το Μεγάλο μας τσίρκο είχε μεγάλη απήχηση στο αθηναϊκό κοινό, και λόγω της μεγάλης προσέλευσης των θεατών οι παραστάσεις στο “Αθήναιον” χαρακτηρίστηκαν εκ των υστέρων ως οι μαζικότερες – μέχρι το Πολυτεχνείο – πολιτικές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας. Σύντομα οι λογοκριτές της χούντας κατάλαβαν ότι το έργο δεν ήταν μια απλή κωμωδία αλλά περνούσε στον κόσμο αντιδικτατορικά μηνύματα και σταμάτησαν τις παραστάσεις. Οι πρωταγωνιστές του έργου συνελήφθησαν και η Τζένη Καρέζη κλείστηκε στη φυλακή για τρεις μήνες. Το έργο ανέβηκε ξανά από τον ίδιο θίασο μετά την πτώση της χούντας σε Αθήνα και περιφέρεια και γνώρισε και πάλι τεράστια επιτυχία.

 

 

Που πάνε εκείνα τα παιδιά;

Οι στίχοι του τραγουδιού αυτού είναι του Πυθαγόρα [Παπασταματίου] και η μουσική του Στέλιου Βλαβιανού. Το τραγούδι αυτό ερμηνεύτηκε από τη Μαρινέλλα. Κυκλοφόρησε σε δίσκο 45 στροφών το 1973 και συμπεριλαμβάνεται στη δισκογραφική δουλειά της Μαρινέλλας Μαρινέλλα για Πάντα του 1975.

 

 

Οι Ληστές

Οι στίχοι του τραγουδιού αυτού είναι του Αρία (Γρηγόρη Αριστόπουλου) και η μουσική του Γιώργου Σουρμαΐδη. Έχει ερμηνευτεί από τη Λιλάντα Λυκιαρδοπούλου το 1974.

 

 

Πότε θα κάνει ξαστεριά

Το τραγούδι αυτό δεν ανήκει στο έντεχνο λαϊκό είδος, αλλά είναι παραδοσιακό και είναι το μόνο παραδοσιακό τραγούδι που τραγουδιέται στη σχολική γιορτή για την Εξέγερση του Πολυτεχνείου για λόγους που θα αναφερθούν παρακάτω.

Το τραγούδι αυτό είναι ένα παραδοσιακό Κρητικό ριζίτικο τραγούδι γραμμένο τις παραμονές της επανάστασης του 1821 από τον Χάλη, έναν Κρητικό αγωνιστή, που ήταν το σύνθημα της εξέγερσης των Κρητικών ενάντια στην οθωμανική καταπίεση: «Πότε θα κάνει ξαστεριά, πότε θα φλεβαρίσει…».

Το 1971 κυκλοφόρησε η δισκογραφική δουλειά «Ριζίτικα» σε ενορχήστρωση Γιάννη Μαρκόπουλου με ερμηνευτή τον αείμνηστο Νίκο Ξυλούρη, στην οποία υπήρχε και το τραγούδι αυτό.

Το παραδοσιακό αυτό τραγούδι έγινε τότε αντιδικτατορικό σύνθημα. Για τους νέους που τραγουδούσαν το τραγούδι αυτό τον καιρό της Χούντας, άνοιξη και ξαστεριά σήμαινε εξέγερση κατά της δικτατορίας. Αυτό είναι το παράλληλο νόημα που αποκτά ένα τραγούδι από τα ειδικά κοινωνικά του συμφραζόμενα τον καιρό που τραγουδιέται.

Οι φοιτητές το 1973 τραγουδούσαν μεταξύ άλλων και αυτό το τραγούδι.

 

 

Ο φόβος

Το τραγούδι αυτό είναι σε στίχους και μουσική του Μάνου Χατζιδάκι και είναι το μόνο πολιτικοποιημένο τραγούδι του. Κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του 1974. Λίγα χρόνια μετά ο συνθέτης στο Τρίτο Πρόγραμμα δήλωσε ότι στο τραγούδι αυτό περιγράφει το φόβο που επικρατούσε την εποχή εκείνη με τις απαγορεύσεις και τα βασανιστήρια της Χούντας.


3c3480bb216a5e4a6186130f28cf7e8f

Πολιτικά τραγούδια των πρώτων μεταπολιτευτικών χρόνων.

Στη συγκέντρωση της Ε.Φ.Ε.Ε.

Οι στίχοι και η μουσική του τραγουδιού αυτού γράφτηκαν από το Διονύση Σαββόπουλο περί το 1971-1972. Κυκλοφόρησε το 1975.Στο τραγούδι αυτό υπάρχουν έντονες αναφορές στους φοιτητικούς αγώνες. Η χρήση λέξεων όπως «σύντροφοι», «οικοδόμοι», «φοιτητές», «εργάτες», «αγώνας», ανακαλεί άμεσα τη ρητορική της Αριστεράς. Η ρητορική αυτή συμπλέκεται με έναν φορτισμένο ερωτικό λόγο εκφράζοντας την πεποίθηση ότι στον νέο κόσμο που ευαγγελίζονται οι φοιτητικοί αγώνες «το «δέντρο» της επανάστασης ποτίζεται από το προσωπικό αίσθημα του έρωτα». [Σαββόπουλος, Διονύσης (1982). Φορτηγό – 10 χρόνια κομμάτια. Αθήνα: Ιθάκη σελ 66] 

 

Πολιτευτής

Το τραγούδι Πολιτευτής κυκλοφόρησε το 1979. Στο τραγούδι αυτό ο Διονύσης Σαββόπουλος απευθύνεται σε ένα απροσδιόριστο πολιτικό πρόσωπο, αριστερών καταβολών, με μια εξ αρχής υποτιμητική διάθεση ως προς την πνευματικότητά του. Είναι ένα πρόσωπο καιροσκοπικό, κενό ιδεολογικά, που ενδιαφέρεται μονάχα για το πολιτικό όφελος, έχοντας χάσει την ουσία των ιδεών που πρεσβεύει. Η «φοιτητριούλα» προβάλλεται ως θύμα της πονηριάς του «πολιτευτή», ο οποίος εκμεταλλεύεται την νεανική αγνότητα και ιδεολογική καθαρότητά της. Ο Σαββόπουλος εμφανίζεται σαν τιμητής αυτής της κατάστασης, όπως του επιτρέπει η προσωπική εμπειρία και γνώση των σχέσεων που αναπτύσσονται μέσα στο πολιτικό και κομματικό περιβάλλον της Αριστεράς. Απέναντι στην πνευματική κενότητα του πολιτευτή, αντιπροτείνει «της καρδούλας το φως που ξεχειλίζει», προτείνοντας να εγκαταλειφθεί ο ξύλινος πολιτικός λόγος προς όφελος μια πραγματικής επικοινωνίας, που δεν θα αυτο-περιορίζεται στο περιγεγραμμένο πλαίσιο της σκοπιμότητας των κομματικών συμφερόντων. Ο πολιτευτής δεν είναι φυσικά κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο αλλά το κακέκτυπο των επαγγελματιών της πολιτικής, που αναπαράγουν ένα κούφιο ιδεολογικά και πνευματικά σύστημα. Απέναντί του, η εσωτερική αλήθεια του ιδεολόγου της Αριστεράς διατυπώνεται ως εσωτερικότητα «φωτός που ξεχειλίζει», και εννοείται κατά βάση με τους ελευθεριακούς όρους που συναντήσαμε στο καλλιτεχνικό έργο του συνθέτη την προηγούμενη περίοδο. Ο Σαββόπουλος ορίζει την επανάστασή του σκιαγραφώντας ένα δίπολο: από τη μια πλευρά η αγνή ιδεολογία, η πνευματικότητα, η ατομική ελευθερία, η δημιουργικότητα και από την άλλη η πονηριά, η ιδεολογική εκμετάλλευση, το ψέμα και η έλλειψη πνευματικότητας [Ηλιόπουλος, Παναγιώτης (2014). Το Πολιτικό τραγούδι την περίοδο 1960-1989. Η περίπτωση του Διονύση Σαββόπουλου. Αδημοσίευτη πτυχιακή εργασία. Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Ηπείρου, Σχολή Καλλιτεχνικών Σπουδών, Τμήμα Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής].

 

Αρνιέμαι

Το 1975 ανεβαίνει το θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη Ο Εχθρός Λαός, όπου τη μουσική γράφει ο Μίκης Θεοδωράκης. Η σκηνοθεσία ήταν του Κώστα Καζάκου και πρωταγωνιστούσαν η Τζένη Καρέζη, ο Κώστας Καζάκος, ο Πάνος Μιχαλόπουλος, ο Σπύρος Καλογήρου και άλλοι. Στο έργο συμμετείχε και μικρή ορχήστρα υπό τη διεύθυνση του Μίκη Θεοδωράκη. Πρόκειται για ένα από τα τραγούδια την παράσταση αυτής.

 

Όλα καλά

Το τραγούδι αυτό σε στίχους και μουσική του Σταύρου Κουγιουμτζή κυκλοφόρησε το 1975.

 

Εμείς που μείναμε

Το τραγούδι αυτό σε στίχους Νίκου Γκάτσου και μουσική Σταύρου Ξαρχάκου κυκλοφόρησε το 1974.

 

Κύκλος Τραγουδιών Τα Τραγούδια μας

Τον Οκτώβριο του 1976 κυκλοφόρησε ο κύκλος τραγουδιών Τα Τραγούδια Μας, σε μουσική Μάνου Λοΐζου και στίχους Φώντα Λάδη, με ερμηνευτή τον Γιώργο Νταλάρα.

Ο Φώντας Λάδης έγραψε τους στίχους του συγκεκριμένου κύκλου τραγουδιών επηρεασμένος από τους πολιτικούς αγώνες που βίωσε στην Ιταλία, όπου βρισκόταν κατά τη διάρκεια της Χούντας.

Ο δίσκος ξεπέρασε τις 100.000 πωλήσεις ενώ ακόμα και στις μέρες μας στις διαδηλώσεις και στις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας ακούγονται τραγούδια από το συγκεκριμένο κύκλο τραγουδιών.

Εννιά από τα τραγούδια απαγορεύτηκαν από τα κρατικά (και μοναδικά την εποχή εκείνη) μέσα μαζικής ενημέρωσης. Αυτό ώθησε τους συντελεστές του δίσκου να δώσουν συνέντευξη τύπου, το Νοέμβριο του 1976, για να καταγγείλουν την απαγόρευση, ενώ παράλληλα σε μεγάλη συναυλία στο γήπεδο του Πανιωνίου παρουσιάζουν Τα Τραγούδια Μας με τη συμμετοχή της Μαρίας Φαραντούρη και της Χάρις Αλεξίου [Σούσης Ισαάκ (2007), Μάνος Λοΐζος, Μία μέρα ζωής, Αθήνα: Ιανός].

Πάγωσε η τσιμινιέρα

Στη δουλειά και στον αγώνα

Άλλο τίποτα δε μένει

 

Το δέντρο

Το τραγούδι αυτό ήταν ένα από αυτά των οποίων είχε απαγορευτεί η αναπαραγωγή από τα Κρατικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Με πολλές περιπέτειες γυρίστηκε, λίγους μήνες μετά, η, αφιερωμένη στο Γιώργο Νταλάρα, εκπομπή Μουσική Βραδιά του Γιώργου Παπαστεφάνου. Στην εξέλιξη της εκπομπής ο Νταλάρας, αψηφώντας τις απαγορεύσεις, τραγούδησε και έπαιξε μόνο με την κιθάρα του μια στροφή από Το δέντρο. [Σούσης Ισαάκ (2007), Μάνος Λοΐζος, Μία μέρα ζωής, Αθήνα: Ιανός ]

Αχ πατρίδα μου καημένη

Ο Άνεργος

Το τραγούδι αυτό, αν και ηχογραφήθηκε, δεν υπήρχε στο δίσκο σαν ηχογράφηση, αλλά σαν αναφορά στα περιεχόμενα του δίσκου.

Το τραγούδι αυτό ηχογραφήθηκε ξανά με τον ερμηνευτή Μπάμπη Αντωνίου το 1981 σε δίσκο 45 στροφών.

Στις 13 Ιανουαρίου 1985, ο Νταλάρας παρουσίασε στο Δεύτερο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας, το μεγαλύτερο μέρος της ηχογράφησης του Άνεργου, στην τρίτη από μια σειρά τεσσάρων εκπομπών με τίτλο Πρόβες Και Ηχογραφήσεις Που Δεν Έγιναν Ποτέ Δίσκοι, αναφέροντας τα εξής: «… Ξανακούγοντας αυτό το τραγούδι κι εγώ μετά από τόσα χρόνια, δεν μπορώ να μη θυμάμαι με συγκίνηση αυτή τη συνεργασία και ακούω και λίγο με έκπληξη αυτό το είδος των στίχων… Θυμάμαι εκείνα τα χρόνια, την ένταση που υπήρχεΜπορεί εσάς να σας φαίνεται περίεργο, αλλά το κάθε τραγούδι που ακούτε έχει και μια ολόκληρη ιστορία. Ειδικά μερικοί άνθρωποι είναι τόσο ζωντανοί όταν δουλεύουν, που θυμάσαι τη συνεργασία τους σαν ένα κομμάτι της ζωής σου. Και πρέπει να σας πω ότι δεν υπήρχε πιο ζωντανός άνθρωπος στο στούντιο από το Μάνο. Αν και στη ζωή του ήτανε αργός, στο στούντιο ήταν πολύ ζωντανός. Πάντα έχω να θυμάμαι κάτι απ’ τις πρώτες κιόλας ηχογραφήσεις μαζί του. Θυμάμαι που έβαζε τους μουσικούς και μένα πολλές φορές, να επινοούμε διάφορα όργανα. Πότε να χτυπάμε δυο μολύβια, δύο κομμάτια μάρμαρο, όπως θυμάμαι επίσης με συγκίνηση την ηχογράφηση στο τραγούδι Ο Λιόντας ,που μ’ έβαλε την ώρα που έλεγα την εισαγωγή του τραγουδιού να χτυπάω το πόδι μου κάτω…».

 


 

3c3480bb216a5e4a6186130f28cf7e8f

Πολιτικά τραγούδια των πρώτων μεταπολιτευτικών χρόνων (συνέχεια). 

Κοίτα με στα μάτια.

Το τραγούδι αυτό σε στίχους Νίκου Γκάτσου και μουσική Μάνου Χατζιδάκι κυκλοφόρησε το 1976.

 

 

Μην καρτεράτε.

Το τραγούδι αυτό σε στίχους Φώτη Αγγουλέ και μουσική Θωμά Μπακαλάκου κυκλοφόρησε το 1981.

 

 

Δεν πα να μας χτυπάν

Το τραγούδι αυτό σε στίχους και μουσική του Νικόλα Άσιμου κυκλοφόρησε 1978 στην παράνομη κασέτα με τίτλο Με το βαρέλι που για να βγει το σπάει.

 

 

Τίποτα δεν πάει χαμένο

Το τραγούδι αυτό σε στίχους Μανώλη Ρασούλη και μουσική Μάνου Λοΐζου κυκλοφόρησε το καλοκαίρι 1979 με ερμηνεύτρια τη Χάρις Αλεξίου. Ενώ στην αρχή οι κριτικές ήταν αποκαρδιωτικές και οι πωλήσεις κυμάνθηκαν σε χαμηλά επίπεδα, αυτό ανατράπηκε όταν, το φθινόπωρο του 1979, η Χάρις Αλεξίου τραγούδησε αυτό το τραγούδι (μαζί με άλλα από την ίδια δισκογραφική δουλειά) σε νυχτερινό μαγαζί που εμφανιζόταν την εποχή εκείνη. [Σούσης Ισαάκ (2007), Μάνος Λοΐζος, Μία μέρα ζωής, Αθήνα: Ιανός]

 

 

Κάποτε θα 'ρθουν

Το τραγούδι αυτό, σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου και μουσική Μίκη Θεοδωράκη, ακούστηκε στην ταινία του 1979 Ο Ασυμβίβαστος, σε σκηνοθεσία του Ανδρέα Θωμόπουλου, ερμηνευμένο από τον Παύλο Σιδηρόπουλο.

 


 

3c3480bb216a5e4a6186130f28cf7e8f

Διεθνοποιημένα Δημοφιλή Τραγούδια

Εδώ θα παρουσιαστούν Διεθνοποιημένα δημοφιλή τραγούδια τα οποία δημιουργήθηκαν κάτω από τον απόηχο του Μάη του 1968 στη Γαλλία και ανάλογων εξεγέρσεων σε άλλες χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής, των οποίων τα μηνύματα είναι ανάλογα αυτών της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. 

Drei Kugeln auf Rudi Dutschke

Ο Rudi Dutschke (1940 - 1979) ήταν από τα πιο σημαντικά πρόσωπα του φοιτητικού κινήματος της δεκαετίας του 1960 στη Γερμανία. Στις 11 Απριλίου 1968 (Μεγάλη Πέμπτη) πυροβολήθηκε με τρεις σφαίρες στο κεφάλι από τον ελαιοχρωματιστή Joseph Bachmann. Ο Rudi Dutschke επέζησε της απόπειρας εναντίον του αποκτώντας όμως σοβαρά προβλήματα υγείας, από επιπλοκές των οποίων (κρίση επιληψίας) έχασε τη ζωή του στη Δανία στις 24 Δεκεμβρίου του 1979.

Λίγες ώρες μετά την απόπειρα δολοφονίας εναντίον του γύρω στους 5.000 φοιτητές διαδήλωσαν έξω από τα γραφεία της λαϊκής εφημερίδας Bild του εκδοτικού οίκου Springer που τη θεωρούσαν ηθικό αυτουργό της απόπειρας φωνάζοντας το σύνθημα: «Και η Bild πυροβόλησε μαζί».

Την ίδια νύχτα (της 11ης Απριλίου 1968) έγιναν διαδηλώσεις φοιτητών, πανεπιστημιακών, διανοούμενων και εργαζόμενων σε 50 πόλεις της Γερμανίας.

Διαδηλώσεις έλαβαν χώρα τη Μεγάλη Παρασκευή, το Μεγάλο Σάββατο και την Κυριακή του Πάσχα, στις πασχαλινές πορείες ειρήνης (12, 13 και 14 Απριλίου 1968). Η αστυνομία χτύπησε παντού άγρια, με εξαίρεση την Κολωνία, το Έσεν και το Ντόρτμουντ, όπου είχαν λάβει μέρος στις διαδηλώσεις και ιερείς.

Απολογισμός των διαδηλώσεων και των συμπλοκών με την αστυνομία: δύο νεκροί και 400 τραυματίες, ενώ για πρώτη φορά στην μεταπολεμική Γερμανία κινητοποιήθηκαν 21.000 αστυνομικοί.

Οι στίχοι και η μουσική του τραγουδιού αυτού είναι από τον Wolf Biermann, φίλο του Rudi Dutschke [Horster, Eric (χ.χ.), Das Attentat auf Rudi Rutschke aus gesichtlicher and literarischer Sicht, Lünenburg: Universität Lünenburg].

 

 

Revolution

Το τραγούδι αυτό γράφτηκε από τον John Lennon (ως μέλος του συγκροτήματος Beatles) εμπνευσμένος από τις διάφορες εξεγέρσεις που λάμβαναν χώρα το 1968 σε Η.Π.Α., Ηνωμένο Βασίλειο, Γερμανία, Πολωνία και Γαλλία. Ο John Lennon πήρε την απόφαση να γράψει ένα τραγούδι σχετικά με τρέχοντα πολιτικά γεγονότα και ειδικότερα σχετικά με την αντίθεσή του στον πόλεμο του Vietnam κατά την παραμονή του στην Ινδία ton Φεβρουάριο 1968. Το τραγούδι αυτό ηχογραφήθηκε αρκετές φορές από το συγκρότημα σε εννέα διαφορετικές εκδοχές ξεκινώντας την πρώτη εκδοχή (Revolution 1) στις 30 Μαΐου του 1968. Η σχέση του John Lennon με την avant - garde καλλιτέχνιδα και μετέπειτα σύζυγό του Yoko Ono επηρέασε τη δημιουργία του John Lennon, η οποία και ήταν παρούσα σε κάποιες από τις ηχογραφήσεις του τραγουδιού. Το τραγούδι κυκλοφόρησε το Νοέμβριο του 1968 και στη δισκογραφική δουλειά υπάρχουν η πρώτη (Revolution 1) και η ένατη εκδοχή του (Revolution 9) [Everett, Walter (1999), The Beatles as Musicians: Revolver through the Anthology, Oxford: Oxford University Press].

 

 

Street fighting man

Το τραγούδι αυτό γράφτηκε από τους Mick Jagger και Keith Richards του συγκροτήματος Rolling Stones.

Τη βασική ιδέα του τραγουδιού την εμπνεύστηκε ο Mick Jagger όταν βρέθηκε σε μια αντιπολεμική διαδήλωση έξω από την Πρεσβεία των ΗΠΑ στο Λονδίνο. Η διαδήλωση εξελίχθηκε σε σύγκρουση με την αστυνομία. Στο τραγούδι «ενσωματώθηκαν» και οι εντυπώσεις των Stones από την μετέπειτα εξέγερση του Μάη στο Παρίσι, αλλά και από τις αντιπολεμικές διαδηλώσεις που είχαν φουντώσει στην Αμερική κατά του πολέμου στο Βιετνάμ.

Αρχικά το τραγούδι αυτό είχε ηχογραφηθεί με τον τίτλο Did Everyone Pay Their Dues? με την ίδια μουσική αλλά εντελώς διαφορετικούς στίχους [Carr, Roy (1975), The Rolling Stones. An Illustrated Record, New York: Harmony Books].

 

 

Imagine

Οι στίχοι και η μουσική του τραγουδιού αυτού γράφτηκαν από τον John Lennon. Ο John Lennon εμπνεύστηκε από κάποια ποιήματα του βιβλίου της Yoko Ono (δεύτερης συζύγου του) Grapefruit [Sheff, David (2000), We are all saying: The Last Major Interview with John Lennon and Yoko Ono, New York: St Martins’ Press] και έγραψε το τραγούδι αυτό στο σπίτι του στο Ascot του Berkshire στο Ηνωμένο Βασίλειο ένα πρωινό στις αρχές του 1971. Η Yoko Ono ήταν παρούσα κατά τη σύνθεση συμμετέχοντας ενεργά σε αυτήν [Brackett, Nathan (2010), The 500 greatest Songs of All Time, New York: Rolling Stone]. Το τραγούδι ηχογραφήθηκε κατά το Μάιο και Ιούλιο του 1971 και κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 1971. Το τραγούδι αυτό ψηφίστηκε από το κοινό ως ένα από τα καλύτερα τραγούδια της χιλιετίας. Ο Phil Spector, συμπαραγωγός του τραγουδιού αναφέρει σχετικά με το τραγούδι αυτό τα εξής: «… Γνωρίζαμε τι επρόκειτο να κάνουμε. Ο John Lennon επρόκειτο να κάνει μία πολιτική δήλωση, η οποία θα ήταν επίσης και πολύ εμπορική… Πάντα θεωρούσα το τραγούδι αυτό κάτι σαν εθνικό ύμνο…» [Brackett, Nathan (2010), The 500 greatest Songs of All Time, New York: Rolling Stone]. Το τραγούδι αυτό ερμηνεύτηκε κατοπινά από δεκάδες καλλιτέχνες.

Ενδεικτικά:

 

 

Another Brick In The Wall

Οι στίχοι και η μουσική του τραγουδιού αυτού είναι γραμμένοι από τον Roger Walters, τον μπασίστα του συγκροτήματος Pink Floyd. Είναι τμήμα της ροκ όπερας των Pink Floyd The Wall, η οποία γράφτηκε και παρουσιάστηκε το 1979. Το τραγούδι αυτό ακούγεται στο δεύτερο τμήμα της συγκεκριμένης όπερας και σε αυτό ασκείται οξεία κριτική στο βρετανικό εκπαιδευτικό σύστημα της εποχής εκείνης.


3c3480bb216a5e4a6186130f28cf7e8f

Ελληνικά δημοφιλή τραγούδια  (δεκαετία 1980-)

Εδώ θα παρουσιαστούν Ελληνικά δημοφιλή τραγούδια που δημιουργήθηκαν από τη δεκαετία του 1980 και μετά με στίχους που περιέχουν κοινωνικές και πολιτικές ανησυχίες, στο πλαίσιο, όμως, μίας εσωτερικής αγωνίας ύπαρξης που είναι άμεση με τις ραγδαίες αλλαγές της εποχής.

 

Δεν λες κουβέντα

Η μουσική του τραγουδιού αυτού είναι του Δήμου Μούτση και οι στίχοι του Κώστα Τριπολιτσιώτη. Κυκλοφόρησε το 1981 ερμηνευμένο από τη Σωτηρία Μπέλλου και το Δήμο Μούτση.

Παρά το γεγονός ότι η Σωτηρία Μπέλλου τραγουδούσε ρεμπέτικα τραγούδια από το 1975 συνεργαζόταν και με συνθέτες που δεν ανήκαν στο χώρο του ρεμπέτικου τραγουδιού (το 1975 συνεργάστηκε με το Διονύση Σαββόπουλο και το 1980 με τον Ηλία Ανδριόπουλο).

Ο Δήμος Μούτσης φρόντισε η μουσική να έχει στοιχεία ρεμπέτικου τραγουδιού, καθώς η Σωτηρία Μπέλλου απέδιδε καλύτερα ως ερμηνεύτρια όταν άκουγε μπουζούκι. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο το κουπλέ, στο οποίο τραγουδά η Σωτηρία Μπέλου, έχει ενορχήστρωση ρεμπέτικου τραγουδιού και το ρεφραίν, στο οποίο τραγουδά ο Δήμος Μούτσης, έχει ενορχήστρωση έντεχνου τραγουδιού.

Αρχικά ο Δήμος Μούτσης έδωσε στη Σωτηρία Μπέλλου για να τραγουδήσει τα κουπλέ αποκρύπτοντάς της ότι θα υπήρχε και ρεφραίν που θα τραγουδούσε ο ίδιος.

Όταν το τραγούδι κυκλοφόρησε και η Σωτηρία Μπέλλου το άκουσε πλήρες, εξαγριώθηκε, απειλώντας το Δήμο Μούτση και τον τότε διευθυντή της δισκογραφικής εταιρίας Lyra (τον Αλέκο Πατσιφά) με ασφαλιστικά μέτρα. Λίγες μέρες μετά, η Σωτηρία Μπέλλου άλλαξε γνώμη και δεν έκανε ασφαλιστικά μέτρα. Πήγε στο σπίτι του Δήμου Μούτση με ένα μπουκέτο λουλούδια τον ευχαρίστησε (αναφέροντας επί λέξει «τελικά είμαι τυχερή») και ζήτησε συγγνώμη για τη συμπεριφορά που είχε πριν λίγες μέρες.

 

 

Για την πατρίδα

Το τραγούδι αυτό σε στίχους Γιάννη Αγγέλακα και μουσική του συγκροτήματος Τρύπες κυκλοφόρησε το 1985

 

 

Γιουσουρούμ

Το τραγούδι αυτό σε στίχους και μουσική του Νικόλα Άσιμου κυκλοφόρησε το 1989.

 

 

Χαιρετίσματα.

Το τραγούδι αυτό σε στίχους Αφροδίτης Μάνου και μουσική του Βασίλη Παπακωνσταντίνου κυκλοφόρησε το 1987 με ερμηνευτή το Βασίλη Παπακωνσταντίνου.

 

 

Ανώνυμοι ήρωες επώνυμα μνημεία.


Το τραγούδι αυτό σε στίχους και μουσική των Panx Romana κυκλοφόρησε το 1987.

 

 

Γυρίζω τις πλάτες μου στο μέλλον

Οι στίχοι και η μουσική είναι γραμμένοι από το Διονύση Τσακνή το 1989 και υπάρχει στη δισκογραφική του δουλειά Φταίνε τα Τραγούδια. Έχει ερμηνευτεί επίσης και από του Χάρη και Πάνο Κατσιμίχα.

 

 

Αποκάλυψη

Το τραγούδι αυτό σε στίχους και μουσική του Παύλου Σιδηρόπουλου κυκλοφόρησε το 1989.

 

 

Της Εθνικής Συμφιλίωσης

Το τραγούδι αυτό σε στίχους και μουσική του Παύλου Σιδηρόπουλου κυκλοφόρησε το 1989.

 

 

Νοέμβριος 1990

Οι στίχοι και η μουσική του τραγουδιού αυτού είναι γραμμένοι από το Διονύση Τσακνή. Τραγουδήθηκε από τον Διονύση Τσακνή και από το Γιώργο Νταλάρα.

Το τραγούδι γράφτηκε το 1990, εξάλλου, δίπλα στον τίτλο του, στην πρώτη έκδοση, αναγράφεται σε παρένθεση (17 χρόνια μετά), εννοώντας 17 χρόνια από το 1973 ως το 1990. Επειδή όμως ο δίσκος «Αλήτης καιρός» κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβρη του 1991, προφανώς θεωρήθηκε πιο ορθό να αναγραφτεί ο τίτλος ως «Νοέμβρης ’91», εκτός αν πρόκειται περί λάθους και γράφτηκε εκ παραδρομής το ’91 αντί του ’90.

Ο δημιουργός του τραγουδιού αυτού σε συνέντευξή του στον Τ. Καραντή στο περιοδικό Αυλαία (τεύχος 56, σελίδες 38-41) αναφέρει για το τραγούδι αυτό τα εξής:

«Αυτόματα γεννήθηκε, δεν ήταν αποτέλεσμα σκέψης, ούτε σχεδίου. Κάποια μέρα, εκεί που καθόμουνα στο γραφείο μου στην Καρδίτσα κι εν όψει των παρθενικών εμφανίσεων που θα έκανα στην Αθήνα, το Νοέμβρη του ’90, είπα να παρουσιάσω δυο καινούρια τραγούδια. Άρχισα λοιπόν να γράφω και δεν σταματούσα. Το τραγούδι αυτό, καθώς και το “Γυρίζω τις πλάτες μου στο μέλλον”, είναι δυο τραγούδια που γράφτηκαν διά της αυτομάτου γραφής. Σαν ποτάμι έφευγε το χέρι κι ο λόγος. Μαύριζε η άσπρη σελίδα, χωρίς διορθώσεις κι επεξεργασίες. Εγώ συνήθως δουλεύω ταυτόχρονα στίχους και μουσική, αλλά, αυτά τα δυο τραγούδια είναι τα μοναδικά στα οποία γράφτηκε πρώτα ο στίχος. Είχαν περάσει αρκετά χρόνια από το Πολυτεχνείο κι αυτό το καταστάλαγμα που συνέβη μέσα μου είχε ως αποτέλεσμα το γράψιμο αυτού του τραγουδιού.Τότε, μόλις τελείωσα τις παραστάσεις μου στην Αθήνα, στις αρχές του ’91 εμφανίστηκα στη Θεσσαλονίκη. Το ίδιο διάστημα εμφανιζόντουσαν στη Θεσσαλονίκη ο Γιώργος Νταλάρας μαζί με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Μια μέρα που είχα ρεπό πήγα και τους άκουσα, πήγα στα καμαρίνια, μιλήσαμε και μου είπαν ότι θέλουν κι αυτοί να έρθουν να με ακούσουν. Ήρθαν με άκουσαν και του Γιώργου (Νταλάρα) του άρεσε το τραγούδι και μου ζήτησε να το πούμε μαζί όταν το δισκογραφήσω. Του απάντησα, με μεγάλη μου χαρά!».

 

 

Διδυμότειχο Blues

Το τραγούδι αυτό σε στίχους Γιάννη Σπυρόπουλου και μουσική Λαυρέντη Μαχαιρίτσα κυκλοφόρησε το 1991. Ο συνθέτης αναφέρει σε συνέντευξή του για τη δημιουργία του τραγουδιού αυτού τα εξής: «Το τραγούδι αυτό είναι βιογραφικό και αφορά την προσωπική μου ιστορία στον στρατό. Την διηγιόμουνα μια μέρα στον Γιάννη Σπυρόπουλο και το απόγευμα μου την έφερε σε στίχους! Ετοίμασα το δίσκο και περίμενα ότι θα κάνει κάποια επιτυχία ένα άλλο τραγούδι το «Σε στυλ να μην ξεχνιόμαστε». Όταν, όμως ολοκληρώθηκε το «Διδυμότειχο Blues» και το τραγούδησα μαζί με τον Νταλάρα, είδα τις αντιδράσεις όλων στην εταιρία, που έλεγαν ότι με το τραγούδι αυτό θα γίνει της κακομοίρας! Το είχε καταλάβει ο Μάτσας! Είχε και τρομερές εμπειρίες, βέβαια αυτός. Εγώ δεν περίμενα τίποτα και γι’ αυτό ήμουν κι ελεύθερος. Κι όμως, ήταν καταιγιστική η επιτυχία του. Το «Διδυμότειχο Blues», τώρα, μετά από τόσα χρόνια, το καταλαβαίνω, είναι ένα διαχρονικό τραγούδι κι ένα τραγούδι που δεν ξεφτίζει με τίποτα.»

Ο τότε δήμαρχος Διδυμότειχου διαμαρτυρήθηκε για το στίχο «τρύπα στη γεωγραφία / αδειανή φωτογραφία». Οι αντιδράσεις καταλάγιασαν σιγά σιγά και κυρίως μετά τη συναυλία των Λαυρέντη Μαχαιρίτσα και Γιώργο Νταλάρα στο Διδυμότειχο [Ιδέ συνέντευξη του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα (στον Τ. Καραντή) στο περιοδικό Μετρονόμος, τεύχος 28, σελίδες 22-25].

 

 

Ανεμολόγιο

Το τραγούδι αυτό σε στίχους Κώστα Τριπολίτη και μουσική Θάνου Μικρούτσικου κυκλοφόρησε το 1992.

 

 

Χαίρε φτώχεια

Το τραγούδι αυτό σε στίχους Κώστα Τριπολίτη και μουσική Θάνου Μικρούτσικου κυκλοφόρησε το 1992.

 

 

Να δεις τι σου’χω για μετά

Το τραγούδι αυτό σε στίχους Μιχάλη Γκανά και στίχους Λαυρέντη Μαχαιρίτσα κυκλοφόρησε το 1993.

 

 

Ασφάλεια

Το τραγούδι αυτό σε στίχους Γιάννη Αγγέλακα και μουσική Γιώργου Καρρά, κυκλοφόρησε το 1994 ερμηνευμένο από το συγκρότημα Τρύπες.


 3c3480bb216a5e4a6186130f28cf7e8f

Ελληνικά δημοφιλή τραγούδια  (δεκαετία 1980-) (συνέχεια)

Εδώ θα παρουσιαστούν Ελληνικά δημοφιλή τραγούδια που δημιουργήθηκαν από τη δεκαετία του 1980 και μετά με στίχους που περιέχουν κοινωνικές και πολιτικές ανησυχίες, στο πλαίσιο, όμως, μίας εσωτερικής αγωνίας ύπαρξης που είναι άμεση με τις ραγδαίες αλλαγές της εποχής.

 

Μ’ αρέσει να μη λέω πολλά

Το τραγούδι αυτό σε στίχους και μουσική του συγκροτήματος Υπόγεια Ρεύματα κυκλοφόρησε το 1994.

 

 

Ασημένια σφήκα

Το τραγούδι αυτό σε στίχους Κώστα Κοντοβά και μουσική Γρηγόρη Κλιούμη, κυκλοφόρησε το 1995.

 

 

Φτιάξε καρδιά μου το δικό σου παραμύθι

Η μουσική του τραγουδιού αυτού έχουν γραφτεί από το Διονύση Τσακνή και οι στίχοι από τη Μαριανίνα Κριεζή, ραδιοφωνική παραγωγό. Περιέχεται στην ομώνυμη δισκογραφική δουλειά του Διονύση Τσακνή που κυκλοφόρησε το 1996.

 

 

Μικρή πατρίδα

Το τραγούδι αυτό σε στίχους Παρασκευά Καρασούλου και μουσική Γιώργου Ανδρέου κυκλοφόρησε το 1996. Ο στιχουργός για το τραγούδι αυτό έχει πει σε συνέντευξή του στην Κρσταλλία Πατούλη τα εξής: «Νομίζω ότι ένα από τα πιο αυτοβιογραφικά τραγούδια μου είναι η «Μικρή Πατρίδα» . Στην πραγματικότητα το τραγούδι αυτό όρισε τα σύνορα της δικής μου «εσωτερικής πατρίδας», την απόφασή μου να μείνω «εντός» και να ζήσω με τα υλικά που η ζωή μου δημιούργησε, τις σχέσεις μου, τις επιλογές και τις αναφορές μου. Το λέω αυτό γιατί κυρίαρχο αίσθημα τα χρόνια που πέρασαν ήταν η φυγή. Η τάση να δραπετεύουμε από τη χώρα μας –την εσωτερική αλλά και την ευρύτερη- να κόβουμε βίαια τις ρίζες και την σχέση μας με την ιστορία, να γινόμαστε αναλώσιμοι. Βρισκόμουν σε μία περίοδο, το 1993, όταν γράφτηκε στο χαρτί, που ήταν πολύ μεταβατικά τα πράγματα, η χώρα άλλαζε, το τραγούδι της επίσης. Ένιωσα ότι το μόνο στήριγμα, η μόνη μυθολογία που εξακολουθούσε να διαθέτει αυτάρκεια και δύναμη στη ζωή μου ήταν οι φίλοι μου, οι άνθρωποί μου με τους οποίους μοιράστηκα αξίες και οράματα, άρα, η εσωτερική μου πατρίδα. Και το «δεν έκανα ταξίδια μακρινά», βγήκε αβίαστα στο χαρτί… Άλλωστε, όλα τα τραγούδια στον ομώνυμο δίσκο, είναι αφιερωμένα σε ανθρώπους που υπήρξαν στη ζωή μου και με έκαναν να αγαπήσω αυτή την χώρα, την Ελλάδα, που με διαμόρφωσαν, και αν θέλετε μ’ αυτό τον τρόπο τους επέστρεψα την οφειλή μου… Ήταν μια ενότητα τραγουδιών αφιερωμένων σε 13 ανθρώπους. Αρχική πρόθεση μου ήταν να δημιουργήσω τραγούδια - πορτραίτα φίλων μου που στην πραγματικότητα οι κοινές μας ζωές συγκρότησαν την προσωπική μου μυθολογία, την ιστορία μου λίγο ως πολύ.»

 

 

Αγύριστο Κεφάλι

Οι στίχοι του τραγουδιού αυτού είναι του Άλκη Αλκαίου και η μουσική του Μιλτιάδη Πασχαλίδη. Υπάρχει στη δισκογραφική δουλειά του Μιλτιάδη Πασχαλίδη Βυθισμένες Άγκυρες του 2001.

 

 

Η γιορτή

Οι στίχοι του τραγουδιού είναι γραμμένοι από το Νίκο Βουρλιώτη και η μουσική από το Μιχάλη Παπαθανασίου. Κυκλοφόρησε το 1998.

 

 

Εμένα οι φίλοι μου

Το τραγούδι αυτό σε στίχους Κατερίνας Γώγου και μουσική Νίκου Μαϊντά κυκλοφόρησε το 1998.

 

 

Έφηβα γεράκια

Το τραγούδι αυτό σε στίχους Οδυσσέα Ιωάννου και μουσική Θάνου Μικρούτσικου κυκλοφόρησε το 1999.

 

Λέω να την κάνω σιγά σιγά

Το τραγούδι αυτό σε στίχους Ισαάκ Σούση και μουσική Λαυρέντη Μαχαιρίτσα κυκλοφόρησε το 1999.

 

 

Με το ζερβό

Το τραγούδι αυτό σε στίχους και μουσικής του B.D. Foxmoor (Μιχάλης Μυτακίδης από τους Active Member) κυκλοφόρησε το 2002.

 

 

Λήθη.

Η μουσική και οι στίχοι του τραγουδιού αυτού γράφτηκαν από τη Δανάη Παναγιωτοπούλου το 2007. Υπάρχει στη δισκογραφική της δουλειά Οίκος Αντοχής.

 


Έξω από την πόρτα μας

Το τραγούδι αυτό σε στίχους και μουσικής του B.D. Foxmoor (Μιχάλης Μυτακίδης από τους Active Member) κυκλοφόρησε το 2008.

 

Ο μπάρμπα Γιάννης κι η απολησμονιά

Το τραγούδι αυτό σε στίχους και μουσική του συγκροτήματος Active Member κυκλοφόρησε το 2009 και αναφέρεται στον πολιτικό αγωνιστή – αντιεξουσιαστή Γιάννη Ταμτάκο (1908-2008).