Παγκόσμια Ημέρα Αναλφαβητισμού: Ο ψηφιακός αναλφαβητισμός “πονοκέφαλος” για το Δυτικό κόσμο.

Η Διεθνής Ημέρα για την Εξάλειψη του Αναλφαβητισμού καθιερώθηκε με πρωτοβουλία της UNESCO στις 8 Σεπτεμβρίου του 1965, κατά τη διάρκειας της Συνόδου της Τεχεράνης και από το 1966 γιορτάζεται κάθε χρόνο την ημερομηνία αυτή. Άλλωστε, η εξάλειψη του αναλφαβητισμού είναι ένα από τα πρωταρχικά καθήκοντα του διεθνούς οργανισμού.

Σύμφωνα με την UNESCO, 781 εκατομμύρια ενήλικες (το 64% γυναίκες) σ’ όλο τον κόσμο είναι αναλφάβητοι και περισσότερα από 115 εκατομμύρια παιδιά, κυρίως στις φτωχές χώρες της Ασίας και της Υποσαχάρειας Αφρικής. Στόχος της UNESCO είναι όλα τα παιδιά του κόσμου, αγόρια και κορίτσια, να έχουν πρόσβαση στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση ως το 2015. Ένας στόχος, που για τον διεθνή αυτό οργανισμό είναι ρεαλιστικός, προσιτός οικονομικά και επιτεύξιμος.

Στην σημερινή εποχή βέβαια ο αναλφαβητισμός, ειδικά στις χώρες του λεγόμενου Δυτικού κόσμου έχει λάβει μία άλλη έννοια, αυτή του «Τεχνολογικού ή ψηφιακού αναλφαβητισμού». Το συγκεκριμένο είδος αναλφαβητισμού αναπτύσσεται παράλληλα με τον κλασικό αναλφαβητισμό. Μόνο που το ένα είδος υπάρχει κυρίως στον Δυτικό κόσμο και το άλλο στις λεγόμενες χώρες του Τρίτου Κόσμου. Βασική αιτία του Τεχνολογικού ή Ψηφιακού αναλφαβητισμού είναι ότι στην σημερινή εποχή τα Μέσα και οι Τεχνολογίες Πληροφορίας και Επικοινωνίας (ΤΠΕ) έχουν γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας όλων. Η ραγδαία εισβολή των τεχνολογιών αυτών στην καθημερινότητα διαφοροποίησε αρκετές παραμέτρους διαβίωσης και κατά συνέπεια μη έχοντας άλλη επιλογή ο άνθρωπος πρέπει να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Εξαιτίας όμως των ανισοτήτων πρόσβασης στα διάφορα τεχνολογικά μέσα, αρχίζουν να υπάρχουν διαφορές στο βαθμό της γνώσης χειρισμού των νέων εργαλείων, μεταξύ των ατόμων. Το ψηφιακό αυτό χάσμα απασχολεί τις περισσότερες αναπτυγμένες χώρες του κόσμου οι οποίες προσπαθούν αν όχι να το εξαλείψουν, τουλάχιστον να το περιορίσουν.

Τα αίτια του τεχνολογικού αναλφαβητισμού συνήθως έχουν να κάνουν με την ηλικία, το φύλο, την εκπαίδευση και τον τόπο κατοικίας (στις αστικές περιοχές παρουσιάζεται λιγότερο το φαινόμενο του ψηφιακού αναλφαβητισμού). Το σημαντικότερο αποτέλεσμα του φαινομένου είναι η δημιουργία ανισοτήτων στον χώρο της εύρεσης εργασίας, καθώς οι λιγότερο εξοικειωμένοι με την τεχνολογία δεν μπορούν να είναι το ίδιο ανταγωνιστικοί, με κάποιους που χειρίζονται άπταιστα τις νέες τεχνολογίες. Λύση στο φαινόμενο του ψηφιακού αναλφαβητισμού είναι η ίση ευκαιρία πρόσβασης σε ψηφιακά εργαλεία και εξοπλισμό. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο αν εφαρμοστούν κάποια εκπαιδευτικά προγράμματα ώστε να εξοικειωθούν οι ομάδες που πρέπει με τις νέες τεχνολογίες.

Πηγή : http://en.unesco.org/themes/literacy-all

Περί Κάστρων

«Ονομάτων Επίσκεψις»

Η λέξη «κάστρο» προέρχεται από το λατινικό castrum (πληθυντικός: castra) που χρησιμοποιούσαν οι Ρωμαίοι για να περιγράψουν κάθε είδος στρατιωτικής εγκατάστασης και στρατόπεδα. Οι Βυζαντινοί κληρονόμησαν τον όρο castrum, τον ελληνοποίησαν και σαν «κάστρο» τον κληροδότησαν στην Νέα Ελληνική γλώσσα.

Οι Ρωμαίοι επίσης χρησιμοποιούσαν από το 2ο αιώνα τη λέξη burgus (που προέρχεται από το Ελληνικό Πύργος) για τα μικρά φρούρια που ήταν εγκατεστημένα σε όλη την επικράτειά τους. Αυτά τα φρούρια με τον καιρό εξελίχθηκαν και κάποια στιγμή κατέληξαν να είναι ολόκληρα πολεοδομικά συγκροτήματα. Ο όρος «πύργος» δεν ήταν πλέον επαρκής και άρχισε να χρησιμοποιείται η λέξη castellum.

Το”castellum” είναι υποκοριστικό του castrum. Από τη λέξη αυτή προέρχονται οι περισσότερες δυτικοευρωπαϊκές λέξεις για το κάστρο: το αγγλικό “castle“, το γαλλικό “chastel” που έγινε “château“, το ιταλικό “castello” αλλά και το νεοελληνικό «καστέλι» (ή «καστέλλι») που είναι μάλλον κατάλοιπο της Ενετοκρατίας.

Αντίθετα στις Γερμανικές γλώσσες επικράτησε η ρίζα -burg από το burgus-πύργος και προέκυψαν λέξεις και συνθετικά λέξεων, όπως burhborgbergburgh. Υπάρχει και αντίστοιχη αραβική λέξη burj (برج) που και αυτή προήλθε από το burgus λόγω της επαφής Ρωμαίων- Αράβων. Από τα αραβικά προέκυψε το τουρκικό burç, και μάλλον έτσι προέκυψε το Ελληνικό «Μπούρτζι» (αυτή κι αν είναι διαδρομή λέξης!). Είναι γεγονός ότι η αφετηρία όλων των σύγχρονων διεθνών παραλλαγών είναι ο πύργος, η προέλευση του οποίου όμως δεν είναι ξεκάθαρη. Ας σημειωθεί ότι υπήρξε και η λέξη «πέργαμον» που σημαίνει ακρόπολις. Η ρίζα είναι μάλλον ινδοευρωπαϊκή από το bhergh=ψηλός που είναι κοινό σε πολλές αρχαίες γλώσσες.

Μια άλλη ενδιαφέρουσα ετυμολογία είναι αυτή της λατινικής λέξης turris από το οποίο προήλθαν: en: tower, it: torre, fr: tour, de: turm. H αρχική προέλευση όλων αυτών είναι το Ελληνικό τύρρις, που προέρχεται από το Λυδικό τοπωνύμιο Τύρρα ή Τύρσα που παραπέμπει κατά πάσα πιθανότατα στους Τυρρηνούς (Ετρούσκους). Η αρχική ρίζα είναι, και πάλι, ινδοευρωπαϊκή.


Ορισμοί περί κάστρων από το Λεξικό του Μανόλη Τριανταφυλλίδη:

κάστρο το [kástro] : 1. τείχη με τα οποία οχύρωναν οικισμό, πόλη ή θέση που είχε στρατηγική σημασία και με επέκταση, πόλη ή τοποθεσία που περιβάλλεται από τείχη· (πρβ. φρούριο): Tο ~ της Aθήνας / του Πλαταμώνα. Άπαρτο / απόρθητο ~. || οχυρωμένη κατοικία φεουδάρχη· πύργος 2. 2. (μτφ.) χώρος από όπου ασκείται ισχυρή αντίσταση σε εξωτερικές πιέσεις ή επιδράσεις· οχυρό: Στις εκλογές το κυβερνών κόμμα έχασε και σε νομούς που τους θεωρούσε παραδοσιακά κάστρα του. Έπεσαν και τα τελευταία κάστρα της αντίδρασης. καστράκι το YΠΟKΟΡ

φρούριο το [frúrio] : 1. συγκρότημα οχυρωματικών κτισμάτων, περίκλειστο, για την προστασία ενός τόπου, μιας θέσης· (πρβ. κάστρο): Aπόρθητο / ισχυρό ~. Στην κορυφή του λόφου δεσπόζει ένα ~. 2. (μτφ.) καθετί που μοιάζει με φρούριο ή που λειτουργεί ως φρούριο: Iπτάμενο ~, για βαρύ και θωρακισμένο αεροπλάνο.

πύργος ο [pírγos] : 1α. ψηλό οικοδόμημα αμυντικού χαρακτήρα συνήθ. κυκλικό ή τετράπλευρο: Tείχος ενισχυμένο κατά διαστήματα με πύργους. Ο κεντρικός ~ του κάστρου. Είναι ψηλός σαν ~, είναι πολύ ψηλός και ογκώδης. || (ως ονομασία): Ο Λευκός Πύργος της Θεσσαλονίκης. Ο ~ του Λονδίνου. β. το καθένα από τα τέσσερα κομμάτια του σκακιού που μοιάζουν με πύργο και τοποθετούνται στις γωνίες της σκακιέρας: Οι κινήσεις του πύργου. 2. κατοικία οχυρωμένη έτσι που να μοιάζει με πύργο: Οι πύργοι της Mάνης. Μεσαιωνικός ~, η κατοικία του φεουδάρχη. Mε εντολή του Γάλλου βασιλιά ανατινάχτηκαν πολλοί πύργοι. Ο ~ των καταιγίδων, για σπίτι απομονωμένο σε ύψωμα. ΦΡ γυάλινος ~, για χώρο εκούσιας απομόνωσης από το κοινωνικό περιβάλλον: Kαλλιτέχνης κλεισμένος στο γυάλινο πύργο του. χτίζω πύργους στην άμμο. 3. κατασκευή, ιδίως οικοδόμημα, με πολύ μεγάλο ύψος: Ο ~ του Άιφελ / της Πίζας. Οι πύργοι της Παναγίας των Παρισίων, τα καμπαναριά της. Ο ~ της Bαβέλ και ως ΦΡ. Ένας ~ για άντληση πετρελαίου. ~ ελέγχου, ψηλό κτίριο στο αεροδρόμιο για τη ρύθμιση της εναέριας κυκλοφορίας. H πολυκατοικία γκρεμίστηκε σαν χάρτινος ~. ΦΡ χάρτινοι* πύργοι. || πυλώνας: Ένας ~ της ΔΕH. || ουρανοξύστης: Ο ~ των Aθηνών. 4. (στρατ.) πυργίσκος 2. πυργίσκος* ο YΠΟKΟΡ.


Στον παραπάνω ορισμό του «κάστρου» θα πρέπει να δώσουμε συμπληρωματικά και μια χρονική διάσταση: ο όρος «κάστρο» αφορά κυρίως, μεσαιωνικές οχυρωματικές κατασκευές. Οχυρά, με άλλα λόγια, που κατασκευάστηκαν ή ανακατασκευάστηκαν στο χρονικό διάστημα από τον 4ο μ.Χ. αιώνα μέχρι και τον 17ο αιώνα. Φρούρια που έπαψαν να χρησιμοποιούνται πριν το το τέλος της ύστερης αρχαιότητας δεν θα πρέπει να αποκαλούνται κάστρα και το ίδιο ισχύει για οχυρά που κτίστηκαν τους τελευταίους αιώνες.

Τα μέρη του αρχαίου ελληνικού θεάτρου

Τα κύρια μέρη του αρχαίου ελληνικού θεάτρου ήταν η σκηνή, η ορχήστρα και το κοίλον, με τα ακόλουθα επιμέρους μέρη:

Η σκηνή: ορθογώνιο, μακρόστενο κτήριο, που προστέθηκε κατά τον 5ο αι. π.Χ. στην περιφέρεια της ορχήστρας απέναντι από το κοίλον. Στην αρχή ήταν ισόγεια και χρησιμοποιούταν μόνο ως αποδυτήρια, όπως τα σημερινά παρασκήνια.
Το προσκήνιο: μια στοά με κίονες μπροστά από τη σκηνή. Ανάμεσα στα διαστήματα των κιόνων βρίσκονταν θυρώματα και ζωγραφικοί πίνακες (τα σκηνικά). Τα θυρώματα του προσκηνίου απέδιδαν τρεις πύλες, από τις οποίες έβγαιναν οι υποκριτές. Το προσκήνιο ήταν αρχικά πτυσσόμενο, πιθανώς ξύλινο.
Τα παρασκήνια: τα δύο άκρα της σκηνής που προεξέχουν δίνοντάς της σχήμα Π στην κάτοψη.
Οι πάροδοι: οι διάδρομοι δεξιά και αριστερά από τη σκηνή που οδηγούν στην ορχήστρα. Συνήθως σκεπάζονταν με αψίδες.
Το λογείο: ένα υπερυψωμένο δάπεδο, ξύλινο και αργότερα πέτρινο ή μαρμάρινο, όπου έπαιζαν οι ηθοποιοί.

Η ορχήστρα: Η ημικυκλική (ή κυκλική, π.χ. Επίδαυρος) πλατεία στο κέντρο του θεάτρου. Συνήθως πλακόστρωτη. Εκεί δρούσε ο χορός.
Η θυμέλη: ο βωμός του Διονύσου στο κέντρο της ορχήστρας.
Ο εύριπος: αγωγός απορροής των υδάτων στην περιφέρεια της ορχήστρας από το μέρος του κοίλου.
Το κοίλον: όλος ο αμφιθεατρικός χώρος (με τα εδώλια, τις σκάλες και τα διαζώματα) γύρω από την ορχήστρα όπου κάθονταν οι θεατές.
Οι αναλημματικοί τοίχοι: οι τοίχοι στήριξης του εδάφους στα άκρα του κοίλου.
Οι αντηρίδες: πυργοειδείς τοίχοι κάθετοι προς τους αναλημματικούς που χρησιμεύουν στην καλύτερη στήριξή τους.
Τα διαζώματα: οριζόντιοι διάδρομοι που χωρίζουν τις θέσεις των θεατών σε οριζόντιες ζώνες.
Οι σκάλες: κλιμακωτοί εγκάρσιοι διάδρομοι για την πρόσβαση των θεατών στις θέσεις τους.
Οι κερκίδες : ομάδες καθισμάτων σε σφηνοειδή τμήματα που δημιουργούνται από τον χωρισμό των ζωνών με τις σκάλες.
Τα εδώλια: τα καθίσματα, οι θέσεις των θεατών.
Η προεδρία : η πρώτη σειρά των καθισμάτων όπου κάθονταν οι επίσημοι.

ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ

Πώς φορολογούσαν οι αρχαίοι

Εύποροι και πόρνες, μέτοικοι και σύμμαχοι, όλοι φορολογούνταν στην αρχαία Αθήνα. Τα τεκμήρια στο Επιγραφικό Μουσείο


Εάν οι αρχαίοι Αθηναίοι δεν ήταν μάστορες στην επιβολή και την είσπραξη φόρων, σήμερα ίσως να μην υπήρχε ο Παρθενώνας. Υπερβολή; Κι όμως, χάρη στο χαράτσι που πλήρωναν οι άλλες πόλεις κατά την Α’ Αθηναϊκή Συμμαχία -ειδικότερα από το 454 π.Χ., το ένα εξηκοστό του ετήσιου φόρου πήγαινε υπέρ της… θεάς Αθηνάς- ο Περικλής εξοικονόμησε τα χρήματα για να χτιστεί ο περίφημος ναός.

Ορισμένες από τις επιγραφές του Επιγραφικού Μουσείου μάς αποκαλύπτουν πώς οι αρχαίοι Αθηναίοι γέμιζαν το κρατικό ταμείο. Πριν από 2.500 χρόνια τα κρατικά ταμεία της Αθήνας ήταν γεμάτα, χωρίς τη βοήθεια των οικονομολόγων του Χάρβαρντ. Η οικονομική κρίση ήταν άγνωστη λέξη και το πλεόνασμα έφτανε σε τέτοιο ύψος που αν το είχε σήμερα ο Γ. Παπακωνσταντίνου θα έκλαιγε από χαρά. Και τότε όμως, χωρίς την πίεση των ευρωπαίων εταίρων, έμπαιναν φόροι με διάφορες ονομασίες, τακτικοί και έκτακτοι, άμεσοι και έμμεσοι, για δημόσια έργα, για στρατιωτικό εξοπλισμό, κ.λπ. Ουδείς διέφευγε. Πλήρωναν οι έχοντες και κατέχοντες, πλήρωναν όμως και οι μέτοικοι, οι ξένοι δηλαδή, πλήρωναν και οι πόρνες!

Οι αρχαίοι φόροι έμπαιναν με την έγκριση της Βουλής. Οσο για τη διαφάνεια, τα ονόματα όσων πλήρωναν αναγράφονταν στους φορολογικούς καταλόγους της εποχής, που βρίσκονταν σε κοινή θέα. Πάνω σε πέτρινες πλάκες και στήλες δηλαδή, σαν αυτές που υπάρχουν στο Επιγραφικό Μουσείο, ένα γνωστό-άγνωστο αλλά πολύ ενδιαφέρον μουσείο στην οδό Τοσίτσα 1, που αναδεικνύει και τεκμηριώνει κομμάτια της Ιστορίας.

Εκεί βρήκαμε τη μνημειώδη «Στήλη της εξηκοστής», έναν λίθινο φορολογικό κατάλογο ύψους 3,5 μέτρων όπου είναι καταγεγραμμένες κατά γεωγραφικές ενότητες οι καταβολές των συμμάχων της Α’ Αθηναϊκής Συμμαχίας την περίοδο 454/3-440/39 π.Χ., προκειμένου να υπάρχει μια «καβάντζα» για να αντιμετωπιστούν οι Πέρσες. Οι εισφορές ήταν ανάλογες με την οικονομική κατάσταση των 265 συμμάχων. Βλέπουμε δηλαδή από τους Ιωνες οι Κυμαίοι να πληρώνουν 12 τάλαντα (6.000 δραχμές) και οι Νισύριοι μόλις ένα, ενώ από τη Θράκη οι Μενδαίοι έδιναν εννέα τάλαντα και οι Θάσιοι 30!

«Εκτός από αυτόν τον τακτικό φόρο, από το 440 π.Χ. η Αθήνα επέβαλλε στους συμμάχους της και έκτακτη εφάπαξ εισφορά, τη λεγόμενη επιφορά», μας πληροφορεί η διευθύντρια του Επιγραφικού Μουσείου Μαρία Λαγογιάννη. «Η δε είσπραξη είχε ανατεθεί σε ειδικούς άρχοντες, τους Ελληνοταμίες».

Οπως αποδεικνύεται, οι αρχαίοι Αθηναίοι είχαν πολλά κόλπα για την είσπραξη των φόρων. Οταν οι άλλες πόλεις άρχισαν να διαμαρτύρονται ενόψει της Β’ Αθηναϊκής Συμμαχίας, οι Αθηναίοι τους υποσχέθηκαν ότι θα καταργήσουν τον συμμαχικό φόρο. Αυτό που έκαναν τελικά ήταν να του αλλάξουν όνομα και να τον πουν «σύνταξη».

Η κυρίαρχη αθηναϊκή πολιτεία είχε διάφορες πηγές για να γεμίζει το δημόσιο ταμείο. Υπήρχαν οι καταβολές για εκμίσθωση δημόσιας περιουσίας:

  • κτήματα,
  • οικοδομήματα ή
  • τα μεταλλεία του Λαυρίου,

υπήρχαν και οι δικαστικές καταβολές.

Κι άλλα τακτικά τέλη γέμιζαν τον κρατικό κορβανά: για να εισαχθούν και να εξαχθούν προϊόντα από τα αττικά λιμάνια (πεντηκοστή), ή για να εισαχθούν εμπορεύματα από τις πύλες της πόλης (διαπύλιον). Καμία εξαίρεση. Οι μέτοικοι έπρεπε να ανανεώνουν επί πληρωμή μία φορά το χρόνο την άδεια παραμονής τους στην Αθήνα (μετοίκιον), ενώ κατέβαλλαν και επιπρόσθετο τέλος για να έχουν το δικαίωμα να εργασθούν (ξενικόν). Οι δε οίκοι έδιναν τον… πορνικό φόρο.

Οι αμυντικές δαπάνες

Μέρος των κρατικών εσόδων πήγαινε για δημόσια έργα. Σε μια στήλη του μουσείου (432/1 π.Χ.) σώζονται δύο τροπολογίες σε ψήφισμα που σχετίζονται πιθανότατα με τη βελτίωση του συστήματος ύδρευσης της Αθήνας ή την κατασκευή και επισκευή των κρηνών. «Το έργο είχε προγραμματιστεί να γίνει «από ολιγίστων χρημάτων», αλλά κατά προτεραιότητα», εξηγεί η Μ. Λαγογιάννη. «Η οικογένεια του Περικλή μάλλον προσφέρθηκε να καλύψει τη δαπάνη, αλλά η πόλη αποφάσισε τα χρήματα να δοθούν από τον φόρο των συμμαχικών πόλεων».

Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι φρόντιζαν, επίσης, να εξασφαλίσουν κονδύλια για την άμυνα. «Οι πιο εύποροι ήταν υποχρεωμένοι να αναλαμβάνουν την «τριηραρχία», την ετήσια δαπάνη για εξοπλισμό ενός πολεμικού πλοίου και τη σίτιση των ναυτών, που καθορίζονταν σε μια δραχμή ανά ναύτη ημερησίως», συνεχίζει η διευθύντρια του μουσείου, το οποίο εκθέτει μια σχετική στήλη του 481/0 π.Χ.

Χρειαζόταν τόλμη για να αρνηθεί κάποιος αυτό το σημαντικό έξοδο. Σε αυτή την περίπτωση έπρεπε να υποδείξει κάποιον άλλον, που θεωρούσε πιο πλούσιο, και να προτείνει αντίδοση. Να ανταλλάξει, δηλαδή, την περιουσία του με την περιουσία του πλουσιότερου. Αν ο άλλος πολίτης αρνιόταν, τότε η ανάθεση γινόταν από τα αρμόδια δικαστήρια.

Υποχρεωτική, αλλά ιδιαίτερα τιμητική ήταν και η χορηγία, η ανάληψη της δαπάνης για την προετοιμασία του χορού, τις θρησκευτικές εκδηλώσεις, τις παραστάσεις των δραματικών αγώνων. «Η χορηγία στοίχιζε 300-5.000 δρχ., όταν τον 5ο αιώνα ο ετήσιος μισθός της ιέρειας της Αθηνάς Νίκης ήταν 50 δρχ.», τονίζει η Μ. Λαγογιάννη, καθώς μας δείχνει μια στήλη του 313/2 π.Χ. Πρόκειται για τιμητικό ψήφισμα του Δήμου Αιξωνής (η σημερινή Γλυφάδα) για δύο χορηγούς, τον Αυτέα και τον Φιλοξενίδη, οι οποίοι «καλώς και φιλοτίμως εχορήγησαν».

Σαν να μην έφταναν και τότε τα τακτικά μέτρα, υπήρχαν και έκτακτα. Οπως η «επίδοσις» (σε χρήματα ή για την εκτέλεση συγκεκριμένου δημόσιου έργου) την οποία κατέβαλλαν οι πλούσιοι αλλά και οι μέτοικοι για την ενίσχυση της πόλης σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Κι ακόμα η «εισφορά» σε περίοδο πολέμου για στρατιωτικές δαπάνες.

Κι αν κάποιος πιανόταν να φοροδιαφεύγει, ο νόμος ήταν αυστηρός, ακόμα και για τον φοροεισπράκτορα. Για του λόγου το αληθές, υπάρχει ένα ψήφισμα του 510 π.Χ. για τους αθηναίους κληρούχους στη Σαλαμίνα, οι οποίοι ήταν υποχρεωμένοι να καταβάλλουν φόρο, να εκτελούν τη στρατιωτική τους θητεία, ενώ δεν επιτρέπονταν να εκμισθώσουν τη γη που τους είχε παραχωρηθεί. Εάν τα παραβίαζαν, πλήρωναν πρόστιμο, το τριπλάσιο του μισθώματος, στο Δημόσιο.

Πηγή: Ελευθεροτυπία

Επιγραφικό Μουσείο: εκπαιδευτικό πρόγραμμα