Τα τραγούδια του Σταμάτη Κραουνάκη

             οι στίχοι

 

1. Αυτή η νύχτα μένει      Σταμάτης Κραουνάκης 
Πέλαγο να ζήσω δε θα βρω      σε ψυχή ψαριού  κορμί γατίσιο

κάθε βράδυ βγαίνω να πνιγώ            πότε άστρα πότε άκρη της αβύσσου

κάτι κυνηγώ σαν τον ναυαγό        τα χρόνια μου σεντόνια μου τσιγάρα να τα σβήσω

Αυτή η νύχτα μένει   αιώνες παγωμένη       που δυο ψυχές δεν βρήκαν καταφύγιο

κι ήρθαν στον κόσμο ξένοι   και καταδικασμένοι   να ζήσουν έναν έρωτα επίγειο

Χάθηκα και γω κάποια βραδιά          πέλαγο η φωνή του Καζαντζίδη

πέφταν τ'άστρα μες στην λασπουργιά

μαύρος μάγκας ο καιρός και μαύρο φίδι

μου'γνεφε η καρδιά   πάρε μυρωδιά          το λάδι εδώ πως καίγεται και ζήσε το ταξίδι

Αυτή η νύχτα μένει    αιώνες παγωμένη     που δυο ψυχές δεν βρήκαν καταφύγιο

κι ήρθαν στον κόσμο ξένοι    και καταδικασμένοι     να ζήσουν έναν έρωτα επίγειο

 

2. Η σωτηρία της ψυχής            Λίνα Νικολακοπούλου

Της εξοχής τα πρωινά θα τα βρούμε ξανά αγκαλιά στο κρεβάτι

και δεν πειράζει που τόσο νωρίς θα κοιτάμε χωρίς  να γυρεύουμε κάτι.

Της σιγουριάς τα υλικά είναι λόγια γλυκά σε κασέτες γραμμένα

γι’ αυτά που ήρθανε τόσο αργά μα τα πήρε η καρδιά  με τα χέρια ανοιγμένα.

Η Σωτηρία της ψυχής - είναι πολύ μεγάλο πράγμα

σαν ταξιδάκι αναψυχής - μ’ ένα κρυμμένο τραύμα.

Μια παραλία ερημική και ν’ απλώναμε εκεί της ζωής μας το βήμα

και δεν πειράζει που τόσα φιλιά πριν να γίνουν παλιά θα τα πάρει το κύμα.

Κι εκεί στην άκρη της γραμμής θα χαρίζουμε εμείς  τα παλιά μας κομμάτια

σ’ αυτά που ήτανε τόσο μικρά μα που ρίχναν σκιά για να μοιάζουν παλάτια.

 

 

3. Πήρα κόκκινα γυαλιά  Σταμάτης Κραουνάκης 

Πήρα κόκκινα γυαλιά κι όλα γύρω σινεμά τα βλέπω

κι ούτε ξέρω πώς να ζω ούτε και πώς ν’ αγαπώ τη ζωή μου επιβλέπω

Πήρα κόκκινο στυλό και τραβάω γιαλό-γιαλό και γράφω

τραγουδάκια της φωτιάς της φωτιάς, της πυρκαγιάς τη ζωή μου αντιγράφω

Πώς μ’ αρέσει αυτός ο ήλιος πώς μ’ αρέσει αυτός ο ήλιος πώς μ’ αρέσει το πρωί

κι είναι βάσανο ο φίλος είναι βάσανο ο φίλος που φωνάζει εκδρομή

Πώς μ’ αρέσει το φεγγάρι πώς μ’ αρέσει το φεγγάρι όταν βγαίνει να με δει

και κρατάει το φανάρι και κρατάει το φανάρι στης αγάπης την πληγή

Πήρα κόκκινη καρδιά και πουκάμισα φαρδιά φοράω και ρωτάω να μου πουν

όσοι ξέρουν ν’ αγαπούν σε ποιον έρωτα χρωστάω

Πήρα κόκκινα φτερά και περνάω μια χαρά, γελάω

Πιάνω σώμα του χιονιού και ουρά χελιδονιού στου Θεού τ’ αυτί μιλάω

Πώς μ’ αρέσει αυτός ο ήλιος πώς μ’ αρέσει αυτός ο ήλιος όταν βγαίνει το πρωί

κι είναι βάσανο ο φίλος κι είναι βάσανο ο φίλος που φωνάζει εκδρομή

Πώς μ’ αρέσει το φεγγάρι πώς μ’ αρέσει το φεγγάρι όταν βγαίνει να μας δει

και κρατάει το φανάρι και κρατάει το φανάρι στης αγάπης την πληγή

Πήρα κόκκινα γυαλιά κι όλα γύρω σινεμά τα βλέπω κι ούτε ξέρω πώς να ζω

ούτε και πώς ν’ αγαπώ

 

4. Κι είχε ένα σίδερο μ’ ατμό Λίνα Νικολακοπούλου
 
Την ώρα που σιδέρωνε της ήρθε πως ξημέρωνε και σφύριζε καράβι.

Σαν τότε που διαλέγαμε με ποιον μπορεί να φεύγαμε στην πρώτη αγάπη σκλάβοι

Κι είχε ένα σίδερο μ’ ατμό και λίγο ιδρώτα στο λαιμό

Σάββατο απόγευμα στην άκρη της κουζίνας.

Γυρνάει ραντίζει ένα γιακά και λέει στον άντρα ξαφνικά

πως πάει κι αυτός ο μήνας.

 

Την ώρα που σιδέρωνε της ήρθε πως ημέρωνε στα γόνατα λιοντάρι.

Διπλώνει ένα πουκάμισο κι ο γιος χρονώ ενάμισο στα πόδια της κουβάρι.

Κι είχε ένα σίδερο μ’ ατμό και λίγο ιδρώτα στο λαιμό

Σάββατο απόγευμα στην άκρη της κουζίνας.

Γυρνάει ραντίζει ένα γιακά και λέει στον άντρα ξαφνικά

πως πάει κι αυτός ο μήνας.

 

Την ώρα που σιδέρωνε της ήρθε ν’ αφιέρωνε σε κάποιον τη ζωή της

Που ανέβαινε στη μάντρα της και γνώριζε τον άντρα της με την αναπνοή της.

Κι είχε ένα σίδερο μ’ ατμό και λίγο ιδρώτα στο λαιμό

Σάββατο απόγευμα στην άκρη εκεί στην πόρτα.

Μια πιέτα δύσκολη πατά απ’ τ’ όνειρό της σταματά

κι ανάβει όλα τα φώτα.

 

5. Τα πιο ωραία λαϊκά    Λίνα Νικολακοπούλου
 
Τα πιο ωραία λαϊκά σε σπίτια με μωσαϊκά τα είχαμε χορέψει

γαλάζιο γύψο η οροφή και τα τακούνια μου καρφί

κι από την πρώτη την στροφή, το στόμα εγώ το ‘χα λατρέψει.

 

Κορίτσια αγόρια σ’ ένα χωλ και τα φιστίκια μες το μπολ κι οι γέροι στη βεράντα

με το ρυθμό της μουσικής και με μπλου-τζην Αμερικής

μια εφηβεία επιεικής που γίνεται σαράντα.

Δε γυρνάνε λέμε, πίσω ποτέ, τα καλά παιδιά σ’ εκείνα τα χρόνια

έρωτά μου τώρα πληγωμένε μου αητέ στάχυα είμαστε στου χρόνου τ’ αλώνια.

 

Έλα μην κλαις, μη μου κλαις  σε γιάτρεψα λύπες και αγάπες παλιές ανάτρεψα.

Έλα μην κλαις, μη μου κλαις  στ’ ορκίζομαι  για παραισθήσεις καλές φημίζομαι.

Τα πιο ωραία λαϊκά σε σπίτια με μωσαϊκά τα είχαμε χορέψει

γαλάζιο γύψο η οροφή και τα τακούνια μου καρφί αλλά χωρίς επιστροφή.

Τις πιο ωραίες Κυριακές με λεμονάδες σπιτικές  τις είχαμε δροσίσει

με το Δομάζο αρχηγό και το Σιδέρη κυνηγό

γιατ’ ήσουν Ένωση και εγώ με χωρισμό σ’ είχα φοβίσει.

Μετά μας πήγε Αριστερά το περιβόλι κι η χαρά και πήραμε το Βήμα

στο πρώτο υπόγειο του Κουν και στην Επίδαυρο

που ακούν, Θεούς κι ανθρώπους να νικούν  τα πάθη και το χρήμα.

 

6. Ανθρώπων έργα    Λίνα Νικολακοπούλου
 Λες και τρώμε το χειμώνα παγωτό. Λες και πέφτουμε σε τοίχους μ’ εκατό.

Έτσι ανάποδα λυγάω το βράδυ αυτό του νου τη βέργα.

Λες και η στάθμη της αγάπης πάει να βρει πόσοι κρύβονται στη λάσπη θησαυροί.

Πώς κοπήκανε στα δάχτυλα οι σταυροί  γι’ ανθρώπων έργα.

 

Αδιόρθωτα τα μάτια κι οι καρδιές με κουμπιά και φερμουάρ κατεστραμμένα

δυο κουβέντες μου σου πέσανε βαριές κι αποφάσισες να ζεις χωρίς εμένα.

 

Λες και στρώσαμε τον Αύγουστο χαλί  λες και βγήκε τ’ ασανσέρ σ’ ένα κελί

που ένας το βλέπε το φως γι’ ανατολή  κι άλλος για δύση.

 

Λες και μέσα μας τ’ αντίθετα τραβάν  να ψηφίσουνε στο ίδιο παραβάν

σαν αιώνιο Ιησούν ή Βαραβάν  του ανθρώπου η φύση.

 

7. Ποτέ    Λίνα Νικολακοπούλου
Ποτέ τόσες νύχτες για σένα Ποτέ τόσο εσύ πουθενά Κι εκεί που σε παίρνω για ψέμα

Στο αίμα μου μπαίνεις ξανά     Κι εγώ που χρόνια ζω για σένα

 

Ποτέ δε θα μπω σ' άλλο σώμα Ποτέ κι ας γυρνώ σαν σκιά

Ποτέ κι ας μοιράζομαι ακόμα στο Πριν, στο Ποτέ στο Μετά . . .   Ποτέ .  . .

 Ποτέ τόσες νύχτες για νύχτες Ποτέ τέτοιο τέλος φωτιά

Κι εκεί που κοιμόσουν και μ' είχες Καπνός από στάχτη παλιά

Κι εγώ που χρόνια ζω λες κι ήρθες

Ποτέ δε θα μπω σ' άλλο σώμα Ποτέ κι ας γυρνώ σαν σκιά

Ποτέ κι ας μοιράζομαι ακόμα Στο Πριν, στο Ποτέ, στο Μετά...    Ποτέ . . . .

 

9. Ο Άδωνις                 Σταμάτης Κραουνάκης
Όπου κι αν πας θα ‘σαι πάντα εδώ θα ‘χεις κλειδί και θ’ ανοίγεις την πόρτα

όμως φοβάμαι μωρό μου μη φύγω εγώ έλα να πάμε οι δυο μας μια βόλτα.

Πάμε στον Άδωνι για καφέ που πηγαίνουν τεκνά και φρικιά και αράζουνε και αθλητές

και που πηγαίνει και μια χοντρή νευρικιά Κυριακή να της φύγει το στρες.

Κι όλα μοιάζουν ένα τίποτα και κυκλοφορούν ανύποπτα

κι είσαι η λαχτάρα μου ο καφές και τα τσιγάρα μου.

Ότι κι αν ζήσουμε το ‘χουμε δει  σαν μία σκηνή από άλλη ταινία

Κι όλος ο κόσμος - μωρό μου - μπορεί και το ζει έλα - κερνάω καφέ στην πλατεία.

 

10. Μόνο μια φορά                                                                            Σταμάτης Κραουνάκης
 Μόνο μια φορά, κρίμα στη χαρά, κάπου κοιταχτήκαμε, μετά ερωτευτήκαμε

κι ύστερα βρεθήκαμε άλλη μια φορά.

Πρώτη μου φορά σε θολά νερά έμαθα κολύμπι και πώς λεν το "γιαχαμπίμπι",

πρώτη μου φορά.

 

Μόνο μια φορά έκλαψα για σένα πικρά

κι ύστερα κανόνισα και δεν σου τηλεφώνησα ούτε μια φορά.

 

Μόνο μια φορά, κρίμα στη χαρά, θά ’ρθουνε κι οι φίλοι μου να μάθουν το ρεζίλι μου,

μάτωσα τα χείλη μου άλλη μια φορά.

Μόνο μια φορά φτάνει, σοβαρά η καρδιά του ανθρώπου να βρεθεί στο επί τόπου

λιώμα, φανερά.

 

11. H άνοιξη  Λίνα Νικολακοπούλου
 
Την ώρα που κοιμάσαι τ’ απογεύματα θα σηκωθώ να φύγω πριν ξυπνήσεις

την ώρα που θα μπαίνουν στο ραδιόφωνο  του Ερυθρού Σταυρού οι αναζητήσεις.

Κι όσο κι αν πονώ όπως θα μπαίνει η άνοιξη  εγώ - δεν θα γυρίσω να κοιτάξω

κι έτσι ξαφνικά όπως θα μπαίνει η άνοιξη  μια και καλή θα σε ξεγράψω.

Την ώρα που κοιμάσαι τ’ απογεύματα μ’ αρέσει που θα βγω με τ’ άρωμα σου

την ώρα που θα παίζει στο διάδρομο του δειλινού το φως με τα κλειδιά σου.

 
12.Να κοιμηθώ στο πάτωμα Λίνα Νικολακοπούλου
 Κοντά στα κύματα θα χτίσω το παλάτι μου Θα βάλω πόρτες  μ' αλυσίδες και παγώνια

Και μες στη θάλασσα  θα ρίξω το κρεβάτι μου γιατί κι οι έρωτες  μου φάγανε τα χρόνια

 

Να κοιμηθώ στο πάτωμα  να κλείσω και τα μάτια

γιατί υπάρχουν κι άτομα που γίνονται κομμάτια

 

Ξυπνώ μεσάνυχτα κι ανοίγω το παράθυρο  κι αυτό που κάνω ποιος σου το' πε αδυναμία

Που λογαριάζω  το μηδέν μου με το άπειρο  και βρίσκω ανάπηρο  τον κόσμο στα σημεία

 

Να κοιμηθώ στο πάτωμα  να κλείσω και τα μάτια

γιατί υπάρχουν κι άτομα που γίνονται κομμάτια

 

13. Κυκλοφορώ κι οπλοφορώ  Λίνα Νικολακοπούλου
Κυκλοφορώ κι οπλοφορώ γιατί ποτέ να σ’ αποκτήσω δεν μπορώ

Δεν είχα φταίξει πουθενά  κι άσε με δω στα σκοτεινά  να προχωρώ

Κυκλοφορώ κι αδιαφορώ  κι αν υποφέρω  κι αν ανοίγω σα φτερό

Για κείνο που ’χει πια χαθεί  κάνω το τραύμα πιο βαθύ  κι αποχωρώ

Και απορώ που μια ζωή κυκλοφορώ και σε λατρεύω

αλλά δεν είμαι και Θεός  να σε παιδεύω

Και απορώ που μια ζωή  από παιδί παρακαλάω

Μα ούτε σ’ ένα παραμύθι δε χωράω

Κυκλοφορώ κι οπλοφορώ  γιατί ποτέ να σ’ αποκτήσω  δεν μπορώ

Δεν είχα φταίξει πουθενά  κι άσε με δω στα σκοτεινά  να προχωρώ

Κυκλοφορώ κι οπλοφορώ  και σ’ έχω απάνω μου  σαν ρούχο καθαρό

Μες στου μυαλού μου  τις φωτιές  τις μαγεμένες σου ματιές  να λαχταρώ

Κυκλοφορώ κι αδιαφορώ  κι ούτε που θέλω της αλήθειας  το νερό

Κι αν ήταν ψέμα το φιλί,  εγώ που το ’θελα πολύ, μ το συγχωρώ

Και απορώ που μια ζωή  από παιδί παρακαλάω

Μα ούτε σ’ ένα παραμύθι δε χωράω

Κυκλοφορώ κι οπλοφορώ  γιατί ποτέ να σ’ αποκτήσω  δεν μπορώ

Δεν είχα φταίξει πουθενά  κι άσε με δω στα σκοτεινά  να προχωρώ

 

14. Κουπαστή    Λίνα Νικολακοπούλου
 Τα μάτια κλείστε  γλυκά ακουμπήστε στην κουπαστή.

Το χρόνο αφήστε  καινούρια ψέματα να φανταστεί.

Είναι μια νύχτα μια τρελή βραδιά

που λάμπουν τ’ άστρα λάμπει κι η καρδιά

και κάπου απέναντι είναι το νησί που ‘χει κοράλλια κι η αμμουδιά χρυσή

κι αυτό τ’ αγέρι – πως και φέρνει σήμερα

μια τέτοια χίμαιρα  ξανά στο φως.

Τα μάτια κλείστε  γλυκά ακουμπήστε στην  κουπαστή.

Το χρόνο αφήστε καινούρια ψέματα να φανταστεί

και τι μας νοιάζει πια αφού η νύχτα πήρε τα κουπιά

τα μάτια κλείστε και δώστε στ’ όνειρο,  τρελά φιλιά.

 

15. Κιβωτός   Λίνα Νικολακοπούλου

Έχω μια κιβωτό που πιάνει τα εκατό κι από τα φινιστρίνια

μαύρα νερά λουστρίνια  τα κοιτώ.

Την άλλη Κυριακή άμα δεν είσαι ‘κει  τα φώτα της θ’ ανάψω

να σ’ αγαπώ θα πάψω μείνε ΄κει.

 

Η καρδιά δεν αντέχει πολλά  μοναχή μεσ’ στο κόσμο κυλάει

Και μετά πριν ανέβει ψηλά σε μια πόρτα κλειστή

αχ τι νύχτα κι αυτή για να βγεις να κρυφτείς    τα “φυλάει”.

 

Έχω μια μηχανή  δεμένη με σκοινί που δεν μπορεί να φύγει

είσαι πληγή που ανοίγει το πρωί.

 

16. Πέρασε ο καιρός  Λίνα Νικολακοπούλου
Πέρασε ο καιρός  παιχνίδια αλλιώτικα στο φως τα μεσημέρια   μίλα μου

μ’ όλες τις φωνές ποτέ δεν έμαθα τι σ’ έκανε να κλαις

βγαίνει η βαρκούλα βγαίνει η βαρκούλα του ψαρά

Ήλιος και βροχή χιλιάδες όνειρα παντρεύονται οι φτωχοί και ‘γω σε χάνω,   μίλα μου

κι άκου τι θα πω ψηλά τα χέρια γιατί τόσο σ’ αγαπώ και μένω αταξίδευτο.

Και τότε ρίξαμε τον κλήρο να δούμε ποιος θα φαγωθεί - ποιος θα τα φυλάει

νταμ νταμ φιλίμικο - νταμ νταμ  καραγάτς - ξεπετώ δίπλα στον ποταμό εγώ ταγκό.

Τι με κοιτάζεις μ’ αυτά τα μάτια αυτό που ζήσαμε σκοτάδι και μας πνίγει

εσύ μια κούκλα στα σκαλοπάτια κι εγώ τρενάκι

που δεν πρόκειται να φύγει.

 

Πέρασε ο καιρός  παιχνίδι αλλιώτικο  που χάθηκε στο φως τα μεσημέρια μίλα μου

μου ‘λειψες πολύ και στρατιωτάκι μολυβένιο με στολή σε περιμένω...      τίποτα

 

8. Ροκ                             Σταμάτης Κραουνάκης
 Το ροκ αρχίζει. Και δεν τελειώνει. Σου ροκανίζει το παντελόνι  γιατί είσαι ροκ.

Το ροκ δουλεύει κι η νύχτα τρίζει σε ξενητεύει  και σε γυρίζει γιατ’ είσαι ροκ.

Το ροκ σε παίρνει και σε σηκώνει σε τριβελίζει  σ’ αναστατώνει around the clock!

Ροκ είναι ο βράχος και κλοκ ο χρόνος κι εγώ μοναχός μα όχι μόνος   γιατ’ είσαι!!!...

Ροκ είν’ ο βράχος και  κλοκ ο χρόνος κι εγώ μονάχος μα όχι μόνος γιατί ‘σαι ροκ!

γιατί το ροκ ότι και να ‘σαι  άμα δεν το ‘χεις να το φοβάσαι γιατ’ είναι!!!...

- Ροκ είναι σμόκιν και ελβιέλο  είν’ ο Αμπότ με τον Κοστέλο αυτοί ‘ναι ροκ!

Ρόκ είν’ ο Έλβις  ο δυναμίτης  Βασιλειάδου και Αυλωνίτης, αυτοί ‘ναι ροκ.

- Ροκ είναι να ‘χεις  είναι να πίνεις  ...κι άμα δεν έχεις τότε να δίνεις. Αυτό είναι ροκ!

- Ροκ είναι  ο Τζάγκερ σε  μια κουρσάρα - Κι η Βλαχοπούλου στη σαραντάρα.

- Ο Μάρλον Μπράντο  με τη φανέλα   Και η Μελίνα ντυμένη Στέλλα Αround the clock!

- Ροκ είναι να ‘χεις  είναι να πίνεις  - Κι άμα δεν έχεις  τότε να δίνεις Αυτό είναι ροκ

Γιατί το ροκ. ότι και να ‘σαι  Άμα δεν το ‘χεις να το φοβάσαι γιατ’ είναι...

Τι σου λέει ο Πρίσλεϊ για μένα κι όλο με κοιτάς με μάτια δακρυσμένα  λες κι είσαι ροκ!

 

19. Η Μαλάμω                    Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου
Η Μαλάμω με καμάρι  που μοσχοβολά θυμάρι

μεσ’ στους δρόμους της Αθήνας έχει εννιά γι’ αυτήν ο μήνας

τα κουμπούρια γεμισμένα τα ‘χει πάντα κουμπωμένα

κι όλοι τρέχουν να τη δουν  με καημό και τραγουδούν.

Μαλάμω με τη φούρια σου βάρα τα κουμπούρια σου

βάρα τα κουμπούρια σου πανάθεμα τη φούρια σου

Μπαμ και Μπουμ  οι κουμπουριές φυτεύεις βόλια στις καρδιές.

Απαράτησε τα γίδια τα σιγκούνια τα στολίδια στην Αθήνα μάνι-μάνι

έβανε κοντό φουστάνι τα κουμπούρια της γεμάτα  τα κουνά π’ αναθέματα

τα κουνά και περπατάει κι όλη η Αθήνα τραγουδάει.

Μαλάμω με τη φούρια σου βάρα τα κουμπούρια σου

βάρα τα κουμπούρια σου πανάθεμα τη φούρια σου

Μπαμ και Μπουμ  οι κουμπουριές φυτεύεις βόλια στις καρδιές.

 

Ρίχνει βόλια η ματιά της  η πλεξούδα η ξανθιά της με τα φρύδια τα γραμμένα

τα κουμπούρια γεμισμένα ξεχειλά δροσά και νιάτα η Μαλάμω η χωριάτα

με λαχτάρα την κοιτάζουν  τραγουδούν κι αναστενάζουν

Μαλάμω με τη φούρια σου βάρα τα κουμπούρια σου

βάρα τα κουμπούρια σου πανάθεμα τη φούρια σου

Μπαμ και Μπουμ  οι κουμπουριές φυτεύεις βόλια στις καρδιές.

 

21. Η Λίζα και η κορνίζα    Σταμάτης Κραουνάκης
Τηλεφώνησες πάλι να μου κάνεις κεφάλι να σου πω να μου πεις

κοιτά μόνο την ώρα ούτε χτες ούτε τώρα θα φανείς συνεπής

πάλι θα κανονίσεις να μου ξεκουβαλήσεις και κανέναν εξτρά

τον κοντό κολλητό σου ή κανέναν γνωστό σου από τα Φιλιατρά.

Τηλεφώνησες πάλι απ’ τον κύριο Τσάρλι που σου κάνει αγγλικά

τηλεφώνησες πάλι και σ’ ακούγανε κι άλλοι μίλα ελληνικά

άμα  θες να σε βγάζω και να σε συναρπάζω νασαι πιο ντεκλαρέ

μου χουν πει στο φλιτζάνι πως μια Λίζα με κάνει φιλετάκια πουρέ

 

Πάρτο Λίζα και κάντο κορνίζα και βάλτο στην πρίζα να κάνει σουξέ 

το πτυχίο δεν μπαίνει στ’ αρχείο κορίτσι για δύο τσιφλίκι μπαξέ

πάρτο Λίζα και κόντο κορνίζα  και μες στο IBIZA μπορεί να συμβεί

το μοιραίο κορίτσι λαθραίο κομμένη στο λέω όχι άλλη στραβή

 

Τηλεφώνησες πάλι όπως έβλεπα Γκάλη να μου κάνεις ρελάνς

με κουράζεις ρε Λίζα  θα μου κάψεις τη μίζα και θα πάρω ρεβάνς

όλο dear και honey αϊ σιχτίρι Γιορντάνι πάνε βρες τον κοντό

που’ χει βιοτεχνία μες την Νέα Ιωνία και αμάξι μπορντό

Τηλεφώνησες πάλι απ’ το δίπλα μπακάλη που τον λένε Μικέ

δεν γουστάρω Λιζάκι αλογάκι σε σκάκι σε αγώνα σικέ

Τηλεφώνα στη Νταίζη να σου κάνει τραπέζι με σαμπάνια ΚΑΙΡ

και φωνάξτε την Ντέπυ που ‘χει βίτσιο να βλέπει μοναχά Ρίτσαρντ Γκηρ.

Πάρτο Λίζα και κάντο κορνίζα και βάλτο στην πρίζα να κάνει σουξέμ

το πτυχίο δεν μπαίνει στ’ αρχείο κορίτσι για δύο τσιφλίκι μπαξέ

πάρτο Λίζα και κόντο κορνίζα  και μες στο IBIZA μπορεί να συμβεί

το μοιραίο κορίτσι λαθραίο κομμένη στο λέω όχι άλλη στραβή

Πάρτο Λίζα και κάντο κορνίζα και βάλτο στην πρίζα να κάνει σουξέ

 

24. Τρίτο στεφάνι   Λίνα Νικολακοπούλου
 Τρίτο στεφάνι καρδιά μου τι να σε κεράσω που δε με πιάνει  λιγάκι ο ύπνος, να ξεχάσω

σαν παραμύθι  γιαγιά Εκάβη μάνα  Νίνα φωτιά στα στήθη κόκκινη μοίρα  σερπαντίνα.

 

Χαμένα χαμένα  τα πιο πολλά κορμιά κουρασμένα   κορμιά δειλά που πήγαν  που φύγαν

τόσοι γνωστοί  στης νύχτας  το χορό  έχουν πιαστεί.

 

Το πρώτο στεφάνι  βαθιά πληγή το δεύτερο φτάνει σε άλλη γη

το τρίτο στεφάνι μια συντροφιά που ζήσαμε αυτή είν’ η ομορφιά.

Τρίτο στεφάνι Λευκέ μου Πύργε, Παρθενώνα ίδιο φουστάνι  και καλοκαίρι και χειμώνα.

Της μοίρας νύφη μ’ ένα ταγκό καρδιά κομμάτια πριν γίνω λήθη φίλα με, κοίτα με στα μάτια.

 

28. Επεμβαίνεις        Κώστας Τριπολίτης
[Μοσχολιού:]
Επεμβαίνεις,  επεμβαίνεις στη ζωή μου ασυγχώρητα σε θέματα προσωπικά κι απόρρητα με ντέτεκτιβ κι υποκλοπές μ’ εντάλματα κι επιτροπές, επεμβαίνεις, επεμβαίνεις, επεμβαίνεις       μ’ έκανες μπαλάκι τένις.

[Ζαμπέτας:] Είσαι σκέτο παρακράτος είσαι σκέτο παρακράτος  και προβοκατόρισσα  γι’ αυτό σε χώρισα.

[Μοσχολιού:] Επεμβαίνεις, επεμβαίνεις με πυρά κατευθυνόμενα  στο σπίτι μου,

στους φίλους και το γκόμενο μ’ εντάλματα και σπαστικά με κόλπα τρομοκρατικά

επεμβαίνεις, επεμβαίνεις, επεμβαίνεις μ’ έκανες μπαλάκι τένις.

 

29. Μαρόκο              Λίνα Νικολακοπούλου
 
Μια νύχτα στο Μαρόκο  λαχτάρησα να ζήσω με μυρωδιές κι αρώματα φωτιά στα χρώματα.

Μία νύχτα με φεγγάρι καινούριο κι αναμμένο μετάξι μαύρο να φορώ να βάφω το νερό.

Μια νύχτα μόνο τάξε μου φαρμάκι αν θέλεις στάξε μου, μετά.

Μια νύχτα μόνο τάξε μου να φέγγω στα ματάκια σου μπροστά.

Μια νύχτα σαν κι αυτή θάνατο κι αρχή - σου ζητώ

Μια νύχτα στη Βεγγάζη να βγω φωτογραφία στα φώτα κάποιου βαποριού στα χέρια τ’ αγοριού

Μια νύχτα με τραγούδι πεντάρφανο και ξένο

κι αν πιάσουν τ’ άστρα πυρκαγιά  θα πέσουν στη καρδιά.

 

30. Μαμά γερνάω   :Λίνα Νικολακοπούλου
Τα ρούχα που δεν έμαθα να πλένω τα βάζω στη σακούλα και σ’ τα φέρνω.

Ρωτάς για την καριέρα μου τη νύχτα και τη μέρα μου κι εγώ να σου μιλάω καταφέρνω.

Και σκέφτομαι που πίνω κόκα-κόλα για να’ ναι πάντα ίδια αλλάζουν όλα.

Κι ανοίγω το ψυγείο σου,  το "έλα" και το "αντίο" σου  ζητούσα στη ζωή μου πάνω απ’ όλα.

Μαμά, πεινάω             μαμά, φοβάμαι      μαμά, γερνάω.

Και τρέμω να ’μαι αυτό που χρόνια ανησυχείς: ωραία, νέα κι ατυχής.

Τα χρόνια που μεγάλωνες για μένα να ξέρεις πως σου τα ’χω φυλαγμένα.

Και τέλειωσα με άριστα αλλά δεν έχω ευχάριστα, μαμά, όλα στον κόσμο είναι γραμμένα.

Τριάντα καλοκαίρια και χειμώνες  τις άγριες σού φέρνω ανεμώνες.

Και κοίτα, ένα μυστήριο του κόσμου το κριτήριο

πως μοιάζουμε μου λέει σα δυο σταγόνες.

Μαμά, πεινάω μαμά, φοβάμαι μαμά, γερνάω.

Και τρέμω να ’μαι αυτό που χρόνια ανησυχείς: ωραία, νέα κι ατυχής.

 

31.Παναγιά μου εσύ του Νοτιά Υπερωκεάνιο   Λίνα Νικολακοπούλου

Τόσο καπνό που πίνω μέσα μου άμα τον είχα ταξιδέψει, θα ‘χα γυρίσει όλη τη γη

από τη νύχτα ως την αυγή παρά που λες πως μ’ αγαπάς να ‘χα πιστέψει.

 

Γιατί τώρα είναι σπάνιο  να ξοφλήσω το δάνειο  που ‘χα πάρει απ’ το χθες

για να ελπίζω σ’ έναν αγώνα τιτάνιο σαν υπερωκεάνιο μες την ομίχλη στεριά να σφυρίζω.

 

Παναγιά μου εσύ του Νοτιά της καρδιάς μου η γη ξενιτιάτης καρδιάς μου η γη

μια βαθιά πληγή που την κλείνει του χρόνου η φωτιά.

 

Τόσο καπνό που είδαν τα μάτια μου άμα τα βλέφαρα είχα κλείσει ίσως και να ‘χα ονειρευτεί  πως σαν την έρημο καυτή είν’ η ψευτιά που λόγια αγάπης  πάει να χτίσει.

 

32. Ώπα, είπα, λέω   Γιώργος Μανιώτης
 Ώπα, είπα, λέω μέσα στη ζωή περνάω τραγουδώ και προσπερνάω - λέω

ώπα, είπα, λέω αναμμένη η μηχανή μου και δεμένη η ψυχή μου - λέω

ώπα, είπα, λέων πίσω από 'να γραφειάκι χρήμα κέρδος κυνηγάω - λέω

ώπα, είπα, λέω ώπα κοίτα με γελώ είπα κοίτα με γελώ  λέω κοίτα με γελώ δεν κλαίω.

 

Φρένο γκάζι μουσική  τη ζωούλα μας φυλάει η φωνή του εκφωνητή

ώπα, είπα, λέω φρένο γκάζι μουσική με μια ζώνη ασφαλείας  μια ολόκληρη ζωή.

 

Ώπα, είπα, λέω, τις καλύτερές μου μέρες ξεπουλάω λέω - ώπα, είπα, λέω

στο τιμόνι μου δεμένος στο τικ-τακ συντονισμένος λέω, ώπα, είπα, λέω - βγάζω φλας

αλλά δεν στρίβω τη ζωή μου προσπερνάω λέω ώπα, είπα, λέω.

 

33. Ποιος αντέχει απόψε μόνος  ποιος μπορεί  Λίνα Νικολακοπούλου
Ένα τραπέζι, μια καρέκλα κι ένα αστέρι απόψε κάποιος, θα καθίσει εκεί να πιει

ποιόν δεν συγχώρησε, ποιόν χώρισε, ποίος ξέρει άδειο τ' απέναντι κι αυτόν θα καταπιεί

προχθές Αιγάλεω απόψε Περιστέρι

Ποιος αντέχει απόψε μόνος ποιος μπορεί

ποιος το ζήταγε επιμόνως το βαρύ τι είναι αυτά, που φέρνει ο χρόνος κι απορεί

ποιος το ζήταγε επιμόνως το βαρύ;

Ποιος αντέχει απόψε μόνος, ποιος μπορεί συντροφιά ζητάει κι ο πόνος σοβαρή

 

Ένα τραπέζι, μια καρέκλα κι ένα αγέρι  που την κατέβασε, ως τον Άδη την γουλιά

την πεθαμένη του καρδιά να συνεφέρει να της χαϊδέψει όπως τότε τα μαλλιά

προχθές Αιγάλεω, απόψε Περιστέρι

 

34. Άτυχος    Λίνα Νικολακοπούλου
Τα λόγια τα μισότρελα που σ' άκουσα να λες  σ' εκείνου που αγαπάς τις αγκαλιές

ενίκησαν ολότελα τα λόγια τα μισότρελα   δεν σ' άκουσα καρδιά μου τι μου λες

Λέω αυτή που αγαπάς είναι μ' άλλονε τον φιλούσε τον ζούσε τον μάλωνε

στο δικό σου τ' αυτί φτάνει ο ήχος  άτυχος , άτυχος...

κι ας σας χώριζε ένας τοίχος

Στα λόγια τα μισόλογα που μου είπαν οι γνωστοί να δούνε η μαχαιριά αν είναι σωστή

τους είπα να πηγαίνουμε σε δυο δωμάτια μένουμε αλλιώτικα το 'χα φανταστεί

Λέω αυτή που αγαπάς μ' άλλον χαίρεται ζωντανή γιορτινή παραφέρεται

στο δικό σου τ' αυτί φτάνει ο ήχος      άτυχος, άτυχος  ....

κι ας σας χώριζε ένας τοίχος     κι ας μας χώριζε ένας τοίχος....

 

 

37. Την ώρα που γεννιόμουνα σχολάγανε οι μοίρες

Λίνα Νικολακοπούλου
 

Την ώρα που γεννιόμουνα σχολάγανε οι μοίρες

μονάχη μου καθόμουνα κι απ' τη ζωή κρατιόμουνα κρατιόμουνα σ' ένα καφάσι μπίρες

μονάχη μου καθόμουνα κι απ' τη ζωή κρατιόμουνα κι ονειρευόμουνα σ' ένα καφάσι μπίρες

Τα λόγια σου τα ψεύτικα φαρμάκι κι αγωνία

μονάχη μου παντρεύτηκα σε βρήκα σ' ερωτεύτηκα παιδεύτηκα σ' αυτή την κοινωνία

μονάχη μου παντρεύτηκα σε βρήκα σ' εμπιστεύτηκα και ρεζιλεύτηκα στην παλιοκοινωνία

 Φωτιά κι ανάσταση καρδιά πονάς και σπάσ' τα εσύ τα χρόνια που 'φτασα να ζω

φωτιά και δύναμη καρδιά τρελή κι αδύναμη στον κόσμο που 'ρθαμε χορτάσαμε γκρεμό

Την ώρα που περπάτησα μου φέραν και τα δώρα

μια νύχτα μόνο κράτησα κι απάνω της ξεστράτισα

ξεστράτισα και μου 'λεγαν προχώρα

μια νύχτα μόνο κράτησα κι απάνω της γονάτισα και παραστράτησα στην πρώτη κατηφόρα

Φωτιά κι ανάσταση καρδιά πονάς και σπάσ' τα εσύ τα χρόνια που 'φτασα να ζω

φωτιά και δύναμη καρδιά τρελή κι αδύναμη στον κόσμο που 'ρθαμε χορτάσαμε γκρεμό