Ανδρέας Ιωάννου Κασσέτας

 

το ΧΡΩΜΑ 
της ανθρώπινης επιδερμίδας

 

Δεν είχε δει ποτέ του Κινέζο, ήταν, ωστόσο,

 σίγουρος

για το χρώμα του

και αναρωτιόταν πως θα ταν ένα κορίτσι κίτρινο.

 

Την επιδερμίδα του πρόεδρου Μάο την είχε φανταστεί κάτι

σαν αυτό που έβλεπε

κοιτάζοντας το καναρίνι σε κλουβί.

Λίγο αργότερα, ο Andy Wahrhol

πρότεινε εννέα διαφορετικά χρώματα

για το χρώμα

της προεδρικής επιδερμίδας

χωρίς κανένα από αυτά

να είναι το καναρινί

που είχε φανταστεί εκείνος.

Είδε όμως Γιαπωνέζους σε ταινία στο σινεμά

αλλά δεν μπόρεσε να διακρίνει κάτι το λεμονί πάνω στην επιδερμίδα τους.

Είχε αρκετά μεγαλώσει όταν οι ολοζώντανοι Ιάπωνες τουρίστες που συνάντησε στην Ακρόπολη  ήταν ίδιοι σε απόχρωση επιδερμίδας με κείνον και τον εαυτό του τον θεωρούσε λευκό παρόλες τις προσπάθειες που έκανε το καλοκαίρι «να αποκτήσει χρώμα» ώρες ολόκληρες στον Μπάτη και στον Ζέφυρο.  Το ίδιο συνέβαινε και με τους Κινέζους και με τους Κορεάτες.

Στα χρόνια που ακολούθησαν κατάλαβε ότι ο χρωματικός προσδιορισμός «κίτρινοι» για τους Ασιάτες της Άπω Ανατολής ήταν μια εμμονή  των Ευρωπαίων που εμπεριείχε στοιχεία υποτίμησης και μια απόπειρα ταξινόμησης των ανθρώπων σε  κατηγορίες ανάμεσα στις οποίες η λευκή φυλή ήταν αναντίρρητα στην κορυφή,

ενώ οι κίτρινοι και ακόμα περισσότεροι οι μαύροι ήταν στα χαμηλά της αξιολογικής κλίμακας

αλλά κυκλοφορούσε και εξελληνισμένο το «redskins» των αμερικανών – ερυθρόδερμοι -

για τους αυτόχθονες της δικής τους ηπείρου.

Το λευκό, το μαύρο, το κόκκινο και το κίτρινο είχαν επιστρατευτεί 

για την ταξινόμηση των ανθρώπων του πλανήτη Γη .

Πολύ αργότερα συνειδητοποίησε ότι η  βασιζόμενη στο «χρώμα» της ανθρώπινης επιδερμίδας» σχετική αξιολόγηση κάθε «ράτσας» ήταν ένα από τα σοβαρά αμαρτήματα της κοινωνίας στην οποία μεγάλωσε.

Οι με την πιο σκούρα επιδερμίδα ήταν αραπάδες,  αραπίνες, αράπηδες, σκυλάραπες, νέγροι, σκούροι, μαύροι και έγχρωμοι,  όλοι τους προσδιορισμοί με έντονο το στοιχείο της περιφρόνησης, παρά της προσπάθειες του Τσιτσάνη -με το «αραπίνες μαύρες ερωτιάρες» και τη «Μισιρλού» - για το αντίθετο.  

Υπήρχαν επίσης οι μιγάδες και οι Ινδοί αλλά σε πιο μαλακή εκδοχή υποτίμησης.

 

Εκείνος ήθελε να μεγαλώσει μέσα από ένα δρόμο διαφορετικό

έτσι που να είναι σε θέση σε κάθε στιγμή  να διακρίνει

ότι οι άνθρωποι, οποιαδήποτε κι αν είναι η απόχρωση της επιδερμίδας τους,

είναι πλάσματα

που

θυμώνουν,

ζωγραφίζουν,

προσπαθούν,

γελάνε,

κλαίνε, ονειρεύονται,

κάνουν ποδήλατο,

παίζουν μουσική,

τραγουδούν,

ακούν μουσική,

κοινωνούν και επικοινωνούν,

διερωτώνται,

ελπίζουν,

δοκιμάζουν,

απολαμβάνουν,

 διαφέρουν στο χρώμα

της επιδερμίδας, αλλά πριν απόλα

παίζουν, ανακαλύπτουν,

αγωνίζονται

να επιβιώσουν,

κουράζονται,

ξεκουράζονται,

διεκδικούν,

διαδηλώνουν, φωνάζουν,

σιωπούν,

ερωτεύονται,

συμμετέχουν,

φτιάχνουν

με τα χέρια τους πράγματα, 

τα πουλάνε,

μελετούν,

μαθαίνουν,

χορεύουν,

φιλιούνται,

φλυαρούν,

 

μεγαλώνουν τα παιδιά τους,

ανοίγουν παράθυρα

προς το μέλλον,

ζουν . .

Καθένας τους

και καθεμία τους,

ανεξάρτητα

από το ΧΡΩΜΑ της επιδερμίδας

και το σχήμα των ματιών

είναι 
ΠΛΑΣΜΑ ΑΝΘΡΩΠΟΣ

 

Επιστροφή στην πρώτη σελίδα με τα περιεχόμενα.