Ανδρέας Ιωάννου Κασσέτας
ΜΝΗΜΕΣ
ΣΩΜΑΤΟΣ
Ας αποδεχθούμε την άποψη
οτι το «να διδάξεις» σε κάποιον ένα
γνωστικό αντικείμενο
( γενικά και όχι μόνο σε
επίπεδο του θεσμού σχολείο ) οφείλει
να βασίζεται, εκτός των άλλων,
και στο σύνολο των
εσωτερικών εικόνων -αναπαραστάσεων- που είναι εγκατεστημένες
στο συνειδέναι του
διδασκόμενου.
Στο σύνολο των προσωπικών
αυτών «εσωτερικών εικόνων»
μπορούμε να διακρίνουμε
ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ δημιουργημένες από
εμπειρία – παρατήρηση,
ΙΔΕΕΣ σχετικά με το πώς είναι ο
Κόσμος
και ΜΝΗΜΕΣ ΣΩΜΑΤΟΣ οι οποίες, κατά τη γνώμη μου, συγκαταλέγονται ανάμεσα
στις βαθύτερα αποτυπωμένες
στη συνείδηση αναπαραστάσεις.
Πέντε τέτοιες σημαντικές μνήμες σώματος είναι οι
σχετιζόμενες
με ΒΑΡΥΤΗΤΑ, με ΑΔΡΑΝΕΙΑ,
με ΠΙΕΣΗ, με ΕΡΓΟ και με
ΘΕΡΜΟΤΗΤΑ
Μνήμες βαρύτητας.
Κρατάει
στα χέρια της το τηλεκοντρόλ και αναρωτιέται ποσο ζυγίζει.
Όλα
όσα έχει κρατήσει στα χέρια της έχουν αφήσει κάποιες όχι ιδιαίτερα σαφείς
μνήμες βαρύτητας.
Μανταρίνια
της λαικής και κινητό τηλέφωνο,
ένα
τασάκι με αποτσίγαρα και κόκκινα αυγά του Πάσχα,
ένα
ποτήρι με κρασί, αντικείμενα μικροσκοπικά ή ογκώδη, κυλινδικά ή πρισματικά,
κίτρινα
και ασπρόμαυρα, βυσινί και γκρίζα
τα
οποία κράτησε με τα χέρια της, της
έχουν
αφήσει βαρυτικές μνήμες σώματος.
Κάθε
κράτημα και μια αναπαράσταση
στο
προσωπικό της «μέσα Σύμπαν».
Αν
θελήσει να εκτιμήσει με τη σκέψη το βάρος του τηλεκοντρόλ καταφεύγει σε εκείνες
που είναι κοντά
στην
αίσθηση βάρους που δινει το τηλεκοντρόλ . Το παγωτό, το φλιτζάνι με τον καφέ,
εκατό
γραμμάρια ταραμά, το αμπερόμετρο, το μικρό μαξιλάρι.
Όσο για την αξιοποίησή τους κατά τη διδασκαλία
της έννοιας βάρος , οι μνήμες βαρύτητας
μπορεί να αποτελέσουν αφετηρία
αλλά δεν επαρκούν για δύο κυρίως λόγους
1. Στη γενική περίπτωση οι μνήμες βαρύτητας συγxέονται με σωματικές μνήμες ΠΙΕΣΗΣ.
2. Δεν μπορούν να αποτελέσουν βάση για ανατροπή
της ιδέας ότι «βάρος έχουν μόνο τα βαριά σώματα».
Αν στο χέρι μου έχω φορέσει ένα γάντι, είναι
αδύνατον, με κλειστά μάτια, να αντιληφθώ
εάν κρατώ ή δεν κρατώ ένα φύλλο λεύκας
Εξυπακούεται
ότι δεν είναι μόνο οι μνήμες σώματος
.
Στο
προσωπικό της «μέσα Σύμπαν» «κατοικούν» και
αναπαραστάσεις σχετιζόμενες επίσης
με
την έννοια βάρος αλλά ειδικότερα με την πράξη του ζυγίζω,
δημιουργημένες
από εμπειρία – παρατήρηση
όπως τότε που ζυγίστηκε στη ζυγαριά του μπάνιου,
στο σουπερμάρκετ ο υπάλληλος ζύγισε τις
πατάτες, στο σχολικό εργαστήριο
ζύγισε
η ίδια το βαρίδι πριν αρχίσει το πείραμα.
Υπάρχουν
βέβαια και οι προσωπικές ΙΔΕΕΣ οι οποίες συνήθως χαρακτηρίζονται εναλλακτικές
δεδομένου
ότι αποκλίνουν από τις αντίστοιχες θεωρήσεις της επιστήμης , όπως το ότι
«βάρος
έχουν μόνο τα βαριά σώματα γι αυτό και είναι βαριά » ή ότι «το βάρος είναι
ιδιότητα κάθε σώματος».
Έχουν
προκύψει μέσα από μια προσωπική επεξεργασία ακουσμάτων και άλλων αισθητηριακών
εμπειριών
και
ορισμένες από αυτές είναι και ανομολόγητες
Μνήμες αδράνειας .
Κλώτσησε
τη μπάλα, έσπρωξε το θρανίο, δοκίμασε τρίποντο,
μετακίνησε το βιβλίο πάνω στο γραφείο του,
το
γεμάτο με γάλα κουτί πάνω στο τραπέζι αλλά και το άδειο κουτί, χρειάστηκε να σπρώξει το μηχανάκι
σε
οριζόντιο δρομο γιατί είχε μείνει από βενζίνη. Σε κάθε περίπτωση η «μητριά» βαρύτητα δεν έπαιξε
τον
πρωταρχικό ρόλο ή δεν έπαιξε κανένα ρόλο. Η πράξη αυτού του είδους κατέγραψε κυρίως
μνήμες
αδράνειας – μάζας , κατά κανόνα
ασαφέστερες από τις βαρυτικές δεδομένου
ότι
μπορεί το τραπέζι να εξουδετερώνει τη βαρύτητα αλλά παρεμβαίνει η στατική τριβή
και
η καταγραφή δεν μπορεί να την
ξεχωρίσει.
Και
αυτά εάν δεχθούμε την αδράνεια όπως εμφανίζεται στον δεύτερο νόμο της
κίνησης –
στον
οποίο μέτρο της αποτελεί η μάζα – εάν δηλαδή την αποδεχθούμε ως «δυσφορία»
κάθε
σώματος στην αλλαγή, αλλά «δυσφορία» η οποία διαφέρει από σώμα σε σώμα
Στον
πρώτο νόμο της κίνησης η αδράνεια εμφανίζεται ως «δικαίωμα στην
κίνηση» και πρόκειται
για
«δικαίωμα» που έχει κάθε αντικείμενο χωρίς αυτό να συνδέεται με κάποιο ποσοτικό
στοιχείο.
Μνήμες
από την αδράνεια/δικαίωμα έχουμε όταν νιώθουμε στο σώμα μας αυτό που νιώθουμε
κατά
το φρενάρισμα του λεωφορείου. Και, ενώ
για έναν παρατηρητή στο επιταχυνόμενο σύστημα
του
λεωφορείου, στο σώμα μας - εκτός από τις
άλλες δυνάμεις - ασκείται και μια
«δύναμη» αδράνειας.
για
έναν παρατηρητή στο έδαφος το σώμα μας διατηρεί το δικαίωμά του στην κίνηση
αδιαφορώντας για το φρενάρισμα
και μόνο η στατική τριβή στο πάτωμα ή το
χερούλι που έχουμε πιάσει μας γλιτώνουν από σοβαρή περιπέτεια
Εννοείται
ότι μας κατοικούν και σχετικές αναπαραστάσεις μάζας αδράνειας, γεννημένες από
εμπειρία- παρατήρηση, οι οποίες χωρίς να
είναι μνήμες σώματος, προέρχονται και
από παρατηρήσεις σε γεγονότα. Όπως το
«όσα παίρνει ο άνεμος» και όταν είχε αφήσει ανοικτό το παράθυρο και φύσηξε,
εκείνα που συγκινήθηκαν περισσότερα και ξεκίνησαν παράξενα ταξιδια κίνησης,
εκείνα που έδειξαν τη μικρότερη δυσφορία στο να μετακινηθούν, ήταν τα χαρτιά πάνω στο τραπέζι και οι στάχτες από τα αποστίγαρα της μαμάς . Ανάλογες εμπειρίες προερχόμενες από
παρατηρήσεις ήταν εκείνη με τα δύο αμαξάκια στο σχολικό εργαστήρια, το ένα με
κάποιο αντικείμενο πάνω του, το άλλο χωρίς, τότε που είδε να απελευθερώνεται το
έμβολο και τα δύο αμαξάκια να εκτινάσσονται προς αντίθετες καθευθύνσεις με
τρόπο διαφορετικό .
Αν
συγκρίνουμε τις μνήμες αδράνειας με τις μνήμες βαρύτητας θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε
– και δεν είναι καθόλου εύκολο το να αποδειχθεί
- ότι οι αναφερόμενες σε βαρύτητα μνήμες σώματος αφήνουν εντονότερα
αποτυπώματα από τις αναφερόμενες στην έννοια μάζα.
Ίσως η μύηση στην έννοια ΜΑΖΑ
συνιστά δυσκολότερο εγχείρημα από την αντίστοιχη
στην έννοια ΒΑΡΟΣ.
Ίσως η διδασκαλία της έννοιας μάζα θα
έπρεπε εξ αρχής
να συνδέεται με την έννοια βάρος και να διδάσκεται εξ αρχής ότι
«η μάζα ενός σώματος είναι ανάλογη προς εκείνο που
δείχνει ο ζυγός»,
κάτι στο οποίο είχε σταθεί και ο Νεύτων από την πρώτη κιόλας παρουσίαση του
ορισμού της μάζας.
Μνήμες πίεσης .
Δεν
πρόσεξε και έκοψε το χέρι του με το μαχαίρι
καθώς
πήγε να κόψει ψωμί,
κρατά στο ένα χέρι ένα βαρίδι
και
στο άλλο μια πλάκα ίδιου βάρους
και
αποφαίνεται βεβαιότητα πως το βαρίδι
είναι βαρύτερο,
πήγε
να καρφώσει το καρφί στον τοίχο και δεν τα κατάφερε παρολο που κτύπησε με το
σφυρί
περισσότερο
από συνήθως γιατί αφηρημένος είχε βάλει ανάποδα το καρφί,
το
καλοκαίρι στο νησί καταδύθηκε στα τέσσερα μέτρα και αισθάνθηκε να πιέζεται από
το νερό,
στα
επτά μέτρα ένιωσε πόνο στα αυτιά.
Μνήμες ενέργειας .
Άλλο η εμπερία
του ΚΡΑΤΑΩ κάτι στα χέρια μου
κι άλλο η
εμπειρία του ΣΗΚΩΝΩ, του ΕΚΤΟΞΕΥΩ και του ΜΕΤΑΚΙΝΩ.
Οι μνήμες σώματος αναφορικά με ενέργεια σχετίζονται
πριν απόλα με την ανθρώπινη μυική προσπάθεια
και τον ανάλογο κόπο και είναι μνήμες μεταβιβαζόμενης
ενέργειας - έργου
Και
αν εμπειρίες όπως το ότι κράτησε στην αγκαλιά του το νεογέννητο γέννησε μνήμη βαρύτητας,
το
ότι σήκωσε το μωρό από την κούνια
οδήγησε σε μνήμη ενέργειας .
Το
να κρατήσει το βότσαλο με το χέρι καταγράφεται ως μνήμη βαρύτητας
αλλά
το «να εκτοξεύσει το βότσαλο προς τη θάλασσα και να το στείλει όσο πιο μακριά
μπορεί»
οδηγεί
σε μνήμη μεταβιβαζόμενης ενέργειας . Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και
καθώς
τεντώνει τις σούστες της γυμναστικής ή σηκώνει τα βαράκια .
Το
ότι έσπρωξε το γεμάτο ή το άδειο καρότσι στο σουπερμάρκετ
για
να δοκιμάσει πόσο έυκολα μετατοπίζεται δημιουργεί μνήμη αδράνειας
αλλά
η πράξη της μετακίνησης σχετίζεται με μεταβιβαζόμενη ενέργεια.
Πέραν
αυτών υπάρχει καταγραμμένη εμπειρία σχετιζόμενη με μοχλούς
και
με την πανάρχαια ιδέα ότι «η φύση δεν τσιγκουνεύεται τις δυνάμεις».
Μας
έχει εφοδιάσει με εγκέφαλο χάρη στον οποίο φτιάξαμε απλές μηχανές
και
να αυξάνουμε την τιμή μιας δύναμης, αλλά
«ότι
κερδίζουμε σε δύναμη το χάνουμε σε μετατόπιση» .
Το
επόμενο βήμα- σκέψης είναι
να
διακρίνουμε ότι μπορούμε να μεγαλώνουμε μια δύναμη
αλλά
το «γινόμενο δύναμη επί μετατόπιση» με καμιά μηχανή δεν μπορούμε να το μεγαλώσουμε.
Το
γινόμενο αυτό θα ονομαστεί κάποτε μεταβιβαζόμενη ενέργεια- έργο
και θα συνδεθεί με τις σωματικές μνήμες
ενέργειας εφόσον θα καταμετρηθεί
ότι
μπορεί να μετρήσει «κάτι» σκοτεινό που μεταφέρεται από το ανθρώπινο σώμα
του
αρσιβαρίστα στη μπάρα ή από το σώμα του δισκοβόλου στον δίσκο τον οποίο
εκτοξεύει .
Η μνήμη σώματος σχετικά με αποθηκευμένη
ενέργεια είναι συζητήσιμη.
Η
κινητική, η δυναμική και η χημική
ενέργεια συνιστούν ΕΝΝΟΙΕΣ
οι
οποίες έχουν προκύψει από συδυασμό τεχνολογικής εμπειρίας
και
νοησιακής λειτουργίας σε επίπεδο αφαίρεσης.
Μνήμες θερμότητας .
Μνήμη
σώματος υπάρχει μέσα από εμπειρίες όπως
τότε που έπιασε με το χέρι το παγάκι
και ένιωσε «κάτι» να έρχεται προς αυτόν.
Το
είπε βέβαια ψύχος όπως το έλεγαν
-και
συνεχίζουν να το λένε στη γλώσσα της καθημερινής εμπειρίας –
και
κύλησαν αιώνες μέχρι να το συμβάν να περιγραφεί ως «κάτι»
που
μετακινείται από το ανθρώπινο σώμα προς το παγάκι,
να
το ονομάσουν θερμότητα,
να
το μετρήσουν με calories
και ένας ακόμα αιώνας μέχρι να υποψιαστούν ότι
«η
θερμότητα είναι κάτι όπως το έργο» και
ο Joule,
μέσα από εργαστηριακή αναζήτηση,
να
ποσοτικοποιήσει την σχέση ανάμεσα σε δύο τόσο διαφορετικά πράγματα
–
το ένα το μετράμε με μετροταινία και δυναμόμετρο, το άλλο με θερμόμετρο και με
ζυγαριά –
και
να υποστηρίξει την ισοδυναμία η οποία τελικά εδραιώθηκε Αυτό θα πει ότι μνήμη
σώματος
σχετιζόμενη
με μεταβιβαζόμενη ενέργεια - θερμοτητα είναι συζητήσιμο εάν υφίσταται.
Σωματικές
μνήμες ροής θερμότητας υφίστανται χωρίς όμως να παραπέμπουν
στο
ότι η θερμότητα είναι «κάτι όπως το έργο».
Όταν
πατάω ξυπόλυτος σε μάρμαρο το νιώθω «πιο κρύο»
από το να πατήσω σε ξύλινο πάτωμα ίδιας θερμοκρασίας.
Σε γλώσσα φυσικής αυτό που ανιχνεύει το σώμα
μου, , είναι τον ρυθμό μεταβίβασης θερμότητας από εμένα,
με
πιο απλά λόγια το «ποσο γρήγορα γίνεται
η ροή».
Βέβαια
το «πόσο γρήγορα μεταβιβάζεται θερμότητα» εξαρτάται ΚΑΙ από τη διαφορά
των
δύο θερμοκρασιών αλλά και από την θερμική αγωγιμότητα των υλικών καθώς
και
από το εμβαδόν της επαφής .
Οι
καταγραφές λοιπόν που προκύπτουν από την αίσθηση
της
αφής δεν είναι μνήμες θερμοκρασίας, θα μπορούσαν ωστόσο να οδηγήσουν σε συμπέρασμα
για
σύγκριση δύο θερμοκρασιών εφόσον εξασφαλιστούν προυποθέσεις παρόμοιας αγωγής,
όπως
όταν ακουμπήσουμε με το ένα χέρι το μέτωπο του παιδιού που έχει πυρετό
και
ταυτόχρονα, με το άλλο χέρι, το μέτωπο ενός άλλου παιδιού.