ο Λεβ Βιγκότσκι

Είναι σημαντικό να θυμίσουμε ότι η εργασία του  Vygotsky δημοσιεύθηκε πριν

από το θάνατό του το 1934 και έγινε γνωστή στους αναγνώστες στη δύση

μόνο το 1962 με το πρώτο μεταφρασμένο βιβλίο του για τη Σκέψη και τη Γλώσσα

 Αργότερα , προς το τέλος της δεκαετίας του 1970 ,  οι ιδέες του

για την ανάπτυξη παιδιών

άρχισαν επίσης να μεταφράζονται και να κυκλοφορούν

ΟVygotsky είπε πολλά και  αξιοσημείωτα .  Ωστόσο  σήμερα επιλέγω

την εστίαση σε τέσσερις  μόνοσημαντικές πτυχές έργου του

 


Πρώτη :  Ο ρόλος του ενηλίκου στην ανάπτυξη των παιδιών

Ο Vygotsky τόνισε το ρόλο του ενηλίκου: γονέας, δάσκαλος ή ικανός συνομήληκος

 θεωρώντας τον κρίσιμο στην διανοητική εξέλιξη του παιδιού

Μιλώντας για αυτό ο Vygotsky (1978) έδωσε έναν καθορισμό

για το πώς συντελείται η μάθηση , χρησιμοποιώντας τον όρο

ΖΩΝΗ ΕΠΙΚΕΙΜΕΝΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 

( ZPD zone of proximal development )  η οποία ορίζεται ως εξής :

Το ZPD είναι η απόσταση μεταξύ της πραγματικής ανάπτυξης όπως καθορίζεται από την ανεξάρτητη επίλυση προβλήματος και το επίπεδο πιθανής ανάπτυξης όπως καθορίζεται μέσω της επίλυσης προβλήματος κάτω από  καθοδήγηση ή σε συνεργασία με τους ικανότερους  συμμαθητές

Μια από τις δυσκολίες ενός τέτοιου ορισμού είναι ότι πιθανώς ο σπουδαστής θα έχει ένα διαφορετικό ZPD σε κάθε θεματική περιοχή: επιστήμη, μαθηματικά, ιστορία. . Tο ZPD  θα είναι πολύ διαφορετικό για κάθε παιδί σε αυτές τις διαφορετικές περιοχές (Newmann, Griffin, Cole ) 

Εντούτοις το κλειδί για την μάθηση των παιδιών είναι η καθοδήγηση του ενηλίκου.

 

 

Δεύτερη: Η διαφορά μεταξύ της πραγματικής

και της εν δυνάμει  ανάπτυξης

Με αυτήν την δεύτερη πτυχή,  δίνεται έμφαση στην  εν δυνάμει ανάπτυξη

Αυτό σημαίνει ότι όντως υφίσταται μια νέα σχέση μεταξύ

της ανάπτυξης και της μάθησης.

Στην εκπαίδευση σε πολλές περιστάσεις η αυθόρμητη ανάπτυξη

σχετίζεται συνήθως με τη βασική μας φροντίδα.

Λόγου χάριν, με την ιδιαίτερη σημασία που αποδίδεται

 πρόσφατα  σε εξετάσεις και τεστ ο Kozulin (1990) τόνισε ότι για τον Vygotsky,

 η ψυχολογική ανάπτυξη δεν προηγείται της διδασκαλίας αλλά εξαρτάται

από αυτήν και συνέχισε λέγοντας :

το ZPD αντλεί τις  ψυχολογικές εκείνες λειτουργίες οι οποίες βρίσκονται

στη διαδικασία της ανάπτυξης και οι οποίες  είναι πιθανό να αγνοηθούν

εάν η εστίαση γίνεται αποκλειστικά στην απόδοση των παιδιών

 

Με άλλα λόγια, πρέπει να εξετάσουμε πόσο τα μεμονωμένα παιδιά μπορούν να αποδώσουν  στο σχολείο με τη βοήθεια του δασκάλου μέσα από την πειθαρχία τους. Αλλά, είναι γεγονός ότι η ουσιαστική ανάπτυξη  σχετίζεται με το «τι είναι το σχολείο» .  Δηλαδή το να οδηγούνται τα παιδιά από την αρχική κατάσταση της γνώσης τους σε καινούρια γνώση  - αυτή που οι δάσκαλοι, το σχολείο και το πρόγραμμα σπουδών θεωρούν ως σημαντική για τη μάθηση . Ο Wood, ο Bruner και ο Ross (1976) περιγράφουν το τι συμβαίνει στο ZPD ως κάτι  που περιλαμβάνει ένα είδος «διαδικασίας σκαλωσιάς» αλλά λίγα ξέουμε γι αυτό, ιδιαίτερα στις ειδικές περιοχές, όπως την επιστήμη και τα μαθηματικά όπου η αποκτώμενη γνώση δεν είναι διαισθητική .

Χρειαζόμαστε περισσότερη έρευνα για να δημιουργήσουμε γέφυρες ή σκαλωσιές γι αυτά τα δυσπρόσιτα γνωστικά αντικείμενα .  Καταλήξαμε σε αυτό το συμπέρασμα μετά από μια μελέτη (1996) των «υλικών σκαλωσιάς» στις φυσικές επιστήμες, στο τεχνολογικό σχέδιο και στα μαθηματικά, όπου αποδείχθηκε ότι είναι σχεδόν αδύνατο . Το δείγμα ήταν με παιδιά 9 και 11 ετών.  "Δεδομένου ότι τόσο μεγάλη ποσότητα σχολικής γνώσης είναι  ειδικευμένη ( και είναι αναγκαίο να είναι ) θα  υπάρχει πάντα ασάφεια για την κατάσταση  διδασκαλίας – μάθησης.

Οι δάσκαλοι χρειάζεται να πιστέψουν ότι τα παιδιά μπορούν να μάθουν τις δύσκολες και σύνθετες ιδέες.  Και αυτό είναι η ουσία του σχολείου. Αλλά πρέπει να είναι ικανοποιημένοι ότι συχνά οι μαθητές μπορούν μόνο να κάνουν αυτό το ένα βήμα ή λίγα βήματα μέσα στο χρόνο .  Βήμα προς βήμα ο διδάσκων και ο μαθητής υπερπηδούν τα εμπόδια στην πορεία για την  ειδικευμένη αυτή γνώση.

Η φροντίδα για την κοινή δραστηριότητα της υπερπήδησης των εμποδίων είναι κρίσιμη προκειμένου να μειωθεί  και ο βαθμός της αβεβαιότητας που αντιμετωπίζουν οι μαθητές

 

Τρίτη : Οι κοινωνικές ρίζες της πολιτισμικής ανάπτυξης

Ο Vygotsky ( 1981) αποδίδει ιδιαίτερη βαρύτητα στον ρόλο των κοινωνικών διεργασιών κατά την ανάπτυξη του παιδιού όταν λέει ότι   «Η οποιαδήποτε λειτουργία στην πολιτιστική ανάπτυξη παιδιών"  κάνει την εμφάνισή της σε δύο επίπεδα.  . Πρώτα εμφανίζεται στο κοινωνικό επίπεδο κι έπειτα στο ψυχολογικό . Πρώτα εμφανίζεται μεταξύ των ανθρώπων ως μία διά - ψυχολογική κατηγορία και έπειτα μέσα στο παιδί ως ενδο-ψυχολογικη κατηγορία».

 Κατά συνέπεια  ο Vygotsky τονίζει τη σημασία στην κοινωνικά κατασκευασμένη γνώση - η πολιτισμική και κοινωνική κληρονομιά μας - που περνά από μια γενεά σε μιαν άλλη, με τους δασκάλους με το σχολείο καθώς επίσης με  τους γονείς και με την οικογένεια.

 

Τέταρτη: Ο ρόλος της γλώσσας:

 

Για τον Vygotsky η γλώσσα θεωρείται  σημαντικό εργαλείο, που χρησιμεύει - λειτουργεί - ως μεσάζων ανάμεσα στις αυθόρμητων νοηματικές συλλήψεις και στις υψηλότερες  διανοητικές λειτουργίες. Η μεγάλη δύναμη  της γλώσσας θα μετασχηματίσει τις στοιχειώδεις διανοητικές λειτουργίες σε υψηλότερες νοητικές λειτουργίες . Σύμφωνα με Vygotsky, η γλώσσα μεσολαβεί  στο να γεννηθούν αυτές οι υψηλού επιπέδου νοητικές λειτουργίες τη γένεση των ίδιων την υψηλότερων διανοητικών λειτουργιών οι ίδιοι. Μας λέει (1981)  ότι η γλώσσα έχει σημασία και ως ψυχολογικό εργαλείο επειδή συμβάλλει στο  αλλάξει ποιοτικά το πώς σκεφτόμαστε. "Το ψυχολογικό εργαλείο αλλάζει εξολοκλήρου τη συνολική  ροή και τη δομή των διανοητικών λειτουργιών"

 

 

       Piaget και Vygotsky

Ο Vygotsky αντικαθιστά ή συμπληρώνει τον Piaget;

 a. o Piaget μας λέει για τη γνώση που αποκτάται από το παιδί μέσα από τις δικές του δραστηριότητες ( αυθόρμητη γνώση)

 β. ο Vygotsky μας λέει για τη γνώση που αποκτά το παιδί με τη βοήθεια των Άλλων και μέσα από κοινωνικές πρακτικές

Και οι δύο αυτές μορφές γνώσης είναι αναγκαίες για τη λειτουργία των ανθρώπων και υπό αυτή την έννοια ο Piaget κι ο  Vygotsky αλληλοσυμπληρώνονται.  Εκεί που διαφέρουν είναι  στη σχέση μεταξύ των δύο μορφών ,

 στον ρόλο των ενηλίκων και των δασκάλων και στον ρόλο της γλώσσας

Πρώτον, στο έργο του Piaget, ο ρόλος των άλλων στην ανάπτυξη του παιδιού λαμβάνεται υπόψη μόνο υπό την ευρεία έννοια. Θεωρεί την παρουσία των Άλλων κρίσιμη κατά την απο-κεντρωτική «διαδρομή» του παιδιού από τον αρχικό εγωκεντρισμό σε μια πιο κοινωνική θεώρηση μέσα από την αλληλεπίδραση  με τους Άλλους. Στον βασικό όμως ατομιστικό κονστρουκτιβισμό  δεν αποδίδεται ένας ικανοποιητικός ρόλος στον διδάσκοντα στον γονέα και στον συμμαθητή και αυτό έχει νομοτελειακά οδηγήσει στο να αποδίδεται ιδιαίτερη προσοχή στον Vygotsky και στις ιδέες του για τον ρόλο των δασκάλων και των ενηλίκων στη μάθηση. Αυτό εκφράζεται με έμφαση στη διάκριση ανάμεσα στην actual στάθμη ανάπτυξης του παιδιού και στο εν δυνάμει στάθμη ανάπτυξης την οποία μπορεί να προσεγγίσει με τη βοήθεια των Άλλων η οποία είναι η ουσιαστική παρουσία του ενηλίκου και ο ρόλος του δασκάλου

 

Δεύτερον. Για την οργάνωση της γλώσσας ο Vygotsky χρησιμοποιεί πάντα το πλαίσιο. Εξάλλου, η γλώσσα είναι απαραίτητη στην αφαιρετική σκέψη κατά την οικοδόμηση των εννοιών και κατά την ανάπτυξη της συλλογιστικής και του σκέπτεσθαι. Ο Vygotsky διακηρύσσει ότι κατά τη διαδικασία της κοινωνικοποίησης του ατόμου ένα σημαντικό μέρος  συντελείται   μέσω της απόκτησης της γλώσσας. Για τον Piaget ο δρόμος προς τη γνώση εμπεριέχει τόσο λειτουργικές - χειρωνακτικές όσο και απεικονιστικές πλευρές.

Δυστυχώς, όμως, η απεικονιστική πλευρά , η οποία  καλύπτει όχι μόνο τη λήψη, και τη μίμηση, αλλά και την απεικόνιση και τη εικόνα και τη γλώσσα, σύμφωνα με αυτόν,   παίζει μόνο δευτερεύοντα ρόλο στην κατανόηση. Και η απεικονιστική δυνατότητα της γλώσσας είναι απλώς ένα ακόμη  στοιχείο και για τον Piaget έχει ένα πολύ μικρό ρόλο. Μόνο προς το τέλος της ζωής του της έδωσε περισσότερη σημασία.  Αλλά για τον Piaget, η γλώσσα είναι μια κρίσιμη συνιστώσα για τον τυπικό αφηρημένο συλλογισμό διότι η αφαιρετική σκέψη είναι περίπου προτάσεις για τον πραγματικό Κόσμο και για τον μη πραγματικό Κόσμο.

 

Συνεχίζεται με Jerome Bruner