Ανδρέας Ιωάννου Κασσέτας
Όλα τα
τυριά στο σουπερμάρκετ προέρχονται από τρία ζώα και το ένα από αυτά είναι το
πρόβατο. Το άλλο είναι το ΚΑΤΣΙΚΙ.
Ονομαστική η ΑΙΞ, γενική της αιγός,
έλεγαν παλιά οι Έλληνες, αργότερα το είπαν ΓΙΔΑ και στους αιώνες που
ακολούθησαν το είπαν ΚΑΤΣΙΚΙ από το τούρκικο keci και από
το αρβανίτικο kats. Οι Άγγλοι το λένε goat, οι Γάλλοι chèvre
και οι βιολόγοι όλου του κόσμου Capra aegagrus hircus.
Αν γεννηθεί αρσενικό κατσικάκι, μολονότι δεν το ξέρει, η πιθανότητα να ζήσει χρόνια είναι ελάχιστη,
ενώ αν τύχει να είναι γένους θηλυκού τα πράγματα είναι διαφορετικά, υπάρχει κι
εδώ ένα ελπιδοφόρο μέλλον – τότε που οι τροφείς βοσκοί συζητώντας μεταξύ
τους θα το αποκαλούν ΚΑΤΣΙΚΑ, καμιά φορά και ΓΙΔΑ - ένα μέλλον με President και Emmental και με Rocamadour που είναι τρία από τα διασημότερα τυριά από γαλλίδες κατσίκες,
γαλλίδες σαν εκείνη τη Djali της Εσμεράλδας στο « Η
Παναγία των Παρισίων» του Βικτόρ Ουγκό.
Όπως και με τα αρνάκια, τα λίγα αρσενικά κατσικάκια που θα επιβιώσουν της γενοκτονίας θα βοσκήσουν σε λιβάδια για
να ενηλικιωθούν με φυτικές τροφές και τότε θα λέγονται ΤΡΑΓΟΙ.
Τους
ξεχωρίζεις αμέσως από τις κατσίκες γιατί
εκείνοι θα έχουν «γένια» και κέρατο τράγιο, αν και τα θηλυκά θα έχουν επίσης κέρατο
αλλά μικρότερο.
Κάθε
τράγος στο κοπάδι θα είναι ο εραστής για δεκάδες κατσίκες καθεμία από τις
οποίες θα δίνει το γάλα το κατσικίσιο
που
χωνεύεται ευκολότερα γι αυτό είναι και πιο κατάλληλο
για τα
ανθρώπινα μωρά. Περιέχει 40 περίπου
γραμμάρια
λακτόζης σε κάθε λίτρο ενώ το γάλα της
αγελάδας
περίπου 50 g και το γάλας
της
γυναίκας- μαμάς γύρω στα 70 g.
Κοιτάζοντας τον ουρανό
Οι άνθρωποι του παρελθόντος κοιτάζοντας τον ουρανό
θα δουν εκεί τον εραστή ΤΡΑΓΟ. Είναι ο ΑΙΓΟΚΕΡΩΣ
Είναι κι αυτός πάνω στη ζωδιακή
Λεωφόρο των πλανητών αρκετά
«κοντά» στον Κριό, είναι ένας από τους δώδεκα ζωδιακούς αστερισμούς
Ωστόσο ΚΑΤΣΙΚΑ
– Αίγα - υπάρχει στον ουρανό. Είναι
μάλιστα ένα από τα πιο φωτεινά άστρα γι αμας του βόρειου ημισφαιρίου, το α στον
αστερισμό του Ηνιόχου, γνωστή με το λατινικό της όνομα Capella, υποκοριστικό του Capra.
Η ονομασία
χρονολογείται από την ελληνορωμαϊκή εποχή
.
Κέρας της
Αμάλθειας
Στην ελληνική μυθολογία η κατσίκα
Αμάλθεια, έτρεφε με το γάλα της τον νεογέννητο μικρό Δια στο όρος Ίδη, στην
Κρήτη. Το κέρας της Αμάλθειας είναι το κέρατο της κατσίκας το οποίο έσπασε ο
μικρός Δίας, καθώς έπαιζε. Το κέρατο
αυτό, το έδωσε αργότερα στη γυναίκα βρεφοκόμο του, προικίζοντάς το με μαγικές ιδιότητες. Αυτός
που το είχε, αρκούσε μόνο να κάνει μια ευχή και αμέσως εμφανίζονταν μπροστά του
όλα τα καλά του κόσμου. Από τότε έμεινε
γνωστό ως "κέρας της Αμάλθειας" ή "κέρας της
Αφθονίας".
Όταν η Αμάλθεια γέρασε και πέθανε, ο
Δίας από το δέρμα της έφτιαξε την παντοδύναμη αιγίδα του. Όποιος έμπαινε μέσα
σε αυτή την «προβιά» του ζώου, δεν τον έβρισκαν ούτε βέλη ούτε αρρώστιες . Αυτό
ήταν και το πιο σημαντικό όπλο του στην
Τιτανομαχία. Αργότερα την ΑΙΓΙΔΑ τη
χάρισε στην Αθηνά.
Αποδιοπομπαίος
τράγος
Σύμφωνα με
αρχαίο έθιμο οι Εβραίοι άφηναν ένα τράγο ελεύθερο στην έρημο κατά την Ημέρα του
Εξιλασμού - Yom Kippur, στα εβραϊκά - αφού ο ιερέας είχε, συμβολικά,
αφήσει πάνω του όλες τις αμαρτίες των ανθρώπων
( Λεβιτικό 16).
Θεός τραγοπόδαρος
Ο Πάν είναι αρχαίος ελληνικός
ανθρωπόμορφος θεός, συνυφσμένος με την
ΠΑΝΙΔΑ της φύσης . Συνδυάζοντας το
ανθρώπινο και ζωικό παράγοντα ο Πάνας απεικονίζεται με πόδια τράγου και ζει
μόνιμα σε δάση, σε σπηλιές σε ρεματιές και σε κοιλάδες.
Ωδή των
τράγων = Τραγωδία
150 περίπου χρόνια πριν από την
εμφάνιση του Αισχύλου οι χορευτές του Διθυράμβου θεωρούσαν τους εαυτούς του
οπαδούς του Διόνυσου και για να το δείξουν αυτό
μεταμορφώνονταν σε Σάτυρους, οι οποίοι έμοιαζαν με τράγους.
Από τους τραγόμορφους αυτούς
Σάτυρους προήλθε το όνομα τραγωδία (τράγων ωδή). Αργότερα ,
γύρω στο 530 π.Χ. , ο Θέσπης πρόσθεσε
στην παράσταση ένα ξεχωριστό πρόσωπο,
τον «υποκριτή» τον πρώτο ηθοποιό στην ιστορία των ανθρώπων. Όταν ο Αισχύλος πρόσθεσε τον δεύτερο και ο
Σοφοκλής τον τρίτο υποκριτή, το δραματικό μέρος πήρε μεγαλύτερη έκταση από το
λυρικό, ο διάλογος κυριάρχησε σε βάρος
του άσματος.
Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη η τραγωδία προήλθε, «από των εξαρχόντων τον διθύραμβον».
«Και ο τρίτος από τους εραστές που βρέθηκαν στον
ουρανό; ποιος είναι;» ρώτησε ένα
κορίτσι.
Εκείνος ένιωσε ότι το ακροατήριο
διαθέτει υπομονή και συνέχισε . . . .