Ανδρέας Ιωάννου Κασσέτας

 

Από τι το φτιάχνουν 
σήμερα το ΚΕΡΙ ; Παλιότερα ; 

 

Πριν από τον Edison και για εκατοντάδες χρόνια,  το κερί ήταν ο ένας από τους συντρόφους των ανθρώπων που είχαν αρνηθεί το δεδομένο «μόλις πέσει το σκοτάδι πάμε για ύπνο» και ήθελαν να ζουν, να εργάζονται, να μελετούν  και να μετακινούνται κατά τη διάρκεια της νύχτας. Μεγάλοι του ανταγωνιστές ήταν βέβαια το πανάρχαιο λυχνάρι,

ο πυρσός, και, μετά τον δέκατο ένατο αιώνα, η λάμπα πετρελαίου και τα φανάρια με το γκάζι. 

File:Cresset (PSF).png

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Το κερί χωρίς το φυτίλι χρησιμοποιήθηκε από τον άνθρωπο εδώ και πέντε περίπου χιλιάδες χρόνια . Εικάζεται ότι τα πρώτα κεριά δημιουργήθηκαν από τους αρχαίους Αιγυπτίους οι οποίοι χρησιμοποιούσαν πυρσούς από καλάμια που τα βούταγαν σε λίπος. Οι  κατασκευές όμως αυτές  δεν είχαν φυτίλι για να μπορούμε να τις θεωρήσουμε κεριά. 

Η κηροπλαστική,  σαν ξεχωριστός κλάδος τέχνης και όχι σαν παραγωγή φωτισμού, ήταν γνωστή στους Αιγυπτίους, στους Πέρσες, στους Ετρούσκους και στους Έλληνες. Στην Ελλάδα, οι κηροτέχνες έφτιαχναν ανθρώπινα ομοιώματα,  στέφανα και  άνθη τα οποία χρησιμοποιούσαν σε θρησκευτικές γιορτές.

 

ΖΩΙΚΟ ΛΙΠΟΣ

Οι Ρωμαίοι είναι αυτοί που κατασκεύασαν πρώτοι κεριά με φιτίλι τα οποία θα φώτιζαν τα σπίτια,  θα οδηγούσαν τους οδοιπόρους μέσα στο σκοτάδι και θα φώτιζαν τα σπίτια. Όπως και  Αιγύπτιοι, οι Ρωμαίοι είχαν ως πρώτη ύλη το ΛΙΠΟΣ από πρόβατα και βοοειδή και το αναμμένο ρωμαϊκό κερί έβγαζε πολύ καπνό και μύριζε άσχημα. 

Με την έλευση του Χριστιανισμού το κερί έγινε πρωταγωνιστής κάθε τελετουργίας και αυτό εδραιώθηκε τον Μεσαίωνα αλλά και εξαπλώθηκε και σε λατρείες  που δεν ήταν χριστιανικές .

 

ΜΕΛΙΣΣΕΣ.

τον Μεσαίωνα σαν πρώτη ύλη για την κατασκευή  κεριών εμφανίστηκε και το μελισσοκέρι , που παράγουν οι μέλισσες για να φτιάξουν τις κυψέλες τους. Το μελισσοκέρια συνέβαλαν στο να αμφισβητηθεί η μοναδικότητα της παραγωγής κεριών από λίπος και είχαν το πλεονέκτημα ότι δεν κάπνιζαν και δεν ανέδιδαν δυσάρεστη μυρωδιά.

Τον 13ο αιώνα  περιπλανώμενοι κηροποιοί πηγαίνουν από πόρτα σε πόρτα και φτιάνοντας καντήλια και κεριά για τους «φτωχούς» πελάτες τους από λίπος και για τους πλουσιότερους από μελισσοκέρι. Τα πρώτα καλούπια για την κατασκευή κεριών εμφανίζονται τον 15ο αιώνα στο Παρίσι.

 

Το σκληρό ΣΠΑΡΜΑΤΣΕΤΟ της φάλαινας

Τον 18ο αιώνα, όταν άρχισε να αναπτύσσεται σε μεγάλη κλίμακα το κυνήγι της φάλαινας επήλθε και η  πρώτη σημαντική αλλαγή στην κατασκευή κεριών από την εποχή του μεσαίωνα. Το ΣΠΑΡΜΑΤΣΕΤΟ ,  ένα κερί που γινόταν από κρυσταλλοποιημένο λάδι κήτους, έγινε διαθέσιμο σε μεγάλες ποσότητες 

Spermaceti είναι λίπος που προέρχεται από τη φάλαινα . Από το 1750 χρησιμοποιήθηκε για να παρέχει τα πολύ ακριβά κεριά. Όπως και το μελισσοκέρι, το σπερματσέτο δεν προκαλούσε την εκδήλωση αποκρουστικής μυρωδιάς όταν καιγόταν. Επιπλέον το κερί σπερματσέτο ήταν σκληρότερο από τα άλλα δύο είδη, που γίνονταν από λίπος και μελισσοκέρι. Δεν μαλάκωνε ούτε έλιωνε το καλοκαίρι.  Τα πρώτα «τυποποιημένα κεριά» φτιάχτηκαν από κερί σπαρματσέτο.

Το 18ο αιώνα, το ΛΙΠΟΣ ΤΗΣ ΦΑΛΑΙΝΑΣ  έγινε το πιο διαδεδομένο υλικό παρασκευής κεριών μέχρι την ανακάλυψη της παραφίνης κατά τον αιώνα που ακολούθησε.

 

Η ώρα της ΧΗΜΕΙΑΣ

Κατά τον  19ο αιώνα, σημειώθηκε η πιο σημαντική εξέλιξη στην κατασκευή κεριών. Στην εξέλιξη αυτή συνέβαλε και η σημαντική πρόοδος που παρατηρήθηκε στη Χημεία από τις αρχές του αιώνα. Middle Ages CandlesΤο 1811  ο Γάλλος  χημικός Μισέλ Σεβρέλ ανακάλυψε  ότι  το ξύγκι περιείχε μια σημαντική χημική ένωση, το στεατικό οξύ.

Αφού πειραματίστηκε εντατικά ,  κατάφερε να διαχωρίσει το στεατικό οξύ από τα υπόλοιπα λιπαρά οξέα.

Από την διαδικασία αυτή προέκυψε η στεατίνη.

γλυκερίνη + στεατικό οξύ =  στεατίνη ( εστέρας )

Το 1825 ανακαλύφθηκε και το στριφτό φιτίλι αλλά η μεγάλη αλλαγή θα επέλθει μετά το 1850 με την εμφάνιση του πετρελαίου και της  ΠΑΡΑΦΙΝΗΣ ως  παράγωγό του. Και λέγοντας «παραφίνη» εννοούμε

ειδικά τους στερεούς κορεσμένους υδρογονάθρακες  CnH2n+2  με αριθμό ανθράκων μεγαλύτερο από 20.

Με διαδικασίες διύλισης το ίζημα που έμενε μετά την απόσταξη του "αργού" πετρελαίου, έδινε ένα γαλαζωπό-άσπρο κερί που καιγόταν καθαρά και χωρίς ανεπιθύμητη οσμή.

Το μεγαλύτερο όμως ενδιαφέρον παρουσίαζε το  χαμηλό κόστος του.

 

Η ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΦΙΝΗΣ .

Το κερί παραφίνης ήταν πολύ οικονομικό στην παρασκευή σε σχέση με κάθε προηγούμενη καύσιμη ύλη. Και ενώ το χαμηλό σημείο τήξης της παραφίνης μπορούσε να είναι απειλή, η ανακάλυψη του στεατικού οξέος έλυσε το πρόβλημα. Σκληρό και ανθεκτικό, το στεατικό οξύ παρασκευαζόταν σε ποσότητες από το τέλος του 19ου αιώνα. Από αυτήν την περίοδο, τα περισσότερα βιομηχανικά κεριά είναι από παραφίνη και στεατίνη.

Με την ανακάλυψη του ηλεκτρικού λαμπτήρα από τον Thomas Edison,  το 1879, η κατασκευή κεριών παρήκμασε μέχρι το τέλος του αιώνα οπότε το ενδιαφέρον για τα κεριά αναζωπυρώθηκε.

Η βιομηχανία κεριών αναβαθμίστηκε κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα με την ανάπτυξη  των αμερικάνικων βιομηχανιών πετρελαίου .  Η εξάπλωση του αργού πετρελαίου έφερε και την εξάπλωση των υποπροϊόντων του που είναι τα βασικά συστατικά της σύγχρονης κηροπλαστικής, της παραφίνης και της στεατίνης.

Η κηροπλαστική συνεχίζεται και σήμερα με λίγες αλλαγές, κυρίως στις φόρμες και στο στυλ. Αναπτύχθηκε η τεχνολογία των καλουπιών και συγχρόνως η  προσθήκη βαφών και αρωμάτων η οποία έδωσε τη μορφή στα σημερινά κεριά. 

Μολονότι το μελισσοκέρι κατά τελευταία χρόνια έχει ανεβεί σε δημοτικότητα, τα περισσότερα κεριά του σήμερα είναι φτιαγμένα από παραφίνη .