Ανασύσταση δικτύων και αφήγηση παραμυθιών

Από την πρώτη χρονιά, με το που βρέθηκα να υπηρετώ στα δημοτικά σχολεία της περιφέρειας Βάλτου, έριξα ιδιαίτερο βάρος στην καλή οργάνωση και τη λειτουργία των ολιγοθέσιων σχολείων, των οποίων το έργο όχι μόνο δεν αναγνωρίζεται αλλά συκοφαντείται κιόλας.
Μια από τις πρώτες πρωτοβουλίες που ανέλαβα ήταν να συστήσουμε άτυπα δίκτυα σχολείων με κριτήρια τη γεωγραφική γειτνίαση και τον τύπο ή την οργανικότητα των σχολείων, με το μεγαλύτερο σχολείο της κάθε περιοχής να έχει το ρόλο του συντονιστή. Σκοπός μας ήταν να ενισχύσουμε την επικοινωνία των σχολείων, να ενθαρρύνουμε την ανταλλαγή εμπειριών μεταξύ των εκπαιδευτικών και των μαθητών των σχολείων για να αναπτυχθούν τοπικές πρωτοβουλίες και συνεργασίες. Προσπαθήσαμε δηλαδή να πραγματοποιήσουμε αυτό που θα έπρεπε να είναι θεσμοθετημένο, όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες, με κοινή διεύθυνση και συντονισμό της δράσης των σχολείων κατά τόπους.
Ξεκινήσαμε σε πιο συστηματική βάση με την ανταλλαγή επισκέψεων μεταξύ των σχολείων που έτσι κι αλλιώς γίνονταν υπό τη μορφή κοινών περιπάτων και εκδρομών. Σκοπός μας ήταν να επικοινωνούν και να ανταλλάσσουν υλικά και ιδέες. Στη συνέχεια να αναλαμβάνουν κατά το δυνατόν κοινές δραστηριότητες, όπως ημερήσιες εκδρομές, αθλητικές εκδηλώσεις, σχολικές γιορτές. Τέλος,  όσο πύκνωναν οι επαφές να συγκλίνουν όλες οι δραστηριότητες έτσι ώστε να αναλαμβάνουν κοινά σχέδια εργασίας. Έτσι φτάσαμε σε σημείο να εμφανιστούν αρκετά σχέδια εργασίας που παρουσιάζονταν σε κοινές σχολικές γιορτές στο τέλος της σχολικής χρονιάς (φυτά και λουλούδια του τόπου, Αχελώος το  ποτάμι μας, τα παραμύθια της γιαγιάς κ.α.).
Όμως με την πάροδο των χρόνων, πολλές από αυτές τις δραστηριότητες δεν επαναλήφθηκαν κι άλλες πάλι ατόνησαν. Οι συνθήκες ήταν δύσκολες έτσι κι αλλιώς, λόγω της γνωστής φτώχειας που κατατρύχει ανέκαθεν τα ολιγοθέσια σχολεία. Έτσι, πέρα από τα περιορισμένα κονδύλια, τα μικρότερα σχολεία δεν είχαν και εξακολουθούν να μην έχουν ακόμη ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, παρότι διαθέτουν ηλεκτρονικό υπολογιστή. Οι συνθήκες χειροτέρεψαν και στο έμψυχο δυναμικό, όταν καταργήθηκε η υποχρεωτική τριετής θητεία στα δυσπρόσιτα σχολεία και άρχισαν να αλλάζουν οι δάσκαλοι τα σχολεία σαν …πουκάμισα (βελτίωση θέσης κτλ.). Αυτόματα εξέλιπαν και οι προϋποθέσεις να αναπτυχθούν βαθύτερες και ουσιαστικότερες συνεργασίες, γιατί μια χρονιά παραμονής σ’ ένα ολιγοθέσιο σχολείο δεν φτάνει αλλά και δεν βοηθά στην προσαρμογή του εκπαιδευτικού… Ύστερα το πρόγραμμα της ευέλικτης ζώνης έχασε τον αρχικό του ενθουσιώδη χαρακτήρα, παραδόξως, μόλις έγινε υποχρεωτικό. Τέλος η οικονομική κρίση που σοβεί στη χώρα από το 2010, πλήττει μεν ολόκληρο το εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά πολύ περισσότερο τα ολιγοθέσια σχολεία που απειλούνται με εξαφάνιση από τον εκπαιδευτικό χάρτη. Στη περιφέρειά μας επιμείναμε στη λειτουργία όλων των σχολείων που βρίσκονται σε οικισμούς με σταθερό κοινωνικό ιστό. Προς το παρόν αποφύγαμε τη συρρίκνωση, όμως κανείς δεν εγγυάται ότι θα γλιτώσουμε την καρατόμηση… Το θέμα πιστεύουμε ότι δεν είναι οικονομικό, διότι δεν υπάρχει κάποια οικονομική μελέτη. Τα ολιγοθέσια, και ιδίως τα μονοθέσια σχολεία, ήταν έτσι κι αλλιώς στο μάτι του κυκλώνα, εύκολα θύματα ενός κακώς εννοούμενου εκπαιδευτικού εκσυγχρονισμού…
Παρ’ όλα αυτά τα τελευταία χρόνια, αρχής γενομένης από το σχολικό έτος 2009-10, ανέλαβα προσωπικά μια νέα προσπάθεια να ανασυσταθούν τα τοπικά δίκτυα των σχολείων με τη διοργάνωση προγραμμάτων στα οποία συμμετείχαν περισσότερο από ένα σχολεία (κοινή προβολή ταινιών, προγράμματα ομαλής μετάβασης, αφήγηση παραμυθιών).

Εδώ θα αναφερθώ στην τελευταία από τις παραπάνω πρωτοβουλίες: Την αφήγηση των παραμυθιών που συνδυάστηκε με τις κοινές εθιμοτυπικές συναντήσεις των μικρών σχολείων. Φρόντισα, κατ’ αρχήν, να προσώσω σ’ αυτές ουσιαστικό περιεχόμενο, ανταλλάσσοντας σ’ αυτές οργανωμένα τις εμπειρίες τους, να δείχνουν ντοκουμέντα (εργασίες, εφημερίδες, φωτογραφίες κ.α.), να παρουσιάζουν τα τραγούδια τους, τα ομαδικά τους παιχνίδια… Φέτος ειδικά, ανέλαβα προσωπικά να δίνω σ’ αυτές, όταν μπορούσα, μια παράσταση με αφήγηση παραμυθιών.
Το σχολικό έτος 2010-11 συμμετείχα σε δύο τέτοιες συναντήσεις σχολείων. Αυτές έλαβαν χώρα κατά το πρώτο δεκαήμερο του Ιούνη, τότε που η σχολική χρονιά φτάνει προς το τέλος κι έχουν νόημα να πραγματοποιούνται παρόμοιες εκδηλώσεις. Επιπλέον, η άνοιξη βρίσκεται τότε στην καλύτερη ώρα της, εκεί στα ορεινά χωριά του Βάλτου και η εξόρμηση στη φύση αποτελεί για τα παιδιά μια αληθινή πανδαισία.
Συγκεκριμένα διοργάνωσα και πήρα μέρος στις 2 Ιουνίου στη συνάντηση των 2/Θ Δημοτικών σχολείων Βρουβιανών και Περδικακίου στα Βρουβιανά και μια βδομάδα αργότερα στη συνάντηση του 2/Θ σχολείου Χρυσοπηγής με τα 1/Θ σχολεία Χρυσοπηγής και Πετσαλίων που πραγματοποιήθηκε στο πρώτο χωριό.
Έρχονταν το πρωί κι έσμιγαν τα σχολεία. Δάσκαλοι και μαθητές συνομιλούσαν κι ύστερα άρχιζαν οι ανταλλαγές και στη συνέχεια τα ομαδικά παιχνίδια. Αντάλλαζαν εργασίες και φύλλα εργασίας, χάριζαν εφημερίδες και άλλα έντυπα, έβγαιναν φωτογραφίες, παρουσίαζαν τραγούδια και παιχνίδια. Μάλιστα, καλούσαν και τα άλλα σχολεία να πάρουν μέρος, κι αν δεν τα γνώριζαν τα μάθαιναν επιτόπου.      
    Έπαιζαν αρκετά, έπαιρναν όλοι μαζί το πρωινό τους. Ύστερα ήταν η ώρα των παραμυθιών. Κάτω από τη σκιά της καστανιάς, της καρυδιάς ή της κερασιάς τα παιδιά αφήνονταν να ταξιδέψουν σε κόσμους μαγικούς, με τη λαϊκή σοφία να τα ψυχαγωγεί και να τα διδάσκει με το δικό της έμμεσο τρόπο. Στη διάρκεια της αφήγησης γρήγορα χτίζονταν γέφυρες επικοινωνίας μεταξύ του αφηγητή και του ακροατηρίου. Τα παιδιά με ρωτούσαν, διατύπωναν άμεσα τις απορίες τους και δυο φορές με υποχρέωσαν να αλλάξω τη ροή της αφήγησης κατά τις επιθυμίες τους! Ρουφούσαν το λόγο του παραμυθιού, όπου η ουτοπία είναι η μόνη πραγματικότητα, στοιχείο απαραίτητο για να ονειρευτούν, να ταξιδέψουν  και να αναπτύξουν εκείνες τις εσωτερικές δυνάμεις που θα τα βοηθήσουν στο μέλλον να αντιμετωπίσουν τις κοινωνικές συνθήκες μέσα στις οποίες θα ζήσουν.1
Για την ιστορία πρέπει να πω ότι σ’ αυτές τις δύο παραστάσεις αφηγήθηκα τα λαϊκά παραμύθια ‘‘Οι εννιά αγριόκυκνοι και η ωραία Ελένη’’, ‘‘Ο λύκος, η αλεπού και το μέλι’’, ‘‘Ο γιος της ορφανής’’ και το έντεχνο παραμύθι ‘‘Η παράξενη αγάπη του αλόγου και της λεύκας’’ (του Χρήστου Μπουλώτη).
   Με έκπληξη διαπίστωσα σ’ αυτές τις δυο συναντήσεις πώς ανταποκρίνονταν τα παιδιά, πόσο δηλαδή είχαν ανάγκη από αυτή τη μορφή επικοινωνίας. Γι’ αυτό σκέφτομαι να συνεχίσω στο μέλλον, συνταξιούχος πλέον, να επισκέπτομαι ως εξωτερικός συνεργάτης σχολεία να αφηγούμαι παραμύθια και να διοργανώνω με τους εκπαιδευτικούς εργαστήρια αφήγησης για να είναι σε θέση να αναλαμβάνουν και οι ίδιοι τη δραστηριότητα αυτή και να τη φέρουν σε πέρας με επιτυχία.
Από αυτή τη δραστηριότητα δεν εξαιρούνται βέβαια τα ολιγοθέσια σχολεία, κάθε άλλο. Διότι ‘‘το μικρό είναι όμορφο’’, κι εγώ συνεχίζω να πιστεύω στην ομορφιά και στην αναγκαιότητα του μικρού σχολείου για την τοπική κοινωνία.    


 1   Για περισσότερα επ’ αυτού, βλέπε στο άρθρο μου ‘‘Μια αρχή, μια ιστορία: η δύναμη της αφήγησης’’ (Πίσω θρανία, τ. 9, Μάρτιος-Μάιος 2009, σ. 18-21), αλλά και σ’ αυτή την ιστοσελίδα στον τομέα των δημοσιεύσεων.

Αρχική σελίδαΕπόμενη σελίδα