Αντιγόνη
οίκαδε Πάνω Α΄Επεισόδιο

Ύλη Εξετάσεων

Εισαγωγή:

  Οι σελ. 9-23 και 26-31 (Σοφοκλής- Ο μύθος των Λαβδακιδών)

  1. Από το πρωτότυπο οι στίχοι : 
    Πρόλογος στ.  1-99, 
    Α΄ Επεισόδιο στ.  278-331
    Β΄ Επεισόδιο στ.  441-581
    Γ΄ Επεισόδιο στ.  635-780

  2. Από μετάφραση οι στίχοι : 
    Πάροδος στ. 100-161
    Α΄ Επεισόδιο  στ. 162-279
    Α΄ Στάσιμο     στ. 332-383
    Β΄ Επεισόδιο  στ. 384-440
    Β΄ Στάσιμο     στ. 583-625
    Γ΄ Επεισόδιο  στ. 626-634
    Γ΄ Στάσιμο     στ. 781-800
    Δ΄ Επεισόδιο  στ. 801-943

Γραμματική-Συντακτικό

α. Η ύλη που περιλαμβάνεται στα βιβλία του Γυμνασίου "Η ελληνική γλώσσα. Κείμενα, Αρχαία, Βυζαντινά και Λόγια", τα οποία έχουν αναμορφωθεί και εκδοθεί  από τον ΟΕΔΒ για το σχ. έτος 2002-2003 με τον τίτλο «Αρχαία Ελληνική Γλώσσα".

β. Η ύλη που περιλαμβάνεται στο βιβλίο της Α΄ τάξης Ενιαίου Λυκείου «Εγχειρίδιο Γλωσσικής Διδασκαλίας», έκδ. ΟΕΔΒ, Αθήνα 2002, εκτός από τις ενότητες 15 - 21.

γ. Δεν συμπεριλαμβάνονται στην εξεταστέα - διδακτέα ύλη τα ανώμαλα ουσιαστικά (παράγραφοι 146-153 από το βιβλίο της Α΄ τάξης "Γραμματική της Αρχαίας Ελληνικής". Του Μ. Οικονόμου, έκδ. ΟΕΔΒ, Αθήνα 2002.

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Σκηνή 

Ανοιχτός χώρος μπροστά στο βασιλικό παλάτι της Θήβας. Το πίσω μέρος της σκηνής αναπαριστά την πρόσοψη του παλατιού με τρεις θύρες, από τις οποίες η κεντρική και φαρδύτερη είναι η κύρια είσοδος. Χρόνος η αυγή μετά το χαμό των δύο αδερφών, του Ετεοκλή και του Πολυνείκη, και τη φυγή των ηττημένων Αργείων. Η Αντιγόνη φωνάζει την Ισμήνη μακριά από το παλάτι για να μιλήσει μόνο σ' αυτή. 


Αντιγόνη

Ὦ κοινὸν αὐτάδελφον Ἰσμήνης κάρα,

άρ' οἶσθ' ὅ τι Ζεὺς τῶν ἀπ' Οἰδίπου κακῶν 

ὁποῖον οὐχὶ νῷν ἔτι ζώσαιν τελεῖ;  

Αδερφή μου Ισμήνη, μάτια μου, ξέρεις τάχα κανένα κακό απ’ όσα έχουν τη ρίζα τους στον Οιδίποδα, που να μην έστειλε σε μας τις δυο ο Δίας όσο είμαστε ακόμα ζωντανές;

Οὐδὲν γὰρ οὔτ' ἀλγεινὸν οὔτ' ἄτης ἄτερ 

οὔτ' αἰσχρὸν οὔτ' ἄτιμόν ἐσθ', ὁποῖον οὐ             5

τῶν σῶν τε κἀμῶν οὐκ ὄπωπ' ἐγὼ κακῶν.  

Γιατί δεν υπάρχει κανένας πόνος ούτε συμφορά ούτε ντροπή ούτε καταφρόνια που να μην είδα στα δικά σου και τα δικά μου βάσανα.

Καὶ νῦν τί τοῦτ' αὖ φασι πανδήμῳ πόλει 

κήρυγμα θεῖναι τὸν στρατηγὸν ἀρτίως; 

Ἔχεις τι κεἰσήκουσας; ἤ σε λανθάνει 

πρὸς τοὺς φίλους στείχοντα τῶν ἐχθρῶν κακά; 10

Και τώρα τι να ’ναι πάλι αυτή η διαταγή που λένε πως πριν από λίγο διαλάλησε ο στρατηγός σ’ ολόκληρη την πόλη; Ξέρεις τίποτα κι άκουσες κάτι; ή δεν πήρες είδηση πως εχθρικές πράξεις απειλούν τους αγαπημένους μας;

 
Ισμήνη

Ἐμοὶ μὲν οὐδεὶς μῦθος, Ἀντιγόνη, φίλων

οὔθ' ἡδὺς οὔτ' ἀλγεινὸς ἵκετ' ἐξ ὅτου

δυοῖν ἀδελφοῖν ἐστερήθημεν δύο,

μιᾷ θανόντοιν ἡμέρᾳ διπλῇ χερί·

Σε μένα, Αντιγόνη, είδηση για τους αγαπημένους ούτε καλή ούτε κακή έφτασε, απ’ τη στιγμή που οι δυο μας χάσαμε αδέρφια δυο, που αλληλοσκοτώθηκαν την ίδια μέρα.

ἐπεὶ δὲ φροῦδός ἐστιν Ἀργείων στρατὸς             15

ἐν νυκτὶ τῇ νῦν, οὐδὲν οἶδ' ὑπέρτερον,

οὔτ' εὐτυχοῦσα μᾶλλον οὔτ' ἀτωμένη.

κι αφού τόβαλε στα πόδια των Αργείων ο στρατός, τούτη τη νύχτα που μας πέρασε, τίποτα παραπάνω δεν έμαθα που να με κάνει πιο πολύ ευτυχισμένη ή δυστυχισμένη.

Αντιγόνη

Ἤιδη καλῶς, καί σ' ἐκτὸς αὐλείων πυλῶν 

τοῦδ' οὕνεκ' ἐξέπεμπον, ὡς μόνη κλύοις.

Το ’ξερα καλά, και γι’ αυτό σε κάλεσα έξω απ΄τις αυλόπορτες, για να τα’ ακούσεις μόνο εσύ.

Ισμήνη

Τί δ' ἔστι; δηλοῖς γάρ τι καλχαίνουσ' ἔπος.      20

Τι συμβαίνει; Είναι φανερό πως έχεις να πεις φοβερά λόγια.

Αντιγόνη

Οὐ γὰρ τάφου νῷν τὼ κασιγνήτω Κρέων

τὸν μὲν προτίσας, τὸν δ' ἀτιμάσας ἔχει;

Ἐτεοκλέα μέν, ὡς λέγουσι, σὺν δίκῃ

χρησθεὶς δικαίᾳ καὶ νόμῳ, κατὰ χθονὸς

ἔκρυψε τοῖς ἔνερθεν ἔντιμον νεκροῖς,                 25

τὸν δ' ἀθλίως θανόντα Πολυνείκους νέκυν

ἀστοῖσί φασιν ἐκκεκηρῦχθαι τὸ μὴ

τάφῳ καλύψαι μηδὲ κωκῦσαί τινα,

ἐᾶν δ' ἄκλαυτον, ἄταφον, οἰωνοῖς γλυκὺν

θησαυρὸν εἰσορῶσι πρὸς χάριν βορᾶς.              30

Τοιαῦτά φασι τὸν ἀγαθὸν Κρέοντα σοὶ

κἀμοί, λέγω γὰρ κἀμέ, κηρύξαντ' ἔχειν,

καὶ δεῦρο νεῖσθαι ταῦτα τοῖσι μὴ εἰδόσιν

σαφῆ προκηρύξοντα, καὶ τὸ πρᾶγμ' ἄγειν

οὐχ ὡς παρ' οὐδέν, ἀλλ' ὃς ἂν τούτων τι δρᾷ,   35

φόνον προκεῖσθαι δημόλευστον ἐν πόλει.

Οὕτως ἔχει σοι ταῦτα, καὶ δείξεις τάχα

εἴτ' εὐγενὴς πέφυκας, εἴτ' ἐσθλῶν κακή.

Μήπως ο Κρέοντας δεν έχει από τα δυο αδέρφια μας τον έναν θάψει με τιμές, τον άλλον ατιμάσει; Τον Ετεοκλή, καθώς λένε, κρίνοντας δίκαια και σύμφωνα με το νόμο, τον έκρυψε στη γη, να πάει με τιμές στους νεκρούς κάτω. Το νεκρό όμως του Πολυνείκη που τόσο κακός θάνατος τον βρήκε λένε πως έβγαλε διαταγή με κήρυκα στους πολίτες κανείς να μη τον θάψει σε τάφο ούτε να τον μοιρολογήσει, μα να τον αφήσουν άκλαυτο, άταφο, για τα όρνια που λιμασμένα  ψάχνουν την τροφή τους γλυκό εύρημα.

Τέτοια λένε πως πρόσταξε για σένα και για μένα -ακούς, και για μένα!- ο καλός μας Κρέοντας κι έρχεται τώρα εδώ για να τα διαλαλήσει καθαρά στους ανίδεους. Και την υπόθεση την παίρνει πολύ στα σοβαρά: Όποιος κάνει κάτι απ’ αυτά θα βρει το θάνατο μέσα στην πόλη με δημόσιο λιθοβολισμό.

Έτσι που λες έχουν τα πράγματα και γρήγορα θα δείξεις αν ευγενής γεννήθηκες ή παρακατιανή από σπουδαίους γονείς.

Ισμήνη

Τί δ', ὦ ταλαῖφρον, εἰ τάδ' ἐν τούτοις, ἐγὼ

λύουσ' ἂν εἴθ' ἅπτουσα προσθείμην πλέον;     40

Και τι θα μπορούσα, δύστυχη, να προσθέσω εγώ, αν έτσι είναι τα πράγματα, είτε κάνω είτε δεν κάνω τίποτα;

Αντιγόνη

Εἰ ξυμπονήσεις καὶ ξυνεργάσῃ σκόπει.

Σκέψου· Θα πάρεις μέρος, θα συνεργαστείς με μένα;

Ισμήνη

Ποῖόν τι κινδύνευμα; ποῖ γνώμης ποτ' εἶ; 

Σε ποιον κίνδυνο; ποια σκέψη περνάει απ’ το μυαλό σου;

Αντιγόνη

Εἰ τὸν νεκρὸν ξὺν τῇδε κουφιεῖς χερί.

Αν με  βοηθήσεις στην ανάπαυση του νεκρού.

Ισμήνη

Ἦ γὰρ νοεῖς θάπτειν σφ', ἀπόρρητον πόλει;

Αλήθεια σκέφτεσαι να τον θάψεις, παρότι έχει απαγορευτεί στους πολίτες;

Αντιγόνη

Τὸν γοῦν ἐμὸν καὶ τὸν σόν, ἢν σὺ μὴ θέλῃς,    45

ἀδελφόν· οὐ γὰρ δὴ προδοῦσ' ἁλώσομαι. 

Τον αδερφό μου βέβαια και το δικό σου, έστω κι αν δεν το θες εσύ· γιατί εγώ δεν θα κατηγορηθώ πως τον πρόδωσα.

Ισμήνη

Ὦ σχετλία, Κρέοντος ἀντειρηκότος;

Δυστυχισμένη, ενώ το έχει ο Κρέοντας απαγορεύσει;

Αντιγόνη

Ἀλλ' οὐδὲν αὐτῷ τῶν ἐμῶν μ' εἴργειν μέτα.

Αλλά δικαίωμα αυτός δεν έχει απ’ τους δικούς μου να με χωρίζει.

Ισμήνη

Οἴμοι· φρόνησον, ὦ κασιγνήτη, πατὴρ

ὡς νῷν ἀπεχθὴς δυσκλεὴς τ' ἀπώλετο,       50

πρὸς αὐτοφώρων ἀμπλακημάτων διπλᾶς 

ὄψεις ἀράξας αὐτὸς αὐτουργῷ χερί·

ἔπειτα μήτηρ καὶ γυνὴ, διπλοῦν ἔπος,

πλεκταῖσιν ἀρτάναισι λωβᾶται βίον·

τρίτον δ' ἀδελφὼ δύο μίαν καθ' ἡμέραν            55

αὐτοκτονοῦντε τὼ ταλαιπώρω μόρον

κοινὸν κατειργάσαντ' ἐπαλλήλοιν χεροῖν. 

Αλίμονο! Σκέψου, αδερφή μου, πως ο πατέρας μας χάθηκε μισητός και κακοφημισμένος, τα δυο του μάτια ξεριζώνοντας με το ίδιο του το χέρι, όταν μονάχος του ξεσκέπασε τις άνομές του πράξεις. Έπειτα η μάνα και γυναίκα του, δυο ονόματα για ένα πρόσωπο, δίνει κακό τέλος στη ζωή της με πλεχτή αγχόνη. Και το τρίτο κακό: οι δυο αδερφοί μας σε μία μέρα αλληλοσφάχτηκαν, οι δύστυχοι, κι βρήκανε το θάνατο ο ένας απ’ το χέρι του άλλου.

Νῦν δ' αὖ μόνα δὴ νὼ λελειμμένα σκόπει

ὅσῳ κάκιστ' ὀλούμεθ', εἰ νόμου βίᾳ

ψῆφον τυράννων ἢ κράτη παρέξιμεν.                60

Ἀλλ' ἐννοεῖν χρὴ τοῦτο μὲν γυναῖχ' ὅτι

ἔφυμεν, ὡς πρὸς ἄνδρας οὐ μαχουμένα·

ἔπειτα δ' οὕνεκ' ἀρχόμεσθ' ἐκ κρεισσόνων 

καὶ ταῦτ' ἀκούειν κἄτι τῶνδ' ἀλγίονα. 

Και τώρα κοίτα εμάς τις δυο πού ’χουμε μείνει μόνες μην κακοθανατίσουμε αν παραβούμε το νόμο κι αψηφήσουμε του τύραννου την εξουσία. Κατάλαβέ το καλά: γυναίκες γεννηθήκαμε, δεν μπορούμε να τα βάλουμε με άντρες. Έπειτα μας κυβερνάνε δυνατότεροι, και πρέπει και σ’ αυτά και σ’ άλλα χειρότερα να υπακούμε.

Ἐγὼ μὲν οὖν αἰτοῦσα τοὺς ὑπὸ χθονὸς             65

ξύγγνοιαν ἴσχειν, ὡς βιάζομαι τάδε,

τοῖς ἐν τέλει βεβῶσι πείσομαι· τὸ γὰρ

περισσὰ πράσσειν οὐκ ἔχει νοῦν οὐδένα.

Όσο για μένα ζητάω συγχώρεση απ’ τους νεκρούς, αφού ανάγκη με πλακώνει, και σκύβω το κεφάλι σ’ αυτούς που εξουσιάζουν.  να κάνεις πράγματα πάνω απ’ τις δυνάμεις σου είναι τρέλα.

Αντιγόνη

Οὔτ' ἂν κελεύσαιμ' οὔτ' ἄν, εἰ θέλοις ἔτι 

πράσσειν, ἐμοῦ γ' ἂν ἡδέως δρῴης μέτα.           70

Ἀλλ' ἴσθ' ὁποῖά σοι δοκεῖ, κεῖνον δ' ἐγὼ 

θάψω· καλόν μοι τοῦτο ποιούσῃ θανεῖν.

Φίλη μετ' αὐτοῦ κείσομαι, φίλου μέτα,

ὅσια πανουργήσασ'· ἐπεὶ πλείων χρόνος 

ὃν δεῖ μ’ ἀρέσκειν τοῖς κάτω τῶν ἐνθάδε.         75

Ἐκεῖ γὰρ αἰεὶ κείσομαι· σοὶ δ' εἰ δοκεῖ,

τὰ τῶν θεῶν ἔντιμ' ἀτιμάσασ' ἔχε.  

Ούτε θα σε παρακαλούσα ούτε, ακόμα κι αν ήθελες να συνεργαστείς, θα δεχόμουν με χαρά τη συνεργασία σου. Αλλά πίστευε όσα θέλεις· κι εγώ εκείνον θα θάψω. Θα είναι ωραίο για μένα να πεθάνω κάνοντας τούτο. Αγαπημένη μαζί του θα κείτομαι, πλάι σ’ αγαπημένο, αφού διαπράξω ένα άγιο έγκλημα. Γιατί περισσότερα χρόνια οι κάτω απ’ τους εδώ θα με χαίρονται. Αφού εκεί θα κείτομαι αιώνια. Κι εσύ αν θέλεις, όσα οι θεοί τιμούν περιφρόνησέ τα.

Ισμήνη

Ἐγὼ μὲν οὐκ ἄτιμα ποιοῦμαι, τὸ δὲ

βίᾳ πολιτῶν δρᾶν ἔφυν ἀμήχανος.

Εγώ δεν τα περιφρονώ· μα γεννήθηκα ανίκανη να κάνω πράγματα αντίθετα από κείνα που θέλουν οι πολίτες.

Αντιγόνη

Σὺ μὲν τάδ' ἂν προὔχοι’· ἐγὼ δὲ δὴ τάφον        80

χώσουσ' ἀδελφῷ φιλτάτῳ πορεύσομαι.

Εσύ μπορείς να προβάλλεις τέτοιες προφάσεις· κι εγώ θα πάω τάφο ν’ ανοίξω στο μονάκριβο αδερφό.

Ισμήνη

Οἴμοι ταλαίνης ὡς ὑπερδέδοικά σου.

Αλίμονο, πόσο τρέμω, δύστυχη, για σένα.

Αντιγόνη

Μὴ 'μοῦ προτάρβει· τὸν σὸν ἐξόρθου πότμον.

Μη νοιάζεσαι για μένα· τη ζωούλα σου κοίτα να σώσεις.

Ισμήνη

Ἀλλ' οὖν προμηνύσῃς γε τοῦτο μηδενὶ

τοὔργον, κρυφῇ δὲ κεῦθε, σὺν δ' αὕτως ἐγώ.    85

Αλλά κοίτα μη φανερώσεις πουθενά το σχέδιό σου, κράτα το μυστικό· κι εγώ θα το φυλάξω.

Αντιγόνη

Οἴμοι, καταύδα· πολλὸν ἐχθίων ἔσῃ 

σιγῶσ', ἐὰν μὴ πᾶσι κηρύξῃς τάδε.

Αχ φώναξέ το! θα σε μισήσω πιο πολύ άμα σωπάσεις, 

Ισμήνη

Θερμὴν ἐπὶ ψυχροῖσι καρδίαν ἔχεις.

Έχεις ζεστή για ψυχρά πράγματα καρδιά.

Αντιγόνη

Ἀλλ' οἶδ' ἀρέσκουσ' οἷς μάλισθ' ἁδεῖν με χρή. 

Μα ξέρω πως είμαι αρεστή σε κείνους που πρέπει περισσότερο ν' αρέσω. 

Ισμήνη

Εἰ καὶ δυνήσῃ γ'· ἀλλ' ἀμηχάνων ἐρᾷς.           90

Αν βέβαια μπορέσεις· μα τ' αδύνατα ζητάς. 

Αντιγόνη

Οὐκοῦν, ὅταν δὴ μὴ σθένω, πεπαύσομαι.

Λοιπόν μόνον όταν δεν έχω δύναμη θα σταματήσω.  

Ισμήνη

Ἀρχὴν δὲ θηρᾶν οὐ πρέπει τἀμήχανα.

Μα απ' την αρχή δεν πρέπει κανείς να κυνηγά τ' αδύνατα.  

Αντιγόνη

Εἰ ταῦτα λέξεις, ἐχθαρῇ μὲν ἐξ ἐμοῦ,

ἐχθρὰ δὲ τῷ θανόντι προσκείσῃ δίκῃ.

Ἀλλ' ἔα με καὶ τὴν ἐξ ἐμοῦ δυσβουλίαν           95

παθεῖν τὸ δεινὸν τοῦτο· πείσομαι γὰρ οὐ

τοσοῦτον οὐδὲν ὥστε μὴ οὐ καλῶς θανεῖν.            

Αν συνεχίσεις τέτοια να λες, κι εγώ θα σε μισήσω και στο νεκρό δίκαια μισητή θα γίνεις. Εμένα όμως άφησε να πάθω με την ανεμυαλιά μου αυτό το κακό. γιατί τίποτε τόσο φοβερό δε θα πάθω, που εγώ να μην πεθάνω τιμημένα.  

Ισμήνη

Ἀλλ' εἰ δοκεῖ σοι, στεῖχε· τοῦτο δ' ἴσθ', ὅτι

ἄνους μὲν ἔρχῃ, τοῖς φίλοις δ' ὀρθῶς φίλη.      99

Μα αν έτσι το κρίνεις, πήγαινε. τούτο όμως να ξέρεις πως ασυλλόγιστη πηγαίνεις αλλά αληθινή στους φίλους φίλη.  

Η Αντιγόνη φεύγει από την αριστερή πάροδο όπως κοιτάζουν οι θεατές. Η Ισμήνη αποσύρεται  στο παλάτι από μια πλαϊνή πόρτα. Όταν αυτές αποχωρούν μπαίνει ο χορός των Θηβαίων Γερόντων.