Η άφιξη του Λόρδου Βύρωνα στο Μεσολλόγι, Δεκέμβριος 1823
Ο Φλέτζερ με είπεν ότι ανεχώρησε την 30ήν του Δεκεμβρίου μετά μεσημβρίαν με δύο πλοιάρια, το εν ήτο κότερον, και επί τούτου επεβιβάσθη ο κόμης Γάμπας με το μεγαλήτερον μέρος των χρημάτων του Βύρωνος· το δε έτερον μύστικον, και επί τούτου ήτο ο ποιητής με τους υπηρέτας του. "Ο Γιουσούφ πασάς των Πατρών, λέγει ο Φλέτζερ, φαίνεται είχε γνώσιν του απόπλου μας προ αρκετών ημερών, διό και διέταξε τον Τουρκικόν στόλον να περιπλέη μεταξύ των Σκροφών και του Ακρωτηρίου Πάπα ίνα μας συλλάβη, ενώ ημείς ενομίζομεν όλον τον Τουρκικόν στόλον εντός του Κορινθιακού κόλπου διαδρομεύοντα.
[...]
Οι Τούρκοι, είτε γνωρίζαντες ημάς, είτε νομίσαντες ότι ήτο πυρπόλον, ήρχισαν να θορυβώνται και αλαλάζουν. [...] Ευτυχώς ουδεμίαν των σφαιρών της φρεγάδος μας επέτυχεν.
[...]
Ηγέρθη μετά δύο ώρας φρικωδεστάτη τρικυμία· είμεθα περικυκλωμένοι από βράχους, είτε ηγκυροβολήσαμεν εκεί. Ο Μυλόρδος ευφραίνετο εις την τρικυμίαν· και ενώ όλοι εναυτίων, ούτε διεσκέδαζε γράφων στίχους, ενώ μάλιστα τα στοιχεία της φύσεως ηπείλουν ν' αναρπάσωσιν όλους ημάς από το κατάστρωμα. Όταν ολίγον ο άνεμος εκόπασε με λέγει: - Φλέτζερ, τώρα εγώ θα κολυμβήσω. - Πώς Μυλόρδε μου με τοιούτον καιρόν! - Σιωπή - απομακρύνεται, και χωρίς να χάση καιρόν εκδύεται, πηδά εις το ύδωρ, ακολουθούμενος από τον Λέοντα (ο κύων του της Νεοφιλανδίας)· έμεινε σχεδόν δύο ώρας εις την θάλασσαν· αρχαί Ιανουαρίου, φαντάσθητι. Μετά ταύτα έγραψεν εις Μεσολόγγιον προς τον συνταγματάρχην Στάνωπ, διηγούμενος τα συμβάντα μας. Τότε ο Μαυροκορδάτος έπεμψεν ωπλισμένας λέμβους και μας παρέλαβον, και εις τας 6 Ιανουαρίου εφθάσαμεν εις την πόλιν ταύτην.
[...]
Ο λαός, τα παλληκάρια, ο κλήρος ήσαν εις το παραθαλάσσιον περιμένοντές μας. Ο Μαυροκορδάτος, ο αρχιερεύς Αρτας και οι οπλαρχηγοί ήλθον να μας υποδεχθώσι. Ζήτω η ελευθερία! εφώναζαν πανταχόθεν και έπιπτον τουφεκισμοί, πυροβολισμοί και οι κώδωνες σχεδόν εκώφαινον τα ώτά μας· είχον στρώσει τας οδούς με κλάδους, και είχον εγείρει τόξα με όπλα, σημαίας και κλάδους μυρσίνης.

Πηγή: Εδουάρδ Τρελλώνη, Αναμνήσεις της Ελληνικής Επαναστάσεως, Αθήνα, εκδ. Καραβία, 1977, σ. 45-47.


Αρχή κεφαλαίου Προηγούμενη σελίδα Επόμενη σελίδα