Η έξοδος του Μεσολογγίου 10 Απριλίου 1826
[...] Όλοι σχεδόν οι Έλληνες είχον εξέλθει των πυλών, ανέμενον δε εις την σκοτίαν και την σιγήν της νυκτός ν' ακούσωσι τους πυροβολισμούς των συμπατριωτών των προσβαλλόντων τον εχθρόν εκ των νώτων. Παρήλθεν ήδη μία ώρα ανυπομόνου προσδοκίας. Ουδείς ηκούετο ήχος πλην των κραυγών των εχθρικών νυκτοφυλακών και των καταπνιγομένων θρήνων των γυναικοπαίδων. Εν τω μέσω της επικρατούσης ανησυχίας και ανυπομονησίας ηκούσθη μία κραυγή:

- Εμπρός! ορμήσατε κατά των Τούρκων! επαναληφθείσα υφ' όλου του πλήθους, ολόκληρος δε η πρωτοπορία εγερθείσα εκ του εδάφους όπου κατέκειτο, ώρμησεν επί τα πρόσω, διήλθε τας πρώτας γραμμάς των εχθρικών χαρακωμάτων μετ' ελαχίστων απωλειών, και διευθύνθη ταχέως εις τους πρόποδας του όρους. Εκεί συνήντησαν σώμα ιππικού, αλλά μετά τοιαύτης προεχώρησαν απεγνωσμένης ταχύτητος, κρατούντες δια της μιας μεν χειρός το πιστόλιον και δια της άλλης το γιαταγάνιον, ώστε το ιππικόν ηναγκάσθη να υποχωρήση προ της ορμής των. Συνενωθέντες όμως πάλιν οι Τούρκοι επέπεσον κατά των νώτων των και εφόνευσαν όλους τους υπολειφθέντας εις την φυγήν. Οι ασθενείς και πολλά γυναικόπαιδα έμειναν καθ' οδόν αδυνατούντα να προχωρήσωσι. Πολλοί άνδρες εφόνευσαν τας γυναίκας και τα παιδία των τα μη δυνάμενα να ακολουθήσουν δια να τα σώσωσιν από της Τουρκικής βασάνου. Κατά την εις τους πρόποδας του όρους προσέγγισίν των συνήντησαν σώμα Αράβων αποπειραθέντων να τους αναχαιτίσωσιν. Αλλ' ήτο δύσκολον ν' αναχαιτίσωσι τον εξαγριωθέντα ταύρον, προς ον ωμοίαζε το πλήθος των φευγόντων, οι οποίοι υπερνικώντες παν εμπόδιον και αναίσθητοι προ του κινδύνου, κατώρθωσαν να φθάσωσι και να λάβωσι την προς το όρος άγουσαν κατόπιν απωλείας τετρακοσίων περίπου ανδρών. Η τύχη του άλλου σώματος όμως υπήρξε πολύ διαφορετική. Εις αυτό περιελαμβάνετο μέγας αριθμός γυναικοπαίδων, τα οποία δεν ευρέθησαν έτοιμα προς εκκίνησιν όταν εδόθη η διαταγή «εμπρός». Πλείστοι εκ των ανδρών ευρίσκοντο ακόμη εντός της πόλεως προς περισυλλογήν των οικογενειών των. Κατόρθωσαν εν τούτοις να εκκινήσωσιν εν βία αμέσως μετά το πρώτον σώμα. Αλλ' οι Τούρκοι είχον ήδη εξεγερθή. Τα τηλεβόλα ήρχισαν να μυκώνται, αι ομοβροντίαι του πεζικού εθέριζον όλην την γραμμήν, θορυβώδεις δε ηκούοντο αι ανακραυγαί των Αλβανών εκ δεξιών εφορμώντων προς κατάληψιν της πόλεως. Κατά την στιγμήν ταύτην της συγχύσεως ηκούσθη η κραυγή: - Οπίσω! οπίσω! Εις τας επάλξεις! Εις τας επάλξεις! σύσσωμον δε το πλήθος, χωρίς να γνωρίζη διατί, εστράφη και διηυθύνθη δρομαίως εντός της πόλεως. Την ιδίαν στιγμήν καθ' ην εισήρχοντο οι Έλληνες εισήρχοντο και οι Τούρκοι εκ της άλλης πλευράς, ούτω δε μοιραίως επήλθεν η συνάντησίς των εντός της πόλεως. Οι Έλληνες επολέμησαν μετ' απεγνωσμένης μανίας. Αι γυναίκες ώρμησαν ολοφυρόμεναι προς την θάλασσαν εντός της οποίας ερρίπτοντο μετά των τέκνων των. Ο γέρων στρατιώτης, ο ευρισκόμενος εις την υπόνομον, έθεσε πυρ φοβερά δε επηκολούθησεν έκρηξις, εκ της οποίας κατεστράφη ολόκληρον το τετράγωνον συμπαρασύρον εις την φρικώδη καταστροφήν αναριθμήτους Τούρκους. Επί τινας στιγμάς νεκρική επεκράτησε σιγή. Οι Έλληνες έτρεχον προς εύρεσιν ασφαλεστέρων θέσεων, εκ των οποίων θα ηδύναντο να παρατείνωσιν επί μακρότερον την άμυνάν των. Ο μύλος, εντός του οποίου πλείσται γυναίκες και ασθενείς ευρίσκοντο κεκλεισμένοι, ανετινάχθη και αυτός εις τον αέρα, συμπαρασύρας εις την καταστροφήν πλήθος πολιορκουμένων και πολιορκητών.

Πηγή: Σάμουελ Χάου, Ημερολόγιο από τον Αγώνα 1825-1829, επιμ. Οδ. Δημητρακόπουλος, Αθήνα 1971, σ. 112-114.



Αρχή κεφαλαίου Προηγούμενη σελίδα Επόμενη σελίδα