Τότε ο αυτοκράτορας [...] σχεδίασε παράσταση στο παλάτι των Βλαχερνών, όπου διέταξε να μεταφερθούν οι ιππικοί αγώνες. Έτσι λοιπόν, οι φυσούνες στήθηκαν στην αυλή σαν κορύνες, κι ένας ευνούχος μασκαρεύτηκε σε έπαρχο πόλης [...] Αυτός λοιπόν αφού ζώστηκε διαμπερώς ένα πλέγμα από λυγαριές, που στην καθομιλουμένη λέγεται ξύλινο γαϊδούρι, σκεπασμένο με ένα σκέπασμα χρυσοστολισμένο, μπήκε στο αυτοσχέδιο θέατρο [...] Ύστερα από λίγο πάλι, όπως παλιά οι ηθοποιοί των δραμάτων, έβγαλε τη στολήτ ου καβαλάρη επάρχου και άρχισε να παριστάνει τον μαππάριο (τον αφέτη του αγώνα). Κι αυτοί που παρίσταναν τους δρομείς δεν ήταν τίποτε αγοραίοι ή του δρόμου, αλλά νεαροί αριστοκράτες, που μόλις έβγαζαν γένια. Παρακολουθούσαν λοιπόν αυτά τα θεατρικά και αστεία παιχνίδια ο αυτοκράτορας και η αυτοκράτειρα, οι επίσημοι συγγενείς τους και οι στενοί τους ακόλουθοι, ενώ σε όλους τους άλλους είχε απαγορευτεί η είσοδος. Καθώς έφτανε η ώρα που θα έτρεχαν αυτοί που θα έπαιρναν μέρος στον αγώνα, ο ευνούχος που παρίστανε τον μαππάριο ήρθε στη μέση, γύμνωσε τα μπράτσα του, έβαλε στο κεφάλι του μιαν ασημένια κούπα και κάλεσε τρεις φορές τους νεαρούς να αγωνιστούν. Ένας νεαρός ευγενής, που κατείχε σπουδαίο τίτλο, στεκόταν πίσω του και τον χτυπούσε πλαταγιαστά με την πατούσα στον πισινό και τα μεριά του, κάθε που εκείνος έσκυβε για να δώσει το σύνθημα της εκκίνησης". Νικήτας Χωνιάτης, Χρονική Διήγησις, Kazhdan, A.P.-Wharton Epstein, Α., Αλλαγές στον Βυζαντινό πολιτισμό κατά τον 11ο και 12ο αιώνα, Αθήνα 1997, σ. 417-418 (μετάφραση Δ. Τσουγκαράκης) |