Ο
Κωνσταντίνος Τυπάλδος-Ιακωβάτος γεννήθηκε στο Ληξούρι της Κεφαλληνίας στις
17 Φεβρουαρίου 1795. Το 1817 χειροτονήθηκε Διάκονος από τον Μητροπολίτη
Κεφαλληνίας Ιωαννίκιο. Το 1819 μετέβη στη Βενετία ως Διάκονος της εκεί
Ελληνικής κοινότητας. Ταυτόχρονα σπούδασε τη Λατινική, Ιταλική και Γαλλική
φιλολογία. Το 1824 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος στην Κεφαλλονιά. Το ίδιο έτος
προσελήφθη ως Καθηγητής στην Ιόνιο Ακαδημία στην Κέρκυρα. Στις 12 Οκτωβρίου
1842 εξελέγη
τοπικά Μητροπολίτης Κεφαλληνίας αλλά η Βρετανική αρμοστεία ακύρωσε την εκλογή του
στις 21 Οκτωβρίου 1842.
Το 1843 μετέβη στην Κωνσταντινούπολη. Το 1844 διορίστηκε Καθηγητής της
Θεολογίας και Φιλοσοφίας στη νεοσύστατη Θεολογική Σχολή της Χάλκης καθώς και
πρώτος Σχολάρχης αυτής. Στις 4 Ιουνίου 1845 έλαβε το οφίκιο του
Αρχιμανδρίτη. Στις 21 Αυγούστου 1847 προήχθη σε Μέγα Αρχιμανδρίτη του
Οικουμενικού Θρόνου. Στις 15 Αυγούστου 1848 χειροτονήθηκε στον Πατριαρχικό
Ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι της Κωνσταντινουπόλεως τιτουλάριος
Μητροπολίτης Σταυρουπόλεως. Το 1865 αποχώρησε από τη Διεύθυνση της Σχολής.
Αποσύρθηκε στο Ληξούρι της Κεφαλληνίας, όπου και εκοιμήθη στις 20 Νοεμβρίου
1867. |