Ο Πανιερώτατος
Αρχιεπίσκοπος Βουκουρεστίου, Μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας και Πριμάτος |
Ο κατά κόσμον Κωνσταντίνος Μικλέσκου γεννήθηκε στη Σουτσεάβα στις 16 Απριλίου 1822. Στις 18 Ιουνίου 1842 εκάρη μοναχός. Διάκονος χειροτονήθηκε στις 23 Απριλίου 1843 και Πρεσβύτερος στις 30 Νοεμβρίου 1848. Στις 2 Φεβρουαρίου 1855 χειροτονήθηκε τιτουλάριος Επίσκοπος Χαριουπόλεως. Τη χειροτονία τέλεσε ο Μητροπολίτης Μολδαβίας Σωφρόνιος, συμπαραστατούμενος από τους Επισκόπους Χουσίων Μελέτιο και Συνάδων Καισάριο. Από το 1851 μέχρι το 1858 υπηρέτησε ως Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Σλάτινας. Ακολούθως υπηρέτησε ως τοποτηρητής της Επισκοπής Χουσίων (Νοέμβριος 1858-1861), ως Ηγούμενος για δεύτερη φορά της Ιεράς Μονής Σλάτινας (1861-1863) και τοποτηρητής της Μητροπόλεως Μολδαβίας (1863-1865). Στις 10 Μαΐου 1865 εξελέγη Μητροπολίτης Μολδαβίας. Αντέδρασε δυναμικά στον διορισμό του πρίγκιπα Καρόλου στη θέση του Ηγεμόνα της Ρουμανίας. Στις συμπλοκές που ακολούθησαν τραυματίστηκε αλλά διασώθηκε χάρη στη φροντίδα του Διακόνου Ιωάννη Κρεάνγκα, ο οποίος τον φυγάδευσε. Στη συνέχεια παραδόθηκε στις αρχές. Στη συνέχεια ο πρίγκιπας Κάρολος κήρυξε γενική αμνηστία και ο Μητροπολίτης Καλλίνικος αφέθηκε ελεύθερος. Το 1868 συμφιλιώθηκε με τον πρίγκιπα Κάρολο. Στις 31 Μαΐου 1875 εξελέγη Μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας και Πριμάτος πάσης Ρουμανίας. Διετέλεσε Πρόεδρος της Ρουμανικής Βουλής από τις 9 Ιουνίου 1875 μέχρι τις 25 Μαρτίου 1879. Κατά την αρχιερατεία του η Εκκλησία της Ρουμανίας ανακηρύχτηκε Αυτοκέφαλη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο (25 Απριλίου 1885). Εκοιμήθη στο Βουκουρέστι στις 14 Αυγούστου 1886 συνεπεία παθήσεως των νεφρών. |
Αναθεώρηση: Δευτέρα, 18 Σεπτεμβρίου 2023.